Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ERNST JUNGER. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ERNST JUNGER. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Ο Άναρχος του Jünger, στο μυθιστόρημα «20000 λεύγες υπό την θάλασσα» του Jules Verne (https://samuraithsdyshs.wordpress.com/)

 

link: Ο Ριζοσπαστικός Εθνικισμός του Ernst Junger



Ο Jules Verne, το 1870, δημοσίευσε ακόμη ένα αριστούργημα του, το «Είκοσι χιλιάδες λεύγες κάτω από τη θάλασσα». 

Το έργο αυτό είναι κάτι περισσότερο από μια απλή θαλάσσια περιπέτεια: είναι μια πόρτα προς το μέλλον, ένα μανιφέστο της ανθρώπινης εφευρετικότητας και μια ωδή στο μεγαλείο των ωκεανών και ταυτόχρονα μια καταγγελία στην καπιταλιστική λαίλαπα και εκμετάλλευση της φύσης. 

Και εδώ, ξαναδιαβάζοντας το, ανακάλυψα τον … Junger. Στο επίκεντρο της αφήγησης βρίσκεται ο μυστηριώδης καπετάνιος Νemο, μια αινιγματική και βασανισμένη φιγούρα, που ενσαρκώνει την περίπλοκη σχέση μεταξύ ανθρωπότητας και τεχνολογικής προόδου. 

Ο «Ναυτίλος» του, ένα φουτουριστικό υποβρύχιο εξοπλισμένο με απίστευτα προηγμένες τεχνολογίες για την εποχή του, γίνεται το συγκινητικό σκηνικό για μια οδύσσεια που οδηγεί τον καθηγητή Aronnax και τους συντρόφους του μέσα από τα αχαρτογράφητα βάθη των θαλασσών. 

Ο Verne δημιουργεί έναν εξαιρετικά ζωντανό υποβρύχιο κόσμο, γεμάτο με φανταστικά πλάσματα και θαύματα της φύσης, που περιγράφονται με σχεδόν επιστημονική ακρίβεια.

 Η πρόζα του, που συνδυάζει επιδέξια την τεχνική λεπτομέρεια με την ποιητική έμπνευση, μας ταξιδεύει σε ένα ταξίδι που είναι ταυτόχρονα φυσικό και μεταφορικό: κάθε κατάδυση του Ναυτίλου, είναι επίσης μια εξερεύνηση των βάθους της ανθρώπινης ψυχής

για να διαβάσετε ολόκληρο το άρθρο εδώ ...

Ernst Jünger, Το πέρασμα στο δάσος


«Η απλή συναίνεση δεν είναι αρκετή για τις δικτατορίες: για να επιβιώσουν, πρέπει επίσης να ενσταλάζουν μίσος και, κατά συνέπεια, να σπέρνουν τον τρόμο»

Ernst Jünger, Το πέρασμα στο δάσος


 

Το πέρασμα στο δάσος: από το οπισθόφυλλο του βιβλίου της χρονιάς

Από το οπισθόφυλλο του βιβλίου:

 «Το πέρασμα στο δάσος: Δεν υπάρχει κανένα ειδύλλιο πίσω από αυτή την έκφραση. Ο αναγνώστης θα πρέπει μάλλον να προετοιμαστεί για μια επικίνδυνη εξόρμηση, όχι μόνο έξω από τα συνηθισμένα, αλλά και πέρα από τα όρια του στοχασμού. Το έργο αυτό ασχολείται με ένα κρίσιμο ζήτημα της εποχής μας, δηλαδή ένα ζήτημα που παρόλα αυτά ενέχει κινδύνους. Την ελευθερία!»

Λέει ο Jünger σε ένα σημείο:

"Η αυθεντική ιστορία μπορεί να δημιουργηθεί μόνο από ελεύθερους ανθρώπους. Η ιστορία είναι το αποτύπωμα που οι ελεύθεροι άνθρωποι δίνουν στο πεπρωμένο". 


 

«Ο στρατιώτης του μετώπου και η εσωτερική πολιτική», του Ernst Jünger (https://samuraithsdyshs.wordpress.com/)

 

 Το παρακάτω εξαιρετικό κείμενο, είναι ένα άρθρο του μεγάλου Γερμανού στοχαστή, Ernst Junger, στην εφημερίδα “Die Standarde”, στις 29 Νοεμβρίου 1925 και περιλαμβάνεται μαζί με άλλα πολλά δυνατά άρθρα του, στο δίτομο έργο “Πολιτικά και πολεμικά κείμενα”. 

Είμαστε στην Γερμανία την εποχή της Βαϊμάρης, ακριβώς στην καρδιά της ταραχώδους δεκαετίας του 1920, με τις πολλές ανακατατάξεις, τις αιματηρές αναταραχές και τις ιδεολογικοπολιτικές ζυμώσεις.

Εκείνα τα χρόνια η αξιολόγηση του Junger για τον Εθνικοσοσιαλισμό ήταν ακόμη σαφώς θετική. Μάλιστα στις 9 Ιανουαρίου του 1926, παρείχε ένα ειδικό αντίτυπο του βιβλίου του “Feuer und Blut”, με μια ειδική αφιέρωση στον Hitler. 

Έγραφε στην αφιέρωση τα εξής: «Στον Εθνικό Fuhrer, Adolf Hitler! – Ernst Junger». Λεπτομέρειες αναφέρει ο Schwarz, στο έργο του “Der konservative Anarchist” (Ο Συντηρητικός Αναρχικός). 

Η απάντηση του Hitler φέρει ημερομηνία 27 Μαΐου 1926 και συνοδευόταν από μια επιστολή στην οποία, εκτός από το ότι διαβίβασε τις γραπτές ευχαριστίες του στον Junger, τόνιζε ότι είχε διαβάσει «όλα» τα γραπτά του. Η Εθνικοεπαναστατική τάση της Συντηρητικής Επανάστασης, που ανήκε ο συγγραφέας, φαίνεται από το ύφος των γραπτών του

για να διαβάσετε ολόκληρο το άρθρο εδώ ...

Η έκδοση της χρονιάς: Ernst Jünger «Το πέρασμα στο δάσος» (https://samuraithsdyshs.wordpress.com/)


«Το δάσος είναι περισσότερο ένας ψυχολογικός χώρος. Η θέληση για αντίσταση είναι αυτή που ορίζει τα όριά του και του δίνει τον χαρακτήρα του. Και αυτή η θέληση για αντίσταση μπορεί να εκδηλωθεί εξίσου καλά σε μια σοφίτα ή ένα κελάρι, όσο και στο ίδιο το δάσος. Θα μπορούσε επίσης να πει κανείς ότι το όνειρο είναι το δάσος. Ένας άνθρωπος, λοιπόν, δεν ασχολείται πλέον καθόλου με την πραγματικότητα γύρω του. Ζει τη ζωή του στο όνειρο, τη ζωή του στη λογοτεχνική του ύπαρξη. Βλέποντάς τον απέξω, αυτός ο άνθρωπος μοιάζει εντελώς με έναν τρομερό αστό. Στην πραγματικότητα όμως, είναι ένας επαναστάτης, ίσως ακόμη πιο επικίνδυνος επαναστάτης από κάποιον που αφήνει γενειάδα και επιδίδεται σε μεγαλαυχία...» 

Αυτά είναι τα λόγια του μεγάλου Γερμανού, σε μια συνέντευξη του την δεκαετία του 1980, για το αριστούργημα του «Το πέρασμα στο δάσος». 

Πάμε τώρα και εμείς να περιγράψουμε – μόλις εκδόθηκε στα ελληνικά – το έργο αυτό στο κοινό, για να μπορέσει να καταλάβει με απλό τρόπο το πνεύμα του βιβλίου. 

Βρισκόμαστε στο 1951. Η Ευρώπη έχει βγει από την καταστροφή του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου, ενός μεγάλου πολέμου, αδελφοκτόνου, που τον θέλησαν και προκάλεσαν οι γνωστές Ελίτ. Η Γερμανία είναι η μεγάλη χαμένη σε όλα τα επίπεδα. 

Έξι χρόνια νωρίτερα και μέσα από τα ερείπια της σύγκρουσης και της πολλαπλής εισβολής, διαιρεμένη πλέον η Γερμανία μεταξύ Αμερικανών και Σοβιετικών, αναδύθηκαν τα πρώτα σκληρά χτυπήματα της σύγχρονης καταναλωτικής κοινωνίας. 

Μια μεγάλη οικονομική ανάπτυξη με μια ταχεία ανοικοδόμηση, που κατέστη δυνατή χάρη στην εισροή των περίφημων αμερικανικών κεφαλαίων. Κεφάλαια που εξαγόρασαν μυαλά και συνειδήσεις.

 Στην άλλη πλευρά, την ανατολική, ένα άλλο σκοτάδι διαφορετικού τύπου, αλλά του ίδιου πνεύματος. Και όλα αυτά με την απειλή μιας επικείμενης παγκόσμιας σύγκρουσης μεταξύ των μεγάλων Αφεντάδων του κόσμου

για να διαβάσετε ολόκληρο το άρθρο εδώ ...

«Το δάσος γίνεται για τον Ernst Jünger ο τόπος της ανεξαρτησίας» (https://samuraithsdyshs.wordpress.com/)

 

Το παρακάτω άρθρο σε μετάφραση μου, είναι του Julien Hervier. Το αναρτώ σαν έναν πρόλογο, ένα ορεκτικό, για το αριστούργημα του Γερμανού στοχαστή «Το Πέρασμα στο Δάσος», που θα βγει σε λίγες μέρες. 

Ο Julien Hervier είναι ένας Γάλλος Γερμανιστής και κριτικός λογοτεχνίας, και μεταφραστής του Nietzsche. Εξέδωσε το βιβλίο του «Συνάντηση με τον Ernst Jünger» το 1986 και ήταν φίλος του Γερμανού συγγραφέα, του οποίου έγινε επίσης μεταφραστής και βιογράφος, σε ένα βιβλίο που εκδόθηκε το 2014 με τίτλο «Ernst Jünger, Dans les tempêtes du siècle». 

Δημοσίευσε επίσης τα «Ημερολόγια Πολέμου» του για τη συλλογή «Pléiade” και δημοσίευσε, για την «Pochothèque”, μια συλλογή εννέα δοκιμίων του, αφιερωμένα ιδιαίτερα στα εξής: 

«Ο Εργάτης», και «Το Πέρασμα στο Δάσος». Εστιάζει στη σχέση του Γερμανού που διατηρούσε σε όλη του τη ζωή τόσο με το δάσος όσο και με τη φύση σε όλες τις μορφές της. Την μικρή αυτή συνέντευξη έδωσε στο Γαλλικό φιλοσοφικό περιοδικό “Phillit”

για να διαβάσετε ολόκληρο το άρθρο εδώ ...

Οι γυάλινες μελισσες του Junger, ένα σημάδι του Μεταποκαλυπτικού κόσμου (https://samuraithsdyshs.wordpress.com/)

 

Σε μία παράγραφο του παλαιότερου άρθρου “Η τεχνολογία και ο μηδενισμός, στην σκέψη του Ernst Jünger”, είχα αναφέρει και το παράδειγμα από το δυστοπικό έργο του “Οι γυάλινες μέλισσες”. 

Τώρα επιστρέφω με κάποιες αναλυτικές και μελαγχολικές λεπτομέρειες του βιβλίου αυτού, που θα κάνει τον σκεπτόμενο αναγνώστη να προβληματιστεί βαθειά. Ένα βιβλίο που είχε γραφτεί το μακρινό 1957. 

Ο πρώην αξιωματικός Richard (ο ήρωας μας), οικογενειάρχης και υποβαθμισμένος σε ακραία φτώχεια, ζητά βοήθεια από τον Twinnings, έναν φίλο του και πρώην σύντροφο στον στρατό. 

Αυτός λοιπόν, αφού τον κάνει να καταλάβει ότι στην κατάστασή του δεν μπορεί να είναι επιλεκτικός, του προσφέρει μια πολιτική δουλειά στον βιομήχανο Zapparoni. 

Πιο συγκεκριμένα, αυτός ο βαθύπλουτος Zapparoni ήταν προμηθευτής οχημάτων στο στρατό και οικιακών ρομπότ σε νοικοκυρές, χαρακτήρας τόσο δυνατός όσο και πολύ ανήθικος

για να διαβάσετε ολόκληρο το άρθρο εδώ ...

Ο Εργάτης του Ernst Jünger ενάντια στην αστική παρακμή και δυστοπία (https://samuraithsdyshs.wordpress.com/)


«Ο Εργάτης, στις βαθιές ρίζες της ύπαρξής του, έχει μια κλίση σε μια ελευθερία εντελώς διαφορετική από την αστική ελευθερία»

Γερμανία του1932, όπου η ιστορία ξεκινά να γράφεται με άλλο τρόπο πλέον. Κάπου σε εκείνη την περίοδο των ριζικών αλλαγών, έρχεται και ένας εκδοτικός κεραυνός - ένα χρόνο πριν αναλάβει ο Χίτλερ την εξουσία - ο “Εργάτης, Κυριαρχία και μορφή» του Ernst Junger, ένα από πιο τα ουσιαστικά κείμενα του εικοστού αιώνα! 

Ένα έργο επανάσταση, το οποίο δεν αντιλήφθηκαν πολλοί και το παρεξήγησαν αρκετά. Νοήματα ωμά, καυτά και επιθετικά εναντίον της αστικής τάξης και της σάπιας δημοκρατίας. Το καταλαβαίνει κάποιος απλά από την αρχή, διαβάζοντας τον ίδιο τον μεγάλο στοχαστή: 

«Μια αποφασιστική ώρα πρόκειται να χτυπήσει, κάτι που θα αλλάξει τη μοίρα ολόκληρου του κόσμου. Νέοι άνθρωποι μπαίνουν στη σκηνή, με τις ρίζες τους σε μια πιο άμεση και ουσιαστική επαφή με τη στοιχειώδη σφαίρα. Παρόμοια με μια κοινωνία πρωτόγονων ψυχών, με μια αρχέγονη φυλή, αποτελούν την πρωτοπορία ενός πλουσιότερου, βαθύτερου και πληρέστερου κόσμου. Η βαθιά τομή που απειλεί τη ζωή σήμερα, χωρίζει όχι μόνο δύο γενιές, όχι μόνο δύο εποχές, αλλά αναγγέλλει το τέλος χιλιετιών». 

Σύμφωνα με το Junger, δύο κόσμοι αντικρίζουν πλέον την εποχή τους διαφορετικά, όπου ένας είναι τυλιγμένος στο αβέβαιο λυκόφως του ηλιοβασιλέματος, ο δεύτερος στο κρύο αλλά σαγηνευτικό φως της αυγής. Ο αστικός κόσμος, ο κόσμος του ατόμου, φθίνει. Αντίθετα αναδύεται ο κόσμος του Eργάτη, ο κόσμος της Μορφής. 

για να διαβάσετε ολόκληρο το άρθρο εδώ ... 

Jünger και Céline: Μια επικίνδυνη σχέση (https://samuraithsdyshs.wordpress.com/)

 

Με την βοήθεια του Ιταλού καθηγητή και μελετητή φιλολογίας, Gianluca Leggiero, σας παραθέτω το παρακάτω απόσπασμα μιας σύντομης μελέτης του για τα δυο μεγάλα μυαλά του 20ου αιώνα και την διαμάχη τους.

Το 1932 είναι το έτος κατά το οποίο εκδόθηκε το “Voyage au bout de la nuit” (Ταξίδι στο βάθος της νύχτας) του Celine και το “Der Arbeiter” (Ο Εργάτης) του Ernst Jünger. Έργα μεγάλης σημασίας για τους δυο συγγραφείς που σημάδεψαν τον 20ο αιώνα. 

Στο τέλος της γαλλικής εκστρατείας κατά τον Β’ παγκόσμιο πόλεμο, ο λοχαγός Jünger στάλθηκε στο γενικό επιτελείο της στρατιωτικής διοίκησης με έδρα το Παρίσι και εδώ είχε την ευκαιρία να συναντήσει πολλές φορές μεταξύ άλλων μεγάλων διανοούμενων και συγγραφέων, κατά τις περιβόητες λογοτεχνικές Πέμπτες στο σπίτι της Florence Gould, τον συγγραφέα εκείνου του “Ταξιδιού” που τον είχε εντυπωσιάσει «τόσο για τη δύναμη του στυλ του όσο και για τη μηδενιστική ατμόσφαιρα που προκαλούσε και αντανακλούσε πολύ καλά την κατάσταση εκείνων των χρόνων». 

Στις πολλές συνεντεύξεις που έδωσε ο Γερμανός στοχαστής για τη συνάντηση με τον ιδιαίτερο χαρακτήρα Celine, θα την θυμάται πάντα με μάλλον δυσάρεστες τόνους, από τους οποίους αναδύεται μια βαθιά περιφρόνηση, ίσως εμβληματική αν σκεφτεί κανείς ότι ανάμεσα στις διάφορες γνωριμίες που είχε κατά την παριζιάνικη περίοδο του, αυτή ήταν η μόνη που δεν αξιοποίησε να δείξει στοργή και θαυμασμό

για να διαβάσετε ολόκληρο το άρθρο εδώ ...

Υπάρχει η κουλτούρα στα Δεξιά; (του Adriano Romualdi, μετάφραση: Κωνσταντίνος Μποβιάτσος)

 

Υπάρχει η κουλτούρα στα Δεξιά;

του Adriano Romualdi

Μετάφραση: Κωνσταντίνος Μποβιάτσος

Το παρακάτω μικρό δοκίμιο γράφτηκε το 1970 από τον Ιταλό νεοφασίστα Adriano Romualdi και αφορά τον πολιτισμό και την κουλτούρα της Δεξιάς. Και πριν αρχίζουν οι διάφοροι περίεργοι να φωνάζουν και να γκρινιάζουν, να διαβάσουν με προσοχή το δοκίμιο αυτό (το οποίο βέβαια απαιτεί γνώσεις για  πολλές προσωπικότητες της Ευρωπαϊκής Φασιστικής κουλτούρας και το πνεύμα με την ορολογία τους)  και ας λάβουν αν μπορούν υπόψιν, σε ποια εποχή γράφτηκε και τι σήμαινε τότε ο όρος Δεξιά.

Τον ίδιο όρο χρησιμοποιούσε και ο Franco Freda στο σκληρό, καυστικό, προβοκατόρικο και ριζοσπαστικό δοκίμιο του «Η διάλυση του Συστήματος» - το οποίο θα κυκλοφορήσει στα ελληνικά σύντομα - και είχε απαγορευτεί πολλές φορές στην Ιταλία λόγω του ανατρεπτικού χαρακτήρα του σαν γραπτό. Φυσικά οι πρώτοι που αποδοκίμαζαν τέτοια γραπτά, όπως και πολλά του Romualdi, ήταν και είναι πάντα οι δεξιοί. 

(Η Εθνική παραφωνία σε νέα κοινοβουλευτική έκδοση και σε κρυφή εφεδρεία οι λιμπεραλιστές μαζί με τέκτονες εθνικούς διανοούμενους που λούζονται στον ποταμό της υποτέλειας για να παρουσιαστούν καθαροί στις ξένες δυνάμεις, υποκριτές και νάρκισσοι φιλοσιωνιστές εκδότες διαχρονικά λαμόγια τελευταίας διαλογής: «Εκλογές, εθνικές, δημοτικές, νομαρχιακές, σχολικές, φοιτητικές ... και όσες άλλες, κάλπες μα χιλιάδες κάλπες, ακριβές γραβάτες και ακριβά κουστούμια, ακριβά ψηφοφυλλάδια, ψήφοι ψηφουλάκια και κουκιά, μασόνοι βασιλιάδες και βασιλομήτορες, αντιναζί δεξιοί και αστοί ακροδεξιοί»)

Να λοιπόν που πάλι ο χειρότερος εχθρός των εθνικοεπαναστατών ξαναβρίσκεται στο προσκήνιο ειδικά στην πατρίδα μας, με νέα κόμματα και  νέο αντιφασιστικό αίμα, με φιλελεύθερες ιδέες, φίλοι και προστάτες της μετανάστευσης και αντικατάστασης των λευκών πληθυσμών της Ευρώπης μας.

Ας απολαύσουμε όμως τι μας γράφει ο Ιταλός συγγραφέας και συναγωνιστής:

Ίσως οι μορφωμένοι άνδρες να μην είναι λιγότερο πολλοί στα δεξιά παρά στα αριστερά. 

Αν αναλογιστούμε ότι η πλειοψηφία του δεξιού εκλογικού σώματος είναι αστοί, πρέπει να συναχθεί ότι υπάρχει πληθώρα όσων έχουν ολοκληρώσει την τριτοβάθμια εκπαίδευση και θα έπρεπε να έχουν αποκτήσει μια συγκεκριμένη «συνήθεια ανάγνωσης». Όμως, ενώ ο άνδρας στα αριστερά έχει επίσης στοιχεία αριστερής κουλτούρας, και διαβάζει τους Marx, Freud,  και τον Salvemini για παράδειγμα, ο άντρας στα δεξιά δύσκολα έχει δεξιά πολιτιστική συνείδηση.

Δεν υποψιάζεται την σημασία ενός Nietzsche στην κριτική του πολιτισμού, δεν έχει διαβάσει ποτέ μυθιστόρημα του Junger ή του Drieu La Rochelle, αγνοεί την «Την παρακμή  της Δύσης» ούτε αμφιβάλλει ότι η Γαλλική Επανάσταση ήταν μια μεγάλη σελίδα στην ιστορία της ανθρώπινης προόδου. Όσο παραμένει στην κουλτούρα είναι καλός φιλελεύθερος, ίσως λίγο εθνικιστής και πατριώτης. Μόνο όταν αρχίζει να μιλά για πολιτική διαφοροποιείται: διαπιστώνει ότι ο Μουσολίνι ήταν καλός άνθρωπος και δεν ήθελε πόλεμο και ότι οι ταινίες του Παζολίνι είναι «βρώμικες».

Χρειάζεται λίγα για να συνειδητοποιήσουμε ότι αν δεν υπάρχει πολιτισμός στα δεξιά, αυτό συμβαίνει επειδή δεν υπάρχει πραγματική ιδέα για το σωστό, μια ποιοτική, αριστοκρατική, ανταγωνιστική, αντιδημοκρατική κοσμοθεωρία. Ένα συνεκτικό όραμα πάνω από ορισμένα συμφέροντα, ορισμένες νοσταλγίες και ορισμένες πολιτικές ολογραφίες.

Τι σημαίνει να είσαι στην Δεξιά. Με αυτές τις δηλώσεις που, όπως όλες οι αληθινές δηλώσεις, θα σκανδαλίσουν περισσότερο του ενός, πιστεύουμε ότι έχουμε τοποθετήσει το δάχτυλό μας στην πληγή. Τι πρέπει να σημαίνει σωστά το «είναι της Δεξιάς»;

Το να είσαι δεξιός σημαίνει, πρώτα απ' όλα, να αναγνωρίσεις τον ανατρεπτικό χαρακτήρα των κινημάτων που προέκυψαν από τη Γαλλική Επανάσταση, είτε είναι φιλελευθερισμός, δημοκρατία ή σοσιαλισμός. 

Το να είσαι δεξιός σημαίνει, δεύτερον, να βλέπεις την παρακμιακή φύση των ορθολογιστικών, προοδευτικών, υλιστικών μύθων που προετοιμάζονται για την έλευση του πληβείου πολιτισμού, τη βασιλεία της ποσότητας, την τυραννία ανώνυμων και τερατωδών μαζών.

Το να είσαι δεξιός σημαίνει, τρίτον, να αντιλαμβάνεσαι το κράτος ως μια οργανική ολότητα όπου οι πολιτικές αξίες υπερισχύουν των οικονομικών δομών και όπου το ρητό «στον καθένα το δικό του» δεν σημαίνει ισότητα, αλλά δίκαιη ποιοτική ανισότητα.

Τέλος, το να είσαι Δεξιός σημαίνει να αποδέχεσαι αυτή την αριστοκρατική πνευματικότητα ως δική σου, θρησκευόμενη και πολεμίστρια που έχει διαμορφώσει τον ευρωπαϊκό πολιτισμό πάνω της, και - στο όνομα αυτής της πνευματικότητα και τις αξίες της - να αποδέχεσαι  τον αγώνα ενάντια στην παρακμή της Ευρώπης. Είναι ενδιαφέρον να δούμε σε ποιο βαθμό αυτή η δεξιά συνείδηση ​​έχει εμφανιστεί στην σύγχρονη ευρωπαϊκή σκέψη. Υπάρχει μια αντιδημοκρατική παράδοση που διαρκεί όλο τον XIX αιώνα και αυτό - στις διατυπώσεις της πρώτης δεκαετίας του XX - προετοιμάζει στενά τον Φασισμό.

Μπορεί να ξεκινήσει με τους προβληματισμούς για την επανάσταση στη Γαλλία, όπου ο Burkeήταν ο πρώτος που αποκάλυψε την τραγική φάρσα των Ιακωβίνων και προειδοποίησε ότι «καμία χώρα δεν μπορεί να επιβιώσει για μεγάλο χρονικό διάστημα χωρίς ένα αριστοκρατικό σώμα του ενός ή του άλλου είδους».

Αργότερα, αυτή η δημοσιότητα προσπάθησε να υποστηρίξει την Παλινόρθωση με τα γραπτά των Γερμανών ρομαντικών και των Γάλλων αντιδραστικών. Σκεφτείτε τους αφορισμούς του Novalis, με την αντιδραστικότητα τους να αστράφτουν με καινοτομία και επανάσταση στις υπαινικτικές και προφητικές προσδοκίες. Σκεφτείτε έναν Adam Muller, την πολεμική του ενάντια στον φιλελεύθερο ατομισμό του Adam Smith, την αντίθεση μιας εθνικής οικονομίας ενάντια στη φιλελεύθερη οικονομία. Σε έναν Gentz, σύμβουλο του Metternich και γραμματέα του Κογκρέσου της Βιέννης, σε έναν Gorres, σε έναν Baader, στον ίδιο τον Schelling. Δίπλα τους στέκεται ένας Federico Schlegel με τα πολλαπλά του ενδιαφέροντα, το περιοδικό Europa, μανιφέστο του ευρωπαϊκού αντιδραστηρίου, η έξαρση του Μεσαίωνα, οι πρώτες μελέτες για την ινδοευρωπαϊκή καταγωγή, η διαμάχη με τους Ιταλούς φιλελεύθερους για τον πατριωτισμό του Δάντη, ενός πατριώτη της «Αυτοκρατορίας» και όχι ένας μικροεθνικιστής .

Σκεφτείτε έναν De Maistre, αυτόν τον αφέντη της αντεπανάστασης που εξύψωσε τον δήμιο ως σύμβολο της ανδρικής και θετικής τάξης, του υποκόμη De Bonald, του Chateaubriand, ενός μεγάλου αντιδραστικού συγγραφέα και πολιτικού, του ριζοσπαστισμού ενός Donoso Cortes: «Βλέπω ότι έρχεται η ώρα των απόλυτων αρνήσεων και των κυρίαρχων διαβεβαιώσεων».

Επιπλέον, η καθαρά αντιδραστική κριτική είχε πολύ εμφανή όρια στο κλείσιμο της σε εκείνες τις εθνικές και αστικές δυνάμεις που φιλοδοξούσαν να ιδρύσουν μια νέα αλληλεγγύη πέρα ​​από τις αρνήσεις του Διαφωτισμού. Ο Arndt, ο Jahn, ο Fichte, αλλά και ο Hengel της Φιλοσοφίας του Δικαίου ανήκουν στον αντεπαναστατικό ορίζοντα για την εθνικοαλληλέγγυα αντίληψη του κράτους, ακόμα κι αν δεν συμμερίζονται τον νομιμοποιητικό δογματισμό του. Το κλείσιμο στις εθνικές δυνάμεις (ακόμα και εκεί όπου όπως και στη Γερμανία βρίσκονται σε αντιφιλελεύθερες θέσεις) είναι το όριο της πολιτικής της Ιεράς Συμμαχίας.

Με την κατάρρευση του συστήματος του Metternich, λόγω της μυωπίας της βασικής αντίληψης (καταπολέμηση της επανάστασης με την αστυνομία και αποκατάσταση της νομιμότητας του δέκατου όγδοου αιώνα), η αντεπανάσταση χωρίζεται σε δύο κλάδους: ο ένας παραμένει σε καθαρά νόμιμες, ομολογιακές θέσεις που προορίζονται να συντριβούν, ο άλλος αναζητά νέους τρόπους και μια νέα λογική.

Ο Gobineauδημοσίευσε το 1853 το αξιομνημόνευτο «Essai sur l'inegalité des races humaìnes» (Δοκίμιο για την ανισότητα των ανθρώπινων φυλών), βασίζοντας την ιδέα της αριστοκρατίας στα φυλετικά της θεμέλια. Το έργο του Gobineau θα βρει μια συνέχεια στα γραπτά των Γερμανών Clauss, Giinther, Rosenberg, του Γάλλου Vacher de Lapouge, του Άγγλου H. S. Chamberlain. Μέσα από αυτό η έννοια της «καταγωγής», θεμελιώδους σημασίας για τον εθνικισμό, αποσπάται από την αυθαιρεσία των διαφόρων εθνικών μύθων και επανέρχεται στο σκανδιναβικό - ινδοευρωπαϊκό ιδεώδες ως αντικειμενικό μέτρο του ευρωπαϊκού ιδεώδους.

Στο τέλος του αιώνα, το ηγετικό σημείο της Δεξιάς βρίσκεται στην πολεμική του Nietzsche ενάντια στον δημοκρατικό πολιτισμό. Ο Nietzsche, ακόμη περισσότερο από τον Carlyle και τον Gobineau, είναι ο δημιουργός μιας μοντέρνας «Φασιστικής» Δεξιάς, στην οποία έχει δώσει μια επαναστατική  γλώσσα αρνήσεων. Η Νιτσεϊκή είναι η περιφρόνηση του αντιπάλου, η αμεσότητα της επίθεσης, η επαναστατική εγκράτεια. Ο λόγος του Nietzsche θα απορροφηθεί στην Ιταλία από τους Μουσολίνι και d' Annunzio, στη Γερμανία από τους Junger και Spengler, στην Ισπανία από τον Ortega y Gasset.

Εν τω μεταξύ, μια «αλλαγή προσήμου» έχει γίνει και μέσα στον εθνικισμό. Ήδη στις διατυπώσεις των Γερμανών ρομαντικών το έθνος δεν ήταν πια η ασυνάρτητη μάζα, το έθνος των Ιακωβίνων, αλλά η στάσιμη κοινωνία, με τα κοινωνικά της σώματα, τις παραδόσεις της, την αρχοντιά της. Μια κοινωνία - δίδασκε ο Federico Schlegel - είναι τόσο πιο εθνική όσο πιο δεμένη με τα έθιμά της, το αίμα της, τις κυρίαρχες τάξεις της, που αντιπροσωπεύουν τη συνέχειά της στην ιστορία.

Στο γύρισμα του αιώνα, ολοκληρώθηκε μια αναμόρφωση του εθνικισμού στο πνεύμα του συντηρητισμού. Ο Maurras και ο Barrés στη Γαλλία, ο Oriani και ο Corradini στην Ιταλία, οι Πανγερμανιστές και το «κίνημα της νεολαίας» στη Γερμανία, ο Kipling και η Rhodes στην Αγγλία, έχουν δώσει στην εθνική ιδέα ένα παραδοσιακό και αυταρχικό αποτύπωμα. Ο νέος εθνικισμός είναι ουσιαστικά στοιχείο της τάξης.

Φασισμός, Εθνικοσοσιαλισμός και Δεξιός πολιτισμός

Ουσιαστικά έχει ειπωθεί. Στην πραγματικότητα, ο απροσδιόριστος μύθος του «λαού» εξακολουθεί να χρησιμεύει για τη λαθραία διακίνηση μιας σειράς ιδεών που δεν είναι δεξιές. Εξ ου και η κακή πρόσφυση των Φασιστικών καθεστώτων της Ιταλίας και της Γερμανίας στον τομέα του πολιτισμού. Ο Φασισμός και ο Εθνικοσοσιαλισμός, αν και είχαν ξεκάθαρη αντίθεση τους στα κινήματα που προέκυψαν από τη Γαλλική Επανάσταση, αν και τόλμησαν να σταθούν ενάντια στους αστικούς και προλεταριακούς μύθους, ενάντια στον Αγγλοσαξονικό Καπιταλισμό και τον Ρωσικό Μπολσεβικισμό, απέτυχαν να δημιουργήσουν μια ιδεολογική ακρόπολη εντός του κράτους που θα μπορούσε να επιβιώσει από την πολιτική καταστροφή.

Αρκεί να πούμε ότι στην Ιταλία η πολιτιστική ηγεσία ανατέθηκε στον Gentile, έναν άνθρωπο που ήξερε να πληρώνει αυτοπροσώπως, αλλά - ιδεολογικά - μόνο ήταν ένας πατριώτης αναγεννησιακών  πνευμάτων, στενά συνδεδεμένος με τον κόσμο της φιλελεύθερης κουλτούρας. Δεν αποτελεί έκπληξη το γεγονός ότι όλοι οι μαθητές του Gentile δραστηριοποιούνται σήμερα στο αντιφασιστικό, ακόμη και στο κομμουνιστικό στρατόπεδο. Όποιος διαβάζει τη Γένεση και τη δομή της κοινωνίας δεν μπορεί να μην μπερδευτεί με το δημοκρατικό - κοινωνικό πνεύμα αυτού του έργου που, επάξια, κορυφώνεται στο μπολσεβικικό ιδεώδες του ανθρωπισμού της εργασίας. Έτσι, δεν προκαλεί έκπληξη το γεγονός ότι ένας οπαδός του Gentile  όπως ο Ugo Spirito παρουσιάζεται, κατά καιρούς, πότε ως «κορπορατιστής», τώρα ως «κομμουνιστής», χωρίς να χρειάζεται να αλλάξει μια γραμμή από όσα έχει γράψει.

Στην Ιταλία κατά τη διάρκεια της Φασιστικής εικοσαετίας γινόταν πολύς λόγος για την πατρίδα, για το έθνος, αλλά ποτέ δεν υπήρχε ανησυχία για τη διακίνηση των ιδεών της πιο σύγχρονης δεξιάς κουλτούρας. Η «Παρακμή  της Δύσης» του Spengler (που γνώριζε και ο Mussolini), το «Der Arbeiter» του Junger, το «Der wahre staat» του Span δεν μεταφράστηκαν ποτέ. Τα μυθιστορήματα όπως το «Gilles» του Drieu La Rochelle ή το «The Proscripts» του von Salomon αγνοήθηκαν εντελώς από την επίσημη Φασιστική κουλτούρα.

Υπό αυτές τις συνθήκες, ήταν φυσικό να αγνοηθεί το έργο ενός Julius Evola. Ένα βιβλίο σαν το «Εξέγερση ενάντια στον σύγχρονο κόσμο» που μεταφρασμένο στη Γερμανία προκάλεσε μεγάλο ενδιαφέρον, (ο Gottfried Benn έγραψε γι' αυτό: "Ένα έργο του οποίου η εξαιρετική σημασία θα γίνει σαφής στα επόμενα χρόνια. Όσοι το διαβάσουν θα νιώσουν μεταμορφωμένοι και θα κοιτάξουν την Ευρώπη με διαφορετικά μάτια») στην Ιταλία μετρήθηκε ως άγραφο.

Στη σκιά του Fascio, πίσω από την πρόσοψη των αετών και των στολών, συνέχισε να ανθίζει μια ουδέτερη, ανόητη κουλτούρα, μερικές φορές πιστή στο καθεστώς λόγω ενός οικείου μικροαστικού πατριωτισμού, πιο συχνά σε μια κρυφή πολεμική και προκλητική στάση. Σήμερα μερικά από τα μνημεία της εποχής  είναι στη μόδα, στα οποία ορισμένες μέτριες προσωπικότητες της πολιτικής και της δημοσιογραφίας καυχιούνται ότι έκαναν καριέρα ως Φασίστες χωρίς να είναι στην πραγματικότητα. Η κακή πίστη αυτών των άθλιων μορφών είναι εμφανής, αλλά, ανάμεσα σε τόσα ψέματα, μια αλήθεια παραμένει: η «Φασιστική Κουλτούρα», η επίσημη των Littoriali της νεολαίας, πίσω από μια πρόσοψη κολακευτικών αφιερωμάτων στον Ντούτσε, στο καθεστώς, στην Αυτοκρατορία, παρέμεινε ένα μείγμα «πατριωτικού» σοσιαλισμού, «εθνικού» φιλελευθερισμού και «ιταλικού» καθολικισμού.

Με την πτώση της ταυτότητας Ιταλίας - Φασισμού, η παραδοσιακή έννοια της πατρίδας κατέρρευσε το 1943, οι «πατριώτες» σοσιαλιστές έγιναν σοσιαλκομμουνιστές, οι «εθνικοί» φιλελεύθεροι μόνο εθνικοί και οι «Ιταλοί» καθολικοί έγιναν χριστιανοδημοκράτες.Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι ο οπορτουνισμός συνέβαλε σε αυτή τη γενική φυγή, αλλά είναι βέβαιο ότι αν ο Φασισμός είχε κάνει κάτι για να δημιουργήσει μια κουλτούρα της Δεξιάς, μια απόρθητη ιδεολογική ακρόπολη, κάτι θα είχε μείνει όρθιο.

Ο Εθνικοσοσιαλισμός βρέθηκε να λειτουργεί σε καλύτερη βάση. Η κουλτούρα της γερμανικής Δεξιάς είχε πίσω της μια σειρά από ονόματα με κύρος, ξεκινώντας από τους πρώτους ρομαντικούς μέχρι τον Νίτσε. Ο ίδιος ο Γκαίτε άφησε κατηγορηματικά λόγια δυσπιστίας για τη φιλελεύθερη αγάπη της εποχής του. Επιπλέον, μεταξύ του '18 και του '33, άνθισε στη Γερμανία η λεγόμενη «Συντηρητική Επανάσταση» με συγγραφείς ευρωπαϊκής φήμης: τον Oswald Spengler και τον Ernst Junger, Othmar Spann και Moeller van den Bruck, Ernst von Salomonκαι Hans Grimm είναι γνωστά ονόματα ακόμη και εκτός γερμανικών συνόρων. Ο ίδιος ο Thomas Mann είχε δώσει με τις Θεωρήσεις του μια αντιπολιτική μια θεμελιώδης συμβολή στην υπόθεση της Γερμανικής δεξιάς.

Κι εδώ, όμως, ο μύθος του «λαού» πήρε το χέρι των κυβερνώντων και οι Gleichschaltung φίμωσαν κάθε κριτική, ακόμη και εποικοδομητική. Αλλά, απέναντι στον Φασισμό, ο Εθνικοσοσιαλισμός είχε την εξυπνάδα να εξαναγκάσει την ουδέτερη κουλτούρα να παραδοθεί. Αυτό, πολύ περισσότερο από το Ιταλικό καθεστώς, είχε τη συνείδηση ​​ότι αντιπροσώπευε ένα αυθεντικό όραμα του κόσμου, βίαια εχθρικό σε όλη τη σήψη και τις στρεβλώσεις της σύγχρονης Ευρώπης. Η έκθεση της εκφυλισμένης τέχνης, το κάψιμο των βιβλίων είχαν, αν μη τι άλλο, ένα ιδανικό επαναστατικό νόημα, ένα χαρακτήρας ανοιχτής εξέγερσης ενάντια στα φετίχ ενός κόσμου σε αποσύνθεση.

Αλλά και εδώ υπήρχε μια υπερβολή. Μαινόμαστε ενάντια σε χαρακτήρες που θα μπορούσαν επίσης να μείνουν μόνοι, όπως ο Benn και ο Wiechert, ενώ με τη σειρά τους οι ιεροεξεταστές έδειξαν ελαττώματα Λαϊκιστών  και Ιακωβίνών. Υπάρχει ένα φυλλάδιο με τίτλο «An die Dunkelmànner unserer Zeit», ("Στους σκοταδιστές της εποχής μας") στο οποίο ο Ρόζενμπεργκ απαντά στους Καθολικούς επικριτές του «Μύθου» του με μια χυδαιότητα που δεν έχει τίποτα να ζηλέψει στον Βολταίρο ή τον Anatole France.

Ωστόσο, ήταν σε ένα Εθνικοσοσιαλιστικό περιβάλλον που το φιλόδοξο έργο σχεδιάστηκε για τη δημιουργία ενός «Weltanschaulicher Stosstrupp», ενός «στρατευμένου πολεμικού σώματος στο πεδίο της παγκόσμιας όρασης» για να ανοίξει ένα πέρασμα στον γκρίζο ορίζοντα της ουδέτερης και αστικής κουλτούρας. Και η ίδια η αντίληψη των SS, η υπέρβαση του απλού Γερμανικού πατριωτισμού στον μύθο της Άριας Φυλής, η σύλληψη του Κράτους ως ενός ανδροπρεπούς Τάγματος (Ordensia - atsgedanke), η ιδέα μιας ευρωπαϊκής αυτοκρατορίας του Γερμανικού έθνους, τοποθετούν τον Εθνικοσοσιαλισμό στην πρώτη γραμμή στη διατύπωση των ιδεολογικών περιεχομένων μιας καθαρής Δεξιάς.

Ενδείξεις για μια νέα κουλτούρα της Δεξιάς

Τι προβλήματα ανακύπτουν για όσους θέλουν να αντιμετωπίσουν το πρόβλημα της κουλτούρας της Δεξιάς; Πρώτα απ 'όλα, απαιτείται μια σωστή προσέγγιση στο πρόβλημα. Και η πρώτη συμβολή σε αυτή την προσέγγιση είναι ο ορισμός των σχέσεων μεταξύ της Δεξιάς και του πολιτισμού. Πρέπει να καταστεί σαφές ότι, για τον άνθρωπο στα δεξιά, οι πολιτιστικές αξίες δεν καταλαμβάνουν την υψηλή θέση στην οποία τις ανεβάζουν συγγραφείς με ορθολογικό υπόβαθρο.

Για τον αληθινό δεξιό άνθρωπο, πριν από τον πολιτισμό έρχονται οι γνήσιες αξίες του πνεύματος που βρίσκουν έκφραση στον τρόπο ζωής των αληθινών αριστοκρατών, στους στρατιωτικούς οργανισμούς, στις θρησκευτικές παραδόσεις που είναι ακόμη ζωντανές και λειτουργούν. Πρώτα υπάρχει ένας συγκεκριμένος τρόπος ύπαρξης, μια ορισμένη ένταση προς ορισμένες πραγματικότητες, μετά ο απόηχος αυτής της έντασης με τη μορφή της φιλοσοφίας, της τέχνης. Σε έναν παραδοσιακό πολιτισμό, σε έναν κόσμο της δεξιάς, το ζωντανό πνεύμα έρχεται πρώτα και μετά ο γραπτός λόγος. Μόνο ο αστικός πολιτισμός, που γεννήθηκε από τον σκεπτικισμό του Διαφωτισμού, μπορούσε να σκεφτεί να αντικαταστήσει το ηρωικό και ασκητικό πνεύμα με τον μύθο του πολιτισμού, τη δικτατορία των φιλοσόφων.

Ο δημοκράτης έχει την λατρεία του προβληματικού, της διαλεκτικής, της συζήτησης και ευχαρίστως θα μετέτρεπε τη ζωή σε καφενείο ή κοινοβούλιο. Για τον άνθρωπο της δεξιάς, αντίθετα, η πνευματική έρευνα και η καλλιτεχνική έκφραση αποκτούν νόημα μόνο ως επικοινωνία με τη σφαίρα του όντος, με κάτι που - όπως κι αν συλληφθεί - δεν ανήκει πλέον στη σφαίρα της συζήτησης αλλά στη σφαίρα της αλήθειας. Ο αληθινός δεξιός άνδρας είναι ενστικτωδώς ομόθρησκος όχι με την απλή λατρευτική έννοια του όρου, αλλά επειδή μετράει τις αξίες του όχι με το μέτρο της προόδου αλλά με αυτό της αλήθειας. «Το να είσαι συντηρητικός - έγραψε ο Moeller van den Bruck - δεν σημαίνει να εξαρτάσαι από το άμεσο παρελθόν, αλλά να ζεις σε αιώνιες αξίες».

Ο Δεξιός πολιτισμός και η τέχνη δεν μπορούν να ισχυρίζονται ότι είναι ο ναός, αλλά μόνο ο προθάλαμος του ναού. Η ζωντανή αλήθεια είναι πιο πέρα. Εξ ου και μια ορισμένη δυσπιστία για τον γνήσιο άνθρωπο του δικαιώματος προς τον σύγχρονο πολιτισμό, μια απρόσωπη περιφρόνηση για τον απλό λαό των συγγραφέων, των δημοσιογράφων. Θυμηθείτε τα λόγια του Νίτσε: «Κάποτε η σκέψη ήταν Θεός, μετά έγινε άνθρωπος, τώρα έγινε πληβείος. Άλλος ένας αιώνας αναγνωστών και το πνεύμα θα σαπίσει και θα βρωμήσει». Ο Χοσέ Αντόνιο συνέστησε στους Φαλαγγίτες του το «ασκητικό και στρατιωτικό αίσθημα της ζωής».

Τούτου λεχθέντος, ας ρίξουμε μια πιο προσεκτική ματιά στο έργο της εμψύχωσης μιας δεξιάς κουλτούρας. Στόχος, όπως είπαμε, είναι η κατασκευή ενός οράματος για τον κόσμο που εμπνέεται από αξίες άλλες από αυτές που κυριαρχούν σήμερα.

Όχι θεωρία ή φιλοσοφία, αλλά «κοσμοθεωρία». Αυτό αφήνει μεγάλο περιθώριο ελευθερίας για συγκεκριμένες ρυθμίσεις. Μπορείτε να εργαστείτε για να δημιουργήσετε μια δεξιά κοσμοθεωρία τόσο από την Καθολική όσο και από την «νεοειδωλολατρική» πλευρά, τόσο προβάλλοντας τον μύθο του Novalis της Ευρώπης - Χριστιανισμού όσο και υποστηρίζοντας την Ευρώπη - Άρια ταυτότητα. Ένα σεμνό αλλά ενδιαφέρον παράδειγμα αυτού του concordia discors μας προσφέρουν τα νεανικά περιοδικά του πρώιμου νεοφασισμού. Και φυσικά ότι νέο  από την πλευρά των Εβολιανών που συνέβαλαν όχι λίγο σε μια διαδικασία αναθεώρησης ορισμένων αστικών και πατριωτικών μύθων, χαρακτηριστικών της παλιάς Δεξιάς.

Τα χρωστούσαν όλα ή σχεδόν όλα σε αυτόν που μπορεί κάλλιστα να οριστεί ο δάσκαλος της νεοφασιστικής νεολαίας: τον Julius Evola. Χωρίς βιβλία όπως το «Όρθιοι στα ερείπια» και το «Καβαλικεύοντας την τίγρη» δεν θα ήταν δυνατό να διατηρηθεί ένας πολιτιστικός χώρος ελεύθερος στα δεξιά. Αλλά ο Evola είναι μια τεράστια μορφή και η δουλειά του βρίσκεται τώρα πίσω του. Χρειάζονται νέες δημιουργικές δυνάμεις ή τουλάχιστον ένα έργο έξυπνης διάδοσης. Οι συγκεκριμένοι τομείς της ιστορίας, της φιλοσοφίας, της μη μυθοπλασίας πρέπει να καλλιεργηθούν. Κάτι πρέπει να δοκιμαστεί σε επίπεδο τέχνης. Όχι για το τίποτα ο Evola συνέκρινε την παράδοση με μια φλέβα που χρειάζεται αμέτρητα τριχοειδή αγγεία  για να μεταφέρει αίμα σε όλο το σώμα.

Οδηγίες για μια νέα Δεξιά κουλτούρα

Ποια θα μπορούσαν να είναι τα καθήκοντα μιας Πολιτιστικής δεξιάς; Στο πεδίο της κοσμοθεωρίας, ο ορισμός μιας οργανικής, και όχι μηχανικής, ποιοτικής και μη ποσοτικής σύλληψης, ενός Ganzheitslehre (ολιστική διδασκαλία ), για το οποίο υπάρχει ένα σύνολο μια σειρά ορόσημων από τον Schelling έως τον Othmar Spann. Αλλά και ορισμένα σκέλη του ιδεαλισμού - καθαρισμένα από μια ορισμένη ιστορικιστική μυθολογία - μπορούν να αποτελέσουν σημεία αναφοράς κατά του νεομαρξισμού και του νεοδιαφωτισμού. Από τον Hegel της Φιλοσοφίας του Δικαίου μέχρι τον καλύτερο Gentile, ορισμένα στοιχεία μπορούν να χρησιμοποιηθούν. Δεν πρέπει να παραλειφθεί η κριτική της επιστήμης και η μαθηματική σύλληψη του σύμπαντος, στην οποία τόσο η κριτική της έννοιας του νόμου της φύσης από έναν Boutroux, όσο και ακόμη και το «Yélan vital» του Bergson μπορούν να χρησιμεύσουν ως στοιχεία για μια μη μαθηματική αντίληψη, αλλά εθελοντική και πνευματιστική του σύμπαντος.

Επομένως, υπάρχουν πολλά σημεία αναφοράς σε αυτόν τον τομέα. Το σημαντικό είναι να συνειδητοποιήσουμε ότι μια κοσμοθεωρία πρέπει επίσης να διατυπωθεί με λογικούς και όχι μόνο μυθικούς όρους. Η σημασία ενός Evola σε σύγκριση με έναν Guénon είναι ότι έχει πίσω του μια Θεωρία και μια Φαινομενολογία του Απόλυτου Ατόμου, δηλαδή μια πραγματική σκέψη, ύψιστης συνέπειας και ακρίβειας. Σε μια εποχή κυρίαρχου ορθολογισμού, δεν μπορούμε να περιμένουμε να αποδεχθούμε έναν «παραδοσιακό» που παρουσιάζεται με περισσότερους ή λιγότερους όρους ως Φιντεισμός.

Ένας δεύτερος τομέας είναι αυτός της ανθρωπολογίας. Ανθρωπολόγοι όπως ο Αμερικανός Jensen (Η κληρονομικότητα της νοημοσύνης) και ο Άγγλος Eysenck (Φυλή, Ευφυΐα και Εκπαίδευση) έχουν αναλύσει το πνευματικό χάσμα μεταξύ λευκών και μαύρων, επισημαίνοντας κληρονομικούς παράγοντες .  Ένας άλλος Αμερικανός, ο Carleton S. Coon στο βιβλίο του «The origin of races» - που θεωρείται η πιο σημαντική μελέτη για την προέλευση του ανθρώπου μετά από αυτές του Δαρβίνου - έδειξε πώς οι ανθρώπινες φυλές δεν έχουν κοινό πρόγονο αλλά έχουν ξεπεράσει χωριστά το κατώφλι της κυριαρχίας. Πρόκειται για θεμελιώδεις δηλώσεις, τις οποίες τα μέσα μαζικής ενημέρωσης προσπαθούν να αγνοήσουν, αλλά τις οποίες μια Δεξιά δεν μπορεί να αγνοήσει λόγω των συνεπειών τους κατά της ισότητας.

Στο περιθώριο της επιστήμης βρίσκεται ένα από τα πιο συζητημένα θέματα σήμερα: η οικολογία. Λοιπόν, θα ήταν παράλογο για τη Δεξιά να εγκαταλείψει αυτό το θέμα προς τα αριστερά όταν όλο το απόλυτο νόημα της μάχης της ταυτίζεται ακριβώς με τη διατήρηση των διαφορών και ιδιαιτεροτήτων που είναι απαραίτητες για την πνευματική ισορροπία του πλανήτη, την διατήρηση των οποίων η προστασία το φυσικό περιβάλλον είναι ένα μέρος.

Επίσης εκείνο της Ιστορίας είναι ακόμη ένα θέμα , βίαια χτυπημένο από την αριστερά. Η απόδειξη ότι η Δεξιά είναι ενάντια στην «αίσθηση της ιστορίας» είναι ένα από τα φθηνότερα μέσα απαξίωσης της στα μάτια μιας εποχής έτοιμης να ανταλλάξει την τεχνική πρόοδο με την απόλυτη πρόοδο. Πρώτα απ' όλα, είναι απαραίτητο να δημιουργηθεί χώρος για μια μη τετριμμένη εξελικτική αντίληψη της ιστορίας. Ένας Oswald Spengler, ένας Toynbee, ένας Giinther, ένας Altheim μπορούν να προσφέρουν σημεία αναφοράς.

Στην αντίληψη της ιστορίας ως μηχανικής «προόδου» πρέπει να αντιταχθεί ένα ιστορικό όραμα που γνωρίζει περιόδους ανάπτυξης και περιόδους εξέλιξης. Γενικά, δεν υπάρχει ιστορία της ανθρωπότητας, αλλά μόνο μια ιστορία των διαφορετικών γενεαλογικών γενεών και πολιτισμών, για παράδειγμα μια ιστορία της Ευρώπης ως η δημιουργία των ινδοευρωπαϊκών γενεαλογικών γενεών μέσω των προϊστορικών, ελληνορωμαϊκών και μεσαιωνικών κύκλων. Αυτή η αντίληψη για έναν ευρωπαϊκό «πολιτισμό» είναι επίσης που μας βοηθά να κατανοήσουμε την πιο πρόσφατη ιστορία. Όλη η δεξιά ιστοριογραφία από τον 19ο αιώνα και μετά ήταν γραμμένη σε εθνικό και εθνικιστικό πνεύμα. Αυτό το σχήμα δεν ήταν μεθοδολογικά λάθος, αλλά στενό. Έδειξε τα όρια του όταν ο Φασισμός παρουσιάστηκε ως ευρωπαϊκό κίνημα για την αναδιάρθρωση ολόκληρου του ευρωπαϊκού πολιτισμού.

Ο τομέας της τέχνης αξίζει ιδιαίτερης αναφοράς. Εδώ η σαφήνεια των κατευθυντήριων γραμμών δεν αρκεί, αλλά είναι απαραίτητο να ενσωματωθούν οι «σωστές» θέσεις με αυτό το αλάθητο του γούστου που δίνει καλλιτεχνική αρχοντιά σε μια αίσθηση του κόσμου. Τι είναι η δεξιά τέχνη; Δεν πρόκειται απλώς για τη δημιουργία καλών μυθιστορημάτων ή ποιημάτων που διαφέρουν ως προς το περιεχόμενο, αλλά για την έκφραση μιας διαφορετικής υφολογικής έντασης. Υπάρχουν βιβλία των συγγραφέων «δεσμευμένων» προς τα δεξιά στα οποία δύσκολα θα μπορούσε να βρεθεί αυτή η νέα διάσταση. Αντίθετα, μπορεί να εμφανιστεί σε λιγότερο αφοσιωμένους συγγραφείς.

Δείτε, για παράδειγμα το βιβλίο «Στα μαρμάρινα βράχια» του Junger. Αυτός ο συγγραφέας, αν σε κάποια περίοδο ήταν πολύ κοντά στον Εθνικοσοσιαλισμό, αργότερα αποσπάστηκε από αυτόν υιοθετώντας κριτικές στάσεις. Αλλά δύσκολα θα μπορούσαμε να βρούμε κάτι πιο «σωστό» από αυτό το παραμύθι: η αριστοκρατική απροσωπία της αφήγησης, το άψογο και αστραφτερό ύφος, η απουσία έστω και της παραμικρής νιφάδας αστικού ψυχολογισμού καθιστούν δύσκολο να ξεχαστεί το μοντέλο. Γενικά, αυτοί οι χαρακτήρες βρίσκονται σε όλα τα καλύτερα έργα του Junger.

Αλλά ένα «δεξιό» καλλιτεχνικό συναίσθημα μπορεί επίσης να εμψυχώσει ένα αραιό, φτωχό, «νατουραλιστικό» υλικό. Έτσι τα μυθιστορήματα του Νορβηγού Hamsun, κυρίως ιστορίες χωρικών του Βορρά: ψαράδες, ναυτικοί, αγρότες. Κι εδώ, έστω και με ήσσονος σημασίας τόνο, σταθερή και μετρημένη αξιοπρέπεια και - ταυτόχρονα - μυθικό στοιχείο στα γεγονότα αυτών των απλών ψυχών που παλεύουν ενάντια στη μοίρα στη μαγνητική ατμόσφαιρα του βόρειου τοπίου. Εδώ πρέπει να περιοριστούμε σε μερικά παραδείγματα, τα πρώτα που μας έρχονται στο μυαλό. Αλλά ο καθένας μπορεί να καταλάβει τι θέλαμε να πούμε και να ενσωματώσει αυτές τις υποδείξεις με την ευαισθησία και τις γνώσεις του.

Και ερχόμαστε σε μια δευτερεύουσα τέχνη, τον κινηματογράφο. Εδώ, επίσης, θα κάνουμε μερικές διάσπαρτες αντανακλάσεις που μπορούν να χρησιμεύσουν για να πλαισιώσουν το πρόβλημα. Ο καθένας μπορεί να δει ότι η Πολιορκία του Αλκαζάρ είναι μια καλή Φασιστική προπαγανδιστική ταινία. Αλλά, αυστηρά μιλώντας, ένα αντιφασιστικό έπος θα μπορούσε επίσης να είχε γίνει με την ίδια γλώσσα. Από την άλλη, υπάρχουν μερικά πλάνα του κομμουνιστή Εβραίου Eisenstein (έχουμε στο μυαλό μας κάποια καρέ του Ιβάν του Τρομερού) που λόγω του εθνικιστικού και αυταρχικού μυστικισμού τους δεν μπορούν να μην χαρακτηριστούν «δεξιοί». Έτσι είναι γνωστό ότι ο Fritz Lang, ο σκηνοθέτης των Nibelungs, ήταν ένας πεπεισμένος κομμουνιστής που εγκατέλειψε τη Γερμανία με την έλευση του Χίτλερ. Λίγες όμως ταινίες καταφέρνουν να εκφράσουν περισσότερα από το αριστούργημα του το ηρωικό, μυθικό και παγανιστικό Stimung της Εθνικοσοσιαλιστικής Γερμανίας. Και ο Γκαίμπελς έδειξε αξιοσημείωτη ευφυΐα όταν σκέφτηκε αυτόν να σκηνοθετήσει την ταινία του Συνεδρίου της Νυρεμβέργης.

Άλλο παράδειγμα: ο Ίνγκμαρ Μπέργκμαν. Αυτός ο συγγραφέας σίγουρα δεν μπορεί να χαρακτηριστεί "φασίστας" (αν και οι κομμουνιστές προσπάθησαν κάποτε). Υπάρχει όμως μια δύναμη σε κάποια έργα του συμβολική, η οποία - μεταφερόμενη από την τέχνη στον κοινωνικό τομέα -  δεν μπορεί να μην ασκεί ορισμένες, ακριβείς προτάσεις που οι αντίπαλοι ευχαρίστως θα όριζαν «παράλογο και φασιστικό». Σας παρουσιάζουμε μερικές λήψεις από το «The Seventh Seal». Θυμηθείτε τα μυθικά και πανηγυρικά τοπία, την παρουσία του αόρατου στην καρδιά του ορατού, το δράμα του ήρωα. Εδώ δεν θέλουμε να διώξουμε κανένα πολιτικό μήνυμα, αλλά η εντύπωση που αποκομίζει ο θεατής από το σύνολο κάθε άλλο παρά «δημοκρατική», «κοινωνική» και «ανθρωπιστική». Φυσικά και εδώ αποφασίζει το ένστικτο. Όποιος είναι αληθινά δεξιός, που εσωτερικά χαρακτηρίζεται από ορισμένες αξίες, από ένα ιδιαίτερο ήθος, θα μπορέσει αμέσως να διακρίνει τις καλλιτεχνικές εντυπώσεις που ανήκουν στον κόσμο του. Η αισθητική προέρχεται από το αισθάνομαι, μια γνώση από την άμεση αίσθηση.

Οι σκέψεις που γίνονται εδώ δεν είναι συστηματικές. Θέλουν απλώς να αντιμετωπίσουν ένα πρόβλημα, όχι να το ορίσουν. Από την άλλη πλευρά, οι οδηγίες είναι επίσης επαρκείς σε αυτόν τον τομέα και γενικές. Πέρα από αυτά ο καθένας πρέπει να προχωρήσει με τις γνώσεις και τις ικανότητες του. Λίγες υποδείξεις είναι αρκετές για να ανιχνεύσουμε τις γραμμές ανάπτυξης μιας δεξιάς κουλτούρας. Αλλά αυτός ο αφηρημένος προσανατολισμός θα αρχίσει να διαμορφώνεται όταν τα άτομα αρχίσουν να γράφουν  να πράττουν και να δημιουργούν.

Μια κριτική για τον «Εργάτη» και την σκέψη του Ernst Jünger (του Κωνσταντίνου Μποβιάτσου)

 


"Ο χαρακτήρας δεν είναι επίκτητος, χαρίζεται στον άνθρωπο χάριν στην ιδιοτροπία μιας ιερής, άδικης μοίρας, την οποία αναγνωρίζουν οι εθνικιστές και απαρνούνται οι φιλελεύθεροι."

Ernst Jünger, Der Charakter

Αφορμή για το παρακάτω άρθρο πήρα από την μελέτη και την συζήτηση σε ένα συμπόσιο Μεταπολιτικής, για  το βιβλίο του Evola, αφιερωμένο στον Junger, «ο Εργάτης, ο Μαχητής, ο Άναρχος». Ο Julius Evola πιστώνεται ότι συνέβαλε στη διάδοση και τη γνώση πολλών συγγραφέων. Ένας από αυτούς είναι ο Ernst Jünger. Ο Evola, στην πραγματικότητα, έδωσε προσοχή στο έργο και τα γραπτά του Jünger ακόμη και πριν από τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο, όταν το όνομα του Jünger μόλις γινόταν γνωστό στους Ιταλούς «Γερμανιστές».

Σύμφωνα με τον Evola, το κύριο έργο του Jünger ήταν αναμφίβολα ο «Εργάτης», ένα έργο του 1932 και μεταφράστηκε στα Ιταλικά πολλές δεκαετίες αργότερα. Ωστόσο, ο Evola ήταν ο πρώτος που προσπάθησε να το μεταφράσει τη δεκαετία του 1950. Μη έχοντας πετύχει στην επέμβαση του αυτή, αποφάσισε, εν μέρει λόγω της ιδέας να διορθώσει ορισμένα σημεία της σκέψης του Jünger, να γράψει ένα βιβλίο για τον «Εργάτη», ώστε να μπορεί να σχολιάσει και να επιλέξει τα πιο ενδιαφέροντα μέρη του κειμένου. Έτσι γεννήθηκε «ο Εργάτης, ο Μαχητής, ο Άναρχος».

Σήμερα, ωστόσο θα σχολιάσουμε  το δοκίμιο του Evola για τον Jünger για κάποιες σκέψεις, που θα έχουμε στη συνέχεια έναν καλύτερο τρόπο να αναπτύξουμε στο συγκεκριμένο βιβλίο και πάντα σε μια ανάλυση που έγινε με Ιταλούς συναγωνιστές σε ένα διαδικτυακό συμπόσιο αφιερωμένο σε αυτό το δοκίμιο.

Καταρχήν θα θέλαμε να σημειώσουμε ότι πρόκειται για ένα από τα «άβολα» βιβλία του Evola. Με την έννοια ότι είναι ένα από αυτά που λιγότερο από όλα βρίσκει απήχηση μεταξύ των οπαδών αυτού του Δασκάλου της Παράδοσης. Ως το πρόσωπο του σύγχρονου πνευματισμού, αυτό το βιβλίο του Evola δεν είναι ένα από τα πιο γνωστά για την φήμη του, την προβολή και το ενδιαφέρον.

Ο λόγος; Στην πραγματικότητα, είναι περίεργο όταν σταθμίζεται με το γεγονός ότι ο Evola για τον Jünger επέστρεψε για να μιλήσει μετά από περισσότερα από τριάντα χρόνια εκδοτικής και δημοσιογραφικής δραστηριότητας. Ανάμεσα σε όλες τις «άβολες ευφυΐες» της δεκαετίας του 1900, μάλιστα, ο Jünger ήταν μια συνεχής αναφορά για τον Evola, αν και με κάποιες αποστάσεις που σταδιακά ήταν πιο δυνατές, πιο μεγάλες. Αλλά ο Jünger για τον οποίο θέλουμε να επικεντρωθούμε και που αποτελεί την καρδιά της εξελικτικής ερμηνείας του τελευταίου, είναι αυτή του «Εργάτη».

Μάλιστα, ήταν ο ίδιος ο Evola που αναγνώρισε τον εαυτό του στη φράση «Γιουνγκεριανός»,  που από το «Καταιγίδα του Ατσαλιού» (1920), περνώντας στο «Ο Εργάτης» (1932), φτάνει στους «Μαρμάρινους βράχους» (1939). Μετά το 1945 ο Evola απομακρύνθηκε όλο και περισσότερο από τις νέες «Γιουνγκεριανές» θέσεις του με ορισμένες εξαιρέσεις λόγω βιβλίων που εξέταζαν θετικά ορισμένες από τις θέσεις του Jünger του παρελθόντος (π.χ. στο «Στο τείχος του χρόνου») χωρίς να ενθουσιάζεται ιδιαίτερα με τη φάση του «Περάσματος στο δάσος», πράγματι, και παραμένοντας δεμένος  με την εποχή του «Εργάτη».

Ασφαλώς το γεγονός ότι, σε αυτό, αναδύεται μια πολύ έντονη πολιτική φύση κάνει αυτό το κείμενο του Evola να μην είναι ιδιαίτερα ευχάριστο στους περισσότερους. Στην πραγματικότητα, ο Evola βλέπει στο μοντέλο του «Εργάτη» μια πραγματικά υπαινικτική (αν και όχι πλήρη) απάντηση στις προκλήσεις της νεωτερικότητας, δηλαδή στο πρόβλημα της όρασης και του νοήματος της ζωής στη σύγχρονη εποχή.

Μέλημα του πολιτικού Evola ήταν πάντα να δώσει μια ζωηρή και ζωντανή διαμόρφωση, πραγματική και επίκαιρη, σε εκείνη την αντιαστική και αντιβιταλιστική αντίληψη της ζωής. Οι προκλήσεις της νεωτερικότητας  και ειδικότερα μιας τεχνικής που είχε δείξει με τον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο ότι αποτελεί το αληθινό παράδειγμα της σύγχρονης εποχής, καθιστούν το μοντέλο του «Εργάτη» κεντρική αναφορά για τον Evola.

Ο Evola, σε αυτό, βλέπει πέρα ​​από τον ίδιο τον Jünger που μετά τη δεκαετία του '30 ουσιαστικά εγκαταλείπει το θέμα: για τον Evola η τεχνική φαίνεται ήδη να προβλέπει εκείνη την υγρή διάσταση, την κινούμενη θα λέγαμε, που θα έπαιρνε στη συνέχεια μορφή στα επόμενα χρόνια. Επομένως, η προνοητικότητα του Evola έγκειται στην υπέρβαση της πιο τυπικής και γνωστής μορφής της τεχνικής, κατανοώντας ότι ακόμη και με την τυπική εμφάνιση της  σε όλο και πιο ρευστούς ορίζοντες, θα εξακολουθούσε να αποτελεί τον όρο σύγκρισης για τον σύγχρονο άνθρωπο.

Μπορεί να κατακτηθεί η καταστροφική και στοιχειώδης δυναμική της τεχνολογίας, εξαλείφοντας όλες τις αντιφάσεις ενός πλέον φθαρμένου και υποτιμημένου κόσμου; Είναι δυνατόν, παραδόξως, να μετατραπεί σε Πνεύμα αυτό που, συστατικά, είναι το αντί-Πνεύμα, δηλαδή η τεχνική και η στοιχειώδης φύση; Ναι σύμφωνα με τον Jünger. Ναι, ακόμη και σύμφωνα με τον Evola, αλλά ο πρώτος θα αγωνίζεται πάντα έχοντας μερικώς χάσει τον στόχο.

Στην πραγματικότητα, από τον «Γιουνγκεριανό»  τύπο λείπει η πλήρωση ενός πνευματικού χώρου που παραμένει αδυσώπητα άδειος, δεν υπάρχει επαρκής «θεολογία». Επομένως, η ομιλία του Jünger για τη μεταφυσική παραμένει μια υπαινικτική αλλά μάλλον περιορισμένη άσκηση, επειδή στερείται εκείνης της ανώτερης αιτιολόγησης που μόνο το πνευματικό επίπεδο μπορεί να δώσει.

Ο Evola«καίει» λοιπόν τον Jünger και τον εργάτη του; Καθόλου. Την αξία αυτού, αναγνωρίζει ο Evola και βρίσκεται πάνω από όλα στο ηθικό και υπαρξιακό επίπεδο. Χωρίς να ξεχνάμε ότι το να φτάσουμε σε τέτοιες γραμμές, με σεβασμό στην υπανθρωπότητα που μας περιβάλλει (μέσα και έξω!), θα ήταν το πρώτο βήμα για κάθε σοβαρή δουλειά ανόρθωσης του χαρακτήρα και της βάσης, επομένως, για μια αληθινή και σωστή άσκηση.

Ως προς το γιατί, ακόμη και σήμερα, μόνο ένας συγκεκριμένος Jünger μπορεί να διαβαστεί από  τους Εθνικιστές και οι συμβουλές του Έβολα δεν έχουν βρει πραγματικούς ακόλουθους, υπάρχουν πολλοί λόγοι για να το υποδείξουμε. Στον Φασισμό, εξάλλου, οι προτάσεις του έργου του Junger, η της «Συνθήκης του Επαναστάτη» είχαν πάντα πολύ περισσότερο χώρο και συμπάθεια από τις λιτές, μεταλλικές προτάσεις του «Εργάτη». Ίσως η προσπάθεια που, ξεκινώντας από τις δεκαετίες του 1970, κυρίως στην Γαλλία αλλά  και του 1980, είδε στο λεγόμενο ρεύμα «Νέα Δεξιά», να  ξαναδουλεύει το πολιτιστικό πάνθεον της εξωκοινοβουλευτικής «Δεξιάς» στην αδέξια προσπάθεια να γλυκάνει όπου χρειάζεται και πολιτιστική διαπίστευση όπου είναι δυνατόν.

Ο Jünger υπηρέτησε πολύ καλά την επιχείρηση αυτή, ενσωματώθηκε ευρύτερα σε εκείνο το έργο της ανάκαμψης της «Συντηρητικής Επανάστασης», σχεδόν αποστασιοποιώντας τον εαυτό του από το μετέπειτα Εθνικοσοσιαλιστικό καθεστώς.

Σήμερα θα ήταν ιδανική η περίπτωση να απαλλαγούμε από όλες αυτές τις εξαρτήσεις από το «προπατορικό αμάρτημα» και να επιστρέψουμε για να υψωθούμε στους κάθετους ορίζοντες του «Εργάτη». Ένας κόσμος που δεν κατοικείται πλέον από άνδρες, αλλά από καταναλωτές και χρήστες ψηφιακών, που έχει επίσης ξεχάσει το νόημα μιας «κανονικής» ζωής, πολύ ανθρώπινης, χρειάζεται απεγνωσμένα τον «Εργάτη». Διαβάστε για να πιστέψετε.

Άρθρο για τον Ernst Jünger: 
Περιοδικό «Έρημη Χώρα» τεύχος τέταρτο σε μορφή αρχείου .pdf

 

ΑΠΟΚΛΕΙΣΤΙΚΟ: Περιοδικό «Έρημη Χώρα» τεύχος τέταρτο σε μορφή αρχείου .pdf


Λίγο μετά την ξαφνική ... παύση της έκδοσης του ποιοτικού «αριστερού» Εθνικοσοσιαλιστικού περιοδικού «Γαμμάδιον» το οποίο έκανε θραύση εντός του «χώρου» αλλά και σε κύκλους των Εξαρχείων (…) 

- είχαν ανέβει όλα τα τεύχη σε .pdf από την συντακτική μας ομάδα με χιλιάδες downloads σε ελάχιστους μήνες με αποτέλεσμα να μπλοκαριστούν όλοι οι σύνδεσμοι μετά από συνεχείς αναφορές των «γνωστών αγνώστων» - 

εμφανίζεται το 2007 μια νέα εκδοτική προσπάθεια που ονομάστηκε «Έρημη Χώρα». 

Αν και το τελευταίο τεύχος το 4οστην σειρά κυκλοφόρησε ακριβώς πριν δέκα χρόνια (Νοέμβριος 2011) το ενδιαφέρον παραμένει αμείωτο και τα μέλη της συντακτικής ομάδας διατηρούν μέχρι σήμερα το ομώνυμο ιστολόγιο καθώς και ηλεκτρονική διεύθυνση για όσους επιθυμούν να επικοινωνήσουν ...

http://erimihora.blogspot.com/ 

... ενώ σε μια άκρως ενδιαφέρουσα συνέντευξη του αρχισυντάκτη Ρωμανού στην σελίδα των Ελλήνων Ρομαντικών της ΦΛΕΦΑΛΟ - την οποία μπορείτε να διαβάσετε εδώ - η κίνηση αυτή χαρακτηρίζεται ως μια προσπάθεια της Παραδοσιοκρατίας και με «αναφορές σε μια πλειάδα θεματικών που στο πολιτικό πλαίσιο ξεκινούν από τον ριζοσπαστικό συντηρητισμό και καταλήγουν στον αναρχικό εθνικισμό και τον εθνικομπολσεβικισμό, με λογοτεχνικές αναζητήσεις που διαπερνούν την λογοτεχνία του φανταστικού για να καταλήξουν στον ‘’αντιδραστικό μοντερνισμό’’ και με καλλιτεχνικές προσεγγίσεις». 

Η περιγραφή αυτή πράγματι δεν απέχει από την πραγματικότητα και στην δική μας οπτική αυτή η κίνηση εντασσόταν πλήρως - προς φρίκη και απογοήτευση πολλών αντιδραστικών ακροδεξιών που έχουν τα τελευταία χρόνια και πρόβλημα μνήμης - στην ευρύτερη Ελληνική «Τρίτη Θέση» λόγω της ενδιαφέρουσας θεματολογίας και της εξαιρετικής αρθρογραφίας και μάλιστα σε μια εποχή ενδυνάμωσης των Αυτόνομων/Ανένταχτων ομάδων με κάποιες από αυτές να επηρεάζονται μέχρι και σήμερα από την «Στρασσερική» τάση και την αντικαπιταλιστική παράδοση του κινήματος. 

Κάθε τεύχος υπήρξε μια πολύτιμη παρακαταθήκη με το σύνολο των τευχών να έχουν πιθανότατα εξαντληθεί από όλα τα γνωστά σημεία διανομής ενώ μετά από σχετική άδεια η συντακτική μας ομάδα τον Μάρτιο του 2017 ανέβασε σε .pdf το πρώτο, δεύτερο, και τρίτο τεύχος τα οποία μπορείτε να κατεβάσετε ελεύθερα αντιστοίχως εδώ, εδώ και εδώ.

Τον Νοέμβριο του 2011 κυκλοφορεί το 4ο τεύχος του ανεξάρτητου περιοδικού «Έρημη Χώρα».

Η ύλη μια εκδοτική «βόμβα» - με ένα εξώφυλλο αλλά και οπισθόφυλλο συνώνυμα της αισθητικής - που απαρτίζεται ανάμεσα σε άλλα από κάποια «εκρηκτικά» άρθρα σχετικά με τον οικοφασιστή ακτιβιστή Pentti Linkola, τον «καταραμένο» Ernst Niekisch, τον κορυφαίο διανοητή και πολεμιστή Ernst Junger, τον Μάρτυρα της εθνικοεπαναστατικής ιδέας Francis ParkerYockey καθώς και την Συλλογική Αυτόνομη Έκδοση «Νοσταλγοί του Μέλλοντος» σχετικά με την οποία μπορείτε να δείτε εδώ ή να κατεβάσετε εδώ σε .pdf. Την συλλογή άρθρων την έχουν ήδη στα ηλεκτρονικά αρχεία τους μέσω των Αυτόνομων συναγωνιστών και του «Μαύρου Κρίνου» εκατοντάδες νεολαίοι που αρνούνται να ενταχθούν στα κομματικά μαντριά ή να προσκυνήσουν τα διάσημα «τοτέμ» της αστικής πλουτοκρατικής άκρας δεξιάς.

Η συντακτική ομάδα του «Μαύρου Κρίνου» οφείλει να ευχαριστήσει δημοσίως τον αρχισυντάκτη του περιοδικού για την άδεια να προβληθούν συνολικά τα 4 τεύχη του περιοδικού.

Περιοδικό «Έρημη Χώρα» τεύχος τέταρτο για να το κατεβάσετε στον σύνδεσμο εδώ

http://erimihora.blogspot.gr/

Ernst Junger


«Ο μεσήλικας, εμβολιασμένος, επαναεμβολιασμένος, απαλλαγμένος από μικρόβια, συνηθισμένος στα φάρμακα, έχει λιγότερες πιθανότητες να ζήσει από κάποιον που δεν ξέρει τίποτα για όλα αυτά τα φάρμακα. Η χαμηλή θνησιμότητα των ειρηνικών καιρών δεν δίνει το μέτρο της αληθινής υγείας μπορεί από τη μια μέρα στην άλλη να δώσει τη θέση του στο αντίθετο του. Μπορεί να προκαλέσει ακόμη και άγνωστες ασθένειες. Ο ιστός των λαών γίνεται εύθραυστος»

Συνθήκη του επαναστάτη ή (η καταφυγή στα δάση, Der Waldgang), 1951