Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΙΔΕΟΛΟΓΙΚΑ ΚΕΙΜΕΝΑ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΙΔΕΟΛΟΓΙΚΑ ΚΕΙΜΕΝΑ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Εθνικιστική Εργατική Πρωτομαγιά - Για το Σοσιαλιστικό Κράτος Ενός Υψηλότερου Πολιτισμού (άρθρο του Γιώργου Μάστορα)

 

γράφει ο Γιώργος Μάστορας

Επί αρκετές δεκαετίες ο εορτασμός της Εργατικής Πρωτομαγιάς έχει καταντήσει μια εθιμοτυπική υπόθεση ρουτίνας. Το σύστημα κατάφερε να μετατραπεί η μέρα της Πρωτομαγιάς, από την μια πλευρά σε μια καθιερωμένη εκδρομούλα των ταλαίπωρων αστών για μάζεμα λουλουδιών, ενώ από την άλλη σε μια χαζοχαρούμενη και άοσμη πορεία των ξοφλημένων μπολσεβίκων εργατοπατέρων, με εκφώνηση χιλιοακουσμένων κούφιων συνθημάτων και πανηγυρικών λόγων. Όμως, η Εργατική Πρωτομαγιά δεν μπορεί να έχει επ' ουδενί σχέση με τα παραπάνω. Η Εργατική Πρωτομαγιά Αποτελεί μέρα Μνήμης και Αγώνα. Είναι μέρα Σκέψης και Προβληματισμού για το ζοφερό μέλλον που μας επιφυλάσσουν ο  φιλελευθερισμός και ο καπιταλισμός.

Μετά την παταγώδη κατάρρευση των λαομίσητων και διεφθαρμένων καθεστώτων του λεγόμενου "υπαρκτού σοσιαλισμού ", οι θιασώτες του καπιταλισμού πανηγύριζαν για "τον θάνατο του σοσιαλισμού" και "τον θρίαμβο της ελεύθερης οικονομίας της αγοράς". Και στον εργαζόμενο, που βλέπει ότι η "ελεύθερη οικονομία" σημαίνει φτώχεια, πείνα και ανεργία, σημαίνει εργατικά ατυχήματα , σημαίνει συνεχής εισροή λαθρομεταναστών (που επιφέρουν περαιτέρω αύξηση της ανεργίας και της εγκληματικότητας, καθώς και πληθυσμιακή και πολιτισμική αλλοτρίωση), σημαίνει οικολογική μόλυνση και εξαθλίωση των συνθηκών ζωής, σημαίνει θησαύρισμα των κάθε λογής μεγαλοκαρχαριών, του δείχνουν την μίζερη κατάσταση που επί δεκαετίες υπήρχε στην Ανατολική Ευρώπη.

Όμως, τα πράγματα δεν είναι έτσι. Αυτός ο μαρξιστικός, ισοπεδωτικός, αντεθνικός και αντιλαϊκός "σοσιαλισμός" δεν ήταν τίποτα άλλο παρά ένα άθλιο ψέμα, ένα βρώμικο δημιούργημα για την διάσπαση της Ενότητας της Λαϊκής Κοινότητας. Απέναντι σ' αυτόν τον ψεύτικο "σοσιαλισμό", Προτείνουμε έναν Εθνικό , Ιεραρχικό, Αξιοκρατικό Σοσιαλισμό, Πραγματικό Υπερασπιστή των Εργατών και των Δικαιωμάτων. Ο μόνος Αληθινός Σοσιαλισμός έχει Αναπόφευκτα Εθνικιστικό Περιεχόμενο και είναι Ζωντανός, έτοιμος να Αμφισβητήσει Έμπρακτα την καπιταλιστική κυριαρχία. Ο Εθνικισμός, πιστεύοντας ότι ο Λαός δεν ζει για την Οικονομία και ούτε η Οικονομία υπάρχει για το Κεφάλαιο, αλλά αντιστρόφως το Κεφάλαιο υπηρετεί την Οικονομία κι αυτήν με την σειρά της τον Λαό, βρίσκεται σε Οξύτατη Αντίθεση τόσο με την μαρξιστική όσο και με την φιλελεύθερη αντίληψη για την Οικονομία.

Ο Εθνικισμός απορρίπτει την μαρξιστική αντίληψη για την "πάλη των τάξεων" ως αντεθνική και αντιλαϊκή, και ως εντελώς ασυμβίβαστη με την Ιδέα του Εθνικού Κράτους και της Ενωμένης Λαϊκής Κοινότητας. Ο Εθνικισμός, στηριζόμενος σε Ιδεαλιστική και Ηρωική βάση, έρχεται σε πλήρη σύγκρουση με την υλιστική αντίληψη της Ζωής που διαπνέει την κομμουνιστική αντίληψη. Ο κομμουνισμός υπήρξε ένα εντελώς αποτυχημένο κοσμοθεωρητικό - βιοθεωρητικό σύστημα,  που υποβίβασε την αξία της ανθρώπινης ζωής και εξευτέλισε κάθε έννοια κοινωνικής δικαιοσύνης, καθώς χωρίς να ήταν ποτέ σε θέση να ανεγείρει ένα δικό του υγιές και ανθεκτικό πολιτικό και οικονομικό οικοδόμημα, το μόνο που κατάφερνε ήταν να γκρεμίζει και να εγκαταλείπει τα πάντα στην καταστροφή και το χάος.

Η πλήρη αποτυχία, όμως, του μαρξιστικού μοντέλου δεν δικαιώνει σε καμία περίπτωση τον φιλελευθερισμό, τον οποίο ο Εθνικισμός αντιμετωπίζει με ακόμη μεγαλύτερη απέχθεια  Για τον Εθνικισμό, η Οικονομία δεν μπορεί να κινείται μέσα στο Κράτος χωρίς αυστηρή επιτήρηση και έλεγχο, καθώς η Οικονομία δεν είναι τίποτα άλλο παρά ένα από τα μέσα πραγματοποίησης των Εθνικών Σκοπών. Σε αντίθεση με τον φιλελευθερισμό, τασσόμαστε υπέρ της συνεχούς παρακολούθησης από την πλευρά του Κράτους του επιπέδου των τιμών και της κατεύθυνσης των Κεφαλαίων. Σε αντίθεση με τους υλιστές και τους χρηματάνθρωπους, Πιστεύουμε πως οι τιμές των αγαθών και ο τόκος των Κεφαλαίων δεν πρέπει να διέπονται από την σχέση της προσφοράς και της ζήτησης , ενώ το εμπόριο και οι τράπεζες δεν επιτρέπεται να καθοδηγούνται από την κερδοσκοπία και την ιδιοτέλεια. 

Απορρίπτουμε, λοιπόν, εξ' ολοκλήρου τις φιλελεύθερες απόψεις, για να μην εγκαταλειφθούν οι ασθενέστερες τάξεις στο χείλος του γκρεμού. Η φιλελεύθερη οικονομία είναι εκείνη που εξέθρεψε τόσο τον κομμουνισμό στο παρελθόν όσο και τον σύγχρονο κεφαλαιοκρατισμό, την παντοδυναμία δηλαδή του Κεφαλαίου έναντι των υπολοίπων συντελεστών της Παραγωγής και ιδιαίτερα της Ανθρώπινης Εργασίας. Αυτά τα χρόνια της καπιταλιστικής εκμετάλλευσης, Εμείς οι Εθνικιστές Επαναστάτες Είμαστε οι Μόνοι που Έχουμε το Δικαίωμα και το Καθήκον να Μπορούμε να Πολεμήσουμε την πλουτοκρατική αντίδραση.

Ζήτω η Εργατική Πρωτομαγιά, λοιπόν, καθώς οι Εργάτες, οι Αγρότες, όλος ο " απλός λαός"("ο λαουτζίκος", σύμφωνα με τον Γιάννη Πρετεντέρη ...) Αποτελεί την Μοναδική Ελπίδα της Πατρίδας για να ξαναβρεί τον Δοξασμένο Εαυτό της. Γιατί ο Εργάτης Αποτελεί μια Τιμημένη Ιδιότητα του Ανθρώπου, που δεν έχει όμως την δυνατότητα να αφαιρεί την Βιολογική και Εθνική καταβολή που υπάρχει μέσα του και να καταπατά την προτεραιότητα τους. Αυτά, όμως, αποκτούν Ουσία και Σημασία μόνο μέσα σε ένα Εθνικό - Λαϊκό Κράτος, που δεν θα καταπιέζει, αλλά θα θα εκπροσωπεί τον Εργαζόμενο, ο οποίος θα Αποτελεί Αναπόσπαστο Οργανικό Μέλος της Λαϊκής Κοινότητας.

Οι Εθνικιστές Επαναστάτες Αγωνιζόμαστε για ένα Ανθρώπινο Πρόσωπο στην Ζωή μας, Πιστοί στις Αιώνιες Αξίες της Πατρίδας και του Λαού, ενάντια στις πλουτοκρατικές δημοκρατικές κυβερνήσεις  και στην συντηρητική ανασυγκρότηση του νεοφιλελευθερισμού. Αγωνιζόμαστε,  προαναγγέλλοντας ένα Νέο Αύριο, έτσι ώστε να Δημιουργήσουμε κάποια στιγμή Ένα Σοσιαλιστικό Κράτος  Ενός Υψηλότερου Πολιτισμού!

Οι αστικές δημοκρατίες ευνοούν την δημιουργία του «μαζάνθρωπου» (https://anaktisi-mag.gr/)

 

γράφει ο Άγγελος Δημητρίου 

Το αντιθετικό ζεύγος της μαζοποίησης και της οργανικής κοινωνίας αφορά τον τρόπο με τον οποίο δομείται και εκφράζεται ένα κοινωνικό σύνολο, τον τρόπο που αλληλεπιδρούν τα άτομα μεταξύ τους, την σχέση τους με την πολιτική εξουσία και τους θεσμούς, καθώς και την συμπεριφορά τους στο διεθνές περιβάλλον.

Η μάζα αποκρυσταλλώνεται ως κεντρικό χαρακτηριστικό στα αστικοδημοκρατικά καθεστώτα και αυτό δεν είναι παρά επιδίωξη της πολιτικής εξουσίας που επιδιώκει την συντήρηση και διαιώνιση της ώστε να εξυπηρετούνται τα κεφαλαιοκρατικά συμφέροντα. 

Έτσι, δεν υπάρχει πιο βολικός γι’ αυτήν τρόπος ώστε να εκφραστεί η κοινωνική δυναμική, από την αγελαία καταναλωτική χαύνωση, η οποία μάλιστα διατηρεί μιαν επίφαση δημοκρατικότητας με την επίκληση στην λαϊκή κυριαρχία και το κράτος δικαίου. 

Τα τελευταία είναι μόνο λέξεις κενές περιεχομένου καθώς οι αστικές δημοκρατίες έχουν κατορθώσει να διατηρηθεί ένα εξωτερικό περίβλημα λαϊκότητας, το οποίο όμως δεν αγγίζει την ουσία των θεσμών και τα στρώματα του λαού

για να διαβάσετε ολόκληρο το άρθρο εδώ ...

Φασιστοφοβία: το τελευταίο στάδιο της «δημοκρατίας» (https://mavreslegeones.blogspot.com/)

 

 Δεν έχει πλέον να κάνει με πολιτικό καθεστώς: σήμερα αρκεί να εκφράσουμε απλώς μια αδέσμευτη άποψη για να κατηγορηθούμε για «φασισμό». 

Ένας όρος που χρησιμοποιείται ως μότο, αδειασμένος από νόημα, αλλά γεμάτος μίσος, που κραδαίνεται από μια διανοούμενη και πολιτική τάξη που, ενώ κηρύττει την ανεκτικότητα, καλλιεργεί την πιο άγρια ​​μισαλλοδοξία απέναντι σε αυτούς που διαφωνούν. 

Αυτό που κάποτε ονομαζόταν συζήτηση έχει γίνει πλέον ανθρωποκυνηγητό. Η μονοπώληση της σκέψης δεν περιορίζεται στην λογοκρισία των πανεπιστημίων, των μέσων ενημέρωσης και της ποπ κουλτούρας: δημιουργεί ένα πολιτικό άγχος. 

Και έτσι γεννήθηκε η φασιστοφοβία: όχι απλώς ένας όρος, αλλά ένα πραγματικό σύνδρομο.

για να διαβάσετε ολόκληρο το άρθρο εδώ ...

Αφού αποτύχαμε στην συντήρηση, πώς να τολμήσουμε την επανάσταση; (https://anaktisi-mag.gr/)

 

γράφει ο Άγγελος Δημητρίου

Το «πρόσωπο» δηλώνει την ταυτότητα. Δηλώνει την κατανόηση του εαυτού, την αυτεπίγνωση, την συνειδητότητα.

Το «πρόσωπο» δηλώνει επίσης την ετερότητα. Κάθε πρόσωπο είναι μοναδικό και ανεπανάληπτο.

Τέλος, και πιο σημαντικό, το «πρόσωπο» δηλώνει την αναφορικότητα. Βρίσκεται - ακόμα και ετυμολογικά ο όρος - σε αναφορά προς κάτι το άλλο: βρίσκεται απέναντι στις παραστάσεις τις εξωτερικής πραγματικότητας και, το κυριότερο, βρίσκεται σε κοινωνία με το άλλο πρόσωπο.

Είναι λοιπόν, οι ταυτοτικές ετερότητες των προσώπων που συνιστούν την κοινότητα και αυτό αποτελεί μια οντολογική σταθερά πρωτογενή και πρωτόγονη, όσο και η ύπαρξη του ανθρώπου στον κόσμο.

Η κοινότητα πάλι, αποκτά την ιδιοπροσωπία  της που την εκδηλώνει σαν πολιτισμική έκφραση. Διακρίνεται λοιπόν και η κοινότητα από ταυτότητα, ετερότητα, και αναφορικότητα. 

Από την αυτοσυνείδηση μιας  πολιτισμικής και φυλετικής μονάδας, από την μοναδικότητα των χαρακτηριστικών της, από την αλληλεπίδραση με άλλες πολιτισμικές προσεγγίσεις.

Παρότι τα παραπάνω έχουν ειπωθεί και αναλυθεί πάλι και πάλι, είναι σημαντική η υπενθύμιση της καταγωγικής ουσίας του έθνους, και κατ’ επέκταση, της ενεργητικής του μορφοποίησης, του εθνικισμού.

Τρία στοιχεία: ταυτότητα, ετερότητα, αναφορικότητα, συγκροτούν και συνέχουν το έθνος, απηχούν τις αρχέγονες καταβολές του, συγκροτούν την οντολογική του αλήθεια.

Και σύμφωνα με αυτή την αλήθεια, αναπτύσσεται ο σημερινός εθνικισμός και διαμορφώνεται ο ρόλος του.

Στην κατανόησης της εθνικής ύπαρξης, ως ύπαρξης αξεδιάλυτης από τα δομικά της στοιχεία, την κοινότητα και το πρόσωπο, στον σεβασμό και την προάσπιση των στοιχείων αυτών. Στο πεδίο αυτό ο εθνικισμός παρουσιάζεται συντηρητικός, σαν πρόμαχος, σαν υπερασπιστής των ουσιωδών για την σύνολη ζωή του γένους.

Εκεί που ανακύπτει επαναστατικός, είναι στην δημιουργική πλαστικότητα, στην ζωντανή διαμορφωτική δύναμη με τις οποίες διαποτίζει το εθνικό σώμα.

Διότι δεν αρκεί η συντήρηση, αλλά είναι αναγκαία επίσης, η πολιτική αποκατάσταση, η εκφορά πολιτισμού, η ανάδειξη της ιδιομορφίας, ο πλούτος της δύναμης, η αναγεννητική ροή.

Σήμερα, τα τρία προαναφερθέντα στοιχεία βρίσκονται σε μια επικίνδυνη αχλή: Ποια είναι η ταυτότητα του ελληνισμού; 

Διατυπώνονται γνώμες, υπάρχουν διαφορές και διχογνωμίες, όμως ποια είναι η ταυτότητα που έχει εσωτερικεύσει ο λαός, η πεποίθηση για τον εαυτό του, το παρελθόν και το μέλλον του; Άλλο τόσο ομιχλώδη είναι και τα άλλα δύο στοιχεία, τόσο στο φυλετικό όσο και στο πολιτισμικό πεδίο.

Επομένως, η διαπίστωση είναι ρεαλιστικά απαισιόδοξη: αφού αποτύχαμε στην συντήρηση, πώς να τολμήσουμε την επανάσταση;

Εθνικός Σοσιαλισμός: η απάντηση στην παγκοσμιοποίηση (https://samuraithsdyshs.wordpress.com)

 

Ο 21ος αιώνας σύμφωνα με τον Φράνσις Φουκουγιάμα είναι ο αιώνας των ιδεολογικών αμφισβητήσεων και ο αιώνας της βαρβαρότητας κατά Κορνήλιο Καστοριάδη. Στην πραγματικότητα είναι το κλείσιμο του κύκλου του καπιταλισμού μέσα από μια ιστορική και οικονομική πορεία, που θέτει ζητήματα επιτάχυνσης τόσο οικονομικής όσο και ηθικής. 

Η παγκοσμιοποίηση ή παγκοσμισμός, κατά Δημήτρη Κιτσίκη, είναι μια βιοθεωρία και κατ’ επέκταση μια οικονομική ενδυνάμωση κάποιων ολιγαρχών, οι οποίοι διεθνοποίησαν τα κέρδη τους με αποτέλεσμα να δημιουργήσουν μοχλούς πολιτικής επιβολής σε θεσμούς που εμποδίζουν το PAX ECONOMICA, π.χ. τα έθνη-κράτη

για να διαβάσετε ολόκληρο το άρθρο εδώ

Εθνικισμός σημαίνει «όλα ή τίποτα» (του 'Αγγελου Δημητρίου)

 

του Άγγελου Δημητρίου

Βαφτίσαμε τον συμβιβασμό, την οκνηρία, την δειλία, την ενδοτικότητα, πολιτικό ρεαλισμό και σύνεση και διαλλακτικότητα. Και τότε ο Εθνικισμός αφυδατώθηκε και γέρασαν πρόωρα τα ζωντανά του κύτταρα μέσα στις συστημικές νοοτροπίες και διεργασίες της «πολιτικής» του συρμού.

Το κακό δεν είναι ότι η ζωή μας είναι φρικτή. Το κακό είναι ότι οι περισσότεροι έχουν συνηθίσει να ζουν αδιαμαρτύρητα, μέσα σε αυτήν την τακτοποιημένη φρικαλεότητα. 

Πολύ περισσότερο, το κακό είναι ότι πάρα πολλοί πείθουν τον εαυτό τους «να αναζητά τις μικρές στιγμές ευτυχίας» ή ότι «υπάρχουν και χειρότερα», στο όνομα μιας φτηνής ροζουλί ψυχολογίας, μιας ρητορείας που άλλο δεν κάνει απ’ το να προωθεί τον συμβιβασμό με την υποβάθμιση της ποιότητας ζωής. 

Το «υπάρχουν και χειρότερα», είναι το άλλοθι των εξουσιαστών. Για το «χειρότερο» που ζεις εδώ και τώρα, είναι η δικλείδα ασφαλείας για να «κάθεσαι φρόνιμος».

Επί παραδείγματι, οι περισσότεροι θεωρούν «κεκτημένο» και «πλεονέκτημα», το «δικαίωμα» στη μισθωτή σκλαβιά, που τους εξασφαλίζει μια αναλώσιμη μικροαστική ζωή μέσα στην απέραντη χαβούζα κάποιας μεγαλούπολης.

Πρόκειται για την ανάγκη που γίνεται φιλότιμο, είναι τα δεσμά που τα μετονομάσαμε σε στολίδια.

Για τον «αστό», αυτός εδώ είναι ο κόσμος του. Είναι δημιούργημά του και ταυτόχρονα ο ίδιος αποτελεί προϊόν του. Εμείς ωστόσο είμαστε καταγωγικά και ταυτοτικά, ξένοι προς την επιβληθείσα απάνθρωπη συνθήκη του μοντερνισμού. Ξένοι προς τον πλαστικοποιημένο πολιτισμό του καπιταλισμού και του λιμπεραλισμού.

Το πρόβλημα είναι ότι κανείς πια δεν «απελπίζεται». Όλοι συνεχίζουν σαν αυτόματα να διαγράφουν παραπαίοντας την μικρονοϊκή τους πορεία. Όμως, το μικρό μέρος της Ιστορίας που έλαχε να ζήσουμε δεν είναι παρά ο επιθανάτιος ρόγχος ενός ολόκληρου πολιτισμού. Ένα ψοφίμι που επιμένει να στέκεται στα σαπισμένα πόδια του, αγκομαχώντας για τα τελευταία του τυφλά βήματα. Θα το προμηθεύσουμε με υποστηρικτικά δεκανίκια ή θα του δώσουμε την χαριστική βολή;

για να διαβάσετε ολόκληρο το άρθρο εδώ ...

Ramiro Ledesma Ramos: Σύγκριση Φασισμού - Λενινισμού (https://mavreslegeones.blogspot.com/)

 

«Δέκα χρόνια έχουν περάσει από τότε που η Il Secolo αποφάσισε να στείλει έναν εξαιρετικό δημοσιογράφο - τον Luciano Magrini - για ένα μήνα στη Ρωσία προκειμένου να αποκαλύψει στους Ιταλούς ότι στη «nella Russia bolscevika» τα πάντα έχουν αποτύχει, συμπεριλαμβανομένου του ίδιου του μπολσεβικισμού. 

Αυτές ήταν οι παραμονές του βραδινού φωτός, που έκαναν τα πάντα θολά, νυχτερινά, στον ιταλικό αέρα. Καταιγίδες στο τέλος του πολέμου. Το εκκρεμές της πολιτικής ταλαντεύτηκε από το ένα άκρο στο άλλο. Δεξιά-αριστερά, αριστερά-δεξιά, σαν δύο εχθρικά χέρια που δεν μπορούσαν να συμφιλιωθούν στην ολοκληρωμένη υπηρεσία ενός ενιαίου σώματος. 

Η Ρωσία ήταν επίσης ένα λυκόφως. Οι πιο επιφανείς καταστροφολόγοι στη Δύση περιορίστηκαν στις επιφανειακές φόρμουλες: ασυμβίβαστο= ασιατικό αίνιγμα, σλαβικό χάος, απροσδιόριστη άβυσσος ...

για να διαβάσετε ολόκληρο το άρθρο εδώ ...

Kultura Europa: Εθνικιστικός αντιφασισμός (https://anaktisi-mag.gr/)

 

"Θέλετε να καταλάβετε τον φασισμό; Κοιτάξτε τους εχθρούς που πολέμησε και ότι φυσικά, θα πρέπει να συνεχίσει να πολεμά, ακόμα και αφού τους σκοτώσει, γιατί θα ξαναγεννηθούν."

Φασισμός και πολιτισμός - Giovanni Gentile 

μετάφραση: Κωνσταντίνος Μποβιάτσος

Σήμερα η Ευρώπη κυβερνάται από οικονομικές δυνάμεις και τεχνοκράτες, όπως ο υπόλοιπος κόσμος και δυστυχώς περιορίζεται σε έναν απλό γεωγραφικό χάρτη, τα σύνορα του οποίου αμφισβητούνται ακόμη και κατέχονται από τις δύο ιμπεριαλιστικές δυνάμεις που κέρδισαν τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο τις ΗΠΑ και την Ρωσία.

Στο εσωτερικό πολιτικό επίπεδο, ο φαινομενικός δυισμός, πολιτικός και οικονομικός, μεταξύ ΗΠΑ και Ρωσίας, ερμηνεύεται με τη συνήθη δυαδική λογική των κατηγοριών φίλος/εχθρός, καλός/κακός, που στην πραγματικότητα εμποδίζει τη σωστή εστίαση μιας επείγουσας ανάγκης, η οποία δεν μπορεί πλέον να αποποιηθεί μιας ευρωπαϊκής επιλογής σε κάθε τομέα: πολιτικό, τεχνολογικό, υπαρξιακό και πνευματικό. 

Ταυτόχρονα έχει χαθεί και η ικανότητα διάκρισης μεταξύ εχθρού και φίλου, καθώς και η βάση της έννοιας της Πολιτικής, της κληρονμιάς του Carl Schmitt. Όλα αυτά δυστυχώς, προκαλούν μια «πολιτική πλοήγηση εξ όψεως», που οδηγεί πολλούς να καταφύγουν στη «μικροπολιτική» των αδιέξοδων του πατριωτισμού και εθνικισμού.

για να διαβάσετε ολόκληρο το άρθρο εδώ ...

Pino Rauti - Έβολα, ένας οδηγός για το αύριο: περιοδικό Civilta, αριθμός 8 - 9 (Σεπτέμβριος - Δεκέμβριος 1974)


Μετάφραση: Ιάσονας Δράγος

Εισαγωγή της συντακτικής επιτροπής του Rigenerazione Evola: 

Το άρθρο που δημοσιεύεται παρακάτω είναι το πρώτο άρθρο, υπογεγραμμένο από τον διευθυντή Pino Rauti, του αρ. 8 - 9 (Σεπτ. - Δεκ. 1974) του περιοδικού Civiltà, ενός τεύχος εξ ολοκλήρου αφιερωμένο στον Julius Evola, ο οποίος πέθανε τον Ιούνιο του ίδιου έτους. 

Αυτό το άρθρο, το οποίο είναι σημαντικό για την κατανόηση της επιρροής του Evola στην λεγόμενη «ριζοσπαστική δεξιά» της μεταπολεμικής περιόδου, θα ακολουθήσει η πλήρης αναδημοσίευση όλων των υπόλοιπων κειμένων, απόψεων, συνεντεύξεων, αναμνήσεων των ανθρώπων που εμφανίστηκαν στο τεύχος εκείνο. 

Μια πρωτοβουλία που, ως RegenerAzione Evola, θεωρούμε απαραίτητη, για να αποτίσουμε φόρο τιμής τόσο στο περιοδικό Civiltà, φορέα του μηνύματος της Παράδοσης, σε συνέχεια της «Ordine Nuovo», όσο και στον Julius Evola, φέρνοντας στην ζωή και προτείνοντας ως αποχαιρετισμό να είναι η μνήμη και η σημασία του σήμερα όσο ποτέ άλλοτε , ως σημαία, ως οδηγός για το αύριο.

Pino Rauti

Έχουν περάσει σχεδόν έξι μήνες από τον θάνατο του Evola και σε όλο αυτό το διάστημα αυτό που δεν έπαψε να μας παρηγορεί ήταν ο απόηχος του θανάτου του. Θα μπορούσαμε να γεμίσουμε όλο αυτό το τεύχος του περιοδικού μας, το οποίο είναι εξ ολοκλήρου αφιερωμένο στον Evola, μια πρωτοβουλία που θέλει να είναι κάτι περισσότερο από ένας φόρος τιμής, μόνο αποσπάσματα από όσα έχουν γραφτεί για τον Evola εδώ και μήνες. Από το παρελθόν, από τις πιο ποικίλες εκφράσεις του ανθρώπινου, πολιτιστικού και πολιτικού μας κόσμου, τόσο στην Ιταλία όσο και στο εξωτερικό. Για τους αντιπάλους, εδώ και σε αυτήν την περίπτωση, δεν χρειάζεται να μιλήσουμε: ήταν περισσότερο από ποτέ ενθουσιασμένοι όπως το έθεσε ο Bossuet μέχρι την ανοησία τους», την έμφυτη ηθική και πνευματική τους μιζέρια, τον φυσιολογικό κρετινισμό τους. Αλλά για το τι συνέβη στο «περιβάλλον» μας, από την άλλη, το λαμβάνουμε υπόψη καθημερινά και επίμονα, γιατί ήταν αιτιώδης, γιατί είναι σημαντικό, γιατί παρείχε όλο το μέτρο μιας «ιδανικής διείσδυσης» που μπορεί επίσης να εξυπηρετήσει - ενώ οι καιροί μιας ολοένα και πιο σκληρής, πικρής, αντικειμενικά προεπαναστατικής πολιτικής πάλης δυναμώνουν - δίνοντας προσανατολισμό για το μέλλον. 

Πολλοί μίλησαν και έγραψαν για τον Evola, και μέσα σε αυτούς τους λίγους μήνες λάβαμε μια εντυπωσιακή ύλη κειμένων στην συντακτική μας επιτροπή: από ορισμένα γαλλικά περιοδικά με μεγάλη κυκλοφορία έως ορισμένα αφιερώματα που ακόμη και στην Ελβετία παραπέμπουν σε διατριβές του Έβολα. Και αυτό χωρίς να αναφερθώ σε όλα τα περιοδικά και τις εφημερίδες μας στις διάφορες γλώσσες. Στην Ιταλία το ίδιο συνέβη: εκτός από τις εφημερίδες και τα «δεξιά»περιοδικά, το όνομα, τη διδασκαλία του Evola, θυμήθηκαν με σεβασμό και στοργή στις περισσότερες τοπικές εκδόσεις, μέχρι εκείνα τα θαρραλέα τοπικά ενημερωτικά έντυπα  που κρατούν γενναία στην πρώτη γραμμή των ιδεών μας. Διαβάσαμε για τον Evola σε ένα φύλλο του CISNAL της Καμπανίας και σε μια εξαιρετική προς μίμηση δημοσίευση των νεαρών Misini της Πίζας, για να αναφέρουμε μόνο δύο παραδείγματα.

Ας κάνουμε τον απολογισμό ευσυνείδητα και τίμια, αν και σε μια τέτοια «συνθήκη» είναι φυσικό λόγω του γεγονότος του θανάτου, στο απλό επεισόδιο της φυσικής εξαφάνισης ενός στοχαστή και ενός συγγραφέα που τα τελευταία χρόνια, στα «δεξιά», που έχει διαδώσει ιδέες  με πολλά βιβλία, δοκίμια και άρθρα απομένουν ακόμη πολλά για στοχασμό και για διαλογισμό. Παρά οποιαδήποτε προσπάθεια, για πολλά χρόνια της μεταπολεμικής περιόδου, ο Julius Evola φαινόταν πάντα ένας «απομονωμένος». Φαινόταν ότι το «σημάδι» της αφαιρετικότητας και του σοφιστικέ διανοουμενισμού που τον συνόδευε σε όλη τη φασιστική περίοδο εξακολουθούσε να τον βαραίνει. Φαινόταν  ότι γύρω του ανέπνεε η ίδια ανυπέρβλητη «αύρα ακοινωνησίας» που τον είχε υποβιβάσει, τότε, στο περιθώριο και μάλιστα έξω από τη λεγόμενη «επίσημη» κουλτούρα.

Ας το παραδεχτούμε, και ας λέμε τα πράγματα ως έχουν. Δεν λείπουν οι ηλίθιοι στις τάξεις μας. Πράγματι, μπορεί να ειπωθεί ότι μερικές φορές είναι οι πιο θορυβώδεις ανάμεσά μας, και οι πιο φαινομενικά δυναμικοί και ομιλητικοί. Και αν, πριν, ο εξοστρακισμός του Evola κράτησε είκοσι χρόνια, τώρα δοκιμάστηκε, εφαρμόστηκε και συνεχίστηκε εδώ και τριάντα χρόνια, με την τρομερή σταθερότητα που έχουν οι διανοούμενοι της μισής σπιθαμής όταν πρέπει να «ροκανίσουν» κάποιον, πολύ μεγαλύτερο από αυτούς. Φυσικά, το λάθος που έγινε από αυτή την άποψη στα είκοσι χρόνια ήταν μεγάλο, ήταν πραγματικά συγκλονιστικό. Δεν θα διστάσουμε να το επισημάνουμε, ως ένα από τα σημαντικότερα που έλαβαν χώρα τότε, και από αυτά που εγκυμονούσαν ακόμη πολύ βαθύτερες αρνητικές συνέπειες - αλλά μόνο με την πρώτη ματιά, μόνο στη συνηθισμένη μυωπική και μέτρια άποψη, που ποτέ δεν ξέρει πώς να συλλάβει τους αδιάσπαστους δεσμούς μεταξύ των γεγονότων και των ιδεών - από εκείνο το καθαρά πολιτισμικό επίπεδο στο οποίο σήμερα είναι εύκολο για εμάς να το γράψουμε. Μας κάνουν να γελάμε ή να χαμογελάμε, οι αντίπαλοι που μιλούν για «λάθη» του φασισμού. Δεν ξέρουν καν τι λένε, από τη δική μας, πραγματικά δική μας, σκοπιά. 

Με τίμημα να τους σκανδαλίσουμε για άλλη μια φορά (και να αυξήσουμε ποιος ξέρει άραγε για πόσες σελίδες τον ήδη βαρύ «φάκελο» που μας αφορά και που οι ζηλωτές δημοκρατικοί και αντιφασίστες δικαστές συνεχίζουν να διατηρούν με πλήρη στοιχεία), ορίστε εδώ είναι ο γράφοντας. Επειδή στις θέσεις του Έβολα - προφανώς κλαδεμένες από τον καθαρά εκδοτικό ρεαλισμό των άρθρων που συνδέονται περισσότερο με την συγκυρία - υπήρχε στην ουσία της σκέψης του, στο ισχυρό ιδεολογικό - δογματικό σώμα της, στην εκπαιδευτική και συναρπαστική δύναμη της αναφοράς της στις υψηλότερες και ευγενέστερες Παραδόσεις όλης της Ηπείρου μας, υπήρξε η πολύ σταθερή - και άθραυστη - υποστήριξη για τις μεταπολιτικές, ακόμη και μεταφυσικές διαστάσεις εκείνης της σύγκρουσης. Τι σήμαινε στην πράξη; Ήταν πραγματικά σημαντικό αυτό; Εδώ, με τίμημα το ότι εξακολουθεί να σκανδαλίζω, είμαι πεπεισμένος ότι θα ήταν εξαιρετικά σημαντικό ίσως και καθοριστικό. 

Μια μεγαλύτερη διάχυση της σκέψης του Έβολα (δεν λέμε ηγεμονική, δεν λέμε καν εξέχουσα, αλλά μόνο επαρκής με το εγγενές ειδικό βάρος της απέναντι σε άλλα πολιτιστικά σκέλη του φασισμού που, χωρίς να το άξιζαν, εντούτοις ξεχώριζαν περισσότερο) θα είχε δώσει πολύ περισσότερη σταθερότητα στο κράτος, μια πολύ διαφορετική οξύτητα και διαύγεια στη μάχη αυτού του Καθεστώτος, και φυσικά θα είχε μεταγγιστεί και στα πολεμικά γεγονότα. Κανείς δεν έχει καταφέρει ακόμη να βγάλει από το μυαλό μου ότι ακριβώς αυτά τα λάθη του πολιτισμικού σκηνικού, ακριβώς εκείνα τα ελαττώματα που με την ευκολία έκφρασης και διάδοσης  δημιούργησαν οι αντιδραστικές, σκοτεινές και ανατρεπτικές δυνάμεις - μας οδήγησαν σε ένα σε μεγάλο βαθμό να είμαστε ένα ανεπαρκές πολεμικό όργανο, όταν ήρθε η ώρα για την απελπισμένη πολεμική ένταση, για τις υπέρτατες προσπάθειες και για  βασικές επιλογές.

Για παράδειγμα, για να καταλάβουμε: για τον πόλεμό μας, τον πόλεμο στη Μεσόγειο, στη Μέση Ανατολή, στους μεγάλους χώρους της Βόρειας Αφρικής και της Κεντρικής Αφρικής, χρειαζόμασταν ένα πολεμικό όργανο βασισμένο στην αεροπορία και το Πολεμικό Ναυτικό, με ένα «συντονισμό» οι δύο πρώτοι παράγοντες και να αποτελούνται ουσιαστικά από αλεξιπτωτιστές, τμήματα προσγείωσης, ολοκληρωμένες δυνάμεις μοτοσικλετιστών, και αντ' αυτού, αυτή η κουλτούρα μας έδωσε αυτό το Γενικό Επιτελείο: το Γενικό Επιτελείο Badogliano, τύπου "Πιεμόντε", ακόμα δεμένο με τα πρότυπα των ανθρώπινων μαζών και τον πόλεμο των χαρακωμάτων του 1915 - 18. Δηλαδή: ένα «μασονικό» Γενικό Επιτελείο που πάντα σκεφτόταν τον φασισμό και το καθεστώς του με όρους πιθανής εναλλακτικής εξουσίας, όπως είδαμε στις 25 Ιουλίου και στις 8 Σεπτεμβρίου 1943. Και πάλι είχαμε μόνο μια ευκαιρία να κερδίσουμε αυτόν τον πόλεμο: να τον μετατρέψουμε αμέσως σε πόλεμο της Ευρώπης και να κινητοποιήσουμε όλες τις δυνάμεις της Γηραιάς Ηπείρου ενάντια στα σοβιετικά και αμερικανικά «μπλοκ» που μας πλησίαζαν, πριν από τη βάναυση υπεροχή τους σε πρώτες ύλες που σήμαινε ότι τα υλικά χρειάζονταν να έχουν χρόνο να οργανωθούν, να συγκεντρωθούν. Επίσης, για το σκοπό αυτό, από τα μικρά μόνο «πατριωτικά» σχέδια που οδήγησαν στη συνέχεια αυτοκτονική προσέγγιση των «παράλληλων πολέμων» ακόμη και μεταξύ Ιταλίας και Γερμανίας, και κατέστρεψαν τις «ιδιαιτερότητες» κάθε άλλου ευρωπαϊκού έθνους - επίσης για αυτό σκοπός, μια πιο αποφασιστική υπόθεση της εξελικτικής σκέψης θα ήταν πολύ χρήσιμη ακριβώς σε ότι υποδηλώνει ιδιαίτερα την οργανική και ενιαία παράδοση της Ευρώπης: αυτοκρατορική και ιεραρχική, πνευματική και γιβελίνικη, ηρωική, ασκητική και αριστοκρατική, όλα επικεντρωμένα στις αξίες του μεταφυσικού και του υπέρ - αισθητού  .

Συνοπτικά: αν υπήρχαν, λοιπόν, περισσότεροι νέοι «Εβολιάνι», στην Ιταλία και έξω από την Ιταλία, θα τους είχαμε όλους, σίγουρα και μέχρι το τέλος, στις ευρωπαϊκές μονάδες εφόδου. Δεν θα τους είχαμε δει πραγματικά, όπως συνέβη σε τόσους πολλούς, να σηκώνουν τα χέρια τους στις πρώτες υποχωρήσεις, να καταρρέουν στις πρώτες διακυμάνσεις του μετώπου, να παραδίδονται λίγο - πολύ άδοξα και μετά ίσως να καταλήγουν, όπως συνέβη επίσης μαζικά, στις τάξεις των διαφόρων δημοφιλελεύθερων διανοούμενων ή των μαρξιστών. Και μην πιστεύετε ότι, κατά κάποιο τρόπο, περιπλανιόμαστε. Όχι βρισκόμαστε ακριβώς στο σημείο, στη θεμελιώδη, ουσιαστική, πάντα έγκυρη ανάγκη να προλογίζουμε κάθε μάχη, σύγχρονη - με πολιτική στολή, πολιτική ή στρατιωτική - με τις πιο στέρεες, σαφείς, ξεκάθαρες αναφορές μιας ηθικής-δογματικής τάξης. Διαφορετικά, είναι όλα χτισμένα στην άμμο ή, όσο ανθεκτικά κι αν είναι, σύμφωνα με τις τοπικές μας κακίες της ρητορικής, χειρονομώντας και επιδεικνύοντας δεν είναι καθόλου χτισμένο.

Αλλά αν ο εξοστρακισμός που δόθηκε στη συνέχεια στον Evola - ως «ουσιαστική » σκέψη για το κράτος, για μια ορισμένη σειρά συνταγματικών υποθέσεων που θα συζητηθούν και θα εφαρμοστούν για τις τυπολογίες των ευρωπαϊκών καθεστώτων της δεκαετίας του 1930, στα «υπερεθνικά» σημεία αναφοράς που πρέπει να τα αντιλαμβανόμαστε μυθικά, a la Sorel, για ολόκληρη τη Γηραιά Ήπειρο - εξάλλου γίνεται κατανοητό (ακόμα και αν δεν δικαιολογείται) λαμβάνοντας υπόψη το μέσο πολιτιστικό επίπεδο εκείνης της εποχής στον τομέα μας και τα βαριά δάνεια του δέκατου ένατου αιώνα που, ήταν ακόμα τόσο κοντά, και κυριάρχησε με όρους δογματικούς. Τι έγινε με τα επόμενα τριάντα χρόνια; Πολλοί από το περιβάλλον μας έπρεπε να φτάσουν στο 1969, στην «παγκόσμια διαμαρτυρία», στην αχαλίνωτη κριτική του καταναλωτισμού, στα μαυρισμένα τετράγωνα των νέων, ιδιαίτερα των φοιτητών, για να επιστρέψουν για να κατανοήσουν στο ακριβές περίγραμμά του πώς και πόσο ένας μύθος μάχης μπορεί να αξίζει;Μια πικρή παρατήρηση που πρέπει να γίνει, δεδομένου ότι αυτό ήταν ακριβώς το πιο επικερδές ψυχολογικό κίνητρο που απέκτησε, μεταξύ του 20 και του 30, σε όλη την Ευρώπη, η επαναστατική «δεξιά».

Εκπληκτικό να σημειωθεί, ακόμη και σκανδαλώδες - αλλά μόνο για τους «πρακτικούς», για τους «γραφειοκράτες» επαγγελματίες της πολιτικής, καθώς και για τους ωραίους και καλούς αδαείς που δεν είχαν διαβάσει πριν ή μετά το 1945 - ήταν έκπληξη και σκανδαλώδης, επομένως: τα πανεπιστήμια, πλατείες, ολόκληρες πόλεις μπήκαν σε πυρετώδεις σπασμούς επειδή, για χρόνια και χρόνια, αυτές οι ανατρεπτικές τοξίνες είχαν διαδοθεί προσεκτικά παντού από εκατοντάδες περιοδικά, από χιλιάδες, δεκάδες χιλιάδες εφημερίδες , φυλλάδια, φυλλάδια, φυλλάδια και βιβλία. Τι γίνεται με τα ονόματα που υπήρχαν πίσω από όλα αυτά; Ανήκαν σε φιλοσόφους και στοχαστές, όπως ο Adorno και ο Horckeimer, και ιδιαίτερα ο Marcuse.

Ναι, γνωρίζουμε πολύ καλά ότι πίσω από τη «διαμαρτυρία» υπήρχαν και άπειρα άλλα πράγματα, τα αναρίθμητα «εργαλεία» του σοβιετικού ιμπεριαλισμού, η πολύμορφη επεκτατική του ώθηση, τα τεράστια μέσα που εξαρτώνται και εκτοξεύονται από αυτή τη συνεχή πίεση και εκτοξεύονται ακατάπαυστα για να μετατρέψει κάθε ρωγμή που ανοίγεται στον δυτικό κόσμο σε ρήγμα στον «ιστό» της κοινωνικής, πολιτικής και πολιτιστικής ζωής του. Και γνωρίζουμε επίσης ότι, πάντα στα παρασκήνια, συμβαδίζοντας με τον εξτρεμισμό του δρόμου και τα οδοφράγματα, αρθρώθηκαν τα απειλητικά πλοκάμια της νεοαναρχικής και μαοϊκής τρομοκρατίας που, ειδικά στην Ιταλία - αλλά και στη Γαλλία, τη Γερμανία, το Βέλγιο - έχουν αιματοκυλίσει τον πολιτικό αγώνα των τελευταίων ετών, με ιδιαίτερη φροντίδα - αυτή είναι η γνώμη μας - από ειδικές ρωσικές και γερμανοανατολικές ειδικές υπηρεσίες. Αλλά παρ' όλα αυτά, δεν υποτιμούμε καθόλου το πολιτιστικό δεδομένο, την αυστηρά πολιτισμική διάσταση αυτού που συνέβη.

Στη σύγχρονη εποχή, έντονα ιδεολογοποιημένη, ισχύει περισσότερο από ποτέ η έκφραση του Ναπολέοντα, σύμφωνα με την οποία οι επαναστάσεις είναι οι ιδέες που βρίσκουν ξιφολόγχες. Όποια και αν είναι τα «τεχνικά» μέσα που μπήκαν στο προσκήνιο και στη δράση ή παρέμειναν παρασκηνιακά για να παρέχουν την απαραίτητη οργανωτική υποστήριξη, εξακολουθεί να υπάρχει ανάγκη, στην εποχή μας, για ένα ιδανικό στήριγμα, μια πολιτιστική βάση. Λοιπόν, στα «δεξιά», για μια «δεξιά» που ήθελε και ήξερε πώς να ξεφύγει από τις ρουτίνες του πολιτικού αγώνα όπως είχε καθοριστεί σε όλη τη Δύση κατά τη δεκαετία του 1950 και για ένα μεγάλο μέρος της δεκαετίας - των «οικονομικών θαυμάτων», του καταναλωτισμού ως αυτοσκοπού, των ψευδαισθήσεων για αόριστη ανάπτυξη να στο βαμβάκι του νεοκαπιταλισμού - στα «δεξιά», λοιπόν, υπήρχε ένας στοχαστής, ένας συγγραφέας, ένας ιδεολόγος, ο οποίος θα μπορούσε να παρέχει όλα τα απαραίτητα ιδανικά όπλα, όλη τη δογματική αρχιτεκτονική που ήταν απαραίτητη, τουλάχιστον ως αφετηρία ή σημείο αναφοράς.

Ο Evola, στην πραγματικότητα καρφωμένος στο κρεβάτι του από το 1945 αλλά ακόμα απίστευτα «ζωτικός» και δραστήριος πέρα ​​από τη μερική παράλυση του πληγωμένου σώματος του  και για πάντα λυγισμένου από μια σοβιετική βόμβα στη Βιέννη. Μοναδικός τύπος «φιλόσοφου», στοχαστή, ιδεολόγου, που ήρθε σε μας κατευθείαν από τα χαρακώματα του Β' Παγκοσμίου Πολέμου και που θα μπορούσε κάλλιστα να έχει γίνει ακόμα ζωντανός. ένας «μύθος», έστω και μόνο για τη δέσμευσή του στη σύγκρουση. Γιατί οι «μύθοι» των άλλων, άλλωστε, κοιτάζοντας τους από κοντά, τι ήταν, τι ήταν, από πού είχαν έρθει; Διανοούμενοι του πιο βιβλιογραφικού είδους και «δεσμευμένοι», στην καλύτερη περίπτωση, σε απόστροφους και επιτροπές , είχαν αυτοαποταχθεί άνετα στις βιβλιοθήκες των σηπτικών ιδρυμάτων, νεοκαπιταλιστικών, στη σκιά της ίδιας κοινωνίας που επρόκειτο να αμφισβητήσουν και έχουν αμφισβητήσει, πράγματι, στις πιο άνετες και καλοπληρωμένες «πτυχές» της, που πήδηξαν στο κόκκινο κύμα, αλλά όλοι ειλικρινείς με μισθούς και μεροκάματα, αμοιβές παρακολούθησης και δικαιώματα, που καλύπτονται σε μεγάλο βαθμό από τα έσοδα από συνεντεύξεις σε εφημερίδες , ραδιόφωνο και την τηλεόραση της μισητής Δύσης. Παράξενοι «προφήτες» του επαναστατικού εξτρεμισμού, που όταν ταξιδεύουν μόνο με αεροπλάνα πρώτης κατηγορίας, κατεβαίνουν μόνο στα πιο πολυτελή ξενοδοχεία, σε στενή επαφή με βιομήχανους και χρηματοδότες, επίσης «VIP», όπως αυτοί που συνευρίσκονται περισσότερο, που φυσικά τους αμφισβητούν.

Αυτός που θα μπορούσε να γίνει «ο δικός μας» Προφήτης ήρθε σε μας απευθείας από τα ερείπια της Βιέννης που δέχτηκε επίθεση από τον Κόκκινο Στρατό. Αλλά σχεδόν κανένας στις τάξεις μας δεν γνώριζε καν ότι ο Έβολα ήταν από τους πρώτους και από τους λίγους που υποδέχτηκαν τον Μουσολίνι όταν έφτασε στη Γερμανία, μετά τη θεαματική απελευθέρωση του Skorzeny στο Γκραν Σάσο, ότι ζούσε στη Γερμανία μετά τις 25 Ιουλίου με σκοπό ένα βαθύ πολιτιστικό έργο που τον είχε φέρει σε επαφή με τους πιο αντιπροσωπευτικούς εκπροσώπους του παραδοσιακού πολιτισμού από όλη την Ευρώπη μας, ένα έργο που ξεκίνησε εδώ και χρόνια και δεν έχει ακόμη αποκαλυφθεί και ούτε ενισχύθηκε ξανά. Ήταν μια «διαδρομή του πνεύματος» (πριν και ακόμη περισσότερο από την απλή «κουλτούρα») που τον είχε φέρει σε επαφή με ανθρώπους και περιβάλλοντα που αργότερα θα είχαν αφήσει συνεπή και σημαντικά ίχνη στο δράμα της Ευρώπης. Ένα συναρπαστικό δρομολόγιο, για το οποίο γνωρίζουμε ελάχιστα, γιατί ακόμη και με όσους τον έχουν πλησιάσει τα τελευταία χρόνια, ο Έβολα δεν μίλησε σχεδόν ποτέ για αυτές τις «εμπειρίες» του. 

Ωστόσο, έγινε γνωστό, σταδιακά έγινε γνωστό, ότι ελάχιστοι σαν αυτόν είχαν καταφέρει - για παράδειγμα - να διεισδύσουν στους πιο «μυστικούς» κύκλους των Ανωτάτων Διοικήσεων των SS, όπου επιχειρήθηκε ο «εξευρωπαϊσμός» του ναζισμού και άλλαζαν οι γραμμές των «στρατηγικών» πολιτικών σχεδίων σε ηπειρωτικό επίπεδο, το φαινομενικό, αναδυόμενο μέρος των οποίων αντιπροσωπεύονταν από τις δεκάδες και δεκάδες Ευρωπαίων «Μεραρχιών Εφόδου» που στρατολογήθηκαν και που άρχισαν να δίνουν μια διαφορετική «διάσταση» στον πόλεμο από το 1943 και μετά, ο Έβολα που βρισκόταν για πολύ καιρό, σε μια διακριτική επίσκεψη, όχι απλώς ως θεατής, στα περίφημα - και ακόμα και σήμερα εντελώς άγνωστα - «Κάστρα του Τάγματος», τα «Ordensburgers» των Waffen SS, όπου τα ανώτερα στελέχη από αυτά τα «ευρωπαϊκά» τμήματα έλαβαν μια πολύ διαφορετική πολιτιστική και δογματική παιδεία - θα μπορούσε κανείς να πει «εσωτερική», με την έννοια του ανώτερου και του αφιερωμένου - από τον ίδιο αξιωματούχο του ναζισμού που είχε γνωρίσει καλά όλους τους ηγέτες και τους εκπροσώπους του λεγόμενου «ευρωπαϊκού φασισμού», από τον Κουίσλινγκ μέχρι τον Κοντρεάνου και τον Μαγιόλ ντε Λουπέ.

Ο Codreanu, στο Πράσινο Σπίτι που είχαν φτιάξει μόνοι τους οι «Λεγεωνάριοι» του, στο τέλος της επίσκεψης του Έβολα είχαν προσφέρει - σπάνιο δώρο από τον «Διοικητή» - ένα χρυσό σήμα της Σιδηράς Φρουράς, αυτό που έφερε τις ράβδους μιας φυλακής. Σύντομα εκεί, κατά εκατοντάδες, κατά χιλιάδες, τα «Πράσινα Πουκάμισα»κατέληξαν στη φυλακή, βασανίστηκαν και σφαγιάστηκαν από τον Βασιλιά Κάρολο - τον έμπιστο άνδρα των Τεκτονικών Στοών του Παρισιού - ενώ ο ίδιος ο Codreanu οδηγήθηκε από το κελί του μόνο για να στραγγαλιστεί στο δάσος και να πεταχτεί σε  έναν λάκκο με ασβέστη. Ο Mayel de Lupé ήταν επίσης ένας από τους αγαπημένους του συνομιλητές και από τον ίδιο τον Έβολα μάθαμε κάποια ιδιαίτερα στοιχεία  - ακόμα και πριν το διαβάσουμε σε μερικά γαλλικά βιβλία - γι' αυτόν τον μοναδικό «χαρακτήρα», έναν Καρδινάλιο της Αγίας Ρωμαϊκής Εκκλησίας, που ενισχύθηκε από μια προσωπική «αναγραφή» του Πίου XII. Ήταν ο στρατιωτικός ιερέας της «Λεγεώνας των Γάλλων Εθελοντών» πρώτα και της Μεραρχίας Εφόδου «Καρλομάγνος» στη συνέχεια, στο ανατολικό μέτωπο: χωρίς πουκάμισο, στο στήθος, τη μίτρα και τον χρυσό και διαμαντένιο Σταυρό, διακριτικά του υψηλού θρησκευτικού του βαθμού, κληρονόμος μιας από τις πιο επιφανείς οικογένειες της «Βανδέας» στη Γαλλία, των οποίων οι εκφραστές είχαν πέσει πολεμώντας εναντίον των Ιακωβίνων, ο Mayol de Lupé ακολούθησε τη μοίρα των τμημάτων του μέχρι το τέλος, που ήταν τότε από τους τελευταίους υπερασπιστές - μαζί με Νορβηγούς και Δανούς - της Καγκελαρίας του Βερολίνου. 

Ακόμα τον Μάιο του 1945 - ένα άλλο επεισόδιο που αγνοήθηκε - ένα Tάγμα από αυτούς τους Γάλλους έφτασε σε μια απομονωμένη ορεινή περιοχή του Alto Adige, στο στόμιο του περάσματος Ρέσια, και εκεί διαλύθηκε με τάξη, περνώντας μέσα από το «πλέγμα» της Συμμαχικής κατοχής, βοηθούμενο με κάθε τρόπο από τον ντόπιο πληθυσμό. Ο καρδινάλιος ντε Λουπέ, έχοντας σώσει τους άντρες, πήγε να χτυπήσει την πόρτα ενός μοναστηριού κρυμμένου στο δάσος, κοντά στο Glorenza - το οποίο, πολλά χρόνια αργότερα, βρήκαμε και επισκεφθήκαμε μόνο από τυχαία τουριστική περιήγηση - ακόμα μαχητικός και αμφιλεγόμενος, όπως ήταν πάντα μπροστά στους συνομιλητές του στη Ρωμαϊκή Κουρία και μπροστά στον Χίμλερ. Στον ηγούμενο που, μη μπορώντας να αρνηθεί το άσυλο σε έναν τόσο υψηλό ιεράρχη, ήθελε τουλάχιστον να ηρεμήσει τη συνείδησητου και, προμηνύοντας ήδη τους «διαλόγους» που θα ερχόντουσαν, τον κατηγόρησε για την ήττα: «μας τσάκισαν - απάντησε ξερά - τα όπλα των άλλων, όχι οι ιδέες τους!». Έπειτα, κλείστηκε στην προσευχή, δεν ήθελε πια να μιλήσει με κανέναν και επέστρεψε στη Γαλλία, όπου, σιωπηλός ακόμη, πέθανε λίγα χρόνια αργότερα.

Από εκεί «προήλθε» ο Evola, από ένα περιβάλλον «γιγάντων», αυθεντικών πρωταθλητών του ευρωπαϊκού πνεύματος και της κουλτούρας, από έναν κόσμο δραματικό και βασανιστικό, με κορυφές και αβύσσους που προκαλούν ίλιγγο. Άλλο κόσμο από αυτόν του Αντόρνο, άλλο από τον Μαρκούζε, άλλο από την «κοινωνιολογική σχολή» της Φρανκφούρτης! Αλλά δεν τον ξέραμε έτσι, δεν τον «γνωρίσαμε» έτσι. Όλα αυτά τα μάθαμε τότε, καθώς πήγαμε χέρι - χέρι στη μελέτη των βιβλίων του και στην ανάλυση ορισμένων «διαστάσεων» άγνωστων ακόμα και σήμερα του Β' Παγκοσμίου Πολέμου. Υπήρχαν - αυτό είναι επίσης σημαντικό να θυμόμαστε, είναι σημαντικό με μια έννοια που σίγουρα δεν είναι κοινότοπη και απλώς θυμίζει - υπήρχαν, επομένως, δεκάδες νέοι «δεξιοί»Ρωμαίοι, κυρίως φοιτητές, κυρίως βετεράνοι της ΕΚΕ, που «συνάντησαν» τον Έβολα μέσα από τα βιβλία του, και εκείνα τα βιβλία που διάβασαν στα κελιά της ρωμαϊκής φυλακής της Regina Coeli. Μάλιστα, ποιος ξέρει ποια άμπωτη και ροή του πολιτικού αγώνα, στα χρόνια μεταξύ 1946 και 1950, στη βιβλιοθήκη Regina Coeli, έφερε μερικά βιβλία του Evola. 

Εκεί ήταν που πολλοί από εμάς τον συναντήσαμε για πρώτη φορά, μεταξύ της μιας κράτησης και της άλλης. Εκείνη την εποχή, στις φυλακές δεν μαινόταν η ανατρεπτική διαμαρτυρία που θέλει τους «πολιτικούς» να βυθίζονται, όπως τόσοι πολλοί Μαοϊκοί «ψαρεύουν στο νερό», στο περιβάλλον των κοινών εγκληματιών, μεταξύ των οποίων κλέφτες, ληστές, εκμεταλλευτές γυναικών που προσλαμβάνονται και θεωρούνται ως «θύματα της κοινωνίας». Τότε, οι πολιτικοί κρατούμενοι ήταν μόνο από τα «δεξιά»- όπως περίπου συμβαίνει τώρα - και κρατούνταν χωριστά από τους άλλους κρατούμενους, σε ειδικά «κλουβιά». Και στο περίφημο και διαβόητο «τέταρτο χέρι» της Regina Coeli, όπου πέρασαν εκατοντάδες νέοι μας, εκ περιτροπής, εκείνα τα χρόνια, κάποιοι από εμάς ανακαλύψαμε τυχαία ότι κάποια βιβλία που δεν ήταν γνωστά πριν μπορούσαν να ληφθούν από τη βιβλιοθήκη. (Τότε, το 1950, ήρθε και ο Evola στη Regina Coeli, ήρθε προσωπικά· ως κρατούμενος, εννοώ· συνελήφθη - μαζί με περίπου σαράντα από εμάς, μεταξύ ηλικιωμένων και νέων - για μια από τις πρώτες εφαρμογές εκείνων των «μαύρων συνομωσιών» που αργότερα το καθεστώς, περνώντας από τη βιοτεχνική φάση της εποχής εκείνης στην πιο βιομηχανική του σήμερα, δεν θα έπαυε ποτέ να σκηνοθετεί εναντίον μας).

Ωστόσο, πολύ καιρό μετά την ανάγνωση των βιβλίων του εμείς - που νομίζαμε ότι ήταν νεκρός στον πόλεμο! - μπορέσαμε, τυχαία, να μάθουμε ότι, αντ' αυτού, ήταν ζωντανός. Παράλυτος αλλά ζωντανός, και μάλιστα στη Ρώμη, στο κέντρο της Ρώμης, σε ένα παλιό σπίτι του οποίου το ενοίκιο μπορούσε να πληρώσει μόνο επειδή ένας γενναιόδωρος φίλος του το είχε καλύψει και μόνο μετά από πολύμηνη κράτηση μπορέσαμε να τον ξαναδούμε, οδηγημένο στην αίθουσα του δικαστηρίου του κακουργιοδικείου όπου διεξήχθησαν οι ακροάσεις της κοινής μας δίκης, επειδή, δεδομένων των συνθηκών του, κρατούνταν πάντα στο ιατρείο Regina Coeli. Δεν μπήκε στην αίθουσα του δικαστηρίου, ο Evola μεταφέρθηκε εκεί στα χέρια. Και αφού ήταν δυνατό να βρεθεί αναπηρικό καροτσάκι ή κάποια παρόμοια συσκευή σε όλη τη φυλακή και ούτε καν στο Μέγαρο της Δικαιοσύνης, τέσσερις κοινοί κρατούμενοι μεταμορφωμένοι σε νοσηλευτές  τον «έβαλαν» στην αίθουσα, τον μετέφεραν ξαπλωμένο σε ένα μουσαμά. Στη συνέχεια, βοηθούμενος, ο Evola σηκώθηκε σε μια καρέκλα, φόρεσε το μονόκλ του και κοίταξε τριγύρω, με αυτά τα εκπληκτικά, πολύ ζωηρά, πολύ διαυγή μάτια, τα ίδια που είχαν δει τα "Ordensburgers", τα Κάστρα του Τάγματος και τα ερείπια της Βιέννης, τον Codreanu και πολλά, πολλά πράγματα ακόμα και που τώρα επιθεωρούσαν με διασκεδαστική περιέργεια την τάξη του 1ουΤμήματος του Δικαστηρίου, των Assizes της Ρώμης. 

Θυμάμαι ότι είχε προσφερθεί να τον υπερασπιστεί - δωρεάν, γιατί ο Έβολα δεν είχε δεκάρα, όπως όλοι μας - ο Καρνελούτι που, ακολουθούμενος από ένα πλήθος βοηθών, θαυμαστών, νεαρών μαθητών (στο κοινό, για τον υποσχόμενο Καρνελούτι μια ντουζίνα, δεκάδες κυρίες με πηγαδάκια της καθημερινής και εγκόσμιας Ρώμης που, τότε εκτιμούσαν αυτού του είδους τις διαδικασίες), έδωσε μια από τις πιο όμορφες, πιο συναρπαστικές ομιλίες του για τον πελάτη του. Αλλά και η πιο δύσκολη - ομολόγησε αργότερα - γιατί, για να υπερασπιστεί καλά τον Evola, εκείνος ο έντιμος δεξιός φιλελεύθερος που ήταν, δεν μπορούσε να μην μιλήσει και για εμάς, για τα μικρά και άγρια ​​"περιοδικά" μας"  εκείνης της εποχής κι εμείς από το κουτί που μας είχαν βγάλει τις χειροπέδες (μας έλεγε σκάστε! κάποια στιγμή «διαμαρτύρεστε  κι εσείς εναντίον μου, όταν προσπαθώ να σας σώσω!) τον διακόπταμε, όποτε ήταν λογικό ότι μας «ζωγράφισε», έστω και από καθήκον και συλλογισμό και από τεχνοτροπία παθιασμένου υπερασπιστή, λιγότερο «ορθόδοξου», από δογματικής απόψεως, αυτού που είχε σημασία για μας , παρά τα όσα συνέβαιναν, ήταν να φανούμε, να ακουστούμε.

Έκτοτε, από εκείνα τα χρόνια, από εκείνες τις μοναδικές εμπειρίες, ένα διόλου αδιάφορο κομμάτι - ούτε σε αριθμό ούτε σε ποιότητα - της «δεξιάς»νεολαίας έγινε «Εβολιάνη» με την έννοια ότι αναφέρεται στις πολιτισμικές και δογματικές θέσεις του Έβολα. Δεν το έκανε πάντα καλά, φυσικά, όπως συμβαίνει πάντα μεταξύ των εικοσάχρονων. Υπήρχε ανοησία και αφέλεια, άχρηστη ωμότητα και λανθασμένες αναφορές, καθώς και εντελώς παιδικοί ή απλώς «νεανικοί» εξτρεμισμοί που στην ουσία ήταν το πολικό αντίθετο μιας σωστής ερμηνείας αυτών των θέσεων. Αλλά όποιος θέλει να γράψει μια μέρα την αληθινή πολιτιστική ιστορία της ιταλικής «δεξιάς» σε αυτή τη μεταπολεμική περίοδο, θα πρέπει να λάβει πλήρως υπόψη αυτή τη μοναδική «συμμαχία»: μεταξύ της πιο σκληρής «δεξιάς»νεολαίας και ενός στοχαστή που, από την άλλη, για είκοσι χρόνια, δεν είχε ποτέ τους νέους δίπλα του.

Στη συνέχεια - κατά τη διάρκεια και μετά τη "διαμαρτυρία", οι διάφοροι "Μάγοι" του '68 και του '69 στη Γαλλία, τη Γερμανία, την Ιταλία - ο Evola άρχισε να γίνεται το σημείο αναφοράς για όλο και ευρύτερους κύκλους, όχι μόνο της νεολαίας και των «ακτιβιστών». Συνέβη, ένα άλλο μοναδικό φαινόμενο, τα ίδια έργα που κατά τη διάρκεια της εικοσαετίας είχαν ελάχιστα διαβαστεί και πράγματι είχαν παραμείνει σχεδόν εντελώς άγνωστα ως προς τη διάχυση τους γνώρισαν αξιοσημείωτες και αυξανόμενες εκδόσεις χιλιάδων αντιτύπων. Υπήρξε, πράγματι, σε κάποιο σημείο, μια πραγματική «έκρηξη» του Evola, με την επανέκδοση όλων, ή σχεδόν όλων, των βιβλίων του. Άλλες από μεγάλους εκδοτικούς οίκους, άλλες ανελήφθησαν και τυπώθηκαν εν αγνοία του ίδιου του συγγραφέα, με εντελώς «αυθόρμητες» πρωτοβουλίες, από ομάδες νεολαίας βάσης και από την πολιτική μας περιφέρεια, που έτσι θέλησαν να τα κάνουν πιο προσιτά σαν έργα.

Όλα αυτά δεν άρεσαν και πολύ στον Έβολα, αριστοκράτη σε όλα. Ήξερε λίγα από  το «σούπερ μάρκετ», το «αδιάκριτο» μάρκετινγκ της μαζικής κατανάλωσης. Πολλές φορές μας ζήτησε να παρέμβουμε, και το κάναμε αλλά, προς το τέλος, όταν παρατήρησε ότι το φαινόμενο εξαπλώθηκε αστραπιαία, δεν μας ξαναμίλησε ποτέ. Ίσως, τελικά, χάρηκε που ανακάλυψε ότι, για πρώτη φορά και ακριβώς όταν ένιωσε ότι είχε φτάσει στο τέλος της επίγειας εμπειρίας του, συνέβη ανάμεσα στις «ιδέες» του και σε έναν τόσο τεράστιο, τόσο ενθουσιώδη, κυρίως νέο και φλογερό και μαχητικό δυναμικό , εκείνη η συνάντηση που, πριν, δεν είχε γίνει ποτέ. Έτσι, άθελά του, χωρίς να κάνω κάτι για το σκοπό αυτό, ίσως χωρίς να το καταλάβω με τη «σταθερότητά» του καρφωμένο ανάμεσα σε τέσσερις τοίχους, πάντα σε εκείνα τα δωμάτια, χωρισμένα μόνο ανάμεσα στο κρεβάτι και το γραφείο - ο Evola έχει γίνει ένα λάβαρο «Για την εξουσία με τηννεανική και επαναστατική ‘’δεξιά’’» για να το θέσω με μια από τις εκφράσεις του- με κεφαλαία γράμματα.

Αλλά και για τον άνθρωπο Evola, πρέπει να μιλήσουμε και να τον θυμηθούμε εδώ, με την ευκαιρία αυτή. Με διακριτικότητα και μέτρο, έστω, για να μην ξεφεύγω από το «στυλ» του, που υποβίβαζε  σοβαρά στο περιθώριο ότι είχε να κάνει με το «ανθρώπινο, πολύ ανθρώπινο». Απλώς να σημειώσω ότι αυτός ο άνθρωπος, παράλυτος για τριάντα χρόνια, κατακτώντας την αδιάκοπη σωματική του ταλαιπωρία με μια πραγματικά ανώτερη θέληση, συνέχισε για τριάντα χρόνια να γράφει και να σκέφτεται, να διατηρεί ένθερμη και διαυγή αλληλογραφία, να δέχεται επισκέψεις  και να μιλά. Να «διδάσκει», με λίγα λόγια. Τα τελευταία χρόνια, η κατάσταση του είχε επιδεινωθεί, επώδυνες, μη αναστρέψιμες πληγές είχαν εμφανιστεί στο παράλυτο μέρος του σώματός του. Αλλά η διαύγεια των ιδεών και η θέληση να «κάνει» κάτι παραπάνω, να συνεχίσει την ίδια μάχη, δεν αποδυναμώθηκε μέσα του. Και έτσι έφυγε: ζητώντας μόνο, στο τέλος, να τον ανασηκώσουν για άλλη μια φορά, μια τελευταία φορά, να μπορεί ακόμα να φτάσει σε εκείνο το θρανίο που είχε γίνει το ιδανικό του όρυγμα για τρεις δεκαετίες, να μπορεί να πεθάνει δίπλα του, αλλά όρθιος.

Γιατί τελικά ο Evola έχει γίνει τόσο «διαδεδομένος» σήμερα; Γιατί διαβάζεται και παρατίθεται τόσο πολύ, μετά από τόσο μεγάλες περιόδους εξοστρακισμού, περιθωριοποίησης, παρεξήγησης ή και κοροϊδίας; Δεν μπορούμε να μην αναρωτηθούμε κι εμείς για αυτό, δημοσιεύοντας ένα τεύχος του περιοδικού μας εξ ολοκλήρου αφιερωμένο σε αυτόν. Και εδώ πρέπει να μιλήσουμε καθαρά. Γιατί ο Evola δίνει στα «δεξιά», κάνει διαθέσιμο στην πολιτική μάχη της «δεξιάς», αυτό που δεν είχε ποτέ με δογματική έννοια, δηλαδή εντελώς οργανική: μια αντίληψη του ανθρώπου και του κόσμου, ένα παγκόσμιο «όραμα» που μπορεί να γίνει, που έχει από μόνο του όλες τις προϋποθέσεις να γίνει, «μύθος» και σημαία. Ας το ξεκαθαρίσουμε: ο Evola είχε μια τεράστια «παραγωγή»: τριάντα βιβλία, τριακόσια δοκίμια, μερικές χιλιάδες άρθρα. Προσθέτοντας επίσης την αλληλογραφία και άλλα γραπτά που εμφανίστηκαν στο εξωτερικό, αδημοσίευτα στην Ιταλία αλλά ακόμα διαθέσιμα, ένα πιθανό «πλήρες έργο» του θα αποτελείται από τουλάχιστον εξήντα - εβδομήντα τόμους: και σίγουρα, σε αυτή την τεράστια συντροφιά θα είναι απαραίτητο να διακρίνουμε πώς πολύ συνδέθηκε με διάφορες συγκυρίες και τις ίδιες «φάσεις» της πνευματικής και πολιτιστικής διαδικασίας του. Αλλά, απ' όσο γνωρίζουμε από μακροχρόνιες αναγνώσεις, είμαστε ήδη σε θέση να δηλώσουμε ότι λίγα, πολύ λίγα, μπορούν να κατηγοριοποιηθούν κάτω από την ετικέτα του τι τυχαίνει να γράφει κάθε στοχαστής με καθαρά «δημοσιογραφικούς» όρους, δηλαδή παροδικά. 

Ακόμα κι αν έχει γίνει παρόμοια αφαίρεση, παραμένει ένα αυθεντικό και κολοσσιαίο «ορυχείο» ιδεών, διατριβών, ερμηνειών της ιστορίας, αναφορών στις μεταφυσικές και υπεραισθητές, «κοινωνιολογικές» ιδέες και προσανατολισμούς για τον σύγχρονο πολιτισμό, τον Μεσαίωνα, για τα θρησκευτικά δόγματα, για τα προβλήματα του σύγχρονου σεξ και των εθίμων, για τον Ινδοάριο κόσμο ή άλλα πράγματα που κάνουν τον Evola, κατά τη γνώμη μας, έναν από τους μεγαλύτερους Ευρωπαίους στοχαστές, και όχι μόνο της εποχής μας αλλά όλων των εποχών. Και αρκεί να παρατηρήσουμε εδώ - ακόμα κι αν το θέμα θα απαιτούσε πολύ περισσότερο χώρο - ότι, για παράδειγμα, ο Evola έγραψε για τις αρχαίες θρησκείες και την ανατολίτικη θρησκευτικότητα, για τον Βουδισμό και τον Ινδουισμό, για "τεχνικές μύησης" και για τη μαγεία, για την αλχημεία και για αρχαία φιλοσοφία, χιλιάδες σελίδες στις οποίες δεν υπήρχε κανένας "ειδικός" και "κλαδικός" ακαδημαϊκός, που θα μπορούσε να βρει μια ενιαία ανακρίβεια, ένα μόνο λάθος, μια μόνο επιπολαιότητα, επιδεικνύοντας την απόλυτη κυριαρχία ακόμη και σε αυτά τα συγκεκριμένα θέματα, τα οποία είναι πραγματικά εκπληκτικά, και που σίγουρα μια μέρα θα βρουν κριτικούς και αναλυτές πιο αυστηρούς και πιο προικισμένους από εμάς για να πουν πώς του αξίζει.

Όσον αφορά το πεδίο, ας πούμε αυτό - με μια εικόνα που μας φαίνεται όμως ήδη αρκετά αναγωγική - του «πολιτικού πολιτισμού», η εξελιγμένη σκέψη δεν μπορεί να μην οριστεί ως η πιο συνεκτική, η πιο οργανική, η πιο ολοκληρωμένη που έχει εμφανιστεί ποτέ στη «δεξιά»σκηνή. Και εδώ, ένα μόνο παράδειγμα ανάμεσα σε πολλά, τα πολλά που θα μπορούσαν να αναφερθούν κοιτάζοντας τις σελίδες του με έντονο μάτι την ημερομηνία κυκλοφορίας των έργων του και αναλαμβάνοντας, για να το ολοκληρώσω, τον συλλογισμό που είχε ήδη προωθηθεί στην αρχή, σχετικά με το μοναδικό «κενό» που προκάλεσαν τα είκοσι χρόνια που αγνόησαν τον Evola και τις μελέτες του. Το πιο ολοκληρωμένο βιβλίο του Evola, από την άποψη της πολιτικής κουλτούρας, είναι: Η «Εξέγερση ενάντια στον σύγχρονο κόσμο». Λοιπόν, είναι απλά εκπληκτικό να διαβάζεις αυτές τις σελίδες σήμερα και να σκέφτεσαι, να διαλογίζεσαι, στο γεγονός ότι εμφανίστηκαν το 1934, σε ένα χρόνο, δηλαδή, που τίποτα απολύτως δεν μας επέτρεπε να προβλέψουμε τι θα συμβεί αργότερα. Ο Φασισμός, εκείνη την εποχή, ήταν ακόμη σχεδόν εξ ολοκλήρου συνδεδεμένος με την «πατριωτική» και αναγωγική μήτρα του. Ο Χίτλερ και οι Εθνικοσοσιαλιστές μόλις είχαν έρθει στην εξουσία στη Γερμανία. 

Ο δυτικός κόσμος πάλευε να ανακάμψει από τον καταστροφικό «κυκλώνα» που εξαπέλυσε η Μεγάλη Αμερικανική Κρίση του 1929, και όλη η διεθνής πολιτική κυριαρχούνταν από τον κεντρικό - παραδουνάβιο «κόμπο», που είδε την Ιταλία, τη Γαλλία και την Αγγλία να περιστρέφονται γύρω από τα προβλήματα που υπήρχαν σε Αυστρία, Ουγγαρία, Γιουγκοσλαβία. Βρισκόμασταν, εν ολίγοις, στην πλήρη μετά τις Βερσαλλίες εποχή, με πρωτοβουλίες, μεθόδους και νοητικά σχήματα που, αναθεωρημένα τώρα, γνωρίζουν τόσα πολλά για τον δέκατο ένατο αιώνα. Μέσα σε ένα χρόνο, με την Αιθιοπική εκστρατεία, ολόκληρη η ευρωπαϊκή, άρα και η παγκόσμια ιστορία, θα είχε υποστεί όχι μόνο μια ξαφνική επιτάχυνση αλλά ένα πραγματικό κύμα. Και όμως, λίγοι - αν και από τους μεγάλους πρωταγωνιστές - φαίνεται να γνώριζαν επακριβώς τις ανατρεπτικές δυνάμεις που θα είχαν εξαπολυθεί σε πολύ σύντομο χρονικό διάστημα, σε σημείο να εξαπολύσουν τη δίνη του Β' Παγκοσμίου Πολέμου.

Ωστόσο, στο βιβλίο του Evola - και πραγματικά πιστεύουμε ότι μπορούμε να προσθέσουμε ότι αυτό συμβαίνει μόνο σε εκείνο το βιβλίο, ανάμεσα στα εκατοντάδες βιβλία για τον πολιτικό πολιτισμό που κυκλοφόρησαν σε όλη την Ευρώπη εκείνη την εποχή - υπάρχει η ακριβής, πολύ ξεκάθαρη προαίσθηση του τι θα συνέβαινε . Όπως, πάλι ως παράδειγμα, στο κεφάλαιο για τον αμερικανισμό και τον μπολσεβικισμό, που μπορεί να οριστεί ακόμη και ως προφητικό. Ο Evola, επομένως, προέβλεψε με απόλυτη ακρίβεια ότι μια συμμαχία μεταξύ των Ηνωμένων Πολιτειών και της Σοβιετικής Ρωσίας θα επιτευχθεί μοιραία, πράγματι πρόσθεσε ότι αυτή η συμμαχία ήταν «στη φύση των πραγμάτων» δεδομένων των «ενιαίων»υποθέσεων που ενέπνευσαν τόσο τον δημοκρατικό φιλελευθερισμό όσο και τον καπιταλισμό, τόσο τον σοβιετικό όσο και τον κολεκτιβιστικό κομμουνισμό. Ένα άλλο scbieramento, ένα άλλο «μέτωπο» αναδυόταν στην Ευρώπη και στον κόσμο, μεταξύ Ιταλίας, Γερμανίας και Ιαπωνίας και ανάμεσα στα δύο «μπλοκ» η άβυσσος ήταν ιδανική και δογματική, της σύλληψης του ανθρώπου και του κόσμου μάλιστα. Η Ρωσία και οι Ηνωμένες Πολιτείες, αν δεν ηττηθούν, θα σχηματίσουν τα δύο βράγχια της ίδιας λαβίδας, προορισμένα να συντρίψουν την Ευρώπη, να την εξαφανίσουν όχι μόνο ως πολιτική δύναμη αλλά ως «φορέα» ενός συγκεκριμένου μοντέλου κοινωνίας και πολιτισμού, ως «πυρήνας» ικανός να επαναλάβει με νέες μορφές κατάλληλες για την εποχή, ενότητες ύπαρξης και κοινωνικοπολιτικής οργάνωσης που συνδέονται με τις Παραδόσεις της, τις πνευματικές και ιεραρχικές.

Υπήρχαν όμως κι άλλα, τα οποία παραδόξως πέρασαν απαρατήρητα, και τα οποία - αντίθετα - αν αξιολογούνταν σωστά θα μπορούσαν να είχαν προστεθεί, να διορθωθούν, να προσανατολιστούν καλύτερα, να γίνουν οι επιλογές του καθεστώτος πιο ξεκάθαρες και λειτουργικές, τόσο στην εσωτερική πολιτική όσο και στο εξωτερική πολιτική, με τους απαραίτητους «στοχασμούς» για τη δική μας στρατιωτική δομή: η «αναβίωση» ορισμένων παραδοσιακών και πνευματικών αξιών βρισκόταν σε σαφή αντίθεση με τον όλο προσανατολισμό του σύγχρονου κόσμου, όπως είχε «χτιστεί» για αιώνες, κυρίως από την εποχή της Γαλλικής Επανάστασης. Ο αγώνας θα ήταν πικρός, σκληρός, ολοκληρωτικός. Δεν υπήρχε χώρος για συμβιβασμούς ή τακτικές συμφωνίες, αν όχι προσωρινές. Διακυβεύονταν τα πεπρωμένα του κόσμου και της ανθρωπότητας. Μόνο εμείς θα μπορούσαμε να δώσουμε μια «επαναστατική στροφή» στη σύγχρονη εποχή, γιατί διαφορετικά, ωθώντας τον εαυτό της στις ακραίες αλλά λογικές συνέπειές της, ο Evola επιβεβαίωσε «όλο αυτόν τον πολιτισμό των τιτάνων, των μητροπόλεων από χάλυβα και σκυρόδεμα, των πολυαρθρικών και εκτεταμένων μαζών με άλγεβρες και μηχανές που αλλοιώνουν τις δυνάμεις της ύλης, κυβερνήτες ουρανών και ωκεανών, θα εμφανιστούν ως ένας κόσμος που ταλαντεύεται στην τροχιά του και γυρίζει να διαλυθεί από αυτόν για να απομακρυνθεί και να χαθεί οριστικά στους χώρους όπου δεν υπάρχει πια φως, εκτός από ότι απομένει να φωτίζεται από την επιτάχυνση της δικής του πτώσης».

Πέρασαν τα χρόνια, πέρασαν οι δεκαετίες. Και τώρα βλέπουμε αυτή την «λαβίδα». Τώρα, τώρα μόλις αρχίζουμε να αντιλαμβανόμαστε την άπειρη σειρά «αξιών» που συνθλίβονται στην σύλληψη του. Τώρα και μόνο τώρα συνειδητοποιούμε τι και πόσος «πολιτισμός» - με την έννοια της ικανότητας του πνεύματος να κυριαρχεί, να εξευγενίζει τη ζωή των ανθρώπων και των λαών - έχει χαθεί. Προς τι άκρα είμαστε, όλοι στην Δύση, ταξιδευτές και ναυαγοί. Τώρα ανακαλύπτουμε τις οικολογικές τραγωδίες, ως μια πολύ σοβαρή ρήξη που προκαλείται στην ισορροπία από την παραληρηματική βιομηχανική ανάπτυξη, ανακαλύπτουμε την παραφροσύνη που ενυπάρχει στην ακαθόριστη κούρσα της επιστημονικής και τεχνολογικής «προόδου». Γιατί εκτοξεύονται συνθήματα: όπως «μητρόπολη - μεγαλόπολη - νεκρόπολη». Τα βιβλιοπωλεία γεμίζουν με δεκάδες έργα για την κρίση που απειλεί να κατακλύσει τα σύγχρονα «μεγάλα συστήματα».

Ήταν όλα γραμμένα, όλα προβλεπόμενα στις βασικές γραμμές τους, όλα είχαν «συλληφθεί» και όλα αυτά έγιναν δεκαετίες νωρίτερα στο μέτωπο του «δεξιού»πολιτισμού. Για το λόγο αυτό δεν «μνημονεύουμε»επιπόλαια. Πιο απλά και αληθινά επιβεβαιώνουμε τη δέσμευση στον αγώνα, αναδεικνύοντας τον Evola και την ουσία του έργου του ως μια σημαία που δεν είναι του χθες αλλά του σήμερα και του αύριο.









Fronte Nazionale: το ριζοσπαστικό ιδεολογικό δημιούργημα του διανοητή και ακτιβιστή Franco Freda & το «ιερόσυλο» έργο του νεοφασισμού και της Τρίτης Θέσης «η Διάλυση του Συστήματος» (η έκδοση της χρονιάς από την «Λόγχη» σε μετάφραση του Βλάση Βρανά και πρόλογο του Κωνσταντίνου Μποβιάτσου)

 

2103611590

info@logxi.com

του Κωνσταντίνου Μποβιάτσου

Hπαρουσία και η δραστηριότητα του FronteNazionale, ήταν πολύ περιορισμένη χρονικά, λίγο περισσότερο από πέντε χρόνια, από το 1990 έως το 1995, όταν αρκετοί αγωνιστές του κλήθηκαν να λογοδοτήσουν για διάφορα δήθεν εγκλήματα συμπεριλαμβανομένων και ορισμένων που αποδίδονται στον περιβόητο νόμο Mancino για την υποκίνηση του φυλετικού μίσους.

Το Εθνικό Μέτωπο δημιουργήθηκε από τον Freda με την δεδηλωμένη πρόθεση να κινητοποιηθεί ενάντια στα μεταναστευτικά κύματα και στην πραγματικότητα  σχεδόν όλα τα εσωτερικά και εξωτερικά έγγραφα του (αφίσες, φυλλάδια κ.λπ.) αποκάλυψαν αυτή τη μονοθεματική προσέγγιση, αυτό που ο Freda, όρισε ως «τερατούργημα» και «μάστιγα» που είναι η  τρομερή πλημμύρα των μη  Ευρωπαίων ενάντια των  Ευρωπαίων. Το μεγάλο όπλο όμως που έκανε και την διαφορά ήταν  ένα   περιοδικό του κινήματος, το "L'Antibancor" που δημοσιεύτηκε σε πέντε δόσεις μεταξύ 1992 και 1995 και ήταν μια πρωτότυπη και αξιολογότατη συντακτική πρωτοβουλία που αξίζει να σταθούμε.

Αυτό ήταν και ένα διαφημιστικό για την παρουσίαση του περιοδικού αυτού:

«Αγαπητέ αναγνώστη, 

Η απουσία μιας χρηματοπιστωτικής τάξης, και κυρίως μιας νομισματικής δομής, προκαλεί στον ορίζοντα εκλάμψεις οικονομικών καταστροφών πολύ πιο καταστροφικές από αυτές που προκλήθηκαν από το κραχ του 1929. Ενώ επιφανείς και υπερτεχνοκράτες ακαδημαϊκοί των κεντρικών εκδοτικών ινστιτούτων - όλοι “αξιότιμοι άντρες” ... ”ασθμαίνουν”  στην αναζήτηση μιας οριστικής παραμέτρου για τον προσδιορισμό της πραγματικής αξίας των νομισμάτων, τα επινοημένα κόλπα  καταρρέουν  άδοξα, αφού επέτρεψαν  τον πλουτισμό λίγων ατόμων εις βάρος τώρα του έθνους. Επομένως πιστεύουμε ότι είναι σωστό να αντιμετωπίζουμε οικονομικά και νομισματικά προβλήματα από μια εντελώς διαφορετική οπτική γωνία από την κλασική, τόσο ακριβής στην πρόταση οικονομετρικών μοντέλων, λαμπρών μονογραφιών και μνημειακών πραγματειών, αλλά και  ανίκανη να προτείνει στις πολιτικές αρχές τα εργαλεία για να αποτρέψει στο νόμισμα  από - εγγύηση  της εθνικής κυριαρχίας – να γίνεται θηλιά στο λαιμό του λαού.

Υπάρχουν νέες τεχνικές και νέοι τρόποι εξερεύνησης, εάν καταφέρουμε να καταστρέψουμε τα «κλουβιά» στα οποία - με τέλεια κακή πίστη - όσοι επωφελούνται από αυτή τη διαταραχή θα ήθελαν να συνεχίσουν να μας κρατούν κλειστούς. Για να τα διαλύσουν, οικονομολόγοι και οικονομικοί ιστορικοί εργάστηκαν και συνεχίζουν να εργάζονται. Με τη διδασκαλία τους και με τη συμβολή εκείνων που βάζουν την πνευματική ειλικρίνεια πάνω από το δικό τους οικονομικό και κοινωνικό συμφέρον, θα εργαστούμε για να διασφαλίσουμε ότι αυτό το σύστημα, βασισμένο στην τεράστια «σαπουνοφούσκα» του ανύπαρκτου χρήματος, θα επιταχύνει τη δική του κατάρρευση: θα αποκαταστήσει την πραγματική οικονομία - τη μόνη που ταιριάζει στο καλό της εθνικής κοινότητας».

 Fronte Nazionale

Πρώτα από όλα  θα δείτε πόσο μπροστά ήταν σε επίπεδο  το «L'Antibancor», που στην ουσία  ήταν το μοναδικό περιοδικό συγκεκριμένα αφιερωμένο σε χρηματοοικονομικά, νομισματικά  ζητήματα, θέματα  που δεν δημοσιεύτηκαν  ποτέ στον ευρύτερο  «δεξιό» ριζοσπαστισμό (αλλά θα έλεγα  ότι ήταν μια μοναδική περίπτωση στο πανόραμα ολόκληρου του ευρωπαϊκού «δεξιού» ριζοσπαστισμού). Γεννήθηκε ως «ανασκόπηση των οικονομικών  από το Εθνικό Μέτωπο», όπως αναφέρεται στον υπότιτλο των δύο πρώτων τευχών, ξεκινώντας  και  ανέλαβε αυτή την «περιοδική αναθεώρηση των οικονομικών και χρηματοοικονομικών», τονίζοντας περαιτέρω την τεχνική και ακαδημαϊκή χροιά του, με την παρότρυνση του Salvatore Giuseppe Verde, ενός οικονομολόγου που είχε εργαστεί προηγουμένως στις οικονομικές δομές της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Ωστόσο, η επικράτηση  στις νέες λειτουργίες του χρήματος και στη Συνθήκη του Μάαστριχτ, άφησε χώρο για την πολιτική κουλτούρα αναφοράς, όπως αποδεικνύεται από μια στήλη στην οποία υπήρχαν σύντομα οικονομικά κείμενα από «κλασικούς» συγγραφείς της «δεξιάς» από τον Spann και τον Costamagna στον Guénon και τον Spengler, και τέλος στον Friedrich Fried, μαθητή του Sombart. Κείμενα υψηλής επιστημονικής γνώσης και παιδείας. Ο μοναδικός χαρακτήρας αυτής της δημοσιογραφικής πρωτοβουλίας βρίσκει τον θεμελιώδη λόγο της στην έλλειψη προσοχής που είχε αναγνωρίσει ο «δεξιός» ριζοσπαστισμός για την οικονομική διάσταση. Ο εξοστρακισμός προς την οικονομία και την οικονομική σκέψη είχε ήδη διαταχθεί από τον Evola, στον απόηχο του Guénon και του Spengler.

Ο Evola είχε καταγγείλει ότι «ο σύγχρονος καπιταλισμός είναι τόσο ανατροπή όσο και ο μαρξισμός, γιατί η εποχή της αστικής πρωτοκαθεδρίας της οικονομίας περιείχε μια θεμελιωδώς αναρχική και αντιιεραρχική ιδέα, κάτι περισσότερο από μια  ανατροπή της κανονικής τάξης». Με άλλα λόγια ο Evolaσχολιάζοντας τον Jungerλέει: «δεν ήταν τόσο θέμα προτίμησης ενός οικονομικού συστήματος από το άλλο, επειδή  η οικονομία ως κατηγορία  ανήκει οπωσδήποτε στην αστική σκέψη, όσο  για να αναπτύξει την πεποίθηση ότι η οικονομία ήταν το βασίλειο των αρνητικών αξιών, άρα έπρεπε να υποταχθεί σε εξωοικονομικούς παράγοντες μέσα σε μια πολύ μεγαλύτερη και πληρέστερη τάξη, ώστε να δώσει στην ανθρώπινη ζωή ένα βαθύ νόημα».

Ωστόσο, είναι αμφίβολο εάν ο Evola δεν έκανε το μεγάφωνο θα έλεγα, για μια στάση που χαρακτήριζε εδώ και καιρό αυτήν την πολιτική κουλτούρα, για την οποία αυτή η άρνηση εξέφραζε μια πολύ βαθύτερη κλίση που είχε προηγουμένως διασχίσει όλες τις διάφορες αρθρώσεις της «αντιπλουραλιστικής δεξιάς» του εικοστού αιώνα, σύμφωνα με το ίδιον τον FredaΑκόμα κι αν δεν την συγκρίνουμε με τον επαναστατικό ανταγωνιστή  της, τον μαρξισμό, η  ιστοριογραφική μας υπόθεση είναι ότι αυτή η πολιτική κουλτούρα, είχε αποκαλύψει μια πολύ ωμή οικονομική σκέψη, μερικές φορές κατά προσέγγιση, όπου οι συγγραφείς αναφοράς ήταν πολύ λίγοι (περίπου αυτοί που ανθολόγησε το εν λόγω περιοδικό, με την προσθήκη του Ezra Pound και μερικών άλλων). Το να μιλάς για μια πραγματική «σωστή» οικονομική σκέψη της ριζοσπαστικής «δεξιάς» είναι πολύ δύσκολο. Η εντύπωση μας είναι ότι μερικές από τις πιο πρωτότυπες σελίδες των οικονομικών επιστημών μπορούν να εντοπιστούν, και να οδηγηθούν, στο πλευρό των αντισημιτικών συγγραφέων, ξεκινώντας από τον Sombart. Ο ίδιος ο κορπορατισμός κατήγγειλε μια «σπάνια θεωρητική συνέπεια», που προέρχεται από το γεγονός ότι «οδήγησε περισσότερο σε κριτική του φιλελευθερισμού παρά σε ένα νέο οικονομικό δόγμα».

Αυτή είναι μια γενικά αποδεκτή κρίση από την ιστοριογραφία, λαμβάνοντας υπόψη ότι ο Renzo De Felice είχε γράψει για ένα «παράλογο της προσποίησης του να γίνει ο κορπορατισμός ένα πραγματικό οικονομικό σύστημα που πρέπει να αντιτίθεται τόσο στο καπιταλιστικό (φιλελεύθερο ήταν προτιμότερο να πούμε) όσο και στο κομμουνιστικό». Το ερώτημα μιας σκέψης οικονομικής  που μόλις σκιαγραφήθηκε αφορά  λοιπόν, όλη την κουλτούρα της αντιπλουραλιστικής «δεξιάς», πριν από τον «δεξιό» ριζοσπαστισμό της δεύτερης μεταπολεμικής περιόδου.

Τώρα για να δούμε λίγο το θέμα αυτό αφού είναι σκόπιμο να παρατηρήσουμε την οικονομική σκέψη του «δεξιού ριζοσπαστισμού» και πάντα σύμφωνα με τον Freda:

"μπορεί να συνοψιστεί σχεδόν εξ ολοκλήρου στην πεποίθηση ότι  ως καπιταλισμός, η ιστορική εποχή στην οποία η οικονομία είχε απορροφήσει την πολιτική - με όλες  τις συνέπειες που συνεπαγόταν αυτή η απορρόφηση - διαβρώνοντας τις εξουσίες του έθνους κράτους, έγινε  πια όμηρος ενός ανεμοστρόβιλου και μη ελεγχόμενης πλέον κυκλοφορίας χρήματος και οικονομικών με μια "παγκοσμιοποιημένη" κλίση. Ήταν ζήτημα αποκατάστασης της πρωτοκαθεδρίας και προσανατολισμού στην πολιτική, στο όνομα των δικαιωμάτων της κοινωνίας και του κράτους.

Υπό αυτή την έννοια, ο Sombart, ο Costamagna, ο Pound, οι αντισημίτες όπως ο Feder, ο θεωρητικός της πάλης ενάντια στη «σκλαβιά του συμφέροντος», ερμηνεύτηκαν όλοι σύμφωνα με τους κανόνες ενός παραδοσιακού χαρακτήρα, σαν του Evola, του Spengler και του Guénon, που δεν ήθελε να αντιμετωπίσει  μια οικονομική σκέψη που γιόρταζε τις δόξες του ατομικισμού και του υλισμού. Ήταν θέμα να πάρουμε θέση ενάντια στο «ανύπαρκτο χρήμα», στο όνομα της «πραγματικής οικονομίας - της μόνης που ταιριάζει στο καλό της εθνικής κοινότητα".

Καμία παραχώρηση λοιπόν, στον μαρξιστικό κολεκτιβισμό και τον σοσιαλισμό, όπως συνέβη στο «η διάλυση του συστήματος». Ο «αντιδραστικός μηδενισμός» του Freda της δεκαετίας του 1990 προτίμησε, αν μη τι άλλο, να καταγγείλει την πρωτοκαθεδρία της δημοσιοοικονομικής πολιτικής και της οικονομίας (finanza , economia, οι όροι στα ιταλικά) ως το υψηλότερο σημείο παρακμής που επιτεύχθηκε από τη Δύση. Η ανάκαμψη μιας προοπτικής αξιοποίησης του εθνικού κράτους βρήκε τη αιτιολόγηση της διαπίστωσης ότι η νομισματική κυκλοφορία είχε γίνει ανεξάρτητη από τους ελέγχους και τις πολιτικές εξουσίες του κράτους. Επρόκειτο για: «υποστήριξη της προβολής της ιδέας του κράτους σε επίπεδο ιστορίας, υπεράσπιση της ουσιαστικής αξιοπρέπειας των θεσμών του και στον τομέα της οικονομίας και της δημοσιοοικονομικής (στόχος της οικονομίας είναι να καλύψει τις ανάγκες του  έθνους και αυτός  της δημοσιοοικονομικής για τον εξορθολογισμό της ανταλλαγής αγαθών)».

Με άλλα λόγια, η επιστροφή στην προσδοκία του έθνους - κράτους ήταν η απάντηση σε φαινόμενα που ξέφευγαν  ​​από τον έλεγχο της πολιτικής, όπως η δημοσιονομική και η μετανάστευση. Αν μελετήσουμε το πρόγραμμα του θα δούμε ότι  η θέση του Freda δεν ήταν εντελώς απομονωμένη. Και μάλιστα  αν σκεφτούμε ότι, την ίδια περίοδο  η κουλτούρα της πιο συνειδητοποιημένης  ριζοσπαστικής «Δεξιάς» κατέγραφε μια «πατριωτική αφύπνιση» που χαρακτηριζόταν από την αίσθηση της «εθνοτικής κοινότητας», ακόμη κι αν η δράση του κράτους έπρεπε να θεωρηθεί «εμπόδιο για την ελεύθερη επίγνωση της ταυτότητας του».

Μια ιδιαιτερότητα του προγράμματος του Fronte Nazionale συνίστατο στην υποστήριξη μιας γραμμής διαφορετικού «ρατσισμού»σχεδόν στην πιο αγνή του μορφή: «Ρατσισμός σημαίνει όχι περιφρόνηση για τις άλλες φυλές, αλλά πίστη στην δικιά σου φυλή, αναγνώριση της συγκεκριμένης μορφής ζωής που τη σηματοδοτεί, σεβασμός σε όλους τους δεσμούς, εσωτερικού και εξωτερικού, ανώτερου και κατώτερου που τη διατάσσουν».

Στον χώρο του «δεξιού» ριζοσπαστισμού υπήρχαν επίσης και πιο επιφυλακτικές θέσεις, όπως όταν υποστηρίχθηκε ότι «η διαφοροποίηση διεκδικεί τη σύνθετη φύση της στον κόσμο, θεωρείται πλεονέκτημα που πρέπει να διαφυλαχθεί  και σίγουρα όχι ιμπεριαλιστικό πρόγραμμα επέκτασης ή κυριαρχίας, ούτε θεωρεί επιθυμητό μια εθνική ομάδα ή φυλή ή κράτος κ.λπ., να καλλιεργεί όνειρα εκμετάλλευσης και καταπίεσης εις βάρος οποιουδήποτε, ούτε στοχεύει σε μορφές εσωτερίκευσης του άλλου». Σε κάθε περίπτωση, για τον Freda, ο φυλετισμός ήταν η αναγνώριση ότι «ο άνθρωπος δεν βασίζεται σε ένα τίποτα, αλλά έμφυτες και εγγενείς αλήθειες κυβερνούν την ψυχή του. Είναι ιδιότητες που δεν αποκτώνται στην πορεία της ζωής . Είναι ιδιότητες που λαμβάνονται από ανιόντες και μεταδίδονται στους απογόνους σύμφωνα με τον κανόνα της κληρονομικότητας και του χαρακτήρα».

Δεν είναι καθόλου απαραίτητο να επισημάνουμε ότι  για άλλη μια φορά, η αναφορά του  Freda ήταν ο Evola και για την ακρίβεια, εκείνα τα ρατσιστικά και αντισημιτικά γραπτά  του, περί τα τέλη του 1930, (πάνω  στην επίδραση του μαθήματος του εθνικοσοσιαλιστή ανθρωπολόγου Clauss), που θεωρητικοποιήθηκε ρητά με την  πεποίθηση ότι δεν υπήρχαν φυλετικές ιεραρχίες, καθώς όλες οι φυλές έπρεπε να θεωρούνται «ανώτερες». Και όμως, δεδομένου ότι ο διαφορετικός «ρατσισμός» εξακολουθεί να παραμένει «ρατσισμός», με την έννοια ότι η διαφοροποίηση αποτελούσε το αρχικό στάδιο μιας διαδικασίας που έτεινε να ταξινομήσει τους άνδρες σε φυλές, ήταν προφανές ότι μόνο «οι πνευματικά και ηθικά πιο αγνές ομάδες της λευκής φυλής αναγνώρισαν το καθήκον της τάξης, μέσω της ανισότητας των φυλών, και της διακυβέρνησης, μέσω της διαφοράς των γενεαλογιών, του κινήματος για τη συνολική ενοποίηση του ανθρώπινου γένους».

Σίγουρα η φυλετική θεωρία κατά τον Freda, είχε αλλάξει κάπως από την δεκαετία του ‘30 και τους θεωρητικούς της όπως οι Rosenberg, Gobineau, Chamberlain. Η «Φυλή» ήταν η έλευση της στιγμής του μύθου ως μια διαίσθηση της αυθεντικότητας του όντος που φαινόταν πνιγμένο στο γίγνεσθαι της Ιστορίας: «Η φυλή δεν πρέπει να συζητηθεί, να αντιμετωπιστεί, αν ποτέ να αντικατοπτριστεί. Η φυλή είναι αίμα, είναι νεύρο. Δεν θέτει ερωτήματα. Είναι ένα στοιχείο, όπως ο αέρας, όπως ο ήλιος, όχι ένα θέμα. Ή υπάρχει ή δεν υπάρχει. Ή δεν το έχεις ή το έχεις» … αναφέρει χαρακτηριστικά.

Παρόλο που το κίνημα του Freda δεν κράτησε πολύ, λόγω των νομικών παγίδων από το καθεστώς, άλλωστε αυτή είναι και η αστική δημοκρατία, παρόλο  λοιπόν την σύντομη ιστορία του, άφησε βαθιά χαραγμένο πνεύμα, βασισμένο σε μελέτες, έρευνες και σημαντικά άρθρα που δύσκολα θα μπορούσε κάποιος να καταρρίψει. Άλλωστε η επιτυχία του σε αυτό το επίπεδο ήταν ότι προσπάθησε να παντρέψει τις δυνατές θεωρίες των διανοούμενων της λεγόμενης ριζοσπαστικής «δεξιάς», με τις απαιτήσεις των καιρών, αφού είχε  ήδη μπει η δεκαετία του 1990 και πολλά είχαν αλλάξει από το 1969 και το επαναστατικό «Η Διάλυση του Συστήματος». Αλλά ο στόχος ήταν πάλι αυτός: Η διάλυση του συστήματος!