Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΙΣΤΟΡΙΚΑ ΚΕΙΜΕΝΑ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΙΣΤΟΡΙΚΑ ΚΕΙΜΕΝΑ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Ο Δικός μας Νοέμβρης: Έλληνες Επίστρατοι, τα Ελληνικά Freikorps!


γράφει ο Σταύρος Λιμποβίσης

Στα μέσα του Νοέμβρη του 1916  ξεκίνησε στην Αθήνα ένας ορυμαγδός αντίστασης που έμεινε στην Ιστορία ως «Νοεμβριανά». 

Είχε προηγηθεί η απόβαση στον Πειραιά  δυνάμεων της Αντάντ (Αγγλικών, Γαλλικών και Ιταλικών) και αιματηρές συγκρούσεις με τις ελληνικές μοναρχικές λαϊκές «πρωτοφασιστικές» πολιτοφυλακές. 

Πρωταγωνιστές ήταν  οι θρυλικοί Επίστρατοι (για την ακρίβεια τα ελληνικά «Τάγματα Εφόδου») που αποτέλεσαν το πρώτο μαζικό «πρωτοφασιστικό» λαϊκό κίνημα στην Ελλάδα. 

Η οργάνωση των Επιστράτων έμοιαζε σε πολλά με τα ανάλογα εθνικιστικά κινήματα που δρούσαν στην Ιταλία, τη Γερμανία και την Αυστρία. Όμως  οργανώσεις και κινήσεις με εθνικιστική και αντικοινοβουλευτική ιδεολογία που αποτέλεσαν τους προδρόμους του Ελληνικού Φασισμού υπήρχαν ήδη από τα τελευταία χρόνια του 19ου αιώνα. 

Μέσα σ’ αυτές ξεχωριστή θέση είχε η κίνηση «Ελληνισμός» επικεφαλής της οποίας ήταν ο καθηγητής Φιλοσοφίας πρύτανης του Πανεπιστημίου Αθηνών Νεοκλής Καζάζης (1849-1936). 

Η κίνηση αυτή άσκησε  τόσο πολιτική όσο και ιδεολογική επιρροή έως και τις παραμονές των Βαλκανικών Πολέμων του 1912-1913. Μέσα από το περιοδικό «Ελληνισμός» ο Καζάζης προπαγάνδιζε όχι μόνο τον αλυτρωτισμό με  τα «εθνικά δίκαια» στη Μακεδονία, τη Θράκη και την Κρήτη αλλά και την ανάγκη ενός ισχυρού κράτους με ένα ισχυρό ηγέτη. 

Δεν πρέπει να ξεχνάμε επίσης τον προδρομικό ρόλο που έπαιξαν στη διαμόρφωση του Ελληνικού Φασισμού ο Περικλής Γιαννόπουλος και ο Ίων Δραγούμης και οι δύο επηρεασμένοι από τις ιδέες των Γάλλων θεωρητικών Σαρλ Μωρράς και Μωρίς Μπαρρές, οι εθνικιστικές ιδέες των οποίων άσκησαν μεγάλη επιρροή σε όλο το πρώτο μισό  του 20ου αιώνα. 

"Ίων Δραγούμης ο Έλλην Ιδεαλιστής":

 Συγγραφέας του βιβλίου ο Εθνικοσοσιαλιστής Πέτρος Ωρολογάς.

 Εκδόθηκε το 2017 από τον Θρακικό Οιωνό. 

Επιμέλεια και εισαγωγή του συναγωνιστή Αθανασίου Γιαλαμά.

Και οι δυο Έλληνες διανοητές - προς φρίκη προσώπων του «χώρου» - υπήρξαν αντικείμενο θαυμασμού και μελέτης από την γνωστή Εθνικοσοσιαλίστρια και οπαδό του Αδόλφου Χίτλερ Savitri Devi αλλά και από συμπατριώτες μας που στήριξαν στον πόλεμο την πολεμική προσπάθεια του «Άξονα» όπως οι Πέτρος Ωρολογάς, Ευάγγελος Κυριάκης και Σπύρος Μελάς. 

Από την πλευρά των Βενιζελικών ο ιστορικός Γεώργιος Βεντήρης γράφει για τον χαρακτήρα των κινήσεων των Επιστράτων: «Παρουσιάζουν αναλογίας με τον ιταλικόν φασισμόν, του οποίου προεπορεύθησαν, προς τους Γερμανούς μοναρχικούς ή τους εθνικόφρονας σοσιαλιστάς. Αλλ’ αι ομοιότητες περιορίζονται εις την μέθοδον της ενέργειας και τον αντιδημοκρατικόν χαρακτήρα των διαφόρων τούτων κινήσεων. 

Διότι η δράσις των Ελλήνων επιστράτων δεν ανταπεκρίνετο εις οικονομικάς ανάγκας ή εθνικούς σκοπούς μιας ωρισμένης ομογενούς τάξεως, όπως συμβαίνει εις Ιταλίαν και Γερμανίαν. Αυτή είναι η πρωτοτυπία των, εις τούτο δε πρέπει να αποδοθή ο αναρχικός χαρακτήρ και η σχετικώς σύντομος ζωή των επιστράτων». 

Σύμφωνα με τον Γ.Θ. Μαυρογορδάτο («Εθνικός Διχασμός και μαζική οργάνωση. Οι επίστρατοι του 1916», σ. 34-36, Αλεξάνδρεια 1996) η συγγένεια των Επιστράτων με τα πρωτοφασιστικά και φασιστικά κινήματα που συναντάμε σε άλλες χώρες, και ειδικότερα τον Ιταλικό Φασισμό και τον Γερμανικό Εθνικοσοσιαλισμό είναι εμφανής. Γι αυτό και μπορούμε να μιλάμε για «ένα φασισμό προδρομικό αλλά ατελή». 

Επιφανείς υποστηρικτές και σε κάποιες περιπτώσεις ηγέτες των Επιστράτων ήταν ο Στρατηγός Ιωάννης Μεταξάς, ο Στρατηγός Αναστάσιος Παπούλας, ο Συνταγματάρχης και μετέπειτα Υποστράτηγος Ιπποκράτης Παπαβασιλείου, ο Γεώργιος Τσόντος Βάρδας γνωστός ως Καπετάν Βάρδας, ο Στρατηγός Βίκτωρ Δούσμανης και ο ιδρυτής του μετέπειτα Εθνικοσοσιαλιστικού Κόμματος Σπυρίδων Μερκούρης θείος της γνωστής Μελίνας ...

Συνολικά ιδρύθηκαν περίπου τετρακόσιοι τοπικοί σύλλογοι ενώ ο αριθμός των μελών τους προσεγγίζει αρχικά τις 100.000. Στην Πελοπόννησο, δημιουργήθηκαν μετά την αποστράτευση αρκετοί Σύνδεσμοι Επιστράτων, όπως: Αιγίου, Πάτρας, Αχαΐας, Λανθίου (Ηλεία), Λεχαινών, Πύργου, Αμαλιάδας, Καλαμάτας και άλλοι, ενώ στην Αργολίδα, εντοπίζονται πέντε Σύνδεσμοι Επιστράτων: Ναυπλίου, Ασίνης, Άργους, Καρυάς και Κάτω Μπέλεσι (σημερινή Λυρκεία, που ανήκει στο Δήμο Άργους-Μυκηνών). 

Στα Τρίκαλα τα μέλη του συνδέσμου Επιστράτων ανέρχονταν σε χιλιάδες ενώ σύνδεσμοι ιδρύθηκαν σε πολλά χωριά του νομού, τόσο στον κάμπο όσο και στα ορεινά. 

Ο Σύνδεσμος Επιστράτων διέθετε επιτροπές στην Κοζάνη, στα Γρεβενά και στην Κατερίνη δεν καταγράφεται, όμως, επιτροπή στις πόλεις της κεντρικής Μακεδονίας, στη Βέροια, τη Νάουσα ή την Έδεσσα. 

Εργάτες και αγρότες ήταν η πλειοψηφική μάζα που πλαισίωσε τους Επιστράτους απέναντι στην μεγαλοαστική πολιτική του Βενιζέλου και στην υποταγή του στο διεθνοποιημένο κεφάλαιο των «Λεβαντινών» της διασποράς. Αυτό τον κοινωνικό χαρακτήρα των Επιστράτων αποδέχεται η Αριστερά που με μεγάλη αμηχανία αναγνώρισε ακριβώς αυτό, τον λαϊκό χαρακτήρα των Συνδέσμων. 

Ο γνωστός Μαρξιστής θεωρητικός Σεραφείμ Μάξιμος, μέχρι το 1927 μέλος του Πολιτικού Γραφείου και κοινοβουλευτικός εκπρόσωπος του Κ.Κ.Ε., γράφει: «Η σύγκρουση δυο αστικών μερίδων εξελίχθηκε σε σύγκρουση τάξεων, κατά την οποία τα κοινωνικώς καταπιεζόμενα στρώματα σηκώσανε την αντιβενιζελική σημαία ως σύμβολο αγώνος κατά του κεφαλαίου» και επίσης ότι: «η μικροαστική και εργατική μάζα αντέταξε ένα κοινό μέτωπο με τη μοναρχία κατά του λιμπεραλισμού». 

Από την πλευρά του ο ιδρυτής του ΣΕΚΕ Αβραάμ Μπεναρόγια λυπόταν γιατί: «Η μικροαστική επιπολαιότητα παρέσυρε και την εργατικήν μάζαν» (…) 

«Με την ανακήρυξιν της Δημοκρατίας θα γίνωμεν απλούστατα λαός άνευ ιδέας, η νόθος και έκφυλος φωνή της Ανθρωπότητος και οι Ισραηλίται των Εθνών!», αναφέρεται σε ένα κείμενο των Επιστράτων τον Οκτώβριο του 1916. 

Σύμφωνα με την διήγηση Γάλλου διπλωμάτη που υπηρετούσε τότε στην Ελλάδα: « θηναϊκ κοινωνία χωρίζεται σ βενιζελικος κα ντιβενιζελικούς· κα εναι εκολο ν τος ξεχωρίσει κανείς: Ο βενιζελικο εναι κομψ ντυμένοι, πειδ εναι πλούσιοι· ο βασιλόφρονες κακοντυμένοι, γιατ εναι φτωχοί». 

Γράφει λοιπόν ο Βάρναλης με το δικό του τρόπο για τον πολέμαρχο των Επιστράτων τον Σαγιά και την κάθοδο των Ελλήνων Αρβανιτών - που υπήρξαν σκληροί πολεμιστές, αγροτοκτηνοτρόφοι και φυσικά φανατικοί αντικομμουνιστές και μοναρχικοί για δεκαετίες και το πλήρωσαν με επιθέσεις από τον Βενιζέλο μέχρι τον ΕΛΑΣ - από τα Μεσόγεια στην Αθήνα («Φιλολογικά απομνημονεύματα», σ. 198,199, Κέδρος, Αθήνα 1980): 

«Έτσι πάνου - κάτου μίλησε ο Σαγιάς. Και φανάτισε το πλήθος. Ύστερα μπήκε στο αυτοκίνητο με την παρέα του κι έφυγε να πάει και στ’ άλλα χωριά να πει τα ίδια: στα Καλύβια, στο Μαρκόπουλο, στο Κορωπί, στο Λιόπεσι. 

Την άλλη μέρα, από τα χαράματα, οι επίστρατοι όλων των χωριών με τους προέδρους των και με στρατιωτικό αρχηγό τον έφεδρο ανθυπασπιστή Μέγγουλη από την Κερατιά, κατεβήκανε στους σταθμούς και παίρνανε το τραίνο (καμιά εφτακοσαριά το όλο) για την Αθήνα. 

Τη νύχτα η Αθήνα παρουσίαζε την όψη πολιορκημένης πολιτείας. Στην Ομόνοια, στην οδό Σταδίου κ.τ.λ. ανεβοκατεβαίνανε ατελείωτες περιπολίες Επιστράτων με βάδισμα αργό και με πολύ σοβαρό ύφος. Η ατμόσφαιρα ήταν βαριά και μύριζε μπαρούτι». 

Η αποκαλούμενη «Μάχη των Αθηνών» διήρκησε συνολικά ένα εικοσιτετράωρο, από τα ξημερώματα της Παρασκευής έως τα ξημερώματα του Σαββάτου (18-19 Νοεμβρίου/1-2 Δεκεμβρίου 1916). 

Στη διάρκεια τους βρέθηκαν αντιμέτωποι περίπου 3.000 Αγγλογάλλοι επικουρούμενοι από ελάχιστους Ιταλούς και ο τακτικός στρατός και οι δυναμικότερες ομάδες «Επιστράτων». 

Οι Ελληνικές δυνάμεις φέρονται αποφασισμένες να σταματήσουν την συμμαχική απόβαση και βρίσκονται οχυρωμένες σε κομβικές θέσεις, με το δάχτυλο στη σκανδάλη. 

Με διαταγή του αντιστρατήγου Καλλάρη τέσσερα τάγματα του Ελληνικού Στρατού είχαν καταλάβει τις στρατιωτικές αποθήκες και ορισμένες νευραλγικές θέσεις στην πόλη της Αθήνας ενώ οι υπόλοιπες δυνάμεις είχαν συγκεντρωθεί στα περίχωρα, όπως στο πυριτιδοποιείο στην Ιερά Οδό, στο Βοτανικό Κήπο πλησίον της Μονής Δαφνίου, στο στρατόπεδο του Ρουφ, στο Αστεροσκοπείο, καθώς και στους λόφους Φιλοπάππου και Αρδηττού. 

Τρεις φάλαγγες Γάλλων και Βρετανών, αλλά και κάποιοι Ιταλοί, οδεύουν προς την Αθήνα σε προκαθορισμένα σημεία: η μια μονάδα ανέβηκε τη λεωφόρο Συγγρού, η άλλη την Πειραιώς και η τρίτη «διά της οδού του Ελαιώνος», η σημερινή οδός Πέτρου Ράλλη. 

Σύντομα τα στρατεύματα της Αντάντ, Άγγλοι, Γάλλοι και Ιταλοί αποβιβάζονται στον Πειραιά και βαδίζουν προς την Αθήνα, όπου κατέλαβαν τους στρατώνες στο Ρουφ, καίρια σημεία στην πόλη και το Ζάππειο, όμως συνάντησαν ισχυρή αντίσταση από στρατιωτικά τμήματα και τους χιλιάδες Επίστρατους. 

Οι Ελληνικές δυνάμεις διοικούμενες από τον αντιστράτηγο Κωνσταντίνο Καλλάρη απέκρουσαν τον εχθρό. Οι μάχες άρχισαν στο Στρατόπεδο Ρουφ γύρω στις 11:30 το πρωί, μετά στο Γκαζοχώρι, στη γέφυρα Πουλοπούλου και κατόπιν στο πεδίον του Άρεως, στο Αστεροσκοπείο, στου Φιλοπάππου, στο Ζάππειο και στην Ακρόπολη. Βομβαρδίστηκαν επίσης αποθήκες όπλων στα Λιόσια, το Παγκράτι αλλά και τα ίδια τα ανάκτορα από τα αγκυροβολημένα στο Φάληρο συμμαχικά πλοία, προκαλώντας μεγάλης έκτασης φθορές. 

Οι Αγγλογάλλοι προσπάθησαν μάταια να καταλάβουν κεντρικά σημεία σημεία των Αθηνών, στρατιωτικές αποθήκες και αυτό ακόμα το παλάτι, όμως αποκρούσθηκαν με πολλές απώλειες για τους ίδιους στην ευρύτερη περιοχή του Φιλοπάππου και αναγκάστηκαν να επιστρέψουν ατάκτως και με σκυμμένο το κεφάλι στον Πειραιά.  

Τα συμμαχικά πλοία ξεκινούν βομβαρδισμό και η πόλη δέχεται μαζικά πυρά. Στις εχθροπραξίες συμμετείχαν και οπαδοί του Βενιζέλου που έχοντας καταλάβει θέσεις σε οικίες, μπαλκόνια και στέγες, έβαλλαν κατά των Ελλήνων στρατιωτών. 

Η ανάμειξη τους ήταν τέτοιας εκτάσεως, που ο ναύαρχος du Fournet έγραψε στα απομνημονεύματα του ότι τα στρατεύματά του είχαν εμπλακεί σε μια εμφύλια σύρραξη. 

Μετά την επικράτηση τους οι Επίστρατοι στράφηκαν κατά των Βενιζελικών και επί δύο μέρες επιδόθηκαν σε προσπάθειες να απομακρύνουν από την Αθήνα και την επαρχία τους «βενιζελικούς προδότας» και τους «πράκτορας της Αντάντ»

Έγιναν έρευνες σε σπίτια γνωστών οπαδών του Βενιζέλου αλλά και στο σπίτι του ίδιου όπου ανακαλύφθηκε ολόκληρο οπλοστάσιο: 4 πολυβόλα, 170 τυφέκια, 60 περίστροφα, 4.500 σφαίρες, μασούρια δυναμίτιδος, χαλύβδινοι θώρακες και δημοκρατικά σήματα αναγνωρίσεως, «ολόκληρο οπλοστάσιο προοριζόμενο για εμφύλιο πόλεμο». 

Το ίδιο κιόλας βράδυ, ο Κωνσταντίνος συμφωνεί με τους πρεσβευτές της Αντάντ και ο βομβαρδισμός σταματά. Ακολουθεί η παράδοση των αιχμαλώτων που είχαν συλλάβει οι αντιμαχόμενοι μεταξύ των οποίων και ο ίδιος ο ναύαρχος Νταρτίζ ντε Φουρνέ που είχε περικυκλωθεί στο Ζάππειο επί κεφαλής αγήματος διακοσίων Γάλλων ναυτών.

Η αιχμαλωσία του αποτέλεσε σημείο σημαντικής τριβής για την οποία μνησικακούσαν οι Γάλλοι που θεωρούσαν ότι είχε θιγεί η εθνική τους αξιοπρέπεια εξαιτίας του συμβιβασμού που αναγκάστηκαν να κάνουν. 

Ως απάντηση στα γεγονότα τις 18ης Νοεμβρίου οι δυνάμεις της Αντάντ επέβαλαν γενικό αποκλεισμό στα νησιά και στα λιμάνια της Ελλάδος που παρέλυσε την αγορά και ο λαός υπέφερε από την πείνα και τη στέρηση αγαθών. 

Το κίνημα των Επιστράτων εξέφρασε την πλήρη και σχεδόν καθολική αντίσταση του μεγαλύτερου τμήματος του Ελληνικού λαού εναντίον της ξενικής επιβολής, αλλά και διατράνωσε την πίστη ότι η Ελλάδα και το Έθνος πρέπει να είναι ανεξάρτητα και κραταιά, χωρίς καμιά εξάρτηση από κανέναν ξένο παράγοντα. 

Οι Επίστρατοι αναχαίτισαν τα εχθρικά στρατεύματα στα μικρής χρονικής διάρκειας γεγονότα, που ήταν μια θρασύτατη επιθετική ενέργεια κατά της Ελλάδος, γεγονός το οποίο χαιρετίστηκε ως θρίαμβος του Ελληνικού στρατού αλλά και του απλού λαού σε βάρος των Μεγάλων Δυνάμεων. 

Η τότε Κυβέρνηση είχε υποσχεθεί την ανέγερση μνημείου για τους πεσόντες Επιστράτους, όμως η κατάληψη της εξουσίας από τον Βενιζέλο με τις ευλογίες των Γάλλων, ακύρωσε την ανέγερση του!

Το 2012 ο ιστορικός Δημήτρης Μιχαλόπουλος δημοσίευσε βιβλίο που αναφέρεται διεξοδικά στην υπόθεση του Συνδέσμου Επιστράτων, και παραθέτει συγκλονιστικές λεπτομέρειες από επίσημες πηγές της εποχής. 

Οι Επίστρατοι, ακόμη και στη Θεσσαλονίκη εκεί που η εξουσία των Βενιζελικών ήταν απόλυτη, αντιστάθηκαν στον Βενιζέλο και τους ξένους προστάτες του. Στη Σκιάθο οι Επίστρατοι απέκρουσαν δια των όπλων την προσπάθεια αγήματος Βρετανικού πλοίου να αποβιβασθούν και να καταλάβουν το νησί ενώ ο λαός τους υποστήριξε κραυγάζοντας το σύνθημα: «Δεν θέλουμε ψωμί! Ζήτω η Ελλάς!». 

Στο Λιανοκλάδι, κοντά στη Λαμία, οι Επίστρατοι ακινητοποίησαν αμαξοστοιχίες που ταξίδευαν μεταφέροντας συμμαχικά στρατεύματα στην Πελοπόννησο. Στην ύπαιθρο χώρα οι βιασμοί κοριτσιών και οι απαγωγές ομήρων από τα στρατεύματα της Αντάντ και τους άτακτους του Βενιζέλου ήταν καθημερινότητα και τα σχετικά επεισόδια ήταν συνήθη. 

Ανάλογα περιστατικά ήταν καθημερινότητα στη δυτική Μακεδονία, ειδικότερα στην περιοχή των Γρεβενών και της Κοζάνης, όπου μάλιστα επειδή οι ντόπιες γυναίκες φάνηκαν απρόθυμες να ικανοποιήσουν τις σεξουαλικές ανάγκες Γάλλων στρατιωτικών εκδόθηκε διαταγή (!) να επιλεγούν από τους κατά τόπους κοινοτάρχες άπορες κοπέλες προκειμένου να δημιουργήσουν πορνεία για τα συμμαχικά στρατεύματα στη Μακεδονία. 

Στο νησί της Νάξου οι κάτοικοι της Απειράνθου, όπου ήταν το σημαντικότερο σημείο των υποστηρικτών των Επιστράτων οπλισμένοι με δυναμίτες, αρνήθηκαν ν’ αναγνωρίσουν τον Βενιζέλο κι αντιπρότειναν να παραμείνουν αυτόνομοι απ’ οποιασδήποτε κυβέρνηση. Επικεφαλής των Επιστράτων της Νάξου ήταν ο παλιός Μακεδονομάχος μόνιμος αξιωματικός και βουλευτής Μανώλης Δερλερές. 

Την καθυπόταξη τους ανέλαβε ένα Βενιζελικό μικτό απόσπασμα, υπό τις διαταγές του Υπολοχαγού Δημητρίου Σαμαρτζή, στο οποίο συμμετείχαν στρατιώτες και Κρήτες χωροφύλακες. Αρχικά, το τορπιλοβόλο «Θέτις» έριξε δύο προειδοποιητικές βολές, χωρίς κάποιο αποτέλεσμα. Ακολούθησαν από τους άνδρες του Σαμαρτζή από απόσταση 80 βημάτων πυρά προς το συγκεντρωμένο πλήθος, τα οποία διήρκεσαν περίπου 15 λεπτά. Στη συνέχεια, ο στρατός του Βενιζέλου έκανε έφοδο στο χωριό, συνέχισε τις βιαιότητες έναντι των αμάχων και λεηλάτησε περιουσίες. 

Μετά από προτροπή του παπά Φραγκίσκου, του ιερέα της Απειράνθου, οι κάτοικοι του χωριού σήκωσαν λευκές σημαίες. Το απόσπασμα έπνιξε στο αίμα το χωριό με πολυβόλα και ξιφολόγχες, στις 5 Ιανουαρίου 1917, σκοτώνοντας 32 πολίτες, 12 γυναίκες μεταξύ τους και κάποιες σε εγκυμοσύνη, 4 υπερήλικες, 5 ανήλικους και 11 άνδρες με ριπές πολυβόλου ενώ υπήρξαν και 44 τραυματίες, εκ των οποίων οι 15 έμειναν ανάπηροι. 

Μετά τη σφαγή, 120 κάτοικοι αναγκάστηκαν με την απειλή των όπλων να περισυλλέξουν τα πτώματα και να τα θάψουν χωρίς κάποια τελετή έξω από το νεκροταφείο του χωριού ενώ ακολούθως φυλακίστηκαν πολλοί από αυτούς ώσπου να υπογράψουν δήλωση προσχωρήσεως στην «Εθνική Άμυνα». 

Λέγεται πως ο ίδιος ο Βενιζέλος τηλεγράφησε στις 7 Ιανουαρίου στον στρατιωτικό διοικητή Κυκλάδων να στείλει στρατιωτικές ενισχύσεις στην περιοχή, προκειμένου να αντιμετωπιστούν οι Επίστρατοι της Νάξου, κλείνοντας με τη φράση «Μη φεισθήτε ουδενός». Οι εκτελέσεις αντιφρονούντων και υπόπτων ήταν στην ημερήσια διάταξη σε όλη την έκταση της χώρας την οποία δεν ήλεγχαν οι οπαδοί του Βενιζέλου, αν και δεν είχαν την έκταση της Σφαγής στην Απείρανθο. 

Μετά την κατάληψη στις Κυκλάδες δημιουργήθηκε το 10ο Σύνταγμα Πεζικού υπό τον Ταγματάρχη Αλέξανδρο Οθωναίο, και κλήθηκαν προκειμένου να το στελεχώσουν περισσότεροι από 1.500 κληρωτοί του 1916 από τους οποίους παρουσιάστηκαν περίπου 300 ενώ οι υπόλοιποι δημιούργησαν ομάδες ανταρτών στα ορεινά της Νάξου κι άλλοι πέρασαν στην Εύβοια με τελικό προορισμό την Αθήνα. 

Ένα από τα πλέον σημαντικά στρατιωτικά παρεπόμενα και επιμελώς παραλειπόμενα εκείνης της περιόδου, το οποίο έχει σχέση με την δράση των Επιστράτων, είναι η μάχη που δόθηκε τον Μάιο του 1917, γνωστή σήμερα ως «Μάχη της Σημαίας», στην περιοχή της Λάρισας. 

Στην πόλη είχε την έδρα της η Ι Ελληνική Μεραρχία με διοικητή τον Υποστράτηγο Ανδρέα Μπαΐραμε το 4ο Σύνταγμα Πεζικού και το 1/38 Τάγμα Ευζώνων. Όλοι οι άνδρες του Συντάγματος ακολουθούμενοι από 100 ακόμη οπλίτες της Μεραρχίας προσπάθησαν να διαφύγουν ένοπλοι με την σημαία τους προς την Λαμία ώστε να αποφύγουν τον εξευτελισμό. 

Η μάχη της σημαίας έλαβε χώρα μεταξύ τμήματος του 1/38 Ευζωνικού Τάγματος και Γάλλων λογχοφόρων από τις αποικίες στη θέση «Μεζούρλο», λίγο έξω από την Λάρισα, απέναντι από το σημερινό Πανεπιστημιακό Νοσοκομείο και μεταξύ της οδού Λάρισας - Καρδίτσας και των σιδηροδρομικών γραμμών, οι διαφυγόντες Έλληνες στρατιώτες κυκλώθηκαν από πολλαπλάσιες δυνάμεις αποικιακών μονάδων και συγκεκριμένα Μαροκινών σπαχήδων (ιππέων) και Σενεγαλέζων πεζών σε απόλυτα ανοικτό πεδίο. 

Αρνούμενοι να παραδοθούν, στον εχθρό υπερασπίστηκαν σε μια τρίωρη σκληρή μάχη την τιμή και την σημαία τους. Ο Γάλλος στρατηγός έστειλε το ιππικό των Μαροκινών Σπαχήδων να τους καταδιώξει. Έξι χιλιόμετρα αργότερα οι Έλληνες κυκλώθηκαν κι όταν τους ζητήθηκε να παραδοθούν, αρνήθηκαν με πείσμα. 

Οι απώλειες κυρίως της Ελληνικής πλευράς, όπως περιγράφονται στις εφημερίδες της εποχής, υπήρξαν βαριές. Στην μάχη των πεζών εναντίον του Γαλλικού ιππικού - σε ανοιχτό πεδίο αυτή τη φορά - οι Έλληνες μέτρησαν 59 αξιωματικούς και στρατιώτες νεκρούς όλους με φοβερούς σπαθισμούς. Οι Γάλλοι είχαν 2 αξιωματικούς και 7 στρατιώτες τραυματίες. Επί τόπου συνελήφθησαν 49 Έλληνες αξιωματικοί και 269 Έλληνες στρατιώτες. 

Οι Εύζωνες χρησιμοποιήθηκαν από τους Γάλλους για αγγαρείες και έργα οδοποιίας στο Λιτόχωρο, ενώ οι αξιωματικοί οδηγήθηκαν και κρατήθηκαν σε παλαιούς Τουρκικούς στρατώνες στην Κατερίνη. 

Οι Γάλλοι ονόμασαν «Δεκεμβριανά» ή η «ενέδρα της Αθήνας» την ήττα τους  τα «Νοεμβριανά του 1916». 

Οι Επίστρατοι στο σύνολο τους είχαν πολεμήσει στους Βαλκανικούς πολέμους κι οι περισσότεροι ε από βετεράνοι, ήταν έμπειροι και σκληροτράχηλοι πολεμιστές που δεν μπορούν να χαρακτηριστούν κολαούζοι του Βασιλιά και πολύ περισσότερο προδότες, παρά θύματα της βίας των Βενιζελικών και της πολιτικής τους να διαιρέσουν και να διχάσουν την χώρα.

Σπύρος Παπαγεωργίου, ο «γίγαντας» της εθνικιστικής δημοσιογραφίας

 

γράφει ο Σταύρος Λιμποβίσης

ΘΑ΄ ΡΘΩ / Παπαγεωργίου Σπύρος

Να καρτεράτε. Θά ΄ρθω.

Καλή μου μάνα, θά ΄ρθω κάποιο δειλινό

την ώρα που θα συδαυλίζεις τα ξύλα για το δείπνο,

θαρρώ θά ΄χουν ανθίσει οι βασιλικοί στο λιακωτό μας

κι οι κρίνοι γύρω απ΄ το πηγάδι.

Θα κόψω ένα φυλλαράκι μικρό,

μικρό όπως την καλοσύνη των ανθρώπων

και στ΄ άρωμα του θα πλέξω

τις θύμησες του χθες

Ο Σπύρος Παπαγεωργίου υπήρξε κορυφαίος Εθνικιστής δημοσιογράφος και συγγραφέας, ανταποκριτής ξένων εφημερίδων, πολιτικός αναλυτής και ιστορικός, αγωνιστής της Ενωτικής παράταξης και μέλος του ένοπλου αγώνα που καθοδήγησε ο Στρατηγός Γεώργιος Γρίβας

Υπήρξε ο εξ απορρήτων συνεργάτης και βιογράφος του Διγενή. Δεν είναι τυχαίο, ότι ο Γρίβας του εμπιστεύθηκε και το αρχείο της Αντικομμουνιστικής οργανώσεως «Χ», που είχε καταστεί το φόβητρο πολλών, λόγω των αποκαλύψεων για πολιτικά και στρατιωτικά πρόσωπα και παρασκηνιακές διαδρομές της εκάστοτε εξουσίας.

Υπήρξε μέλος του πολιτικού και ιδεολογικού φορέα «Ενιαίο Εθνικιστικό Κίνημα»Γεννήθηκε το 1940 στο χωριό Τρεμετουσιά (Επαρχία Λάρνακας) στην Κύπρο. 

Εργάστηκε στην Κυπριακή εφημερίδα Ελευθερία και ως αρχισυντάκτης στην Κυπριακή εφημερίδα Πατρίς. Για αρκετά χρόνια ήταν αρχισυντάκτης στην Αθηναϊκή εφημερίδα ΕΣΤΙΑ. 

Σε πολύ νεαρή ηλικία πήρε ενεργό μέρος στον απελευθερωτικό αγώνα της ΕΟΚΑ. Μαζί με άλλους νεολαίους της νήσου βρήκαν παλιά όπλα, τύπωναν και κυκλοφορούσαν τις προκηρύξεις της ΕΟΚΑ, κατασκεύαζαν βαμβακοπυρίτιδα, νάρκες και χειροβομβίδες, εγχώριας κατασκευής τις οποίες και χρησιμοποιούσαν κατά των πάνοπλων Άγγλων. 

Αποκορύφωμα υπήρξε η επίθεση κατά του Διδασκαλικού Κολεγίου για την οποία υποκλίνεται ο Γρίβας στα απομνημονεύματα του, ενώ οι συλληφθέντες εθνικιστές δεν λύγισαν στα βασανιστήρια και τις απειλές των Τουρκοκυπρίων επικουρικών και των σαδιστών Άγγλων. 

Πολέμησε επίσης σε Ελληνοκυπριακές Ομάδες κατά των Τουρκοκυπρίων στο πλαίσιο των Διακοινοτικών Ταραχών το 1963-64 ως χειριστής πολυβόλου Βίκερς 0.303΄, στο Πενταδάκτυλο και στις μάχες της Πάφου και παράλληλα αρθρογραφούσε προς πληροφόρηση των πολιτών.

Ο Σπύρος Παπαγεωργίου ασχολήθηκε τόσο με τη λογοτεχνία όσο και με την ιστορική έρευνα εκτεταμένα, ιδίως περί τα πρόσφατα τραγικά γεγονότα της Κυπριακής Ιστορίας. Δημοσίευσε τόσο διηγήματα και ποιήματα, όσο και πολλά άρθρα πολιτικού περιεχομένου καθώς και ιστορικές μελέτες. 

Ανάμεσα στους 27 τίτλους βιβλίων βρίσκεται και η Αγία Τηλλυρία (ποίηση) που εκδόθηκε στη Λευκωσία το 1972. Αυτό το ποιητικό έργο μελοποιήθηκε από το Γιώργο Κοτσώνη και πρωτοπαρουσιάστηκε στο αρχαίο θέατρο των Σόλων (Κύπρος). 

Ο δίσκος «Αγία Τηλλυρία» εκδόθηκε το 1973. Πρόκειται για έναν κύκλο εννέα τραγουδιών ελεγειακού περιεχομένου που βασίζονται σε στίχους του Σπύρου Παπαγεωργίου από το ομώνυμο έργο του. 

Αναφέρονται στο μικρό έπος που διαδραματίστηκε στην περιοχή της Τηλλυρίας (οι κάτοικοι της έλκουν την καταγωγή τους από την Τήλο των Δωδεκανήσων), στο βορειοδυτικό άκρο του νησιού.

Τον Αύγουστο του 1964 η περιοχή δέχθηκε ισχυρή επιδρομή από Τουρκικές αεροπορικές δυνάμεις - ακόμη και με χρήση βομβών ναπάλμ που τους προμήθευσαν οι ΗΠΑ - και αντιστάθηκε σθεναρά με κόστος τη θυσία της ζωής αρκετών δεκάδων κατοίκων, ενώ ολόκληρη η περιοχή μετατράπηκε σε παρανάλωμα του πυρός. 

Ο Σπύρος Παπαγεωργίου ήταν παρών καταγράφοντας τα θλιβερά αυτά γεγονότα και αφιέρωσε το ποιητικό του έργο στον Ελλαδίτη ήρωα υπολοχαγό Νίκο Παπαγεωργίου που έπεσε στο πεδίο της μάχης.

Σφοδρός πολέμιος του Αρχιεπισκόπου Μακαρίου και λόγω αυτού του γεγονότος την περίοδο της διακυβερνήσεως της Ελλάδος από το Στρατιωτικό Καθεστώς της 21ης Απριλίου, του είχε απαγορευτεί η είσοδος στην Ελλάδα με εντολή του Συνταγματάρχη Γεωργίου Παπαδόπουλου (...) ενώ να σημειωθεί ότι ο Στρατηγός Γεώργιος Γρίβας ήταν στόχος του Απριλιανού καθεστώτος μέχρι το τέλος της ζωής του. 

Ο ιδρυτής της ΕΟΚΑ και ΕΟΚΑ Β' είχε καταγγείλει απόπειρα δολοφονίας του με εμπλεκομένους Ταγματάρχες του Ελληνικού Στρατού καθώς και σχέδιο τουρκοποίησης της νήσου εκ μέρους των Απριλιανών, γεγονός που επιβεβαιώνει σε μαρτυρίες του ο υπαρχηγός της ΕΟΚΑ Β' Λευτέρης Παπαδόπουλος.

Στις 29 Ιουλίου 1973 το ονομαζόμενο Εφεδρικό Σώμα, που το αποτελούσαν φανατικοί παρακρατικοί υποστηρικτές του Αρχιεπισκόπου Μακαρίου, επιτέθηκε και κατέστρεψε τα γραφεία και τα τυπογραφεία των αντιπολιτευόμενων εφημερίδων στην Κύπρο, ενώ συνελήφθησαν και φυλακίστηκαν στις κεντρικές φυλακές της Λευκωσίας, όσοι δημοσιογράφοι, μεταξύ τους και ο Σπύρος Παπαγεωργίου, ήταν αντίθετοι με την ενδοτική πολιτική του Αρχιεπισκόπου. 

Το 1974 κατά την Τουρκική εισβολή στην Κύπρο, ήταν διευθυντής στο «Ραδιοφωνικό Ίδρυμα Κύπρου» και με την έναρξη της επιθέσεως εγκατέλειψε τη θέση του και πολέμησε ως απλός στρατιώτης στην πρώτη γραμμή του μετώπου όταν άλλοι έτρεχαν να κρυφτούν στα μετόπισθεν!

Στην περίοδο της προεδρίας του αντάρτη πόλης της ΕΟΚΑ και τιμωρού των Άγγλων πρακτόρων Νίκου Σαμψών στη Κύπρο, διατέλεσε από τις 15 έως τις 23 Ιουλίου 1974, διευθυντής του Γραφείου Τύπου και Πληροφοριών, σε δημόσια ομιλία μαζί με άλλους παράγοντες αποκάλυψε τα μεσαιωνικά εργαλεία και τις μεθόδους βασανισμού που ακολουθούσαν οι οπαδοί του Μούσκου ενάντια στους «Ενωτικούς» στις φυλακές και στα κολαστήρια της κρατικής εξουσίας. 

Μετά την εισβολή κυνηγήθηκε λυσσαλέα από τους υποστηρικτές του πανούργου ρασοφόρου και την δημοκρατία και αναγκάστηκε να αναζητήσει καταφύγιο και στήριγμα στην Ελλάδα καθώς και σε οργανώσεις εθνικιστών, όπου συνέχισε την δράση και συμμετείχε ενεργά σε πολιτικούς και ιδεολογικούς αγώνες. 

Διατέλεσε μέλος του Εθνικού Συμβουλίου στο οποίο Πρόεδρος ήταν ο Στρατηγός Μιχαήλ Οικονομάκος - ο τελευταίος στα μέσα της δεκαετίας του 2000 βραβεύτηκε σε δημόσια μουσικοπολιτική εκδήλωση με τιμητική πλακέτα από τον Νίκο Μιχαλολιάκο για την πολύπλευρη προσφορά του, ενώ εκατοντάδες νεολαίοι τον χαιρετούσαν με τεταμένη την δεξιά σε ένδειξη τιμής - και δημοσίευσε κείμενα του στο περιοδικό «Μαχόμενος Ελληνισμός»

Μετά το 2005, αντιμετώπισε σημαντικά προβλήματα υγείας εξ αιτίας διαβήτη, κυρίως με τη σταδιακή μείωση της οράσεως του, αποτέλεσμα της πολύωρης ασχολίας του με την μελέτη των Κυπριακών Αρχείων τα οποία κατασχέθηκαν παρανόμως από τις Κυπριακές αρχές. 

Την Δευτέρα 3 Σεπτεμβρίου 2007, οπλισμένοι άνδρες της Κυπριακής Αστυνομίας, οι οποίοι συνοδεύονταν από υπαλλήλους του Δημοσίου Αρχείου, με εντολή της Έφης Παρπαρίνου, τότε διευθύντριας του Δημοσίου Αρχείου της Κύπρου, με την έγκριση της Κυπριακής Κυβερνήσεως (τόσο η Κυπριακή δεξιά όσο και η αριστερά σιώπησαν για το γεγονός αυτό) περικύκλωσαν το βιβλιοπωλείο και την αποθήκη του εκδότη Κώστα Επιφανίου στην Λευκωσία. 

Κατάσχεσαν το αρχείο του Σπύρου Παπαγεωργίου, το οποίο κάλυπτε την περίοδο από το 1960 έως το 1974, με το επιχείρημα ότι περιλαμβάνει Απόρρητα Κρατικά Έγγραφα της Κυπριακής Δημοκρατίας, τυχόν δημοσιοποίηση των οποίων θα βλάψει τα Κυπριακά συμφέροντα. 

Το αρχείο αποτέλεσε την βάση των πηγών του Παπαγεωργίου για την συγγραφή των βιβλίων «Από την Ζυρίχη στον Αττίλα» και «Επιχείρηση Κοφίνου» που εξέδωσε ο εκδοτικός οίκος του Κώστα Επιφανίου. 

Ο Σπύρος Παπαγεωργίου απέδωσε την κατάσχεση στον τρόμο των Κυπριακών Αρχών για το περιεχόμενο του αρχείου του, οι οποίες ανησυχούν μην βγουν στην δημοσιότητα απόρρητα έγγραφα που καταρρίπτουν οριστικά τον μύθο του «Εθνάρχη» Μακαρίου και των συνεργατών του. 

Ιδιαίτερα ενδιαφέροντα είναι τα αποκαλυπτικά στοιχεία του Σπύρου Παπαγεωργίου για τις αγαθές σχέσεις του Μακαρίου, του Κρανιδιώτη και άλλων αξιωματούχων της Κυπριακής Κυβέρνησης με το καθεστώς της 21ης Απριλίου αλλά και με τον ξένο παράγοντα. 

Στα κείμενα του δεν χαρίζεται ούτε στους οπαδούς του ΑΚΕΛ αλλά και στον Άγγελο Βλάχο, έναν από τους μεγαλύτερους υβριστές του Κυπριακού Ελληνισμού. 

Ο Τάσσος Παπαδόπουλος πρότεινε τον Σπύρο Παπαγεωργίου ως υποψήφιο για την απονομή βραβείου συνολικής ιστορικής προσφοράς, όμως ο Παπαγεωργίου αρνήθηκε για λόγους που δημοσιοποίησε σε συνέντευξη του στην εβδομαδιαία εφημερίδα «Ελεύθερος Κόσμος»

Τα τελευταία χρόνια της ζωής του έγραφε με ειδικό φακό, στην αρχαιοελληνική γλώσσα, σύμφωνα με τη μαρτυρία του παιδικού φίλου του και δημοσιογράφου Γιάννη Σπανού, ενώ είχαν παραλύσει τα κάτω άκρα του. 

Ως συγγραφέας έγραψε γεγονότα που κανένας άλλος δεν αποπειράθηκε, καθώς αισθάνονταν «θωρακισμένος» αφού όσα αποτύπωνε στο χαρτί τα στήριζε στα έγγραφα της Ε.Ο.Κ.Α., της Ε.Ο.Κ.Α. Β' καθώς και στο ημερολόγιο του Γρίβα το οποίο κατείχε. 

Απεβίωσε στις 9:30 το πρωί της Παρασκευής 3 Οκτωβρίου 2014, στο σπίτι του στη Ραφήνα. 

Λίγους μήνες πριν τον θάνατο του είχα την τιμή να συνομιλήσω μαζί του όπου και μου μετέφερε την πικρία του για την πορεία του εθνικιστικού κινήματος, ενώ να σημειωθεί ότι πολλοί διάσημοι «διαπρύσιοι κήρυκες των εθνικιστικών ιδεών» που απολάμβαναν μετά μανίας τα κοινοβουλευτικά αγαθά της αστικής δημοκρατίας την εποχή εκείνη … απέκρυψαν πλήρως τον θάνατο του!  

Υπήρξαν όμως και κάποιοι συναγωνιστές που τίμησαν την μνήμη του με σχετική αρθρογραφία - κυρίως στο διαδίκτυο - και εξύμνησαν το έργο του θανόντος για την Πατρίδα και τον Λαό.

Το 28ο και το τελευταίο από τα έργα του Σπύρου Παπαγεωργίου - «Από την ΕΟΚΑ στην ΕΟΚΑ Β’», εκδόσεις «Κώστας Επιφανίου» τo 2009 - έμεινε ημιτελές και κυκλοφόρησε μόνο ο πρώτος τόμος, καθώς ο συγγραφέας αντιμετώπιζε σοβαρά προβλήματα υγείας και λόγω σφοδρών αντιδράσεων του καθεστώτος ...

Γράφτηκε αυτό το βιβλίο με σκοπό να δώσει πληροφορίες και στοιχεία για την ταραγμένη και καθοριστική για την ιστορική μοίρα της Κύπρου περίοδο. 

Γράφτηκε σε μια προσπάθεια να απαντηθούν οι απορίες και οι προβληματισμοί της λεγόμενης «Ενωτικής Παρατάξεως» για το πως συνέβη να εμπλακεί στα γεγονότα της περιόδου. 

Ποιο κίνητρο και ποια ιδανικά συνεπήραν και στράτευσαν τα 20.000 μέλη της ένοπλης οργάνωσης ΕΟΚΑ Β'; 

Η κηδεία του έγινε τη Δευτέρα 6 Οκτωβρίου 2014, στις 11:00 το πρωί, στον Ιερό Ναό της Παναγιάς Παντοβασίλισσας Ραφήνας, και τάφηκε στο νεκροταφείο Ραφήνας μεταξύ συγγενών και συναγωνιστών.

Σπύρος Παπαγεωργίου: Ζει και Μάχεται!

Ramiro Ledesma Ramos, Επαναστάτης και Φιλόσοφος (του Κωνσταντίνου Μποβιάτσου)

 

του Κωνσταντίνου Μποβιάτσου

Μεταξύ των διάφορων Φασιστών ηγετών που εμφανίστηκαν σχεδόν παντού στην Ευρώπη μεταξύ των δύο πολέμων, η φιγούρα του Ισπανού Ramiro Ledesma Ramos, δεν έχει προκαλέσει ποτέ μεγάλο ενδιαφέρον στους ιστορικούς, τουλάχιστον από αυτή την πλευρά των Πυρηναίων. 

Οι λόγοι είναι προφανείς: είναι ένας ηγέτης που όχι μόνο δεν ανέβηκε ποτέ στην εξουσία, αλλά που ακόμα και στο δικό του περιβάλλον έπρεπε να ζήσει με διάφορες άλλες, περισσότερο ή λιγότερο χαρισματικές φιγούρες, σκεφτείτε μόνο τον José Antonio Primo de Rivera και τον Onesimo Redondo, αλλά και ηγέτες που προέρχονται από τον στρατιωτικό και κληρικο - αντιδραστικό κόσμο, όπως ο ίδιος ο Francisco Franco. 

Συνολικά, η Juntas de ofensiva nacional - sindicalista που ιδρύθηκε από τον Ledesma δεν είχε ποτέ μαζικούς οπαδούς, ούτε ο ηγέτης Zamorano (γεννήθηκε στο Alfaraz de Sayago, στην επαρχία Zamora, το 1905) είχε ποτέ ρητορικό ταλέντο ή οργανωτική ιδιοφυΐα ίσα με αυτή του Μουσολίνι και του Χίτλερ

για να διαβάσετε ολόκληρο το άρθρο εδώ ...

Οι ομοιότητες ανάμεσα στην ΕΟΝ και την Ustaša: «Γιατί χαίρεται ο κόσμος και χαμογελάει, πατέρα;»/«Za Dom, Spremni!»

 






Η Κροατία περηφανεύεται για την πολιτιστική, καλλιτεχνική και επιστημονική συνεισφορά της στον κόσμο καθώς και για την κουζίνα, τα κρασιά και τα αθλητικά της επιτεύγματα.

 Πολλοί συμπατριώτες μας έμαθαν για την χώρα αυτή λόγω των ποδοσφαιριστών της ... όμως για τους Έλληνες «φασίστες» η Κροατία πάντα ήταν ένας «προμαχώνας» ενάντια στους Οθωμανούς, «κάστρο» των αντιδημοκρατικών ιδεών που όπου οι μαχητές της έκαναν αίσθηση για τον φανατισμό τους στα πεδία των μαχών στο πλευρό του Άξονα μέχρι τον αιματηρό εμφύλιο της Γιουγκοσλαβίας.

Η Κροατία ήρθε και πάλι στο προσκήνιο μετά το πρόσφατο ατυχές συμβάν έξω από το γήπεδο της ΑΕΚ όπου ένας οπαδός της βρήκε τον θάνατο σε συμπλοκή με τους Κροάτες «Ultras» η πλειοψηφία των οποίων δεν το κρύβουν ότι είναι εθνικιστές και εγγόνια μελών των Ustaše.


BBB

Αίσθηση είχε προκαλέσει τον Σεπτέμβριο του 2022 η παρέλαση 4 χιλιάδων Bad Blue Boys στην καρδιά του Μιλάνου με χαιρετισμούς, λίγες ώρες πριν από τη σέντρα του αγώνα Μίλαν - Ντίναμο Ζάγκρεμπ.

Για τους Κροάτες εθνικιστές/φασίστες υπήρξαν αναφορές σε έντυπα της πάλαι ποτέ Εθνικοσοσιαλιστικής «Χρυσής Αυγής» όπως μπορείτε να δείτε εδώ, 

ενώ εδώ και χρόνια υπάρχουν επαφές Ελλήνων με Κροάτες, όχι μόνο μέσω των «Bad Blue Boys» όπως διαδίδουν πολλοί αλλά και με Αυτόνομους συναγωνιστές που επισκέπτονται την χώρα για ροκ συναυλίες και δυναμικές πορείες. 

Μια πρόσφατη συναυλία του Thompson προκάλεσε τον πανικό των δημοκρατών αφού προσέλκυσε σύμφωνα με εκτιμήσεις 500.000 άτομα ...



    Αυτόνομη συντακτική ομάδα έχει φιλοξενήσει συνέντευξη Κροατών της οργάνωσης «Prevrat» την οποία μπορείτε να διαβάσετε εδώ γεγονός που προκάλεσε αντιδράσεις.

Η ιδεολογία του Κροατικού κινήματος τους ήταν ένας συνδυασμός Φασισμού, Καθολικισμού και Εθνικισμού με εφαρμογή του Κορπορατισμού στην οικονομία. Το όνομα που δίνεται από τους σύγχρονους ιστορικούς σε αυτή τη συγκεκριμένη πτυχή της ιδεολογίας είναι ο «εθνικός καθολικισμός».

Η Μάχη της Πολιάνα, μεταξύ μιας μικτής φάλαγγας Γερμανών και Κροατών και μιας δύναμης Παρτιζάνων, ήταν η τελευταία μάχη του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου σε ευρωπαϊκό έδαφος ενώ οι χιλιάδες επιζώντες έπεσαν στην συνέχεια θύματα ομαδικών σφαγών με δράστες τους υποστηρικτές του Τίτο, μια ακόμη άγνωστη πτυχή της ιστορίας.

Τέλος να σημειωθεί ότι Κροάτες ιστορικοί θεωρούν δεδομένη και σημαντική την επίδραση του ελληνικού πολιτισμού και πληθυσμού στην χώρα τους μέσω των αποικιών στην περιοχή ενώ η πολιτιστική τους κληρονομιά για τους ίδιους είναι αποτέλεσμα επαφής με την Ελλάδα, αφού δηλώνουν τον θαυμασμό τους για την αρχαία ελληνική σκέψη γεγονός που αποτυπώνεται σήμερα στην αρχιτεκτονική της χώρας την λαϊκή παράδοση και τέχνη.

γράφει η N.F.

Η Εθνική Οργάνωσις Νεολαίας (ΕΟΝ) και η νεολαία της οργάνωσης Ουστάσα (Ustaše Youth) αποτελούν δύο χαρακτηριστικά παραδείγματα κρατικά ελεγχόμενων οργανώσεων νέων που λειτούργησαν υπό εθνικιστικά καθεστώτα στην Ευρώπη του Μεσοπολέμου και του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου. 

Παρότι γεννήθηκαν σε διαφορετικά πολιτικά και κοινωνικά περιβάλλοντα - η πρώτη στην Ελλάδα του Ιωάννη Μεταξά και η δεύτερη στην Κροατία του φιλοναζιστικού κράτους των Ουστάσα - παρουσιάζουν αξιοσημείωτες ομοιότητες τόσο στη δομή όσο και στην ιδεολογική τους κατεύθυνση.

Η ΕΟΝ ιδρύθηκε το 1936, λίγο μετά την εγκαθίδρυση του καθεστώτος της 4ης Αυγούστου, με επίσημο σκοπό τη «σωματική και ψυχική ανάπτυξη των νέων, την καλλιέργεια του εθνικού φρονήματος και της πίστεως προς τη θρησκεία».

Στην πράξη όμως αποτέλεσε εργαλείο διαπαιδαγώγησης της ελληνικής νεολαίας στο πνεύμα του εθνικισμού, της πειθαρχίας και της αφοσίωσης στον ηγέτη και το κράτος. 

Ο Μεταξάς έβλεπε την ΕΟΝ ως το μέσο για τη διαμόρφωση του «νέου Έλληνα», απαλλαγμένου από τα «παλαιά πολιτικά πάθη» και έτοιμου να υπηρετήσει το «εθνικό συμφέρον» με πίστη και αυτοθυσία.

Αντίστοιχα, η Ustaše Youth ιδρύθηκε το 1941, αμέσως μετά τη δημιουργία του Ανεξάρτητου Κράτους της Κροατίας (NDH), που ήταν στενά συνδεδεμένο με τη Γερμανία και την Ιταλία. 

Ο στόχος της ήταν η διαπαιδαγώγηση της Κροατικής νεολαίας σύμφωνα με τις αρχές του φασισμού, του εθνικισμού και της απόλυτης αφοσίωσης στην οργάνωση και στον ηγέτη, τον Άντε Πάβελιτς.

Η Ustaše Youth επιδίωκε να δημιουργήσει τον «νέο Κροάτη», έτοιμο να πολεμήσει και να θυσιαστεί για το έθνος, μέσα από στρατιωτική εκπαίδευση, κατασκηνώσεις και έντονη ιδεολογική προπαγάνδα.

Και οι δύο οργανώσεις είχαν κοινά στοιχεία στη λειτουργία και τη φιλοσοφία τους. 

Πρώτον, στηρίχθηκαν στην ιδέα ότι η νεολαία αποτελεί τη βάση για τη δημιουργία ενός νέου, πειθαρχημένου και ενωμένου έθνους.

Η ΕΟΝ και η Ustaše Youth χρησιμοποιούσαν την ομαδικότητα, τη φυσική αγωγή και τις συλλογικές δραστηριότητες (παρελάσεις, γιορτές, εορτασμούς, εθνικά συνθήματα) ως μέσα ιδεολογικής διαμόρφωσης και πνευματικής πειθαρχίας. 

Και στις δύο περιπτώσεις, η προσωπική ελευθερία του νέου υποχωρούσε μπροστά στην έννοια του «συλλογικού καθήκοντος» απέναντι στο έθνος και τον αρχηγό.

Δεύτερον, οι δύο οργανώσεις έδιναν μεγάλη σημασία στην εκπαίδευση και την προπαγάνδα. Η ΕΟΝ ενσωματώθηκε στη σχολική ζωή, οργανώνοντας μαθήματα «Εθνικής και Ηθικής Αγωγής», ενώ η Ustaše Youth καθοδηγούσε τη σχολική νεολαία μέσα από ιδεολογική εκπαίδευση, στρατιωτικές ασκήσεις και τελετές πίστης στο καθεστώς. 

Και στις δύο περιπτώσεις, ο στόχος ήταν η ιδεολογική ομογενοποίηση της νέας γενιάς, ώστε να στηρίζει ενεργά το καθεστώς.

Τρίτον, η δομή και η οργάνωση και των δύο ήταν ιεραρχική και αυστηρά πειθαρχημένη. 

Οι νέοι χωρίζονταν σε ηλικιακές ομάδες, με βαθμούς, στολές και σύμβολα, και λάμβαναν μέρος σε εθνικές εκδηλώσεις που προωθούσαν το μήνυμα της ενότητας και της δύναμης.

Η ΕΟΝ, για παράδειγμα, υιοθέτησε χαιρετισμό και στολή εμπνευσμένα από αντίστοιχες φασιστικές οργανώσεις, ενώ η Ustaše Youth είχε στρατιωτική διάρθρωση, εκπαίδευση και οργάνωση κατασκηνώσεων σε πρότυπα παρόμοια με τη Χιτλερική Νεολαία.

Ωστόσο, υπάρχουν και ουσιώδεις διαφορές. 

Η ΕΟΝ, παρότι αυταρχική και εθνικιστική, δεν συνδέθηκε με εγκλήματα πολέμου ή υπερβολές. 

Το καθεστώς Μεταξά, αν και δικτατορικό, είχε περιορισμένη διάρκεια και κινήθηκε περισσότερο στο πλαίσιο του ελληνικού εθνικισμού και του αντικομμουνισμού, παρά σε καθαρά φασιστικό ή εθνικοσοσιαλιστικό πλαίσιο.

Αντίθετα, η Ustaše Youth ήταν οργανικά δεμένη με ένα καθεστώς που εφάρμοσε συστηματικές διώξεις κατά των Σέρβων και όλων όσων απειλούσαν το μέλλον της Κροατίας. 

Επιπλέον, στην Ustaše Youth η συμμετοχή κατέστη σχεδόν υποχρεωτική, ενώ στην ΕΟΝ, αν και προτεινόμενη και ενθαρρυμένη, δεν είχε επιβληθεί νομικά ως υποχρέωση για όλους τους νέους παρά την αντίθετη άποψη της αριστεράς που προσπαθεί να βρει «σκελετούς στην ντουλάπα».

Συνοψίζοντας, η ΕΟΝ και η Ustaše Youth αποτελούν δύο διαφορετικές εκδοχές του ίδιου ιστορικού φαινομένου. Και οι δύο οργάνωσαν τη νεολαία με στρατιωτική πειθαρχία, καλλιέργησαν τον εθνικισμό. 

Όμως, ενώ η ΕΟΝ κινήθηκε περισσότερο στο πεδίο της εθνικής και ηθικής διαπαιδαγώγησης, η Ustaše Youth εντάχθηκε πλήρως στην φασιστική πολιτική της εποχής και πρωτοστάτησε στις θρυλικές μάχες οπισθοφυλακής στην λήξη του μεγάλου πολέμου.






Για τον Παύλο

 

γράφει ο Τάσος Σοφούλης 

Θα μπορούσε να κάτσει στα σαλόνια της Κηφισιάς να χορεύει βαλς και να μιλάει γαλλικά με την τάξη του. Θα μπορούσε να εξαργυρώσει το αξίωμα του και την ευγενική καταγωγή του και να γίνει υπουργός με όποιο κόμμα ήθελε. 

Θα μπορούσε επίσης να ανήκει στα "γουναροειδή" της εποχής και να λέει στα σαλόνια πως η σπονδυλική στήλη της Ελλάδας δεν αντέχει την Μακεδονία, αντιθέτως αυτός την σήκωσε στην δική του πλάτη και με την βοήθεια του αδελφογαμπρού του Ίωνος Δραγούμη ηγήθηκε του αγώνα κατά των κομιτατζήδων Εξαρχικών. 

Φεύγοντας από το σπίτι του δεν φίλησε ούτε τα παιδιά του προκειμένου να φύγει απερίσπαστος για την Μακεδονία και να πολεμήσει για τα δίκαια του ελληνισμού τα οποία καταπατώνταν από τους Βούλγαρους.

Το 1904 λοιπόν στη Σιάτιστα πέφτει νεκρός από ανταλλαγή πυροβολισμών με τουρκικό απόσπασμα, τα τελευταία του λόγια πριν ξεψυχήσει ήταν "Το τουφέκι μου να το δώσετε στον γιό μου τον σταυρό μου στην γυναίκα μου την Ναταλία, Θάνατος στους κομιτατζήδες, Ζήτω η Μακεδονία".

Αυτή λοιπόν η θυσία ώθησε το καθυστερημένο ελλαδικό κράτος να κινητοποιηθεί για την τύχη της Μακεδονίας και το πρώτο αίμα για την προσάρτηση της Μακεδονίας στον Β' Βαλκανικό ήταν του Παύλου Μελά.

Μετά από χρόνια για αλλότρια συμφέροντα το όνομα της Μακεδονίας δόθηκε σε ένα κράτος χωροφύλακα προκειμένου να συντηρηθεί το ΝΑΤΟ, όπως και να έχει ότι κερδίζετε με αίμα και παραχωρείται με υπογραφές είναι προδοσία.

"Συνάντησα στο διάβα μου ένα κοριτσάκι, μόλις το ρώτησα ποιος είναι ο βασιλιάς της Μακεδονίας μου απάντησε ο Παύλος Μελάς"

Ίων Δραγούμης, Μαρτύρων και ηρώων αίμα.

Το Αληθινό, μη "πολιτικά ορθό", πρόσωπο του Τσε Γκεβάρα: Πατριώτης, "ομοφοβικός" και "ρατσιστής" (άρθρο του Γιώργου Μάστορα)

 


Οι αφίσες των φιλοφασιστών ηγετών της Αργεντινής Juan και Evita Peron δίπλα σε αυτή του Guevara ...

γράφει ο Γιώργος Μάστορας

Η επέτειος δολοφονίας (9 Οκτωβρίου 1967) του Ερνέστο Τσε Γκεβάρα δίνει ξανά την αφορμή στα διάφορα απολιθώματα της μαρξιστικής παρακμής να χρησιμοποιήσουν το όνομα του. Πράγματι, ο Τσε Γκεβάρα αποτελεί αναμφισβήτητα το "είδωλο" κάθε κακομαθημένου και παρηκμασμένου αριστερού (συνήθως πλουσιόπαιδου), το οποίο θέλει να παραστήσει τον "επαναστάτη" κατά την διάρκειας της νεότητάς του, πριν στην συνέχεια αστικοποιηθεί πλήρως.

Μόνο που το αληθινό πρόσωπο του Τσε Γκεβάρα είναι πολύ διαφορετικό, μη "πολιτικά ορθό", απ' αυτό που παρουσιάζουν οι διάφοροι "θαυμαστές" του. Μολονότι ο Τσε δεν ήταν Εθνικιστής, εν τούτοις, ήταν ένας πραγματικός Επαναστάτης, που πέθανε με το όπλο στο χέρι. Έστω και μέσα από τις κραυγαλέες αντιφάσεις της κομμουνιστικής ιδεολογίας του, δεν έχει καμία σχέση με τους σημερινούς νερόβραστους αριστερούς που, συνειδητά ή ασυνείδητα, υπηρετούν την αεθνική παγκοσμιοποίηση.

Ο Τσε, μακριά από τα στερεότυπα της σύγχρονης διεφθαρμένης και καθεστωτικής αριστεράς, ήταν σαφέστατα εναντίον της ομοφυλοφιλίας. Μάλιστα, είχε παρουσιάσει στον Φιντέλ Κάστρο ένα σχέδιο εγκλεισμού των πολιτικών αντιπάλων του, ανάμεσα στους οποίους περιλαμβάνονταν και οι ομοφυλόφιλοι.

Είναι χαρακτηριστικό ότι στα στρατόπεδα συγκέντρωσης, τα οποία είχε ανοίξει το καθεστώς του Κάστρο στην Κούβα, υπήρχε για τους ομοφυλόφιλους η εξής αναγραφή στην πύλη του Στρατοπέδου: "Η δουλειά θα σας κάνει άντρες" ... 

Ενδεικτικό του γεγονότος αυτού, είναι ότι σε παλαιότερη συνέντευξή του σε εγχώριο περιοδικό ομοφυλοφίλων, ο Τσίπρας είχε ερωτηθεί επικριτικά για τις προηγούμενες θετικές αναφορές του στο πρόσωπο του "ομοφοβικού" Τσε Γκεβάρα, αλλά ο ... Αλέξης προτίμησε να κάνει τον ... Αλέκο.

Ταυτόχρονα, το λανθασμένης έμπνευσης "ίνδαλμα" των απανταχού αποχαυνωμένων αριστερών , είχε μάλλον "ρατσιστικές" αντιλήψεις. Ο Τσε, Χαρακτήριζε τους Μεξικανούς ως "μπάντα αναλφάβητων Ινδιάνων", ενώ αναφερόμενος σε κάποιον δήμαρχο που χτύπησε η ομάδα του, ονόματι Κοέν, είχε πει ότι "είχαμε ακούσει πολλά γι' αυτόν, ότι ήταν Εβραίος, καθόσον ενδιαφερόταν για τα χρήματα, αλλά ήταν ένας καλός είδους". 

Επίσης, για τους μαύρους υποστήριζε ότι "έχουν διατηρήσει τη φυλετική καθαρότητα τους χάρη στην ελάχιστη σχέση που έχουν με το πλύσιμο", ότι δεν έχουν κάνει τίποτα για την επανάσταση και ότι "ο Νέγρος είναι νωχελικός και τεμπέλης και ξοδεύει τα χρήματά του σε επιπολαιότητες, ενώ ο Ευρωπαίος έχει μέλλον, είναι οργανωμένος και έξυπνος".

Πριν πω την άποψη μου πάνω στα λεγόμενά του, πρέπει να τονίσω ότι τα κόκκαλα του Αργεντινού Επαναστάτη (και όχι Κουβανού, όπως νομίζουν αρκετοί, εντελώς άσχετοι, "προοδευτικοί "... θα τρίζουν, γνωρίζοντας ότι η αναμφισβήτητη αγωνιστικότητα του (ανεξάρτητα από το ότι ιδεολογικά δεν ταυτίζομαι μαζί του) έχει γίνει αντικείμενο στυγνής και χυδαίας πολιτικής εκμετάλλευσης.

Γι' αυτό και ο ίδιος, όταν είδε τον επερχόμενο εκφυλισμό της κουβανέζικης επανάστασης (η οποία ξεκίνησε ως λαϊκή εξέγερση ενάντια στο διεφθαρμένο αμερικανοκίνητο καθεστώς του Μπατίστα) και το δέσιμο εξάρτησης της στο ιμπεριαλιστικό άρμα της Σοβιετικής Ένωσης, άφησε την ασφαλή και άνετη  θέση του υπουργού που κατείχε και θέλησε να συνεχίζει να πολεμά για την ουτοπία του στα βουνά της Βολιβίας, όπου και σκοτώθηκε.

Η ίδια η Σοβιετική Ένωση, μέχρι και τον θάνατο του, είχε απαγορεύσει στο ΚΚ Βολιβίας κάθε βοήθεια προς το πρόσωπό του, επειδή ήταν μεν κομμουνιστής, αλλά δεν φερόταν σαν εκπαιδευμένος σκύλος, όπως τα κομμουνιστικά κόμματα που ήλεγχε πλήρως. Μετά την δολοφονία του και την ραγδαία παγκόσμια απήχηση του ονόματός του, τον καπηλεύθηκε με τον πιο χυδαίο τρόπο ...

Εάν, λοιπόν, ζούσε σήμερα ο Τσε Γκεβάρα στην Ελλάδα και εξέφραζε τις απόψεις αυτές, θα αντιμετώπιζε την κατηγορία του "ακραίου", του "φασίστα" και του "ρατσιστή", από τους επαγγελματίες "αντιφασίστες" και "αντιρατσιστές", ενώ με το "αντιρατσιστικό νομοσχέδιο" ενδεχομένως θα αντιμετώπιζε και σοβαρές νομικές συνέπειες.

Ο Υμνητής (όπως και ο Φιντέλ Κάστρο) του Εθνικοαπελευθερωτικού Αγώνα της ΕΟΚΑ για Ένωση με την Μητέρα Ελλάδα, δεν πρέπει να χρησιμοποιείται από από τους πάσης φύσεως αεθνιστές -  απάτριδες. 

Ας πάψουν να χρησιμοποιούν αδίκως, παραπλανητικά και εντελώς διαστρεβλωμένα το όνομά του, καθώς αποτελεί πολύ κακό παράδειγμα για την δικτατορία της "πολιτικής ορθότητας".

Στις σημερινές ιδεολογικές και πολιτικές συνθήκες, το σύνθημά του "Πατρίδα ή Θάνατος" παραπέμπει πλέον σε Σκληροπυρηνικούς και Συνειδητοποιημένους Εθνικιστές και όχι σε παρακμιακούς μπολσεβίκους, υπέρμαχους της αεθνικής παγκοσμιοποίησης, που τον καπηλεύονται αισχρά.