«Ποτέ δεν ήμουν, δεν είμαι και ποτέ δεν θα γίνω
Μαρξιστής - Λενινιστής. Θεωρώ τον εαυτό μου Εθνικό-Λαϊκό αγωνιστή για την
απελευθέρωση του λαού της Λατινικής Αμερικής από τον καπιταλιστικό και
παγκοσμιοποιητικό ζυγό»
Mario La Ferla - L' Altro Che
«9 Οκτωβρίου 1967: Ένας άνθρωπος με πίστη που δεν είναι δική μου, αλλά, από τη
μία πλευρά, το στυλ της ζωής και του θανάτου του έχει σημασία για μένα. Πεθαίνει τελικά ο Guevara για μια ιδέα, ή για την ιδέα που αυτός ο θάνατος θα
του δώσει από τον ιδιο του τον εαυτό; Είναι ένα ερώτημα.
Κοινοτοπία: κάποιος
πολεμά με άλλους και πεθαίνει μόνος. Και υπάρχουν τάφοι, όποια κι αν είναι η
μάχη των πεσόντων και το πεδίο όπου έπεσαν, γύρω από τους οποίους πρέπει να
περπατήσει κανείς με το βήμα των περιστεριών.
Η πίστη σου Che, δεν είναι δική
μου, αλλά εσύ περνάς και η στάση σου με γοητεύει. Βγάζω το καπέλο μου και σε
χαιρετώ. Αυτό δεν είναι χωρίς σημασία. Η πίστη σου και ο αγώνας σου δεν είναι
δικοί μου. Ο θάνατος σου είναι»
Jean Cau, Ένα πάθος
για τον Che Guevara
link: Το μονοπάτι του Ιππότη Jean Cau προς το δάσος
Το εξώφυλλο του πρώτου τεύχους του εθνικοεπαναστατικού περιοδικού "Αντίδοτο" που υπήρξε η εκδοτική απαρχή της σκέψης και επίδρασης της Ελληνικής «Τρίτης Θέσης».
Χαρακτηρίστηκε στις αρχές της δεκαετίας του ΄80 ως το καλύτερο περιοδικό της ριζοσπαστικής σκέψης σε ολόκληρη την Ευρώπη.
Η έκδοση και η διανομή του πολεμήθηκε λυσσαλέα από τους τότε γνωστούς ακροδεξιούς που το χαρακτήρισαν ως «αναρχοφασιστικό έντυπο».
Η συντακτική μας ομάδα έχει την τιμή να διατηρεί μέχρι και σήμερα συνεργασία με τους Βασίλη Ροντογιάννη, Αθανάσιο Γιαλαμά και Τ.Χ. που υπήρξαν μερικοί εκ των συντελεστών της προσπάθειας αυτής.
Εκδήλωση στην νεοφασιστική κατάληψη Casa Pound για τον Che!
γράφει ο Κωνσταντίνος ΜποβιάτσοςΤο πάθος για τον Che Guevara που έδειξε
η ριζοσπαστική τάση του εθνικισμού σε Γαλλία και Ιταλία, κατά τη γνώμη μου
βασίζεται σε δύο σημαντικά θεμέλια; το ένα είναι πολιτικό και το άλλο θα έλεγα κάπως
ρομαντικό.
Οι ιδέες αυτές των εθνικοεπαναστατικών κινημάτων ήταν και είναι πολύ
καθαρές: πρώτα από όλα υπάρχει η αποστροφή προς τις Ηνωμένες Πολιτείες που
γεννήθηκε αμέσως μετά τον πόλεμο ανάμεσα στους Ευρωπαϊκούς εθνικιστικούς
κύκλους οι οποίοι απογοητεύτηκαν από το τέλος των ονείρων τους.
Όνειρα τα οποία
γεννήθηκαν με τον φασισμό και ενισχύθηκαν από τον ιμπεριαλιστικό
αμερικανικό πόλεμο παγκοσμιώς όπως για
παράδειγμα το Βιετνάμ, Ινδοκίνα και τη Μέση Ανατολή.
Πιστεύω ότι και όλες οι άλλες θέσεις ,
υπέρ και κατά, του λεγόμενου ακτιβιστικού εθνικισμού, απορρέουν από αυτή την
εχθρική στάση απέναντι στις ΗΠΑ: ενάντια στην παγκοσμιοποίηση, στο Ισραήλ,
στο ΝΑΤΟ, στην αποικιοκρατία, στον κομμουνισμό, στην αλαζονεία της εξουσίας και
του χρήματος, στα πολιτικά κόμματα και τα συνδικάτα, στην πλουτοκρατία και στον
πολιτικό αριβισμό.
Αυτό πίστευαν επίσης και οι «δάσκαλοι»,
Alain de Benoist και
Jean Thiriart. Επίσης οι ιδεολογικές και ακτιβιστικές θέσεις, τάσσονταν υπέρ
των καταπιεσμένων σε όλο τον κόσμο: των Ινδιάνων στις ΗΠΑ, των Ιρλανδών του
IRA, των Παλαιστινίων, με τον αγώνα στην Chiapas, το Θιβέτ, αλλά και με τον Mussolini, με τον
Peròn, με τον Ρουμάνο «ήρωα» Cornelius Codreanu, τον μαέστρο Julius Evola, τον ποιητή
Ezra Pound, τον Alessandro Pavolini, τον Ισπανικό Εθνικοσυνδικαλισμό.
Εδώ οι
πολιτικές θέσεις συνδυάζονται με το ρομαντικό πνεύμα που εκφράζει o Ιταλικός ριζοσπαστικός εθνικισμός.
Ο Che, μια σημαντική φιγούρα
αντίστασης, ήταν αγαπητός επειδή πολέμησε ενάντια στην απόλυτη δύναμη των
Ηνωμένων Πολιτειών και των συμμάχων τους, αλλά επίσης και πάνω απ' όλα επειδή
εμφανιζόταν στους νέους εθνικοεπαναστάτες, ως μια παθιασμένη προσωπικότητα.
Ακόμη και ο ένας συγγραφέας και
ιστορικός από την Φλωρεντία, o Franco Cardini, με μια ισχυρή διεθνή φήμη, φαίνεται
επίσης ότι βρισκόταν στο ίδιο μήκος κύματος. Διαφορετικός σαν κουλτούρα, αλλά
τα ιδανικά και το πνεύμα του φαίνονταν τα ίδια. Όσο ήταν ακόμα πολύ νέος, ο
Franco Cardini ήταν ένθερμος
υποστηρικτής του Jean Thiriart, ο οποίος δεν έχανε ποτέ την ευκαιρία να
εκφράσει τον θαυμασμό του για τον Guevara.
Ακόμη και πριν από το 1968, ο Ernesto
Guevara και ο Fidel Castro είχαν γίνει είδωλα και σύμβολα πολλών
εθνικοεπαναστατών ιδεολόγων και διανοουμένων. Όπως ο ίδιος ο Thiriart και ο
Alain de Benoist, έτσι και ο Cardini παρασύρθηκε από τον ενθουσιασμό για τους
δύο διάσημους άνδρες της Κουβανικής επανάστασης, ειδικά για την περιπετειώδη
πτυχή της εξέγερσης τους εναντίον του Batista και των Αμερικανών προστάτων του.
Ο ίδιος ο φιλόσοφος το εξηγεί: «Ο
Fidel ήταν ένας άνθρωπος της πολιτικής που μεταφράζεται στις διαστάσεις της
γενναιοδωρίας και της περιπέτειας. Ο Fidel, ένας Ιησουίτης μαθητής, ένας
ανήσυχος νεαρός Καθολικός που διάβασε Bernanos
και εμπνεύστηκε από τους πρώτους ηρωικούς και αγνούς Ισπανούς Φαλαγγίτες,
αυτούς που θυσιάστηκαν από την οργή της δημοκρατίας και τον κυνισμό του
Francο ... μας άρεσε αυτός ο Fidel, μας μάγευε».
Απλές και ουσιώδεις λέξεις που εξηγούν
αυτό το μυστήριο, λέξεις που γοητεύουν
αν διαβάσει κάποιος όλα τα κείμενα του, με την πλούσια τεκμηρίωση που
μαρτυρούσε την αγάπη των εθνικοεπαναστατών για τον Guevara. Αυτό που λένε
πολλοί νεοφασίστες είναι αλήθεια: «η αγάπη που τρέφουν οι ριζοσπάστες
εθνικιστές για τον Che, είναι αναμφίβολα μεγαλύτερη από αυτήν που επιδείκνυε η
αριστερά εδώ και πολλά χρόνια».
Τουλάχιστον αυτή η αγάπη φαίνεται πιο
γνήσια, πιο αυθόρμητη, σχεδόν «καθαρή», ενώ η άλλη έπρεπε να τροφοδοτείται από
συνθήματα και ομιλίες που κατέληξαν «να υποβιβάσουν τον Guevara σε μια
μαριονέτα που έπρεπε να αναδειχθεί όταν προέκυπτε η ανάγκη, για να δώσει ουσία
σε θεωρίες που είχαν γίνει κενές και μερικές φορές ανούσιες».
Με λίγα και
απλά λόγια, στην αριστερά, η επανάσταση του Guevara χρησίμευσε ως μια ευνοϊκή
ευκαιρία για να εξαπολυθούν πολεμικές εναντίον των εχθρών της εργατικής τάξης,
εναντίον των πολιτικών αντιπάλων του εκάστοτε Κομουνιστικού κόμματος
πανευρωπαϊκά, για να ονειρευτούν την κατάληψη της εξουσίας.
Στους εθνικοεπαναστατικούς κύκλους ο
επαναστάτης Guevara, δεν έγινε αντικείμενο εκμετάλλευσης για πολιτικούς
σκοπούς, ούτε κάποια μόδα για μπλουζάκι στην παραλία. Ήταν απλώς μια ιδιαίτερη
προσωπικότητα που έπρεπε να αγαπηθεί ή να μισηθεί, αλλά χωρίς κάποια κρυφά
κίνητρα. Η ευρωπαϊκή ριζοσπαστική «δεξιά» αγάπησε τον Che, γνωρίζοντας τις
αντιδράσεις από την κλασική ακροδεξιά, δεμένη πάντα στο φιλελεύθερο άρμα της
Δεξιάς.
Στην Ιταλία, ο γαλαξίας των
εθνικιστικών ιδεολογικών τάσεων ήταν τεράστιος. Μετά τα αιματηρά γεγονότα των
εξεγέρσεων στα Πανεπιστήμια της Ρώμης, τον Μάιο του 1968, το τοπίο μπερδεύτηκε
αρκετά μεταξύ αριστερών και εθνικιστών.
Οι ακροδεξιοί (οι κλασικοί υπηρέτες
πάντα του Καθεστώτος και της αστικής «τάξης και πειθαρχίας») εναντιώθηκαν στις
καταλήψεις του “Φοιτητικού Κινήματος” και της προσπάθειας του να εξεγερθεί
ενάντια στην καταπίεση και την στέρηση των φοιτητικών δικαιωμάτων.
Μάλιστα στο “Κίνημα” συμμετείχε ενεργά,
αν και μια μικρή σε αριθμό αλλά πολύ σκληρή σε ακτιβισμό, και μια μερίδα
εθνικοεπαναστατών, αυτή της «αριστερής» τάσης του Φασισμού, λάτρεις του Che.
Μαζί τους και οι λεγόμενοι «Ναζί-Μαοιστές».
Αλλά τελικά προδόθηκαν από το ίδιο
το εθνικιστικό κόμμα, το MSI, που είχε πλέον περάσει σε άλλες πολιτικά ορθές
θέσεις λόγω εκλογικής ανόδου. (Υπάρχει σχετικό κείμενο για τα γεγονότα αυτά και
το αιματηρό παρασκήνιο).
Ο Evola έγραψε επίσης
ένα δυνατό κείμενο «Η νεολαία, η γενιά των Beats και οι δεξιοί αναρχικοί»,
(άρθρο που έχει δημοσιευθεί)
Ανάμεσα λοιπόν σε αυτό το τόσο
διαφορετικό ριζοσπαστικό εθνικιστικό πίνακα, υπήρχαν εκείνοι οι «τρελοί» που
προσπάθησαν να αναδείξουν το αληθινό πνεύμα του πρωτοφασισμού, βλέποντας την
άσχημη τροχιά που είχαν πάρει τα περισσότερα εθνικιστικά κινήματα. Και τα
κατάφεραν πολύ καλά μέχρι ένα σημείο.
Το βιβλιοπωλείο «Europa» εκείνα τα χρόνια
στην Ρώμη, αποτελούσε το σημείο αναφοράς με τα «τολμηρά» βιβλία του. Νεαροί
ριζοσπάστες - αλλά και άλλοι εθνικιστές
στα κρυφά - προμηθευόταν τους λεγόμενους αιρετικούς και εχθρικούς - για την
δεξιά - πολιτικούς, συγγραφείς και διανοούμενους, όπως Malraux , Kerouac,
Βernanos, Lenin, Proudhon, Sorrel, Celine, Junger, Ledesma Ramos και πολλούς άλλους
… και ανακάλυπταν μέσα σε αυτούς πολλά εθνικοεπαναστατικά θέματα.
Τα συνθήματά τους πλέον ήταν για τα
βαριά και ευαίσθητα κοινωνικά θέματα – θέματα που άγγιζε μόνο η αριστερά -
εναντίον των απολυταρχικών καθεστώτων, όπως οι δικτατορίες σε Πορτογαλία και
Ελλάδα (που χειραγωγούταν από τις ΗΠΑ), εναντίον των ΗΠΑ και της Σοβιετικής
Ένωσης, ενάντια στη «Συνθήκη μη διάδοσης των πυρηνικών όπλων» που στέρησε την
κυριαρχία της Ιταλίας και της Ευρώπης, με μια απόλυτη στήριξη στην Ευρώπη ως
δύναμη, επιστροφή στην Παράδοση, την Ταυτότητα. και μια πολιτική για την
Οικολογία.
Δυστυχώς όμως, εκείνη η δεκαετία
στοίχησε δεκάδες νεκρούς και εκατοντάδες τραυματίες στους νεαρούς εθνικιστές,
αλλά και δεκάδες τυφλές και αιματηρές
βομβιστικές ενέργειες σε σταθμούς, τρένα, αεροπλάνα και πλατείες με πάρα πολλά
αθώα θύματα.
Όλα αυτά έγιναν βάση ενός καλοστημένου σχεδίου από το καθεστώς, σε
συντονισμό με τις μυστικές υπηρεσίες κυρίως του Ισραήλ, της Γαλλίας και της
Ανατολικής Γερμανίας, με εκτελεστικά όργανα τους χρήσιμους ηλίθιους, από όλες
τις πλευρές.
Ήταν η γνωστή «Στρατηγική της Έντασης», που τελικά θριάμβευσε. Αποτέλεσμα ήταν να σβήσει εκείνη η
γενιά των αληθινών αγωνιστών, με τις καθαρές ιδέες της εθνικοεπαναστατικής
τάσης, η οποία τόλμησε να εισχωρήσει σε εδάφη που η ίδια η δεξιά και η
ακροδεξιά είχαν απαγορεύσει, για να
κάνουν το βρώμικο πολιτικό τους παιχνίδι.
Η έλευση και η κυριαρχία της
νεωτερικότητας, έφερε σήμερα και την νέα μόδα του αντιφασιστικού εθνικισμού,
την απόλυτη ενίσχυση της ακροδεξιάς με τις φιλελεύθερες ιδέες και εχθρική
απέναντι στα σημαντικά κοινωνικά θέματα που ο Φασιστικός Σοσιαλισμός προσπάθησε
να προβάλει στην κοινωνία.
Kαι εδώ τα λόγια του Adriano Romualdi χτυπάνε την
ψυχή μας:
«Ο αντιφασισμός είναι η αποκήρυξη, η δειλία και η αποδοχή της ήττας
του 1945. Στο όνομα του αντιφασισμού θα συνεχίσουμε να προδίδουμε, να
εγκαταλείπουμε και να αρνούμαστε τις αξίες και τα συμφέροντα της Ευρώπης».