Κάθε χρόνο τέτοιες
μέρες, όλοι οι πολιτικά ορθοί πολίτες – αριστεροί, ακροαριστεροί, δεξιοί,
ακροδεξιοί – φουσκώνουν από περηφάνια και χαρά, για την εισβολή των Αμερικανών
στην Ευρώπη το 1944, στις Γαλλικές ακτές, γνωστή ως η απόβαση της Νορμανδίας.
Εορτάζουν την νέα κατοχή που έφερε όλα τα δεινά της παρακμής, που μπροστά τους
εκείνα από το κουτί της Πανδώρας ήταν … απλά γλειφιτζούρια! Βέβαια όλα αυτά δεν
έχουν σημασία πια ... η νεωτερικότητα και η σήψη της είναι τρόπος ζωής μας.
Αλλά
ας περάσουμε σε ένα από τα κεφάλαια του υπέροχου βιβλίου του Romualdi, «Oι
τελευταίες ώρες της Ευρώπης», (υπάρχουν και άλλα κεφάλαια μεταφρασμένα στον
ιστότοπο), όπου μας περιγράφει τις τραγικές εκείνες μέρες. Σας αφήνω λοιπόν σε
αυτό το ταξίδι, την αρχή του τέλους της Ευρώπης μας:
Με το παρακάτω άρθρο,
θα κάνω μια ιστορική βουτιά στο παρελθόν, σε μια κρίσιμη περίοδο, όπου το
εθνικοεπαναστατικό κίνημα στην Ιταλία, έχασε ένα πολύ σημαντικό «ραντεβού» με
την ιστορία, που θα επηρέαζε και τα υπόλοιπα εθνικιστικά κινήματα στην Ευρώπη.
Και δυστυχώς όλα αυτά δεν έγιναν μάθημα στους εθνικιστές, που ακολούθησαν και
αυτοί, οι περισσότεροι ίσως, μια κλασικά πατριωτική ακροδεξιά γραμμή,
συμπλέοντας σε διάφορες μορφές με το Καθεστώς και τις παραφυάδες του, παίζοντας
πάντα ύποπτους ρόλους ... το βλέπουμε άλλωστε και και σήμερα.
Μια προσπάθεια που
αν τότε είχε επιτυχία, κανείς δεν ξέρει τι θα γινόταν μετά.
Ας βάλουμε όμως τα πράγματα με την σειρά.
Το 1970, ένας από τους λαμπρότερους διανοούμενους
νεοφασίστες της εποχής, ο AdrianoRomualdi,
προσπάθησε να προτείνει μια εις βάθος ανάλυση της φοιτητικής διαμαρτυρίας του
Μάη του΄68 και την μεγάλη ευκαιρία να πάρουν στις φοιτητικές εξεγέρσεις τα
ηνία, οι εθνικοεπαναστάτες.
Μέσα από τους προβληματισμούς του προσπάθησε να
ξεκαθαρίσει τις αιτίες για τις οποίες η εξέγερση της νεολαίας είχε στραφεί
οριστικά προς τα αριστερά.
Ο Ιταλός διανοούμενος, πρώτα απ’ όλα υποστήριξε ότι
η φοιτητική διαμαρτυρία, εκτός από το αποτέλεσμα της ζημιάς που προκάλεσε ο
καταναλωτισμός και ο αμερικανισμός, αντιπροσώπευε την «εξέγερση των
μακρυμάλληδων, των βρόμικων ανδρών, των μπολσεβίκων του σαλονιού, μιας νεολαίας
που αντί για καμένη, θα μπορούσε να οριστεί ως κοιμισμένη»
Ένα σύντομο αλλά περιεκτικό άρθρο, του Romualdi, στις
αρχές της δεκαετίας του 1970, που αφορά τον φαινόμενο του Περονισμού. Και
φυσικά η βαρύτητα της γνώμης του μεγάλου Ιταλού νεοφασίστα μετράει διπλά:
Ένα από τα πιο σύνθετα πολιτικά φαινόμενα της εποχής
μας είναι αναμφίβολα ο «περονισμός». Από τη μια πλευρά αυτός είχε κάποιες
συμπάθειες και κάποιες συγγένειες με τα ευρωπαϊκά φασιστικά καθεστώτα καθώς η
γενική του θέση ανάμεσα στον καπιταλισμό και τον κομμουνισμό και μεταξύ των
ρωσικών και αμερικανικών εναλλακτικών, θυμίζει αυτή των φασιστικών κινημάτων
μεταξύ 1920 και 1945.
Από την άλλη πλευρά, έχει έναν έντονο αυτόχθονο,
νοτιοαμερικανικό χαρακτήρα, τόσο, που μπορεί να φαίνεται σαν μια παραλλαγή του
caudillismo και των στρατιωτικών δικτατοριών της Λατινικής Αμερικής.
Τέλος, η
μακροχρόνια εξορία του Peron, η μετωπική αντίθεση στη στρατιωτική ολιγαρχία και
η έλξη του «Καστρισμού», έχουν μπερδέψει ακόμη περισσότερο τις πολιτικές
γραμμές της εικόνας, σε σημείο να τις καθιστούν σχεδόν ανεξήγητες.
Με το παρακάτω άρθρο, θα αναφερθούμε σε μια περίοδο όπου οι νεαροί συναγωνιστές στην Ιταλία, έχασαν ένα πολύ σημαντικό «ραντεβού» με την ιστορία που θα επηρέαζε και τα υπόλοιπα εθνικιστικά κινήματα στην Ευρώπη.
Και δυστυχώς, όλα αυτά, άγνωστα στο ευρύ κοινό του «χώρου» στην Ελλάδα, τα οποία δεν έγιναν μάθημα στους τότε Έλληνες εθνικιστές που ακολούθησαν και αυτοί, οι περισσότεροι ίσως, μια κλασικά «πατριωτική» ακροδεξιά γραμμή, συμπλέοντας μέσα από διάφορες μορφές με το καθεστώς.
Το 1970, ένας από τους λαμπρότερους διανοούμενους νεοφασίστες της εποχής, ο Adriano Romualdi, προσπάθησε να προτείνει μια εις βάθος ανάλυση της φοιτητικής διαμαρτυρίας του ΄68 και την μεγάλη ευκαιρία να πάρουν τα ηνία οι νεοφασίστες μέσα από τις φοιτητικέςεξεγέρσεις.
Μέσα από τους προβληματισμούς του προσπάθησε να ξεκαθαρίσει τις αιτίες για τις οποίες η εξέγερση της νεολαίας είχε στραφεί οριστικά προς τα αριστερά.
Ο διανοούμενος, πρώτα απ' όλα, υποστήριξε ότι η φοιτητική διαμαρτυρία, εκτός από το αποτέλεσμα της ζημιάς που προκάλεσε ο καταναλωτισμός και ο αμερικανισμός, αντιπροσώπευε την: «εξέγερση των μακρυμάλληδων, των βρώμικων ανδρών, των μπολσεβίκων του σαλονιού, μιας νεολαίας που αντί για καμένη, θα μπορούσε να οριστεί ως κοιμισμένη».
Το 1969 κυκλοφόρησε στα βιβλιοπωλεία της Ιταλίας ένα έργο ριζοσπαστικό και επαναστατικό για τα συντηρητικά ακροδεξιά δεδομένα της εποχής, του στυγνού και ξερού αντικομουνισμού.
Πρόκειται για το έργο, σταθμό του Franco Freda, «Η διάλυση του συστήματος», που επηρέασε σημαντικά τους νεαρούς νεοφασίστες εκείνων των χρόνων και τάραξε πάρα πολύ τα πολιτικά νερά των ριζοσπαστικών κινημάτων, αλλά κυρίως τους βολεμένους πατριώτες στις τάξεις του MSI.
«Η διάλυση του συστήματος» φανερώνει μια διαίσθηση που έχει αναπτυχθεί από τον συγγραφέα στην πολιτική πρακτική όχι λιγότερο από ό,τι στο εκδοτικό έργο: τη δυνατότητα αντιστροφής της τάσης φθοράς της Δύσης, αποκατάστασης του αέρα Gestalt μέσω της αποσύνθεσης του πολιτισμού του Τρίτου Κράτους.
Μέσω αυτής της πρόκλησης, στην πραγματικότητα, η πρόθεση ήταν να υπάρξει ένα βαρύ κατηγορητήριο, αντιμετωπίζοντας από τα δεξιά, τον ρόλο που έπαιζε μέχρι εκείνη τη στιγμή το νεοφασιστικό κόμμα MSI. Το φοιτητικό κίνημα τόσο φτωχό σε πολιτιστικές αναφορές - κατά τη γνώμη του Romualdi πάντα - είχε κεφαλαιοποιηθεί από την αριστερά, επειδή η δεξιά είχε επιλέξει να ασκήσει μια «ανόητη αξιοπρέπεια», βασισμένη σε μια εγγύηση εθνική, σίγουρα καθολική, σίγουρα αντιμαρξιστική. Έτσι ανέθεσε σε άλλους τη σημαία της διαμαρτυρίας και της εξέγερσης ενάντια στην αστική τάξη.
(ας βάλουμε τις αντίστοιχες αναλογίες και σε ότι συνέβη με την ακροδεξιά στην Ελλάδα)
Έγραψε ο ίδιος:«Πώς γίνεται μια επανάσταση τόσο κραυγαλέα και αυθεντική να έχει καταφέρει να επιβληθεί στη νεολαία και όχι μόνο στους πιο κομφορμιστές, αλλά και στους πιο ενεργητικούς και ευφάνταστους; Η απάντηση είναι απλή. Γιατί τίποτα δεν υπήρχε στην άλλη πλευρά. Θαμμένη κάτω από ένα σωρό αστικής και πατριωτικής αδιαφορίας η δεξιά δεν είχε πια σύνθημα να δώσει στη νεολαία. Σε μια εποχή αυξανόμενου ενθουσιασμού μεταξύ των νέων, τους είπε απλά “να είστε καλά”. Απολιθωμένες στα χαρακώματα της οπισθοφυλακής του αστικού πατριωτισμού, οι επίσημες οργανώσεις νεολαίας ευδοκίμησαν χωρίς καμία επαφή με τον κόσμο των ιδεών, του πολιτισμού, της ιστορίας. Μια ανάσα ανέμου ήταν αρκετή για να σαρώσει αυτή την αδράνεια που ήθελε να είναι πονηρή, αλλά ήταν μόνο ανόητη. Αρκούσαν οι πρώτες καταλήψεις για να καταλάβουμε ότι από την άλλη πλευρά - αυτή της δεξιάς - δεν είχε μείνει τίποτα. Όταν οι κόκκινες σημαίες κυμάτισαν σε εκείνα τα πανεπιστήμια πολλοί κοίταξαν προς τα δεξιά, περίμεναν ένα σημάδι. Αλλά το σημάδι δεν ήρθε ποτέ. Έχοντας ωριμάσει στους κομματικούς διαδρόμους, σε ένα πονηρό και σάπιο κλίμα, η λεγόμενη άρχουσα τάξη της δεξιάς νεολαίας δεν είχε απολύτως τίποτα να πει μπροστά στην τρομερή ιδεολογική επίθεση της αριστεράς. Απλώς εξαφανίστηκε».
Ενώ η αριστερά λοιπόν, με ένα δίκτυο πολιτικών και πολιτιστικών κύκλων, είχε ξεσηκώσειμια ολόκληρη σειρά επαναστατικών θεμάτων, η νεολαία της δεξιάς είχε τιμωρηθεί επειδή «φύλαγε» το τρίπτυχο «Θρησκεία - Πατρίδα - Οικογένεια».Οι θεωρητικές και πρακτικές επεξεργασίες του Romualdi, μπορούν να φανούν χρήσιμες για τον προβληματισμό του θέματος που ελάχιστα πραγματεύεται η ιστορία για τηνσχέση μεταξύ της δεξιάς και της διαμαρτυρίας του '68 μέσα στο νεοφασιστικό περιβάλλον. Πάντως η αλήθεια είναι ότι το ξέσπασμα της φοιτητικής διαμαρτυρίας προκάλεσε μια στιγμή κάποιον αποπροσανατολισμό στον χώρο τότε. Οι απόψεις για το κίνημα διαμαρτυρίας, στην πραγματικότητα, ήταν διαφορετικές. Το MSI αιφνιδιάστηκε, καθώς βρέθηκε αντιμέτωπο με ένα νέο φαινόμενο που ήταν η κρίση του αναπτυξιακού μοντέλου και την συνακόλουθη είσοδο του στο παιχνίδι των κοινωνικών ζητημάτων.
Αυτό που τονίζειο Ιταλός διανοούμενος και θεωρητικός στο δοκίμιο του για τον Μάη του '68 και την χαμένη ευκαιρία είναι πολύ σημαντικό: «Αν, αφενός, το νεοφασιστικό κόμμα ήταν πεπεισμένο ότι οι ανεπάρκειες του ιταλικού πανεπιστημίου ήταν τέτοιες που το έκαναν μόνο ένα απλό και άδειο «εργοστάσιο γνώσης» παρέχοντας πλήρη νομιμότητα στις εξεγέρσεις των φοιτητών, από την άλλη πλευρά υποστήριξε ότι στη βάση αυτών των κακών υπήρχε μια αναχρονιστική και ανήθικη κακή πρακτική, που κληρονομήθηκε από ένα πολιτικό σύστημα στο οποίο κανείς δεν αναγνώριζε τον εαυτό του». Ακριβώς για αυτόν τον λόγο, αν οι φοιτητές είχαν δίκιο να διαμαρτυρηθούν, οι μέθοδοι τους θεωρήθηκαν λανθασμένοι από το MSI, αφού βασίζονταν στα σχέδια των κομμουνιστικών μεθόδων και ιδεών που ως καλοί «δάσκαλοι της αναταραχής» κατάφεραν να δημιουργήσουν ένα κλίμα «αναρχίας» και «τρόμου». Έτσι το νεοφασιστικό κόμμα θέλησε να παρουσιαστεί από την πρώτη στιγμή, ως το προπύργιο της τάξης και της παράδοσης, αγνοώντας ότι τα αιτήματα των νεαρών διαδηλωτών συμμερίζονταν κατά κάποιο τρόπο κάποιοι και από τους αγωνιστές του που ήταν νέοι και φοιτητές. Αν από τη μια το MSI οδηγούμενο από μια ακραία αντικομμουνιστική εμμονή, επανέλαβε ότι αυτή η γενιά σε εξέγερση ήταν απλώς ζωντανή απόδειξη της κομμουνιστικής πρόκλησης, από την άλλη ορισμένα στοιχεία της νεαρής ιταλικής δεξιάς, από τη δική τουςάποψη ένιωθαν μέρος αυτού του συνόλου.
Στην πραγματικότητα, ήδη από τον Ιανουάριο του 1967, στο Πανεπιστήμιο της Perugia όπου το FUAN (η φοιτητική νεοφασιστική οργάνωση)ήταν πολύ δραστήριο, οι δεξιοί φοιτητές υποστηρίζοντας τη διαμαρτυρία των υπευθύνων βοηθών και καθηγητών που ετοιμάζονταν να πραγματοποιήσουν απεργία που διακηρύχθηκε σε εθνική κλίμακα από τα συνδικάτα, είχε αισθανθεί τον επείγοντα χαρακτήρα μιας ξαφνικής πανεπιστημιακής μεταρρύθμισης. Με την ευκαιρία αυτή, ο πρόεδρος του FUAN από την Perugia, ο Luciano Laffranco επεσήμανε ότι είναι πλέον καιρός να ευαισθητοποιηθεί το κοινό ώστε να συνειδητοποιήσει τα πραγματικά προβλήματα που υπάρχουν στα ιταλικά πανεπιστήμια, προκειμένου να εφαρμοστεί μια μορφή συγκλονιστικής διαμαρτυρίας μέσω της ταυτόχρονης κατάληψης όλων των Iταλικών πανεπιστημίων.
Στη βάση των δηλώσεων του Laffranco υπήρχε η συνειδητοποίηση ότι οι εξεγέρσεις της νεολαίας υποκινούνταν από πραγματική δυσφορία των γενεών. Ο πρόεδρος της φοιτητικής οργάνωσης, μάλιστα, υπενθύμισε αργότερα ότι τα χρόνια '67 -'68 υπήρχε «η ένωση όλων των νέων στη διαμαρτυρία εναντίον εκείνης της κοινωνίας, εκείνου του σχολείου, εκείνου του κράτους, εκείνου του διευθυντή». Από την άλλη, η αντίληψη για την ύπαρξη μιας όχι απαραίτητα αριστερής ψυχής της νεολαιίστικης διαμαρτυρίας είχε ήδη αναδυθεί μέσα στο δεξιό πολιτιστικό περιβάλλον. Αρκεί να αναφέρουμε ότι τον Φεβρουάριο του 1968, ταυτόχρονα με εκείνα τα γεγονότα, κυκλοφόρησε στα βιβλιοπωλεία ένα νέο έργο του Julius Evola, το «L' arco e la clava», το οποίο παρουσίαζε κάτι πολύ σοφό και επίκαιρο αυτό το τρίπτυχο: Η νεολαία, οι αριστεροί και οι δεξιοί αναρχικοί. Το βιβλίο του Evola, το οποίο, μεταξύ άλλων, εξαντλήθηκε μέσα σε λίγους μήνες, φαινόταν να σηματοδοτεί κατά μία έννοια, ότι αυτές οι εξεγέρσεις των νέων δεν είχαν πολιτικό προσανατολισμό, αλλά ανταποκρίνονταν σε πραγματικούς λόγους. Ακόμα κι αν δεν πρέπει να αγνοηθούν άλλες πτυχές, όπως η ιδιαίτερη πολιτική και κοινωνική κατάσταση της Ιταλίας εκείνα τα χρόνια και οι επιρροές των διεθνών γεγονότων, το στοιχείο των γενεών αντιπροσώπευε ένα «ακαταμάχητο» γεγονός που κόλλησε στη φοιτητική διαμαρτυρία του 1968.
Οι νέοι που ήταν και που ετοιμάζονταν να γίνουν πρωταγωνιστές αυτού του τρομερού κινήματος διαμαρτυρίας ήταν άνθρωποι που είχαν περίπου την ίδια ιστορική εποχή, που είχαν μοιραστεί τις ίδιες ανησυχίες, τους ίδιους φόβους, τις ίδιες εμπειρίες και τα ίδια προβλήματα. Σκόπευαν να δημιουργήσουν και να επιβεβαιώσουν με δύναμη έναν νέο κόσμο συνδεδεμένο με τον τρόπο ζωής, τα έθιμα και τις συνήθειες της εποχής και ήταν ταπαιδιά του οικονομικού θαύματος της Ιταλίας, τα παιδιά μιας κοινωνίας που παρά την ευημερία της, δυσκολευόταν ακόμα να αλλάξει. Αυτοί οι νέοι άνθρωποι, οδηγούμενοι από ιδέες που στοχάζονταν έναν πολιτισμένο κόσμο που είχε επιτέλους φτάσει στην ηλικία της ευημερίας, καλλιέργησαν την ελπίδα ότι αυτό θα μπορούσε να γίνει κοινή κληρονομιά της ανθρωπότητας, χωρίς αποκλεισμούς και διακρίσεις.
Με άλλα λόγια, μπορεί να επιβεβαιωθεί ότι το κίνημα διαμαρτυρίας του 1968, ακριβώς λόγω της ιδιαιτερότητας του, ήταν ένα φαινόμενο γενεών που, τουλάχιστον με κάποιο τρόπο και σε ορισμένες περιπτώσεις, προσέγγιζε - ή προσπάθησε να το κάνει - νέους διαφορετικών πολιτικών προσανατολισμών, δηλαδή αν και μοιράζονταν το ίδιο άγχος των γενεών, ξεσήκωσαν τη διαμαρτυρία τους από δύο αντίπαλα ριζοσπαστικά πολιτικά στρατόπεδα.Όπως αναφέρθηκε λοιπόν παραπάνω, στο νεοφασιστικό χώρο υπήρχε μια ισχυρή αντίθεση μεταξύ της τάξης της ηγεσίας του MSI. Οι υπεύθυνοι του είδαν σε μια τέτοια κοινωνική αναταραχή την υπόθεση της κατάστασης έκτακτης ανάγκης και το εξεγερσιακό πνεύμα των περισσότερων αγωνιστών των οργανώσεων νεολαίας που τους ώθησε να ενταχθούν στους εκφραστές του αγώνα ενάντια στο σύστημα.
Τέτοιες διαφοροποιήσεις εμφανίστηκαν και στις εφημερίδες και τα περιοδικά του χώρου. Μάλιστα οι περισσότερες «δεξιές» εφημερίδες επέκριναν σκληρά τις ταραχές της νεολαίας. Μόνο ένα περιοδικό καλωσόρισε τη φοιτητική διαμαρτυρία ως πιθανή στιγμή ενότητας των γενεών. Ήταν η εφημερίδα "L' Orologio" (Το Ρολόι), η οποία παρακολουθούσε στενά τα γεγονότα των διαδηλώσεων, ειδικά στο Πανεπιστήμιο της Ρώμης και η οποία υποστήριξε εκείνους τους νεαρούς νεοφασίστες που παραβαίνοντας τις εντολές του MSI, άρχισαν επιφυλακτικά να συμμετέχουν στιςσυνελεύσεις του φοιτητικού κινήματος. Ανάμεσα στα κινήματα της Ιταλικής νεοφασιστικής «δεξιάς» που αναπτύχθηκαν στη δεκαετία του εξήντα και του εβδομήντα, στην πραγματικότητα, η ομάδα του «L’ Orologio» κατέλαβε μια ιδιαίτερη θέση. Λόγω των ζητημάτων που αντιμετώπιζε και της προσοχής που έδωσε στα κοινωνικά προβλήματα, έχει συχνά οριστεί, ακόμη και μέσα στο νεοφασιστικό περιβάλλον, ως η «αριστερή» πτέρυγα της Ιταλικής «ακροδεξιάς». Τα στοιχεία καινοτομίας και πρωτοτυπίας που διέκρινε το κίνημα «L’ Orologio» έγιναν επίσης σαφή σε καθαρά πολιτισμικό επίπεδο. Οι ιδέες που ήταν στη βάση της σύνθεσης της ομάδας στην πραγματικότητα βασιζόταν στις θεωρίες του φιλοσόφου Ugo Spirito, παρά σε εκείνες του στοχαστή Julius Evola, ο οποίος αντιπροσώπευε ένα από τα μεγαλύτερα ιδεολογικά σημεία αναφοράς της δεξιάς και του Ιταλικού νεοφασισμού.
Ήταν ο ίδιος ο Luciano Lucci Chiarissi, ο ηγέτης του κινήματος, που καθόρισε τις θέσεις της ομάδας και του περιοδικού, του οποίου οι δημοσιεύσεις ξεκίνησαν τον Ιούνιο του 1963, αιρετικές και κατά κάποιο τρόπο, προκλητικές. Πράγματι, ο ίδιος ο Lucci Chiarissi εξήγησε χρόνια αργότερα, ότι για να εισχωρήσει στην συνείδηση ενός φασίστα η πρόθεση των συντακτών του περιοδικού ήταν να επιτρέψουν στους πρώην αγωνιστές της δεκαετίας του ‘20 και στους «πρώην ηττημένους» της RSI (Κοινωνική Ιταλική Δημοκρατία) να μιλήσουν για τα προβλήματα της καθημερινότητας, αφήνοντας πίσω όμως τις τύψεις μιας «αιώνιας μνησικακίας». Εν ολίγοις φιλοδοξούσαν να γίνουν πολίτες μιας νέας Ιταλίας όχι με βάση αυτό που ήταν και αντιπροσώπευαν κατά τη διάρκεια του εμφυλίου πολέμου, αλλά χάρη σε αυτό που είχαν γίνει στη σύγχρονη εποχή, δηλαδή «Φασίστες του σήμερα». Έτσι οι απόψεις του κινήματος έρχονταν συχνά σε πλήρη αντίθεση με εκείνες που κυριαρχούσαν στο επίσημο νεοφασιστικό σύμπαν εκείνων των χρόνων.
Σε σχέση με τον πόλεμο του Βιετνάμ για παράδειγμα, η ομάδα πήρε μια εμβληματική θέση. Στην πραγματικότητα το L’ Orologio τάχθηκε υπέρ των Βιετκόνγκ, αφού ήταν κατά τη γνώμη του οι εκπρόσωποι ενός λαού που συμμετείχε σε αγώνα για την απελευθέρωση και την κατάκτηση της εθνικής του αυτονομίας και ανεξαρτησίας. Ακόμα κι αν τα μέλη της ομάδας είχαν διαφορετικές ηλικίες, το κίνημα όπως αναφέρθηκε στη συγκεκριμένη συγκυρία της φοιτητικής διαμαρτυρίας, κατάφερε να είναι ο εκφραστής των αναγκών και των αιτημάτων ενός μέρους της «δεξιάς» νεολαίας. Η ομάδα “L' Orologio” έγινε κατά κάποιο τρόπο ο εκπρόσωπος των περιπτώσεων που αποδίδονται σε έναν λεγόμενο «νεοφασισμό της πάλης και του αγώνα» που ήταν αντίθετος σε έναν «νεοφασισμό του συνεργάτη της κυβέρνησης» ή αλλιώς όπως τον λέγανε τότε, ενός «φασισμού με γραβάτα». Μια έκφραση με την οποία η βάση της νεοφασιστικής νεολαίας, όριζε ως εχθρική την στάση του κόμματος απέναντι στο φοιτητικό κίνημα. Με λίγα λόγια το L' Orologio είχε τη λειτουργία να δίνει φωνή στην αντίθεση που προέκυψε ανάμεσα στους νεαρούς νεοφασίστες διαδηλωτές και την γενιά που προηγήθηκε, αυτή των «παλιών», αυτή των «πατέρων».
Από αυτή την άποψη εξάλλου, η κατάσταση εκείνων των νέων ήταν παρόμοια με εκείνη των συνομήλικων τους στα αριστερά. Το φοιτητικό κίνημα μάλιστα, αιφνιδίασε και το PCI (ΚΚΙ), το οποίο αποδείχθηκε ανίκανο να κατανοήσει τις αγωνίες, τα αιτήματα και τις απαιτήσεις των νεαρών διαδηλωτών. Ο Giorgio Amendola, στο "Rinascita" έδωσε διέξοδο σε ένα ευρέως διαδεδομένο συναίσθημα μέσα στο Κομμουνιστικό Κόμμα, υποστηρίζοντας ότι: «το κίνημα αντιπροσώπευε ανάσταση ενός νηπιακού εξτρεμισμού και παλιών αναρχικών θέσεων, μπροστά στις οποίες ήταν απαραίτητο να ενισχυθεί η ιδανική κληρονομιά που το PCI είχε συσσωρεύσει επί δεκαετίες σκληρών εμπειριών ελπίζονταςσε μια μάχη σε δύο μέτωπα εναντίον της καπιταλιστικής εξουσίας και του φοιτητικού εξτρεμισμού». Ο Pier Paolo Pasolini, μια ιερή αγελάδα της αριστεράς, μετά τις βίαιες συγκρούσεις στη Valle Giulia (τεράστιες συγκρούσεις μεταξύ αστυνομίας και φοιτητών με εκατοντάδες τραυματίες), έγραψε ένα κείμενο που προκάλεσε πολλές συζητήσεις. Υπογράμμιζε τη σχέση μεταξύ των νέων και του Κομμουνιστικού Κόμματος που δεν είχε επιλυθεί ποτέ. Στο κείμενο, ο συγγραφέας εξέφρασε δημόσια την αποδοκιμασία του για τη συμπεριφορά των φοιτητών συμπαραστεκόμενος στην αστυνομία.
Το «L' Orologio» όπως είπαμε, ανασυνθέτοντας πάνω απ' όλα τα κύρια γεγονότα που συνδέονται με την εμπειρία της φοιτητικής κατάληψης στο Ρωμαϊκό πανεπιστήμιο, προσπάθησε να εξετάσει με ιδιαίτερο τρόπο τα γεγονότα στα οποία έλαβαν χώρα μια είδους συνεργασίας μεταξύ των νεαρών νεοφασιστών και αριστερώνσυνομηλίκων τους. Αυτή η ένωση έφτασε στο απόγειό της στη λεγόμενη «μάχη» της ValleGiulia την 1ηΜαρτίου 1968 μεταξύ της αστυνομίας και των φοιτητών. Το επεισόδιο όξυνε τις αντιθέσεις που ήδη υπήρχαν στο νεοφασιστικό σύμπαν. Έτσι, ενώ οι επικεφαλής των πανεπιστημιακών ομάδων και η γραμματεία του MSI έδιναν ορισμένες εντολές, η βάση της νεολαίας κινήθηκε αυτόνομα. Στη βάση αυτών των διαφορών υπήρχε, όπως αναφέρθηκε, η πεποίθηση του νεοφασιστικού κόμματος ότι το λάθος των νεαρών διαδηλωτών ήταν να επιτρέψουν στους εαυτούς τους την εκμετάλλευση μιας μικρής μειοψηφίας «ταραχοποιών». Για παράδειγμα, το επίσημο όργανο του MSI, η εφημερίδα «Il Secolo d' Italia» είχε ως αποστολή να διοχετεύει τις κατηγορίες που απηύθυνε στο κίνημα διαμαρτυρίας το νεοφασιστικό κόμμα και έγραφε από την αρχή των καταλήψεων:
«Στις δύο σχολές Φιλοσοφίας και Αρχιτεκτονικής είχε γίνει μια προσπάθεια υλοποίησης μιας κοινής δράσης συμπεριλαμβανομένων των διάφορων φοιτητικών συλλόγων, αλλά σε κάποιο σημείο της συζήτησης μια μικρή μειοψηφία άρχισε να παρεκκλίνει. Δεν συζητούνταν πλέον τίποτεαλλά ακούγονταν φωνές και ουρλιαχτά για το Βιετνάμ και επαινούσαν τον «Τσε» Γκεβάρα και τη δύσκολα αφομοιώσιμη σοφία του Μάο-Τσε-Τουνγκ. Τώρα η πλειοψηφία των φοιτητών κατάλαβε το παιχνίδι και αποχώρησε από την κατάληψη. Αποχώρησε όχι γιατί θεώρησε ακατάλληλη την «κατάληψη», αλλά μόνο για προφανή λόγο ιδεολογικής συνέπειας. Ουσιαστικά δεν είναι πολύ συνεκτικός και κακόπιστος αυτός που εκμεταλλευόμενος μια αποτελεσματική κοινή διεκδίκηση, προπαγανδίζει ουσιαστικά το δικό του πολιτικό «θρήσκευμα», ανεξάρτητα από το καλό του. Και αυτή ήταν η συμπεριφορά των μαρξιστών φοιτητών. Μερικές δεκάδες διαδηλωτές στρατοπέδευσαν στην Αρχιτεκτονική καισε αυτό της Φιλοσοφίας. Η εμφάνισή τους είναι τόσο κοινή για όλα τα νεαρά «λιοντάρια» της αριστεράς. Τα αρσενικά έχουν όλα τα ψυχοσωματικά χαρακτηριστικά των επαγγελματιών διαδηλωτών όπως μακριά και βρωμερά γένια, ρούχα άθλια και έκφραση θυμού στο μάτι. Οι φοιτήτριεςαπό την άλλη, αν όχι για τη θηλυκότητα των στάσεων τους, διακρίνονταν από τη γενναιοδωρία τους στις μίνι φούστες».
Τον Φεβρουάριο ωστόσο, επικρατούσε ακόμη αβεβαιότητα εντός του κόμματος ως προς τη στάση που έπρεπε να τηρηθεί απέναντι στη διαμάχη. Οι αμφιβολίες αυτές αυξήθηκαν όταν τα στελέχη του MSI διαπίστωσαν ότι μερικές φορές μεταξύ των υποστηρικτών και των συμμετεχόντων στις καταλήψεις και τις φοιτητικές διαδηλώσεις υπήρχαν και νεαροί νεοφασίστες.Σε εκείνο το σημείο παρενέβη ο Mantovani, πρόεδρος της FUAN για να ξεκαθαρίσει τη θέση της ηγεσίας της φοιτητικής οργάνωσης. Η πρόθεση του Mantovani ήταν να τοποθετηθεί σε μια μέση θέση, θεωρώντας ότι ήταν ένας ενωτικός αρχηγός και ταυτόχρονα ήταν επικεφαλής μιας πανεπιστημιακής οργάνωσης που δεν μπορούσε να αισθάνεται ξένη προς τις απαιτήσεις και τις ανάγκες των φοιτητών.Έτσι, ένα άρθρο του εμφανίστηκε στην εφημερίδα του νεοφασιστικού κόμματος στο οποίο προσπαθούσε να ξεκαθαρίσει την κατάσταση. Πρώτα απ' όλα, ο Mantovani προχώρησε σε ανάλυση των λόγων πίσω από την εξέγερση, τονίζοντας ότι τα άμεσα αίτια της διαμαρτυρίας εντοπίζονται στην βραδύτητα του κράτους στην επίλυση των σοβαρών δομικών και δεκτικών προβλημάτων της πανεπιστημιακής εκπαίδευσης.
Ταυτόχρονα ο πρόεδρος του FUAN αναγνώρισε επίσης ότι η διαμαρτυρία των νέων ήταν αυθόρμητη και γενικευμένη και ότι καθορίστηκε τόσο από τη μισαλλοδοξία των φοιτητών για ένα προφανώς άδικο σύστημα όσο και από τη φιλοδοξία τους για ένασύγχρονο και αποτελεσματικό πανεπιστήμιο. Οφοιτητικός αγώνας για ένα καλύτερο πανεπιστήμιο θα έπρεπε να αντιπροσωπεύει τον αγώνα για μια καλύτερη κοινωνία. Αυτές ήταν οιπαραχωρήσεις που έκανε ο Mantovani στη φοιτητική διαμαρτυρία, αφού στο τέλος του άρθρου διευκρίνισε ότι το FUAN ήταν «ζωντανό και διεγερτικό μέρος της πανεπιστημιακής εξέγερσης». Αυτή του Mantovani προοριζόταν να είναι μια δεσμευτική οδηγία, μέσα σε μια δομή, αυτή του FUAN, του οποίου τα περιφερειακά γραφεία και η βάση δεν εξαρτώνται άμεσα από τις αποφάσεις του προέδρου. Στην πραγματικότητα το FUAN δεν ήταν μια εθνική οργάνωση, αλλά μια ομοσπονδία πανεπιστημιακών ομάδων, στην οποία οι διάφοροι τοπικοί ηγέτες εκλέγονταν από όλα τα μέλη, ενώ η κορυφή διοριζόταν απευθείας από το κόμμα.
Έτσι μέσα σε όλη αυτή την χαοτική κατάσταση, οι διάφορες φοιτητικές οργανώσεις στις πόλεις που υπήρχαν πανεπιστήμια ακολουθούσαν διαφορετική πορεία. Για παράδειγμα, στο Πανεπιστήμιο του Μιλάνου - όπου οι καταλήψεις είχαν ξεκινήσει ήδη από τον Νοέμβριο του 1967 - σημειώθηκε σχεδόν αμέσως μετωπική αντιπαράθεση όπου ομάδες νεαρών νεοφασιστών επιτέθηκαν στους διαδηλωτές φοιτητές σε πολλές περιπτώσεις. Στην La Sapienza της Ρώμης όμως η κατάσταση ήταν εντελώς διαφορετική. Από τα πρώτα επεισόδια και τις πρώτες καταλήψεις στο Ρωμαϊκό πανεπιστήμιο, υπήρξε διάσταση απόψεων μεταξύ των μελών του FUAN - Caravella (Caravellaείναι μια ανεξάρτητη φοιτητική οργάνωση με δυναμικούς και σκληρούς ακτιβιστές των δρόμων). Μαζί με εκείνους που σκόπευαν να δώσουν μια επαρκή απάντηση στην κομμουνιστική ανατροπή και να «πετάξουν τους κόκκινους από το πανεπιστήμιο» υπήρχαν και εκείνοι που απέρριψαν αυτήν την επιλογή και θεώρησαν το κίνημα ως αυθόρμητο φαινόμενο μιας «εξέγερσης ενάντια στο σύστημα» στο οποίο χρειαζόταν να εισαχθεί η νεοφασιστική νεολαία για να το κατευθύνει προς μη μαρξιστικές διαδρομές.
Στην Caravella, με αρχηγούς τους Sergio Coltellacci και Cesare Perri, αυτός ο τελευταίος προσανατολισμός θα επικρατούσε σιγά σιγά. Στο μεταξύ, υπήρξαν και εκείνοι που διατήρησαν διφορούμενη θέση. Αυτή ήταν η περίπτωση του προέδρου της Αρχιτεκτονικής Caravella Sandro Tribuzi, στον οποίο ανατέθηκε, ως εκπρόσωπος της FUAN, η επιμέλεια των πανεπιστημιακών χρονικών της κομματικής εφημερίδος. Λοιπόν, αν μεταξύ των ηγετών του FUAN - Caravella, τουλάχιστον τους δύο πρώτους μήνες του 1968, δεν είχε ακόμη εμφανιστεί μια ενιαία κατεύθυνση και μια ομοιογενής άποψη για τη στάση που έπρεπε να τηρηθεί απέναντι στο κίνημα της εξέγερσης, το νεοφασιστικό κόμμα ακολουθώντας το νέα επεισόδια που σημειώθηκαν μεταξύ φοιτητών και αστυνομίας μεταξύ 23 και 24 Φεβρουαρίου στο Πανεπιστήμιο της Ρώμης, εγκατέλειψε κάθε μορφή τακτικής και ανοχής. Μέχρι τώρα το MSI, που τάσσεται ανοιχτά ενάντια στις φοιτητικές εξεγέρσεις, υπέδειξε χωρίς ημίμετρα και με σαφήνεια ότι ο εχθρός ήταν ο «κομμουνιστικός όχλος».
Μάλιστα σε άρθρο στην επίσημη εφημερίδα «Ilsecolo» έγραψε:
«Η κατάσταση του Πανεπιστημίου έχει φτάσει πλέον στο όριο του ανεκτού. Ο αριστερός όχλος έχει χρησιμοποιήσει κάποιους (ίσως δικαιολογημένους) λόγους δυσαρέσκειας για να προκαλέσει την κατάληψη των πανεπιστημίων. Και η διαμαρτυρία που εκφράστηκε μέσω της κατοχής έδειξε σύντομα το πραγματικό της πρόσωπο όπως βρώμικες αίθουσες διδασκαλίας, σπασμένα έπιπλα, βρωμιά παντού. Στα παράθυρα των κατειλημμένων δωματίων ή πίσω από τις πύλες οι ηλίθιες εκφράσεις των αριστερών μεμακριά μαλλιά, βρωμιές και ψείρες. Και για να ξεκαθαρίσουμε καλύτερα την κατάσταση στην ουσιαστική της σημασία, αυτός ο όχλος που μπόρεσε μόνο να επιφέρει βανδαλισμούς και βρωμιές κάθε είδους, έχει λάβει την ενθουσιώδη υποστήριξη όλου του αριστερού Τύπου. Εν ολίγοις, η λεγόμενη φοιτητική «διαμαρτυρία» αποκαλύφθηκε από έναν δημαγωγικό ελιγμό της αριστεράς που τείνει να φέρει χάος (περισσότερο από αυτό που υπάρχει ήδη) ακόμη και στα πανεπιστήμια».
Ποιοι ήταν στην πραγματικότητα εκείνοι οι νεοφασίστες φοιτητές που, όπως αναφέραμε είχαν ως σημείο αναφοράς το περιοδικό «L' Orologio» και που αντίθετα με τις οδηγίες του MSI, συμμετείχαν στις πανεπιστημιακές εξεγέρσεις; Ήταν απλώς φοιτητές που ευθυγραμμισμένοι σε κάποιες θέσεις του φοιτητικού κινήματος, προσπάθησαν να τοποθετήσουν την πολεμική φασισμού - αντιφασισμού σε χαμηλότερο επίπεδο.
Γράφει λοιπόν το περιοδικό "L' Orologio":
«Οι νέοι που διαμαρτύρονται είναι φοιτητές, είναι δηλαδή άνθρωποι που εξακολουθούν να ζουν τη σύντομη αλλά συναρπαστική εποχή του να μην βρεθούν ενταγμένοι και υποταγμένοι (αλλά γιατί όχι και φυλακισμένοι;) στο κοινωνικό σύστημα που περιμένει αδυσώπητα με τα εργαλεία του. Οι νέοι που διαμαρτύρονται είναι φοιτητές, δηλαδή άνθρωποι που παλεύουν με εκείνα τα δεδομένα του πολιτισμού και της διανόησης που ειδικά στη φάση της μάθησης, είναι μεταξύ των ανθρώπινων γεγονότων τα πιο ελεύθερα από την άμεση εκμετάλλευση υλικών συμφερόντων. Αυτοί που διαμαρτύρονται είναι οι νέοι, δηλαδή οι άνθρωποι που γνωρίζουν ακόμη την ώθηση της βιολογικής πίεσης για να επιτεθούν με θέρμηστη ζωή και την κοινωνία. Εκείνοι οι νεαροί νεοφασίστες θεωρούσαν το πανεπιστημιακό σύστημα ξεπερασμένο. Η κρίση του πανεπιστημίου ήταν πραγματική, γιατί η ιταλική κοινωνία του χθες δεν μπορούσε να αντιμετωπίσει τα προβλήματα του αύριο. Η κρίση του πανεπιστημίου είναι μια κρίση ενός ολόκληρου έθνους, του συστήματος του, του τρόπου ζωής του που συγκρούεται με τις απαιτήσεις μιας νέας πραγματικότητας. Είναι πολύ βολικό να περιοριστούμε στο να εξηγήσουμε την κρίση του Πανεπιστημίου με τον συνωστισμό των φοιτητών, την έλλειψη εξοπλισμού, τα ανεπαρκή κονδύλια, ανεπαρκή κατάρτιση των καθηγητών κ.ο.κ. Οι ρίζες της κρίσης, στην πραγματικότητα, βρίσκονται ακριβώς στο ίδιο το πανεπιστήμιο. Το καθεστώς έχει θέσει από τις απαρχές του τον στόχο του λεγόμενου δημοκρατικού σχολείου ως εργαλείου εκπαίδευσης των νέων γενεών. Μετά από είκοσι χρόνια βρέθηκε με ένα πανεπιστήμιο δομημένο όπως προπολεμικά που τρίζει μπροστά στις νέες ανάγκες. Το μόνο που κατάφερε είναι να το μετατρέψει σε μια άθλια αποθήκη κενών ιδεών».
Τα θέματα λοιπόν αυτά ήταν τυπικά του φασισμού. Θέματα όπως η επανάσταση και η διαμαρτυρία ενάντια στο σύστημα και κατά κάποιο τρόπο, η αντίθεση στην αστική τάξη, μέσω της οποίας οι νεαροί μαθητές στα δεξιά ένιωθαν ενωμένοι με τους συνομηλίκους τους στα αριστερά, ήταν χαρακτηριστικά της πολιτικής κουλτούρας του ιταλικού νεοφασισμού. Συνέχισαν να είναι έτσι για το μεγαλύτερο μέρος της μεταπολεμικής περιόδου. Η αντιπολίτευση στο κομματικό σύστημα ήταν πάντα ένα πολεμικό άλογο όχι μόνο του MSI αλλά και των εξωκοινοβουλευτικών οργανώσεων που ήταν στο περιθώριο. Η άρνηση της εξουσίας δεν εκφράστηκε μόνο προς τις ακαδημαϊκές αρχές, αλλά και προς άλλες μορφές συγκροτημένης εξουσίας.
Δείτε πώς σχολίασε το «L' Orologio», μέσα από την μαρτυρία δύο ανώνυμων νεαρών νεοφασιστών πανεπιστημιακών, τα γεγονότα της 1ης Μαρτίου στη Valle Giulia, την ώρα που οι συγκρούσεις μεταξύ φοιτητών και αστυνομίας είχαν γίνει πιο σκληρές:
«Μια απερίγραπτη σκηνή - προσθέτει ο A. P. P - από την Ιατρική,όταν το σκέφτομαι με κάνει να γελάω. Πολεμούσαμε μαζί με τους κομμουνιστές ενάντια στο καθεστώς, αλλά αυτοί φώναζαν: “Μπάτσοι Φασίστες”… ενώ εμείς τραγουδούσαμε το “Allarmiallarmisiamfascisti”. Τότε τα οχήματα της αστυνομίας πήραν φωτιά - λέει ο T.C., φοιτητής βιολογίας.Δεν ήταν δυνατό να μάθουμε ποιος το έκανε. Μέσα σε εκείνο το χάος οι φλόγες είχαν τρομερό αποτέλεσμα. Ένιωθε κανείς σαν να σκαρφαλώνει στην ταράτσα του κτιρίου και να απολαμβάνει τη σκηνή παίζοντας λύρα σαν τον Νέρωνα … Τότε οι φρουροί σήκωσαν τα χέρια ψηλά. Δεν θέλαμε να πιστέψουμε στα μάτια μας, αλλά ήταν αλήθεια, ήταν όλοι με τα χέρια ψηλά!»
Ωστόσο, αυτή η αρχική προσέγγιση μεταξύ νέων ανθρώπων με αντίθετες πολιτικές τάσεις, που επαινείται έτσι από το "L' Orologio" ως "οπισθοδρόμηση" ενάντια στον αστικό κομφορμισμό, έμελλε λίγο αργότερα, να μην έχει σημαντικές συνέπειες και τα λόγια του τότε προέδρου της Caravella, Perri, με τα οποία περιέγραψε την κατάσταση του φοιτητικού κινήματος στη Ρώμη αμέσως μετά τα γεγονότα στη Valle Giulia, δεν θα είχαν συνέχεια.
«Πρώτα απ' όλα, η αναταραχή απέδειξε ξεκάθαρα ότι η νεολαία είναι έτοιμη να δεχτεί τον αντισυστημικό λόγο και αυτό φάνηκε στη Valle Giulia. Είναι μια ολόκληρη γενιά που επαναστατεί ενάντια στο σύστημα. Έχουμε επιτύχει ιδιαίτερα σημαντικά αποτελέσματαστο περιβάλλον μας. Μέσα σε λίγες μέρες καταφέραμε να καταστρέψουμε μια παθητική νοοτροπία, έχοντας πολύ θάρρος, ακόμα και στην πλατεία και στους δρόμους. Αλλά αυτή η μάχη πρέπει να συνεχιστεί. Η Valle Giulia θα κατέληγε να γίνει αρνητικό γεγονός αν δεν το ακολουθήσουμε. Θα συνεχίσουμε τη μάχη μας στο πανεπιστημιακό πεδίο» Ωστόσο, μετά από τις επανειλημμένες εκκλήσεις προς τάξη που εξαπέλυσε η γραμματεία του MSI, στο όνομα της πίστης στο κόμμα στόχευαν σε εκείνους τους νέους νεοφασίστες αγωνιστές που εξακολουθούσαν να συμμετέχουν στις συνελεύσεις του φοιτητικού κινήματος και στα πολύ σκληρά επεισόδια.
Τότε η ηγεσία του MSI αποφάσισε να δώσει τέλος σε αυτό που πίστευαν ότι ήταν η «κόκκινη πορεία» στο πανεπιστήμιο.Έτσι, το πρωί της 16ηςΜαρτίου 1968, με τη λεγόμενη «τιμωρητέα αποστολή» στο Πανεπιστήμιο της Ρώμης, με επικεφαλής δύο ηγέτες του MSI, τον Caradonna και τον Almirante, πήγαν να διώξουν τα «κόκκινα κουρέλια» από το πανεπιστήμιο και τους νεαρούς «δεξιούς» αιρετικούς και έτσι η τάξη αποκαταστάθηκε. Αυτό το γεγονός εκτός από τον καθορισμό της οριστικής ρήξης μεταξύ των δύο γενεών, παρήγαγε μια αποτελεσματική συντριβή των«δεξιών» οργανώσεων νεολαίας. Μια κατάσταση τραγική να βλέπεις την κατάντια ενός κόμματος που έλεγε ότι ήταν ενάντια στο καθεστώς και να συντάσσεται μαζί με την αστυνομία και το καθεστώς. Μια αστυνομία που χρόνια δεν έκανε ποτέ τίποτε για να συλλάβει τους αριστερούς δολοφόνους δεκάδων συναγωνιστών ...
Ωστόσο, αυτό το πείραμα, που μόλις σκιαγραφήθηκε από τη συμμετοχή στη διαμαρτυρία των νέων, προκάλεσε ένα πραγματικό «βραχυκύκλωμα» στις τάξεις των νεοφασιστών τόσο από πολιτιστική όσο και από οργανωτική άποψη.Το 1968 αντιπροσώπευε ένα είδος τραύματος γιατί κατά κάποιο τρόπο ώθησε τους νεαρούς φασίστες να «ξανασκεφτούν» τον εαυτό τους και να «απαντήσουν» στο ίδιο επίπεδο και με τα ίδια μέσα με τους αριστερούς συνομηλίκους τους σε αυτό που αντιλήφθηκαν για πρώτη φορά ως εξέγερση των γενεών. Θα μπορούσε να υποτεθεί ότι η επακόλουθη γέννηση ομάδων όπως η “Organizzazione Lotta di Popolo” (Οργάνωση Λαϊκού Αγώνα) στη Ρώμη ή η Αvanguardia di Popolo (Πρωτοπορία του Λαού) στη Νάπολη εξαρτιόταν επίσης από αυτήν την ιδεολογική και κατά κάποιο τρόπο, ανθρωπολογική αναταραχή, σαν να η σύγχυση κατάφερε με κάποιο τρόπο να πάρει μια μορφή. Για παράδειγμα η “Lotta di Popolo”, που ιδρύθηκε το 1969, με ρητό σκοπό να αναζητήσει και να δημιουργήσει έναν χώρο που θα επέτρεπε σε όλους τους μη κομμουνιστές φοιτητές να συνεχίσουν - μετά τις συνέπειες των επεισοδίων της 16ης Μαρτίου - να οργανώνονται μέσα στα πανεπιστήμια, χαρακτηρίζεται από εξαιρετική πρωτοτυπία. Η μοναδικότητα της ομάδας έγκειται στον ιδεολογικό της εκλεκτικισμό, δηλαδή στην πρόθεση να συνδυάσει δογματικές αναφορές που παραδοσιακά ανήκουν στο δεξιό οπλοστάσιο με άλλες από την αριστερή κουλτούρα. Το κίνημα, για παράδειγμα, με την επιθυμία να γκρεμίσει τους φράκτες και να σβήσει τους διαχωρισμούς και τις παρεξηγήσεις μεταξύ δεξιάς και αριστεράς, προσπάθησε να συνδυάσει το έργο του Nietzsche και του Céline με αυτό του Malcom X και με τα γραπτά του Mao.
Θα ήταν ενδιαφέρον να διευκρινιστεί εάν το κίνημα διαμαρτυρίας και πάνω απ' όλα η ρητή πρόθεση ορισμένων νεαρών νεοφασιστών να συμμετάσχουν στη διαμαρτυρία ως πραγματικοί πρωταγωνιστές στο όνομα μιας πιθανής ενότητας των γενεών παρήγαγαν ορατά αποτελέσματα τα επόμενα χρόνια. Αυτό το πείραμα που μόλις αναφέρθηκε πιθανότατα οδήγησε στον ορισμό των θεμάτων που υπάρχουν ήδη στο πανόραμα της νεοφασιστικής «δεξιάς», ωθώντας ωστόσο το περιεχόμενο τους στα άκρα. Σκεφτείτε μόνο την αντίθεση στο αστικό σύστημα, το οποίο στη δεκαετία του εβδομήντα έγινε ένα από τα κύρια κίνητρα πολλών ομάδων που θεωρητικοποιούσαν - ακόμα και υπό την επίδραση νέων πολιτισμικών αναφορών - μια μετωπική επίθεση στο κράτος, ως την πλήρη έκφραση της αστικής κοινωνίας.
Το εκδοτικό γεγονός της χρονιάς: «Η Διάλυση του Συστήματος» του Ιταλού διανοητή και ακτιβιστή Franco Freda από τις εκδόσεις «Λόγχη».
μετάφραση: Βλάσης Βρανάς
πρόλογος: Κωνσταντίνος Μποβιάτσος
Η συντακτική ομάδα του «Μαύρου Κρίνου» έχει την τιμή να παρουσιάσει στο αναγνωστικό κοινό, τον Franco Freda, αιρετικό μελετητή της σκέψης του Julius Evola και «πατέρα» του Ιταλικού «φαιοκόκκινου» ρεύματος. Ο Ιταλός αντάρτης πόλης και διανοητής είναι συγγραφέας - ανάμεσα σε πολλά άλλα - του ριζοσπαστικού έργου «Η Διάλυση του Συστήματος» και υπερασπίζεται μέσα από αυτό τον Αριστοκρατικό Κοινωνισμό και τον Πλατωνικό Φυλετισμό.
Είναι από τους πρώτους μεταπολεμικούς διανοητές που πρότειναν μια συμμαχία των υγιών επαναστατικών δυνάμεων απέναντι στο φιλελεύθερο καπιταλιστικό σύστημα. Υπήρξε αυστηρός κριτής του νεοφασιστικού MSI,την ηγεσία του οποίου κατηγόρησε για συνεργασία με το κράτος και για ιδεολογική παρέκκλιση προς την προδοτική αστική άκρα δεξιά.
Σκληροπυρηνικός «Φασιστής» για την Ιταλική αριστερά, «Κομμουνιστής» για τα αφεντικά την δεξιά και το κεφάλαιο. Ιδρυτής ποιοτικού εκδοτικού οίκου με ιδιαίτερη έμφαση στους ArthurdeGobineau, Cornelius Codreanu, Joseph Goebbels, OswaldSpengler, FriederichNietzsche, AlfredBaeumler. Πρότεινε την εγκαθίδρυση μιας Πολιτείας ή μιας Φασιστικής Δικτατορίας του Προλεταριάτου που θα έχει στοιχεία ιεραρχίας και κολεκτιβισμού με επίκεντρο την Πλατωνική σκέψη.
Συνεργάστηκε στενά με τον ηγέτη της επαναστατικής τάσης στο MSI τον PinoRautiκαι συμμετείχε στην ένοπλη κίνηση «OrdineNuovo» αν και ποτέ δεν υπήρξε επίσημο μέλος της. Οι διώξεις και οι φυλακίσεις από το δημοκρατικό καθεστώς δεν έκαμψαν το ηθικό του.
«Δεν πρέπει κανείς να διαφωνεί για τη φυλή, δεν πρέπει να κάνει συγκρίσεις παρά μόνο να κοιτά τον εαυτό του στον καθρέπτη. Η φυλή είναι αίμα, είναι νεύρο. Δεν θέτει ερωτήματα. Είναι ένα στοιχείο, όπως ο αέρας, όπως ο ήλιος, δεν είναι απλά ένα θέμα. Φυλετισμός δεν σημαίνει περιφρόνηση για τις άλλες φυλές, αλλά πίστη στη δική σου φυλή, αναγνώριση της συγκεκριμένης μορφής ζωής που σε σημαδεύει, με σεβασμό σε όλους τους δεσμούς, εσωτερικούς και εξωτερικούς, ανώτερους και κατώτερους που το διατάσσουν».
Προμηθευτείτε το εξαιρετικό αυτό έργο από τις εκδόσεις «Λόγχη» ενώ προσεχώς θα λάβει μέρος μια παρουσίαση του εν λόγω βιβλίου σε γνωστή διαδικτυακή εκπομπή.
Θα ακολουθήσουν και άλλες ποιοτικές εκδόσεις με πρωτοβουλία Αυτόνομων συναγωνιστών.
Το 1969 κυκλοφόρησε στα βιβλιοπωλεία της Ιταλίας ένα έργο ριζοσπαστικό και επαναστατικό για τα συντηρητικά ακροδεξιά δεδομένα της εποχής, του στυγνού και ξερού αντικομμουνισμού.
Πρόκειται για το έργο, σταθμό του Franco Freda, «Η Διάλυση του Συστήματος», που επηρέασε σημαντικά τους νεαρούς νεοφασίστες εκείνων των χρόνων και τάραξε πάρα πολύ τα πολιτικά νερά των ριζοσπαστικών κινημάτων, αλλά κυρίως τους βολεμένους πατριώτες στις τάξεις του MSI.
«Η Διάλυση του Συστήματος»φανερώνει μια διαίσθηση που έχει αναπτυχθεί από τον συγγραφέα στην πολιτική πρακτική όχι λιγότερο από ό,τι στο εκδοτικό έργο: τη δυνατότητα αντιστροφής της τάσης φθοράς της Δύσης, αποκατάστασης του αέρα Gestalt μέσω της αποσύνθεσης του πολιτισμού του Τρίτου Κράτους.
Σιωπή, μιλάει ο Φρέντα!
Σύνθεση αποσπασμάτων από συνεντεύξεις που έδωσε ο Φράνκο Φρέντα το 2015 στους MaurizioRossi, LucaValentini και AdrianoScianca.
Δημιουργήσαμε αυτό το παζλ ερωτήσεων και απαντήσεων, ώστε να κάνουμε αισθητή την βαθιά Ευρωπαϊκή πνευματικότητα που χαρακτηρίζει ως και σήμερα στα βαθιά γεράματα, τον διανοητή και ακτιβιστή της Ordine Nuovo τον Φράνκο Φρέντα, του οποίου το έργο «Η Διάλυση του Συστήματος» κυκλοφορεί για πρώτη φορά στην Ελλάδα, αποτελώντας την πιο εμβληματική έκδοση της χρονιάς και μια από τις ιστορικότερες εθνικοεπαναστατικές εκδόσεις όλων των εποχών στην Ελλάδα.
Τα αποσπάσματα των συνεντεύξεων είναι σε μετάφραση του NeroValois
Ερώτηση: Σε περισσότερα από πενήντα χρόνια εκδοτικής στράτευσης - η EdizionidiAr γεννήθηκε το 1964 - έχεις πραγματοποιήσει ένα έργο πολιτικής/πολιτιστικής παιδαγωγικής που προοριζόταν, όπως ήθελες να διευκρινίσεις, να καθοδηγήσει πιστεύω, τάσεις, ύφη, βασικές πεποιθήσεις, να ορίσει τις συναινέσεις. Εκτός από τη διατήρηση και την εκ νέου πρόταση ιδεών, μύθων και συμβόλων. Ποια ισορροπία πιστεύεις ότι μπορείς να επιδιώξεις σήμερα ;
Φ.Φ: Ευχαριστώ, αλλά δεν είμαι λογιστής. Όταν μιλάμε για ιδέες ή ιδεολογίες ή κοσμοθεωρίες δεν μπορούμε να εφαρμόσουμε τις έννοιες της οικονομίας και των οικονομικών, δεν νομίζεις; Η ιδέα μας για τον κόσμο ήταν πάντα ενσαρκωμένη στην ιστορία και πάντα θα ενσαρκώνεται. Η σωστή εργασία στοχεύει σε αυτό. Δεν είναι μια χρονική αντιστοιχία δούναι και λαβείν.
Ερώτηση: Σε μια από τις διάσημες ομιλίες σας, στις 17 Αυγούστου 1969 στη συνεδρίαση της Επιτροπής του Ευρωπαϊκού Μετώπου στο Ρέγκενσμπουργκ, από την οποία προέκυψε το ιδρυτικό σας κείμενο «Η διάλυση του συστήματος», υπογραμμίσατε την εγκαθίδρυση μιας μερκαντιλιστικής δικτατορίας, που εφαρμοζόταν σε κάθε τομέα ύπαρξης της δυτικής κοινωνίας.
Σχεδόν 50 χρόνια μετά από αυτή την ομιλία, πιστεύετε ότι η καθοδική διαδικασία βρίσκεται στην τελική φάση ή θα πρέπει να αναμένονται περαιτέρω βαθμοί εκφυλισμού;
Φ.Φ: Δεν υπάρχει ποτέ τέλος στα χειρότερα. Αλλά θέλουμε το καλύτερο. Και θέλουμε το αδύνατο: να μεταμορφώσουμε το χειρότερο προς το καλύτερο.
Ερώτηση: Η μήτρα της δυτικής παρακμής έχει συχνά αναφερθεί σε μια αποκλειστική οικονομική διάσταση. Δεν συμφωνείτε με τον Guènon όταν γράφεισε πολλές περιπτώσεις, πως η φύση της τελευταίας φάσης του κύκλου είναι, αντίθετα, βαθιά λεπτή και πνευματική, και η οικονομική διάσταση της απλά υποστηρικτική σε μια πολύ πιο υπόγεια και επικίνδυνη διαδικασία;
Φ.Φ: Φυσικά και έχεις δίκιο, το πιστεύω κι εγώ όπως και εσύ, αλλά να σου θυμίσω ότι οι εποχές του Πλάτωνα ήταν ήδη εποχές παρακμής. Παρόλα αυτά, ο Πλάτωνας πάλεψε ενάντια στην κακία γύρω του μέσα από τα αριστουργηματικά έργα που μας άφησε και την ύπαρξή του. Όταν η φωτιά ανάβει, ψάχνω νερό για να τη σβήσω. Δεν ψάχνω για εμπρηστές.
Ερώτηση: Υπό αυτή την προοπτική, η υπέρβαση των πολιτικών κατηγοριών, που εκφράζεται πάντα στο έργο «Η διάλυση του συστήματος», θα μπορούσε να μεταφραστεί σε μια αντίθεση μεταξύ μιας συνειδητής αναφοράς «αντίστασης» και μιας αλλοτριωμένης σύγχρονης ύπαρξης, στον απόηχο της διχογνωμίας που εκφράζει ο Evola στην εισαγωγή της «Εξέγερσης ενάντια στον Σύγχρονο Κόσμο» μεταξύ του παραδοσιακού και του αντι-παραδοσιακού, αλλά κυρίως παρόμοια με τη διχοτόμηση μεταξύ Αφυπνισμένων και Κοιμωμένων που υπάρχει στα αρχαϊκά θραύσματα του Δελφικού δόγματος του Ηράκλειτου;
Φ.Φ: Καταλαβαίνω την άποψη σου, που είναι αυτή των φιλοσόφων και, ελπίζω για σένα, και των Σοφών. Είμαι σίγουρος ότι θα καταλάβετε την οπτική γωνία που έχω, που είναι αυτή του πολιτοφύλακα. Οι εποχές που γράφτηκε «Η Διάλυση του Συστήματος»ήταν τέτοιες που χρειάστηκε μόνο μια σθεναρή ώθηση και το κάστρο των ψευδαισθήσεων στο οποίο βρισκόμαστε φυλακισμένοι θα είχε καταρρεύσει. Η ζύμωση ήταν εκεί. Έλειπε η ειλικρίνεια και από δεξιά και από αριστερά. Το θάρρος έλειπε. Έλλειψη τύχης; Ναι, κρύφτηκε κι αυτή. Και τώρα βλέπουμε το αποτέλεσμα: το σάπιο που έχει κάνει μεταστάσεις, ενώ η ηθική φλυαρία με την οποία οι δειλοί προσπαθούν να καλύψουν την αιώνια δειλία τους συνεχίζεται. Αλλά έχουμε την μεγάλη τιμή να πούμε ότι δεν είμαστε συνένοχοι αυτών που έχτισαν αυτό το τοπίο καθώς και το πολυεθνικό χάος.
Ερώτηση: Η ριζοσπαστικοποίηση της κρίσης, που επηρεάζει όλους τους τομείς της ζωής, μπορεί να καθορίσει, ως θετική αντίδραση, την ανάκτηση μιας αρχετυπικής διάστασης, ειδικά σε σχέση με αυτό που εξηγήσατε στην ανάγνωσή σας για το Πλατωνικό Κράτος, ως τη μεταφυσική ρίζα της ιστορίας και του πνεύματος της «Δύσης;
Φ.Φ: Μιλώντας για αναρρίχηση προς τα αρχέτυπα, επιτρέψτε μου μικρή μεταφορά: πρέπει να αποφασίσουμε να τις καβαλήσουμε τις τίγρεις, όχι να τις σκαρφαλώσουμε.
Ερώτηση: Επίσης στο «Η διάλυση του συστήματος», αφού σκιαγραφήσατε τη φυσιογνωμία του αληθινού οργανικού κράτους ως πολιτικό μύθο, αρχή τάξεως και απόλυτη αιώνια πραγματικότητα, προτείνετε μια αυστηρή αποτοξινωτική «θεραπεία» με στόχο την οριστική στείρωση των αστικών πλουτοκρατικών οικονομικών μέσω ενός Λαϊκού κρατικού μορφώματος, εφαρμόζοντας τον ακόλουθο κανόνα: άκαμπτη σταθερότητα στο ουσιαστικό και μέγιστη ελαστικότητα σε λειτουργικό επίπεδο.
Τώρα που οι παγκοσμιοποιητικοί μηχανισμοί της χρηματοπιστωτικής πλουτοκρατίας έχουν επεκτείνει την καπιταλιστική δικτατορία που καταγγείλατε στο πλανητικό επίπεδο, πιστεύετε ότι οι προϋποθέσεις και οι προτάσεις αυτής της αυστηρής μεθοδολογίας διατηρούν την απόλυτη ισχύ τους;
Φ.Φ: Σήμερα περισσότερο από χθες. Θα άλλαζα ακόμη και τον τίτλο αυτούτου έργου σε «Αποτοξίνωση του συστήματος». Και όταν, όπως τώρα, δεν μπορεί κανείς να επέμβει στην υλική διάσταση, για να απαλλαγεί από τη μόλυνση, η λύση είναι να διαβάσει, να μελετήσει, να τελειοποιηθεί, να προετοιμαστεί (για σωστή δράση).
Ερώτηση: Στο κείμενό σας «Το κράτος ως δικαιοσύνη», η κατανόηση της Αρετήςτοποθετείται ως υψηλή εσωτερική αξία του πολίτη στη θεμελίωση του κοινοτικού θεσμού, ως φυσική πραγμάτωση του ατόμου. Μπορεί η εσωτερική μορφή, κατά την Ελληνική κατανόηση του Πλάτωνα, απαλλαγμένη από κάθε εποικοδόμημα αναφοράς, να επανέλθει στο πρωταρχικό διάνυσμα μιας νέας παιδαγωγικής και παραδοσιακής διαδρομής;
Φ.Φ: Ρωτάς αν μπορεί, απαντώ: πρέπει. Με κάθε κόστος.
Ερώτηση: Στον κόσμο του παγκοσμίως τυποποιημένου ανθρώπου, που στερείται κάθε αναφοράς σε Ανώτερη Αρχή και οποιασδήποτε ταυτότητας ρίζας, η εκ νέου ανακάλυψη της Κλασικής Παράδοσης, της ελληνορωμαϊκής - γερμανικής, για να την πούμε με τη μορφή του Evola ή του Romualdi, απαλλαγμένη από τους σεκταρισμούς και τους φορμαλισμούς που συχνά εκδηλώνονται, πιστεύετε ότι μπορεί να είναι, στην οικεία του ουσία, ο Βόρειος Αστέρας που μπορεί να ακολουθήσει ο Στρατιώτης της Ιδέας;
Φ.Φ: Δεν νομίζω ότι η ελληνορωμαϊκή - γερμανική παράδοση είναι η μόνη που πρέπει να δούμε. Δεν υπάρχει και η ιαπωνική παράδοση; Όπου ο άνθρωπος έχει εγκαταλείψει να λέει εγώ, υπάρχει κάτι να μάθει. Και χωρίς να αιωρούμαι σε ορισμένα ύψη, αν έπρεπε να διαλέξω δύο σκέψεις που μετρούν ως Βόρειος Αστέρας, σήμερα, θα ήταν αυτές, βγαλμένες από τη συλλογή που εκδώσαμε με αφορισμούς του NicolásGómezDávila: «Στις εποχές χωρίς στυλ το μόνο έργο της Τέχνης είναι η γυμνή νοημοσύνη» και «Μόνο αυτοί που σκορπούν κρυφά τον θαυμασμό της ομορφιάς συνωμοτούν ενάντια στον παρόντα κόσμο».
Ερώτηση: Στον απόηχο της κατάρρευσης του Τείχους του Βερολίνου, προειδοποιήσατε για τον κίνδυνο παραμόρφωσης της εθνικής ψυχής των ευρωπαϊκών λαών, προμηνύοντας τα - πολύ τρομακτικά σημερινά - σενάρια εισβολής ξένων λαών στα εδάφη μας, ενώ επιβεβαιώνετε την ανάγκη εθνικής αντίστασης και προσκόλλησης στην παραδοσιακή κοινότητα του αίματος, του πολιτισμού και της ιστορίας του ατόμου για να αντιμετωπίσει την παγκοσμιοποίηση των ηθών και του πνεύματος και την εκτροπή της πολυφυλετικής κοινωνίας, και για αυτό δεχτήκατε μια άδικη πολιτική καταστολή και φυλάκιση.
Τι συμβουλή θα θέλατε να δώσετε σε όσους ασπάζονται την υπόθεση της ταυτότητας, ξεκινώντας από τις αναλύσεις και τις προτάσεις σας; Και κυρίως, υπάρχουν ακόμη οι προϋποθέσεις και οι δυνατότητες για αντεπίθεση;
Φ.Φ: Είναι απαραίτητο να εφαρμόσουμε την αρχή «Ούτε ελπίδα ούτε απελπισία, αλλά επιμονή» και χρησιμοποιώντας όλη μας τη θέληση, που εκφράζει την ελευθερία μας, να θέσουμε τις προϋποθέσεις για αυτό που ονομάζετε αντεπίθεση με απόφαση και διαύγεια. Που θα έπρεπε να είναι ένα αριστούργημα ευφυΐας, αληθινής μεγαλοψυχίας και πολύ - πολύ θάρρους. Αλλά για αυτό πρέπει να περιορίσουμε πάση θυσία την εντροπία του ατομικισμού, που απειλεί κάθε πολιτικό σχεδιασμό. Η ηθική (και ρεαλιστική) συμβουλή μου; Το Δελφικό: «Γνώρισε τον εαυτό σου», δηλαδή να ξέρεις τι αξίζεις και να αναγνωρίζεις ποιος αξίζει περισσότερο από σένα. (και να μην λες ψέματα στον εαυτό σου ...)
Ερώτηση: Ορισμένοι ιστορικοί είχαν ήδη αναγνωρίσει στον Πλάτωνα και τον Νίτσε τους εμπνευστές των εθνικολαϊκών επαναστάσεων του περασμένου αιώνα, ιδίως του Εθνικοσοσιαλισμού ενώ στον Έβολα έβλεπαν τον «κακό δάσκαλο» κάποιων περιθωρίων του νεοφασιστικού ριζοσπαστισμού. Εσείς, που ήσασταν πάντα βαθύς και προσεκτικός μελετητής της σκέψης του Πλάτωνα, του Έβολα και του Νίτσε, και εργάζεστε επί του παρόντος σε μια νέα μετάφραση των έργων με το πρωτότυπο γερμανικό κείμενο, συμμερίζεστε αυτές τις ερμηνείες; Πώς ερμηνεύετε τη σκέψη αυτών των γιγάντων της ευρωπαϊκής φιλοσοφίας; Θα μπορούσαν ακόμα να εμπνεύσουν νέα μονοπάτια στον πολιτικό τομέα σήμερα;
Φ.Φ: Αυτοί είναι στοχαστές που πρόσφεραν στην εποχή τους, επανατοποθετώντας τις αλήθειες που ανήκουν σε όλες τις εποχές, άρα είναι πάνω από τον χρόνο. Οι αρχές, καθώς είναι διαχρονικές, μπορούν πάντα να ενσωματώνουν νέες γραμμές δράσης.
Ερώτηση: Στη διάλυση του συστήματος γράψατε: «Ήρθε η ώρα να σταματήσουμε να παίζουμε με την μαριονέτα «Ευρώπη» ή να κάνουμε γαργάρες με την έκφραση της». Στο έργο σας Γαλάζιοι Λύκοι, από την άλλη, καλείτε τα μέλη του συλλόγου του Εθνικού Μετώπου να αγωνιστούν για το καλό της κοινότητας, αναφερόμενος 1. στη χώρα μας. 2. στην Ευρώπη. 3. στο «λευκό» σύμπαν της Αριοευρωπαϊκής βόρειας φυλής».
Πώς προέκυψε η αλλαγή προοπτικής; Και τι σας εμπνέει στη λέξη «Ευρώπη» σήμερα;
Φ.Φ: Οι περιφέρειες, δηλαδή οι λύσεις, διαχρονικά, σχεδιάζονται ανάλογα με τα προβλήματα που προκύπτουν. Το κέντρο (που σίγουρα δεν είμαι εγώ, αλλά οι ιδέες στις οποίες αναγνωρίζω τον εαυτό μου και τις οποίες ερμηνεύω), από την άλλη, παραμένει το ίδιο. Από τις επιθέσεις των φανατικών, ιδεολογικών παθών του περασμένου αιώνα, από την «υπερβολή» τους που τα έβλεπαν όλα μικρά, ανεπαρκή, ψευδή, χρειάστηκε να περάσουμε στο σήμερα για να υπερασπιστούμε το άψυχο σώμα της Ευρώπης από μια δυνητικά θανάσιμη απειλή.
Ερώτηση: Στις 21 Μαΐου 2013, ο Γάλλος ιστορικός DominiqueVenner, πρώην στρατιώτης και πρώην εθνικιστής ακτιβιστής, αυτοκτόνησε στη NotreDame ως χειρονομία «διαμαρτυρίας και θεμελίωσης» ενάντια στην παρακμή της Ευρώπης. Τι εντύπωση σας έδωσε αυτή η χειρονομία;
Φ.Φ: Πάντα θαύμαζα εκείνους που έχουν το θάρρος να δώσουν στον εαυτό τους ελεύθεροθάνατο και πάντα αρνιόμουν να εξετάσω εξονυχιστικά τους υποκειμενικούς λόγους ή τους αντικειμενικούς λόγους που μετατρέπονται σε ατομικές παρορμήσεις. Η επιλογή του Venner έχει, από μόνη της, το μεγαλείο ενός έργου τέχνης, όπως και ενός Mishima ή ενός Drieu - ή ενός Michelstaedter, ή ακόμα και ενός LuigiTenco. Όμως η σημερινή ασήμαντη κατάσταση πνευμάτων κατάφερε να υποβαθμίσει το μεγάλο πάθος σε μια αξιολύπητη χειρονομία. Βασικά είναι ο συνηθισμένος φθόνος όσων δεν έχουν το θάρρος και δεν θέλουν να το έχει κανένας άλλος.
Ερώτηση: Έχετε αναλάβει εδώ και καιρό την επαναμετάφραση των έργων του Νίτσε. Πώς συμβιβάζεται αυτό το φιλοσοφικό σας πάθος με αυτό του Πλάτωνα;
Φ.Φ: Ο Νίτσε και ο Πλάτωνας είναι δύο από τους πιο ταλαντούχους απολογητές του αριστοκρατικού πνεύματος: της ομορφιάς, του θάρρους, της δύναμης, της υγείας, της ιδιοφυΐας, του στυλ, της μεγαλοψυχίας. Είχαν τη διαύγεια να αναγνωρίζουν τις ανισότητες, να ξεσκεπάζουν τα ψέματα, να αντιτίθενται στη ρητορική και την αδιάφορη προπαγάνδα με απόλυτα συμπτωματικό τρόπο. Για μένα, για έναν πολιτικό, αυτό έχει ενδιαφέρον. Τα υπόλοιπα - την διαφωνία τους - τα αφήνω στο δόλο των ακαδημαϊκών.
Ερώτηση: Ο εκδοτικός σας οίκος επανεξέδωσε πρόσφατα το BehindtheLines, από τον Hiroo Onoda, έναν στρατιώτη της Αυτοκρατορίας του Ανατέλλοντος Ήλιου που δεν άφησε τα όπλα του για τριάντα χρόνια, ενώ ο πόλεμος τελείωσε γύρω του. Πόση ταύτιση υπάρχει με αυτή τη μορφή;
Φ.Φ: Domine, nonsumdignus ... Τα μοντέλα δεν πρέπει να μας δελεάζουν να ταυτιστούμε, αλλά να μας δείχνουν τον δρόμο για να κάνουμε έστω και ένα βήμα προς τη βελτίωσή μας. Και βήμα - βήμα (μεταξύ Onoda, AttilioRegolo, Giuliano του αυτοκράτορα), κοιτάξτε προσεκτικά (από αυτήν την πλευρά είναι οι κορυφές των Ιμαλαΐων του NikolajRoerich, από την άλλη μια διασταύρωση γραμμών που ενσωματώνονται στα σώματα των αθλητών της LeniRiefensthal ή του ανθρώπινου ιλίγγου της αφηρημένης τέχνης ), περιπέτεια μετά από περιπέτεια (μεταξύ των Κελτών ή Λογγοβάρδων πολεμιστών, οι επιδρομές του Βαρόνου φον Ούνγκερν, τα Πάντσερ του Βερολίνου), η λαμπρότητα μετά τη λαμπρότητα (στα βήματα ενός φωτισμένου Βουδιστή, ενός αριστοκράτη της Ουράνιας Αυτοκρατορίας, ένα bushi από την ηρωική Ιαπωνία), μαθαίνει κανείς να τιμάει τη μικρότητα αυτού του παρόντος με τιμή. Και όσο αυξάνεται ο αριθμός αυτών που πάνε από αυτόν τον δρόμο, τόσο περισσότερο επιτυγχάνεται το θαύμα της «μεγάλης πολιτικής». Αλλά μόνο στην τύχη είναι αξιοπρεπές να ζητάς παρηγοριά.
άρθρο του Έχεμου.
Ο Φασισμός υπήρξε παγκόσμιος στο πνεύμα του και Ευρωπαϊκός στην ρίζα του.Υπήρξε «θρησκεία» και «ευαγγέλιο» για τους Μελανοχίτωνες «πιστούς» και τους «ευσεβείς αντιδημοκράτες». Χαρακτηρίστηκε από πολλούς απλά ως Δόγμα όμως στο φως της ιστορίας η αντανάκλαση του ήταν πέρα από τις συνηθισμένες πολιτικές θεωρίες και τις ιδεολογίες που κυριαρχούν σήμερα. Η δομή του και η αιματηρή πορεία του ήταν απαίτηση των καιρών και των ιστορικών εξελίξεων, λαϊκή ανάγκη που μεταφέρθηκε σε όλη την Ευρώπη και ρίζωσε βαθιά στις συνειδήσεις. Ο γιος του αναρχοσυνδικαλιστή σιδερά από την επαρχία της Ιταλίας που τριγυρνούσε με το μπαλωμένο παλτό και του άρεσε να προκαλεί την εξουσία εμπλεκόμενος σε οδομαχίες, συνήθιζε να κερδίζει το ψωμί του στην οικοδομή αλλά σύντομα βρέθηκε να είναι Αυτός που θα κηρύξει την νέα «θρησκεία» του έθνους, την φωνή της τιμής, να δείξει τον δρόμο της αφύπνισης.
Η αντιδημοκρατική επανάσταση που τα πρώτα της βλαστάρια ξεπετάχτηκαν το 1919 θέριεψε από το αίμα των δικών μας «προφητών», των δικών μας «αγίων», των δικών μας «νεομαρτύρων», των δικών μας «οσίων».
Ως άλλος «προφήτης» μέσα στην έρημο της κοινωνικής παρακμής πάντα βοηθούμενος όμως από τα κοράκια της εκδίκησης της θύελλας και των καιρών, αντιστάθηκε μόνος αλλά και μετά πολλών, συγκέντρωσε γύρω του τους μαθητές του σαν καλός Δάσκαλος και η δική του γνώση έγινε «θαύμα» και διδαχή για τους επόμενους. Αυτός κατέγραψε και κωδικοποίησε πρώτος τις εντολές του Ιερού Fascio, Αυτός ευλόγησε και μεταλαμπάδευσε τον λόγο του δικού μας «Πολιτικού Ευαγγελίου», Αυτός υπήρξε ο «Αιρετικός Νυμφίος» της Αιώνιας Ρώμης, ο «Ευλογημένος» της Νιτσεϊκής και Σορελικής σκέψης, ο «Σωτήρας» της Ευρωπαϊκής ιδέας, αυτός ένιωσε και έδειξε την σχέση με το μεταφυσικό μέσα από την κλιμάκωση της δράσης και έφτασε στην ύψιστη θέωση και όμως δεν ήταν Θεός για αυτό και έκανε λάθη, πορεύτηκε όμως τον δρόμο του αγώνα ενώ γνώριζε και τους «Ιούδες» και τον «Γολγοθά» και την δική του «Σταύρωση».
Πολλοί τον πρόδωσαν ή τον αρνήθηκαν στην διαδρομή του. Μπροστά στο πολιτικό του «μαρτύριο» Αυτός δεν δείλιασε όμως ούτε λεπτό. Την ώρα της μοίρας δίπλα στην μεγαλύτερη αγάπη της ζωής του, σήκωσε τα χέρια του ψηλά και κοιτώντας τους δικαστές και τους δημίους της δημοκρατίας, τους προδότες του Σοσιαλισμού μέσα στο πρόσωπο τους, φώναξε και η φωνή του έσκισε σαν κεραυνός τους ουρανούς της λογικής «ρίξτε στην καρδιά». Ο δικός του χιτώνας και των μαθητών του που είχαν την ίδια μοίρα με αυτόν ποτίστηκε με το αίμα του, έμεινε όμως ένας φωτεινός Μελανοχίτωνας για πάντα ακόμα και όταν η μάζα του πλήθους ούρλιαζε και τιμούσε τον δημοκράτη φονιά Βαραββά.
Τούτο το βιβλίο - η έκδοση της χρονιάς για το 2022 - για το οποίο οφείλω να συγχαρώ τις εκδόσεις «Λόγχη», τον μεταφραστή Βλάση Βρανά και τον Κωνσταντίνο Μποβιάτσο για τον πρόλογο,είναι ένα «ιερό» σύγγραμμα για τους «Φασίστες». Αιρετικό στο σύνολο του και απαγορευμένο επί σειρά ετών στην Ιταλία, «πυρακτωμένο» σε συνθήκες διώξεων αίματος και πολιτικής βίας, μια ιδεολογική παρακαταθήκη του ρεύματος των Nazi - Maoists, αυθεντικό και επώδυνο συνάμα για το σύστημα και τους ραβίνους του. Είναι αποτυπωμένο στις σελίδες του το αληθινό νόημα, που δεν μπορεί να διαβαστεί από όλους παρά μόνο από αυτούς που έχουν μάτια πνευματικά πέρα από τα φυσικά. Είναι επίκαιρο πάντα αφού το πνεύμα του είναι αντικομφορμιστικό, ουσιώδες, ρεαλιστικό και επικίνδυνο για τους «κυβερνήτες» της κατοχικής διακυβέρνησης.
Ο Ιταλός FrancoFredaπαραμένει ένας σύγχρονος «μάρτυρας» μαθητής του Πλάτωνος και του Σικελού Μύστη και «Νονού» του Φασισμού τον JuliusEvola.
Η επώδυνη πορεία και ο δικός του «σταυρός» ήταν η εξορία του. Τα δικά του «καρφιά» και το «πλήγμα στα πλευρά» ήταν τα βασανιστήρια στην απομόνωση της φυλακής. Οι συκοφαντίες και οι κατηγορίες εναντίον του μια επανάληψη της ιστορικής δίκης του σκοτεινού ιερατείου. Όμως και αυτός γαλήνιος όπως και ο Mussoliniαντιμετώπισε με σθένος την καταδίκη, πορεύτηκε περήφανος στον δρόμο του μαρτυρίου, κοίταξε στα μάτια τους προδότες του δικού του «Κυρίου», απτόητος μπροστά στον πνευματικό θάνατο και εξήλθε ζωντανός και νικητής από τον τάφο της αντιφασιστικής δημοκρατίας.
Σώμα και αίμα «νεοφασισμού» το γραπτό αυτό, συμβολικό αλλά ουσιώδες το εξώφυλλο με τον Διπλό Πέλεκυ να φοβίζει τους μπράβους του δημοκρατικού σκότους, πύρινο κήρυγμα κάθε λέξη και πρόταση που «βαφτίζει» σε ένα νέο νόημα την έννοια της σύνθεσης. Ένα πραγματικό «κατηγορώ» για τους Φαρισαίους του «χώρου» μια ζωντανή απόδειξη ότι παραμένουμε ζωντανοί και καμιά δίκη, καμιά δικαστική απόφαση, καμιά εχθρική απειλή δεν μπορεί να ανακόψει την επέλαση του Φωτός των ιδεών μας απέναντι στο Σκότος των εχθρών μας.
Το καλύτερο δώρο για εσάς και τα παιδιά σας.Και μέρες που είναι ας μην ξεχνάμε ότι είναι το ίδιο βιβλίο που κάποιοι συναγωνιστές παρουσίασαν στο Κίεβο τον Δεκέμβρη του 2019.Κάποιοι μαχητές που προστέθηκαν πρόσφατα στον Ιαπωνικό κώδικα τιμής και δεν παραδίδονται στα τελεσίγραφα του εχθρού το έχουν μαζί τους στα έγκατα της γης στο τελευταίο χαράκωμα, σε μια χώρα που οι ηλιόσποροι μεγαλώνουν με το αίμα του έθνους.
Μια έκδοση ορόσημο για την Ελληνική «Τρίτη Θέση» - που αξίζει να προβάλλεται και να στηρίξετε - και στην οποία συνέβαλλαν καθοριστικά οι Αυτόνομοι συναγωνιστές. Χρόνια πολλά λοιπόν ... και μην ξεχνάτε εκεί που υπάρχει ο δημοκρατικός Θάνατος υπάρχει και η αντιδημοκρατική Ανάσταση!