Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΕΘΝΙΚΟΣΥΝΔΙΚΑΛΙΣΜΟΣ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΕΘΝΙΚΟΣΥΝΔΙΚΑΛΙΣΜΟΣ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Τα άγνωστα θραύσματα της ιστορίας: Fasci Rivoluzionario D’ Azione Internazionalista - κάλεσμα προς τους Ιταλούς εργάτες για Δράση υπέρ του Πολέμου!

 «Το μονοπάτι όπου βαδίζουν αυτοί οι άνθρωποι είναι πά­ντοτε το ίδιο. Αρχικά είναι αναρχικοί ή ακραίοι σοσιαλιστές, κατόπιν “προσηλυτίζονται” στον εθνικισμό και δημιουργούν αξιοσημείωτες μεσσιανικές ιδέες … και φορτίζουν τον ακίνδυνο εθνικισμό των ενώσεων και των κομμάτων με το δυναμίτη της αναρχικής ετοιμότητας για δράση»

Otto Strasser


«Όποιος φοβάται τον θάνατο δεν είναι άξιος να ζει»

Μετάφραση - Εισαγωγή: Αργύρης Τιμοθέου

Το κάλεσμα των Fasci d'Azione Internazionalista είναι ένα πολιτικό προγραμματικό μανιφέστο, γραμμένο στις 5 Οκτωβρίου 1914, στο οποίο η χρησιμότητα του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου επιβεβαιώνεται ως μια απαραίτητη ιστορική στιγμή για την ανάπτυξη των κοινωνιών με την πολιτική - σοσιαλιστική έννοια. Η μαχόμενη προλεταριακή τάξη, υποστηρίζεται πως μέσα από τον πόλεμο θα είχε τεράστια οφέλη, και δεν μπορούσε να χάσει αυτό που αγαπούσε να ορίζει ως το «τρένο της ιστορίας»Αυτό μπορεί να συνδεθεί με τον αριστερό παρεμβατισμό και επίσης με τη Χάρτα του Carnaro, μια Χάρτα πιο ανεπτυγμένη στα θέματα της κοινωνικής ισότητας, που καθοδήγησε τον Gabriele D'Annunzio και Alceste De Ambris. Το μανιφέστο θα έχει την πολιτική του εφαρμογή στις Δέσμες της Επαναστατικής Δράσης. 

Η επιτροπή προώθησης των θέσεων αποτελούνταν από τους:

Decio Bacchi

Michele Bianchi

Ugo Clerici

Filippo Corridoni

Amilcare De Ambris: αδελφός του πιο γνωστού Alceste De Ambris, στελέχους της USI και σύζυγος της Maria Corridoni, αδελφής του Filippo Corridoni, συμμετείχε στην υπεράσπιση της Πάρμα μαζί με τους Arditi del Popolo και τον προλεταριακό θρύλο Filippo Corridoni.

Attilio Deffenu

Aurelio Galassi

Angelo Oliviero Olivetti

Decio Bacchi

Cesare Rossi

Silvio Rossi

Sincero Rugarli

Libero Tancredi, ψευδώνυμο του ατομικιστή αναρχικού Massimo Rocca.

Ενώ η μάχη της Μάρνης μαίνεται στη Γαλλία, στο Μιλάνο στις 15 και 16 Σεπτεμβρίου διοργανώνονται από τους Φουτουριστές, με επικεφαλής τον Marinetti και τον Boccioni οι πρώτες διαδηλώσεις στους δρόμους κατά της Αυστρίας. Υποστηρίζονται επίσης από τον Filippo Corridoni και τις επαναστατικές αριστερές ομάδες. Στις 5 Οκτωβρίου 1914, τα πρωτοεμφανιζόμενα Fascio κάνουν την πρώτη έκκληση προς τους Ιταλούς εργάτες να τους πείσουν να πολεμήσουν. Η συνάντηση των Φουτουριστών και των ανδρών της άκρας αριστεράς παίρνει σάρκα και οστά και βρίσκει υποστήριξη ακόμη και σε ομάδες εργατών ή σοσιαλιστών. Ακολουθεί το ιστορικό κάλεσμα μανιφέστο των Fasci Rivoluzionario d’ Azione Internazionalista (Επαναστατικές Δέσμες Διεθνιστικής Δράσης).

Η μετάφραση αυτού του ιστορικού ντοκουμέντου είναι μια απάντηση σε όσους διαχρονικά έκρυψαν μέσα σε τόνους λάσπης και ψέματος το αδιαμφισβήτητο ιστορικό γεγονός πως η ρίζα του Φασιστικού κινήματος υπήρξε ο Επαναστατικός Σοσιαλισμός και το διεθνές Λαϊκό και Εργατικό κίνημα των αρχών του 20ου αιώνα. 

Κάθε γραμμή του κειμένου που ακολουθεί αναφέρεται στην επαναστατική και σοσιαλιστική εργατική τάξη της Ευρώπης, μαχητές της οποίας ήταν όλοι οι θρυλικοί υπογράφοντες του κειμένου αυτού που αποτέλεσε το σπάργανο των «Φασιστικών Δεσμών Μάχης» που ίδρυσε λίγο μετά ο Mussolini αφού πρώτα πήρε μέρος και αυτός στις «Επαναστατικές Δέσμες της Διεθνιστικής Δράσης» μετά την δημοσίευση ακριβώς του καλέσματος που ακολουθεί.

Επιπλέον το κείμενο αυτό αποδεικνύει την φοβερή σύμπνοια στο θέμα του πολέμου των πρώτων Φασιστών Σοσιαλιστών με τους Αναρχικούς Παρεμβατιστές με ξεκάθαρη τιμητική αναφορά στον μεγάλο Αναρχικό Πιοτρ Κροπότκιν μέσα στο κείμενο που θα διαβάσετε. 

Συντονισμένοι μεταξύ τους με πρωτοβουλία του Κροπότκιν την ίδια εποχή θα γραφτεί το περιβόητο «Μανιφέστο των 16» που είναι κάλεσμα των κορυφαίων Γάλλων Αναρχικών μαζί με τον Κροπότκιν να συμμετάσχουν οι αγωνιστές αντιεξουσιαστές στον Ά Παγκόσμιο Πόλεμο, κείμενο που προκάλεσε εκρήξεις στο εσωτερικό του αναρχικού κινήματος εκείνης της εποχής και ακόμα και σήμερα θεωρείται «μαύρη σελίδα» από όλα τα καλόπαιδα της antifa που προσπαθούν να εξαφανίσουν ακόμα και την ιστορία των μεγαλύτερων μορφών της αναρχίας ακριβώς επειδή όλοι τους είχαν τεράστια συμβολή στην ανάπτυξη του εθνικισμού και του πατριωτισμού μέσα στο εργατικό κίνημα σε αντίθεση με τον κοσμοπολιτισμό του Μαρξιστικού Διεθνισμού. 

Για επιβεβαίωση παραθέτουμε τον σύνδεσμο του εν λόγω Μανιφέστο του Κροπότκιν όπως δημοσιεύθηκε στην ελληνική γλώσσα από μια γνωστή αναρχική πηγή: 

https://anarchypress.wordpress.com/2021/02/25/%CF%84%CE%BF-%CE%BC%CE%B1%CE%BD%CE%B9%CF%86%CE%AD%CF%83%CF%84%CE%BF-%CF%84%CF%89%CE%BD-%CE%B4%CE%B5%CE%BA%CE%B1%CE%AD%CE%BE%CE%B9/amp/

Ο πόλεμος λοιπόν δεν ήταν απλά μια κατάσταση προς αποφυγή αλλά ευκαιρία δράσης για τους επαναστάτες εκτός από τους προδότες, τους ντεφαιτιστές, τους αιώνιους παραμυθάδες της κατάλληλης στιγμής και του δήθεν εσωτερικού μετώπου ανατροπής. Ο Πόλεμος που αφορά την ζωή και την τραγωδία των λαών είναι εκεί που κρίνεται ποιος θα αμυνθεί του Έθνους πιο αποτελεσματικά. Ποιος θα πάρει την ηγεμονία της προάσπισης της μονής λαϊκής περιουσίας που είναι η Χώρα που ζει. Αυτός θα είναι την επόμενη μέρα ο νέος ηγεμόνας. 

Και όμως δυστυχώς για όλους τους δήθεν διανοούμενους της εθνικής δεξιάς, τους αριστερούς φιλελεύθερους του Περισσού και της Κουμουνδούρου, τους «εθνικιστές» των κομματικών προθάλαμων και τους antifa «αντιεξουσιαστές», η ιστορία δεν διαγράφεται, και ναι οι Προλετάριοι έχουν ΠΑΤΡΙΔΑ ! 

Ενάντια στον Marx: αυτό φώναξαν οι μεγάλοι Προυντόν, Κροπότκιν, Σορέλ μαζί με τους Μελανοχίτωνες του Μουσολίνι!   

Η Επιτροπή των Fasci Rivoluzionario dAzione Internazionalista απευθύνεται προς τους εργάτες της Ιταλίας!

Στην τραγική ώρα που περνάμε, ενώ ο απέραντος πόλεμος γιορτάζει τις αιματηρές του δόξες στην Ευρώπη, ενώ εμφανίζονται οι ίδιοι οι λόγοι του πολιτισμού που κατακλύζονται από το κύμα της ανερχόμενης βαρβαρότητας, εμείς οι αγωνιστές από διάφορα σημεία  της επαναστατικής πλευράς, νιώθουμε το καθήκον να μιλήσουμε με σαφήνεια και ειλικρίνεια, ώστε η σιωπή μας να μην ερμηνευθεί ως συναίνεση ή δειλία τη στιγμή που είναι υπέρτατο συμφέρον και υψηλό καθήκον κάθε επαναστάτη να εκφράσει τις σκέψεις του και να ξεκαθαρίσει τη στάση του απέναντι στα γεγονότα.

Ας μην αναζητήσουμε που θα ήταν μάταιο και αδρανές τη γένεση της μεγάλης τραγωδίας. Αν ως επαναστάτες μπορούσαμε να θεωρήσουμε τη διεθνή αστική τάξη από κοινού και εις ολόκληρον υπεύθυνη για τη μάστιγα των λαών, από την άλλη θα ήταν ανειλικρινές και ανέντιμο να μην αναγνωρίσουμε μεγάλο μέρος της ευθύνης που ανήκει σε εμάς τους επαναστάτες, στην εργατική τάξη σε διάφορες χώρες, τα πρωτοποριακά της στοιχεία, που έχουν στο πρόγραμμα τους την αποστροφή στον πόλεμο και την καταπολέμηση του μιλιταρισμού, για την ανεπαρκή και αναποτελεσματική δουλειά που γίνεται για να αποτραπούν οι ιμπεριαλιστικοί σχεδιασμοί των αστικών κυβερνήσεων και των μιλιταριστικών ελίτ  της Ευρώπης που τα εφαρμόζουν μέσω του πολέμου. 

Οι διεθνιστές εργάτες - θα πρέπει να το αναγνωρίσουμε χωρίς αμφισημίες - και αποδείχθηκε στη δοκιμασία των γεγονότων, ήταν κάτι παραπάνω από ανίσχυροι να αντιμετωπίσουν τα γεγονότα και να αποτρέψουν το πολεμικό γεγονός. Ενώ οι σύντροφοι της Γαλλίας, του Βελγίου και της Αγγλίας ήξεραν πώς να εκπληρώσουν το καθήκον τους ως σοσιαλιστές μέχρι τέλους, έτοιμοι να ξεκινήσουν με τη διεθνή γενική απεργία το κίνημα της εξέγερσης ενάντια στις πολεμικές επιθέσεις της αστικής τάξης, οι εργάτες  της Γερμανίας και της Αυστρίας, των κρατών που εμφανίστηκαν σε ολόκληρο τον κόσμο ως οι αρχιτέκτονες της σκοτεινής συνωμοσίας που επινοήθηκε από τις αναγεννημένες δυνάμεις του ευρωπαϊκού Μεσαίωνα ενάντια σε κάθε φως πολιτισμού και κάθε στοιχείο προόδου, αντί να αντιταχθούν με την δύναμη των ισχυρών οικονομικών και πολιτικών τους οργανώσεων στην εξαπολυμένη επιθετική μανία των κυβερνήσεών τους, έχουν υποκύψει στο ρεύμα του πιο βάναυσου και άγριου ιμπεριαλισμού, αγνοώντας το καθήκον τους ως σοσιαλιστές, προδότες των ιερών καθηκόντων της διεθνούς εργατικής αλληλεγγύης.

Ούτε μια μάταιη λέξη, ίσως, δεν θα ήταν το όνειρό μας για αδελφοσύνη λαών πέρα ​​από κάθε σύνορο, αν οι Γερμανοί και οι Αυστροουγγροί σοσιαλιστές είχαν ξεσηκωθεί ενάντια στο άδοξο τελεσίγραφο της αυστριακής κυβέρνησης προς τον μικρό σερβικό λαό, εάν είχαν μεταφέρει την αγωνιώδη κραυγή του Λουξεμβούργου και του Βελγίου, που προσβλήθηκαν για το ιερό δικαίωμά τους στην ελευθερία και την ανεξαρτησία, αν, με μια λέξη, είχαν επιβεβαιώσει τους λόγους του προλεταριακού συμφέροντος και του σοσιαλιστικού πολιτισμού ενάντια στο λάβαρο των κυβερνήσεων τους της στρατιωτικής τυραννίας και του ιμπεριαλισμού.

Έτσι ο πόλεμος είναι σήμερα μια τραγική πραγματικότητα της οποίας δεν μπορούμε να είμαστε αδιάφοροι θεατές χωρίς να προδώσουμε την ίδια την αιτία της επανάστασης, χωρίς να αρνηθούμε τις σοσιαλιστικές αρχές μας που μιλούν στους λαούς στο όνομα του πολιτισμού και της ελευθερίας. Και τότε είναι χρήσιμο να αναρωτηθούμε εάν τα πιο ζωτικά συμφέροντα της εργατικής τάξης των διαφόρων χωρών, εάν η αιτία της κοινωνικής επανάστασης, προστατεύονται καλύτερα από τη στάση αυστηρής ουδετερότητας που επιθυμεί για την Ιταλία το επίσημο Σοσιαλιστικό Κόμμα, πλήρως εναρμονισμένο με τα κληρικαλιστικά στοιχεία και προς όφελος των Γερμανικών όπλων ή από την επέμβαση των κρατών που αντιπροσωπεύουν την υπόθεση της ελευθερίας και της ειρήνης στην Ευρώπη: υπέρ της Γαλλίας, της κοιτίδας εκατό επαναστάσεων, της Αγγλίας, φρουρά κάθε πολιτικής ελευθερίας, του γενναίου και ηρωικού Βελγίου. 

Η απάντηση δεν μπορεί να είναι αμφίβολη για εμάς τους επαναστάτες που πιστοί στη διδασκαλία των μεγάλων μας δασκάλων πιστεύουμε ότι δεν μπορούμε να ξεπεράσουμε τα όρια των εθνικών επαναστάσεων χωρίς πρώτα να τα έχουμε φτάσει, επομένως η ταξική πάλη είναι μια μάταιη φόρμουλα, όχι μια πρακτική και γόνιμη δύναμη όπου κάθε λαός δεν ενσωματώνεται στα φυσικά του όρια γλώσσας και φυλής μέχρι να  λυθεί οριστικά το ζήτημα των εθνικοτήτων, και να υπάρξει το ιστορικό κλίμα που είναι απαραίτητο για την ομαλή ανάπτυξη του ταξικού κινήματος, για την πρόοδο και τον θρίαμβο των ίδιων των ιδεών του διεθνισμού. Ο θρίαμβος του αυστρο-γερμανικού μπλοκ θα ήταν στην Ευρώπη ο ανανεωμένος θρίαμβος της Ιεράς Συμμαχίας, η ενίσχυση της αιτίας της αντίδρασης και του μιλιταρισμού ενάντια σε αυτήν της επανάστασης, με μια λέξη η επιμονή και η εδραίωση αυτών των δυνάμεων του Μιλιταρισμού και της Φεουδαρχίας. 

Η διατήρηση όσων δημιούργησαν την τεράστια καταστροφή του σήμερα, που θα δημιουργήσει άλλους πολέμους αύριο, άλλο πένθος και άλλα ερείπια για τους εργάτες που θα τους σταματήσει στην ανοδική πορεία για την κατάκτηση της δικής τους οικονομικής χειραφέτησης. Οι μεγάλες ιστορικές αντιθέσεις δεν επιλύονται με την ιδεολογική άρνηση τους, αλλά με την πρακτική υπέρβαση των όρων τους: ο πόλεμος δεν διεξάγεται με τη μηρυκαστική φόρμουλα ή με την αντίθεση του με στείρες λεκτικές αρνήσεις, αλλά με την εξάλειψη των γενεσιουργών αιτιών του, με τη μείωση των παραγόντων της ισχύος του επιτυχώς.

Οι ουδέτεροι μέχρι τέλους φαίνονται σήμερα να είναι αληθινοί φίλοι του πολέμου. Εμείς, μαχόμενοι δίπλα στους επαναστάτες της Γαλλίας, της Ρωσίας, του Βελγίου και της Αγγλίας για την υπόθεση της ελευθερίας και του πολιτισμού ενάντια σε αυτόν του αυταρχισμού και του τευτονικού μιλιταρισμού, για τη λογική ενάντια στη βία, για την Ευρωπαϊκή επανάσταση ενάντια στο τρελό και εγκληματικό όνειρο της εγκαθίδρυσης μιας παγκόσμιας αυτοκρατορίας - μεσαιωνικό όραμα που μας οδηγεί πίσω στον Μεσαίωνα - πιστεύουμε ότι κάνουμε το πιο χρήσιμο έργο που μπορεί να γίνει σήμερα υπέρ της Ευρωπαϊκής ειρήνης, για την υπόθεση της κοινωνικής επανάστασης, για την ανασύσταση της εργατικής Διεθνούς στις νέες βάσεις της συστηματικής αποστροφής, που επιδιώκεται με κάθε μέσο, ​​σε κάθε πόλεμο που δεν είναι πόλεμος καταπιεσμένων εναντίον καταπιεστών, εκμεταλλευόμενων εναντίον εκμεταλλευτών.

Εργάτες,

Τα γεγονότα πιέζουν. Η Ιταλία, μαζί με τις δυνάμεις που αγωνίζονται για την ελευθερία και την ανεξαρτησία των λαών, θα έκανε την έκβαση του πολέμου πιο γρήγορη και αποφασιστική, μετριάζοντας τις τεράστιες καταστροφές. Η ένοπλη ουδετερότητα δεν γλιτώνει από τις σοβαρές συνέπειες που φέρνει ο πόλεμος στη χώρα μας και ταυτόχρονα δεν μας προστατεύει από τον κίνδυνο του πολέμου: δίνει μάλλον στην κυβέρνηση, με την κινητοποίηση του στρατού, τη δυνατότητα να μας ακινητοποιήσει αύριο με όποιον πόλεμο θα ήθελε να κηρύξει, ακόμη και ενάντια στις αρχές του πολιτισμού και των δικών μας συμφερόντων, και επιπλέον - που θα ήταν ακόμα χειρότερο - το μέσο να μας καλύψει με ντροπή, με έναν βδελυρό εκβιασμό κάνοντας τη μη παρέμβασή μας να μοιάζει με τιμή. Η επιβολή του πολέμου ενάντια στο αυστρο-γερμανικό μπλοκ σήμερα είναι ο καλύτερος τρόπος για να αποτρέψει την Ιταλία από το να επιστρέψει ασυναίσθητη στην ζωή της αύριο.

Εμείς οι επαναστάτες δεν έχουμε κανένα συμφέρον να διατηρήσουμε, δεν έχουμε λόγο να εξαπατήσουμε τον λαό. Ας μιλήσουμε επίσης για ουδετερότητα για τα κόμματα που πρέπει να διαφυλάξουν τιμές, μισθούς, πολιτικά αξιώματα, τυφλούς ή ενδιαφερόμενους υποστηρικτές μιας μεγάλης εθνικής δειλίας και μιας μεγάλης ιστορικής ύβρεως, συμμάχους με τη δυναστική και κληρικαλιστική πολιτική και συνεργούς των σφαγέων και των λεηλατών. Εμείς οι επαναστάτες θέλουμε να ξαναρχίσει η παράδοση των μεγάλων πνευμάτων και των μεγάλων καρδιών που άκουσαν τις φωνές του ανθρώπινου μέλλοντος και προέβλεπαν το πεπρωμένο των λαών. Το να μην συνεργάζεσαι για να κερδίσεις τους καλύτερους σημαίνει να βοηθάς τους χειρότερους. Οι επαναστάτες δεν πρέπει να έχουν αμφιβολίες για την επιλογή. 

Ο σκοπός μας είναι αυτός του Amilcare Cipriani, του Kropotkine, του James Guillaume, του Vaillant, αυτός της Ευρωπαϊκής επανάστασης ενάντια στη βαρβαρότητα, τον αυταρχισμό, τον μιλιταρισμό, τη Γερμανική φεουδαρχία και την καθολική απάτη της Αυστρίας. Ο καθένας εκπληρώνει το καθήκον του μέχρι το τέλος και με κάθε τρόπο. Όλες οι ζωντανές δυνάμεις του κόσμου, όλοι όσοι επιθυμούν στην εργαζόμενη ανθρωπότητα ένα καλύτερο μέλλον και αγωνίζονται για τον θρίαμβο της εργατικής υπόθεσης και της κοινωνικής επανάστασης, για την αδελφότητα των λαών και το τέλος όλων των πολέμων, πρέπει να βγουν στο πεδίο  αποφασιστικά. Πρέπει να αναγκάσουμε την κυβέρνηση να σταματήσει να μας ατιμάζει ή να κρύβεται και από τώρα να διαχωρίσουμε τις ευθύνες και να προετοιμαστούμε για δράση.

Μιλάνο, 5 Οκτωβρίου 1914

link: «Αναρχοφασισμός»: Μια επισκόπηση της «Δεξιάς Αναρχικής» Σκέψης

Αυτόνομη επιθεώρηση της συντακτικής ομάδας «Μαύρος Κρίνος» και των εκδόσεων «Τρίτη Θέση»: ¡Patria o muerte! - Μάϊος 2022 - τόμος Β’- για ένα εκδοτικό εγχείρημα ιδεολογικής ενίσχυσης της «Τρίτης Θέσης» στην Ελλάδα (.pdf)

 





Αυτόνομη επιθεώρηση της συντακτικής ομάδας «Μαύρος Κρίνος» και των εκδόσεων «Τρίτη Θέση»: ¡Patria o muerte! - Μάϊος 2022 - τόμος Β’- για ένα εκδοτικό εγχείρημα ιδεολογικής ενίσχυσης της «Τρίτης Θέσης» στην Ελλάδα (.pdf) 

Για να κατεβάσετε το .pdf στον σύνδεσμο εδώ ...

Μια σημαντική στιγμή για την συντακτική ομάδα του «Μαύρου Κρίνου» & τις εκδόσεις «Τρίτη Θέση». 

Μια έκδοση 120 σελίδων με ένα αφιέρωμα μοναδικό για τα ελληνικά δεδομένα στον «αιρετικό» φιλόσοφο, πολιτικό, δημοσιογράφο και ιδρυτή του «εθνικοσυνδικαλισμού» Ramiro Ledesma Ramos

Η ύλη σε σχέση με τον πρώτο τόμο - τον οποίο κατέβασαν σε .pdf εκατοντάδες αναγνώστες και συναγωνιστές - σχεδόν διπλάσια, τεχνικά είναι μια άκρως βελτιωμένη προσπάθεια και τα άρθρα αποκλειστικά, ενδιαφέροντα και δείγμα γραφής της αντικαπιταλιστικής τάσης του κινήματος:

Niccolo Giani «Ο Φασιστικός Πολιτισμός είναι ο Πολιτισμός του Πνεύματος»

Kurt Suckert «Η ιδέα της Κατάκτησης του Κράτους: Στο μονοπάτι του Ραμίρο Λεντέσμα Ράμος υπό το φως του Ιουλίου Έβολα»

 Αφιέρωμα στον Ramiro Ledesma Ramos

Ramiro Ledesma Ramos: «Ο Φασισμός ως γεγονός & παγκόσμιο φαινόμενο»

 «Ο Μαρξιστικός Εκτοπισμός»

 «Το Πολιτικό Μανιφέστο των JONS»

Juan Antonio Llopart «Ramiro Ledesma Ramos: Ένας Εθνικομπολσεβίκος;»

David Sotto Carasco «Ολοκληρωτικό Κράτος, Εθνικός Μύθος και Λαϊκισμός: Ο Ramiro Ledesma Ramos και η εμπειρία της επιθεώρησης Le Patria Libre»

 Zeev Sternhell «Ο Φασιστικός Τρίτος Δρόμος ή η Αναζήτηση για μια Εναλλακτική Πολιτική Κουλτούρα»

Κατεβάστε και διαβάστε ελεύθερα σε υπολογιστή και κινητό τις εκδόσεις «Τρίτη Θέση», μοιράστε το .pdf μας σε φίλους, γνωστούς και αγνώστους. 

Διαδώστε ακόμα και αν δεν συμφωνείτε σε όλα με το ¡Patria o muerte!

Αυτόνομη συντακτική ομάδα «Μαύρος Κρίνος» & εκδόσεις «Τρίτη Θέση»


Ramiro Ledesma Ramos, Φασίστας και Φιλόσοφος που δολοφονήθηκε ακριβώς 85 χρόνια πριν! (23.05.1905 - 29.10.1936)

 

του Κωνσταντίνου Μποβιάτσου

Μεταξύ των διάφορων Φασιστών ηγετών που εμφανίστηκαν σχεδόν παντού στην Ευρώπη μεταξύ των δύο πολέμων, η φιγούρα του Ισπανού Ramiro Ledesma Ramos, δεν έχει προκαλέσει ποτέ μεγάλο ενδιαφέρον στους ιστορικούς, τουλάχιστον από αυτή την πλευρά των Πυρηναίων.        

Οι λόγοι είναι προφανείς: είναι ένας ηγέτης που όχι μόνο δεν ανέβηκε ποτέ στην εξουσία, αλλά που ακόμα και στο δικό του περιβάλλον έπρεπε να ζήσει με διάφορες άλλες, περισσότερο ή λιγότερο χαρισματικές φιγούρες, σκεφτείτε μόνο τον José Antonio Primo de Rivera και τον Onesimo Redondo, αλλά και ηγέτες που προέρχονται από τον στρατιωτικό και κληρικο - αντιδραστικό κόσμο, όπως ο ίδιος ο Francisco FrancoΣυνολικά, η Juntas de ofensiva nacional - sindicalistaπου ιδρύθηκε από τον Ledesma δεν είχε ποτέ μαζικούς οπαδούς, ούτε ο ηγέτης Zamorano (γεννήθηκε στο Alfaraz de Sayago, στην επαρχία Zamora, το 1905) είχε ποτέ ρητορικό ταλέντο ή οργανωτική ιδιοφυΐα  ίσα με αυτά του Μουσολίνι και του Χίτλερ.


Η σημασία του, όμως, βρίσκεται αλλού. Όπως έγραψε ο καθηγητής και μελετητής της Ισπανικής δεξιάς, Pedro Carlos González Cuevas, «ο Ramiro Ledesma Ramos είναι ο μεγαλύτερος θεωρητικός του Ισπανικού Φασισμού. Οι περισσότερες από τις ιδέες του Falangist ή του National Syndicalist προέρχονται από το έργο του. Στο πλευρό του, ο Χοσέ Αντόνιο Πρίμο ντε Ριβέρα και ακόμη και ο Ernesto Giménez Caballero καταλαμβάνουν έναν ρόλο επιγόνων».

Αλλά υπάρχουν και άλλα: ο Ramiro Ledesma δεν ήταν μόνο ένας γενικός πολιτικός θεωρητικός, αλλά ένας αληθινός φιλόσοφος. Οι φιλοσοφικές ρίζες των Φασισμών και η επίδραση της φιλοσοφίας στους ηγέτες αυτών των κινημάτων έχουν διερευνηθεί μόνο τα τελευταία χρόνια. Στην περίπτωση του Ισπανού πολιτικού, ωστόσο, η αλληλοδιείσδυση μεταξύ Φασισμού και φιλοσοφίας γίνεται ακόμη πιο στενή: ο Ramiro είναι φιλόσοφος με την σωστή έννοια, με πανεπιστημιακό υπόβαθρο, συστηματικές σπουδές και μια πολύ σεβαστή γραπτή παραγωγή για το θέμα. Αρκεί να αναφέρουμε ότι οι πρώτες αναφορές του Μάρτιν Χάιντεγκερ στα ισπανικά είναι πολύ πιθανό να βρεθούν σε κάποια άρθρα που δημοσιεύθηκαν από τον ιδρυτή των Jons.

Εξέγερση ενάντια στον αστικό κόσμο

Οι βιογράφοι συνήθως διακρίνουν τρεις φάσεις στη ζωή του Ledesma Ramos: μια λογοτεχνική φάση, η οποία διήρκεσε μέχρι το 1925, μια φιλοσοφική φάση, που αναπτύχθηκε μεταξύ 1925 και 1930, και, μετά από εκείνο το έτος, μια πολιτική φάση, που εγκαινιάστηκε το 1931 με την κυκλοφορία του εβδομαδιαίου περιοδικού το La Conquista del Estadoκαι την ίδρυση, την ίδια περίοδο, των Jons, (που το 1934 θα συγχωνευθούν με τη Falange, ακόμα κι αν ο Ramiro εγκαταλείψει το ενιαίο κόμμα λίγο αργότερα, λόγω ιδεολογικών διαφορών). Ειδικά στο περιοδικό αυτό ο Ramiro  θα επαναλάβει επανειλημμένα την απόρριψη του για την μαρξιστική ταξική πάλη και τον αστικό κοινοβουλευτισμό για τη συγκρότηση μιας νέας «κατάστασης εργασίας», στη βάση του Ιταλικού Φασισμού: κορπορατισμός, κοινωνικοποίηση εταιρειών και μέσων παραγωγής, εθνικός συνδικαλισμός.

Ας παραμείνουμε λίγο εδώ (πριν προχωρήσουμε να δούμε τον Ramiroσαν φιλόσοφο). Στο κεντρικό επίκεντρο της σκέψης του θα είναι η κυριαρχία του κράτους. Για τον Ramiro, το νέο κράτος θα είναι εποικοδομητικό και δημιουργικό. Θα υποκαταστήσει άτομα και ομάδες και η απόλυτη κυριαρχία θα κατοικεί μόνο σε αυτό. Η πραγματοποίηση όλων των πολιτικών, πολιτιστικών και οικονομικών αξιών εναπόκειται στο κράτος. Έτσι το νέο κράτος θα επιβάλει τη συνδικαλιστική δόμηση της οικονομίας, η οποία όμως εξαλείφει τον αγώνα μεταξύ των κοινωνικών τάξεων για την ίδρυση μιας ενιαίας τάξης βασισμένης στην εθνική αλληλεγγύη. Οι οικονομικές δυνάμεις θα συμμετέχουν ανά πάσα στιγμή στα υψηλά άκρα του κράτους.

Συνολικά, το La Conquista del Estado θα έχει μόνο 23 εκδόσεις. Ανεστάλη πολλές φορές η κυκλοφορία του και δεν έλαβε βοήθεια ή επιδοτήσεις κανενός είδους. Το επαναστατικό του στυλ ως φωνή ενάντια στο ρεύμα και σε αντίθεση με τη Δημοκρατία θα οδηγήσει τον Ramiro Ledesma Ramos να γνωρίσει τις ισπανικές φυλακές. Στο τελευταίο τεύχος του Ιουνίου 1931, προτρέπει σε ένοπλη εξέγερση ενάντια στην πολιτική που πουλήθηκε στους ξένους, ενάντια στους μαρξιστές διεθνείς που επιβουλεύονται τη διάλυση της πατρίδας. Η βία ως η πρώτη αποστολή του στο The Conquest of the Estado.

Ας επιστρέψουμε όμως στον «άλλόν» Ramiro, όπου  υπάρχουν προφανώς έντονα στοιχεία συνέχειας μεταξύ των τριών φάσεων. Η λογοτεχνική του παραγωγή, για παράδειγμα, είναι γεμάτη φιλοσοφικά και πολιτικά περιεχόμενα. Οι τίτλοι των μυθιστορημάτων και των διηγημάτων αυτής της περιόδου είναι εύγλωττοι: El fracaso de Eva, La hora romántica, El joven suicida, El vacío (cuento metafísico). Πρωταγωνιστές αυτών των γραφών είναι πάντα νέοι άνθρωποι δύσπιστοι απέναντι στην αστική πραγματικότητα που τους περιβάλλει, παλεύοντας ενάντια στον υλικό κόσμο και όχι σπάνια φτάνοντας στην αυτοκτονία. Κι όμως, η γενική οπτική των μυθιστορημάτων δεν είναι απαισιόδοξη, αλλά βιταλιστική.

Αλλά το πιο σημαντικό μυθιστόρημα του Ramiro είναι αναμφίβολα το El sello de la muerte, το οποίο έχει τον εξαιρετικά Νιτσεϊκό υπότιτλο του La voluntad al servicio de las ansias de superación: Poderío y grandeza intelectual. (Η θέληση στην υπηρεσία της επιθυμίας για υπεροχή: Δύναμη και πνευματικό μεγαλείο). Το κείμενο, γεμάτο από ρητές Νιτσεϊκές παραπομπές, είναι αφιερωμένο στον Miguel de Unamuno. Και είναι ακριβώς οι σχέσεις του Ledesma Ramos με τον Unamuno και τον Ortega y Gasset, τους δύο γίγαντες του Ισπανικού πολιτισμού του εικοστού αιώνα, που φαίνεται να είναι σχέσεις κρίσιμες.

Για τον Unamuno, ο Ramiro εκτιμά την αίσθηση του τραγικού και την κατάρριψη του ορθολογισμού, τη Νιτσεϊκή επανερμηνεία του Κιχώτη, την οποία ο ίδιος θα επαναλανσάρει στον ύμνο του στον βιταλισμό που είναι το El Quijote y el nuestro tiempo. Μέσω του Ortega εξοικειώθηκε με τη σχολή του Marburg, τον υπαρξισμό και τον Heidegger, εκτιμώντας επίσης τις κοινωνιολογικές προτάσεις που περιέχονται στα España invertebrada και La rebelión de las mas. Ο νεαρός διανοούμενος προσπαθεί να εμπλέξει και τους δύο στα μεταπολιτικά του σχέδια, αλλά πρέπει να σημειωθεί ότι το έργο πολιτιστικής ανανέωσης που επιτελούν οι δύο συγγραφείς δεν ανταποκρίνεται στην ίδια πολιτική πρωτοπορία.

Στον Unamuno θα στείλει επίσης το μανιφέστο του για την «κατάκτηση του κράτους», αλλά ο στοχαστής θα απαντήσει με πολύ καυστικό τρόπο, γκρεμίζοντας το πνεύμα του εγγράφου. Ωστόσο, ο μελετητής Luciano Casali επισημαίνει ότι με τον Ortega «τεκμηριώνεται μια συνέχεια σχέσεων μεταξύ μαθητή και δασκάλου και μια εμπιστοσύνη που μπορεί να μας κάνει να πιστέψουμε ότι η «κάθοδος του Ledesma στο πεδίο » [...] δεν πραγματοποιήθηκε ακούσια , αλλά συναινώντας - αν όχι και διεγερτικά - ο ίδιος ο Ortega».

Ένας ολοκληρωμένος στοχαστής

Η φιλοσοφική εκπαίδευση του Ramiro, ωστόσο, δεν θα έχει να κάνει μόνο σε άμεσες επαφές, αλλά θα ακολουθήσει και ακαδημαϊκό δρόμο, όπως ήδη αναφέρθηκε. Ο νεαρός ακτιβιστής, μάλιστα, γράφτηκε στη φιλοσοφία, στα μαθηματικά και στη χημεία στο Κεντρικό Πανεπιστήμιο της Μαδρίτης (τους δύο επιστημονικούς κλάδους, ωστόσο, θα εγκαταλείψει στην πορεία).

Για να διαβάσει τα κείμενα στην αρχική τους γλώσσα, έμαθε  γαλλικά και γερμανικά. Εμβαθύνει τον γερμανικό ιδεαλισμό, τον Hegel, ιδιαίτερα τον Fichte, και τον νόμο του Croce και του Gentile στις γαλλικές μεταφράσεις (Ce qui est vivant et ce qui est mort de la philosophie de Hegel και l'Esprit acte pur), από τα οποία αντλεί την ηθική αντίληψη. του Κράτους. Επίσης, ασχολείται με τον Freud, τον Einsteinκαι τον Scheler. Στο περιθώριο της ιδιαίτερα «γερμανικής» πολιτιστικής του διαδρομής πρέπει να αναφερθεί και η αγάπη του για τον Richard Wagner.

Το 1926 άρχισε να συνεργάζεται στο La Gaceta Literaria, σε σκηνοθεσία Ernesto Giménez Caballero, ενώ από το 1929 έγραψε στην περίφημη Revista de Occidente, που ίδρυσε ο Ortega y Gasset. Τα άρθρα φιλοσοφίας που δημοσιεύονται σε αυτά τα περιοδικά θα συλλεχθούν μετά θάνατον το 1941 σε έναν τόμο τον Escritos filosóficos. Τρία άρθρα φαίνονται ιδιαίτερα σημαντικά, που δημοσιεύθηκαν μεταξύ Φεβρουαρίου και Απριλίου 1930 και στη συνέχεια συγκεντρώθηκαν σε ένα μόνο κείμενο, στο οποίο ο Ramiro πραγματεύεται τα θέματα που πραγματοποίησε ο Martin Heidegger στο Was ist Metaphysik.

Ο Ισπανός επικεντρώνεται στα επιχειρήματα του Γερμανού στοχαστή, αντιμετωπίζοντας τη θεμελιώδη σχέση του ανθρώπου με το Τίποτα και την αγωνία ως το υπαρξιακό σημάδι που αφήνει αυτή η σχέση. Ο Ραμίρο εκτιμά στον Χάιντεγκερ «να βρίσκεις τον εαυτό σου στη μέση του Είναι ως ολότητα, έχοντας μπροστά μας την ολότητα του Είναι». Εδώ βρίσκουμε ακριβώς την αγωνία, που νοείται ως «το θεμελιώδες γεγονός της ζωής μας». Για την υπαρξιακή αγωνία μιλάει και ο Ledesma Ramos σε ένα σύντομο άρθρο του σε έντυπο της εποχής. Ο Ραμίρο ήταν ο βαθύς και μάχιμος άνθρωπος του Ισπανικού Εθνικοσυνδικαλισμού. Μπόρεσε να δει πέρα ​​από τη λογική της εποχής του σε μια νέα πολιτική φιλοσοφία και έναν επαναστατικό μυστικισμό σε αρμονία με τη γέννηση νέων ιδεών. Ήταν όμως ο Ραμίρο τότε Φασίστας;

Ο ίδιος  πάντα απέφευγε την υπερβολική χρήση αυτής της ετικέτας, ακόμα κι αν ο εφευρέτης των συμβόλων, των συνθημάτων, των μύθων και των τελετουργιών του Ισπανικού Φασισμού που υιοθετούσε ο Φράνκο, ο Ραμίρο ήταν ένας από τους λίγους που δεν παρασύρθηκε  στον Ισπανικό εθνικοκαθολικισμό. Αφού εντάχθηκε στο κίνημα του το 1934 με την Ισπανική Φάλαγγα του José Antonio Primo de Rivera, γιου του πρώην δικτάτορα Miguel Primo de Rivera, ο Ramiro σύντομα επέκρινε σκληρά τους δεσμούς του Χοσέ Αντόνιο Πρίμο ντε Ριβέρα με την Εκκλησία και τις τάξεις, από την  οποία λάμβανε χρηματοδοτήσεις αλλά και για την προσκόλληση τους στο κοινωνικό περιβάλλον στο οποίο, ως γιος του δικτάτορα, είχε μεγαλώσει, καθώς συνδεόταν με το περιβάλλον του στρατού και τις συντηρητικές δυνάμεις της παλιάς Ισπανίας.

Απογοητευμένος από την τροχιά της Φάλαγγας, την οποία θεωρούσε υπερβολικά αντιδραστική, και αφού έγραψε μερικά άρθρα στα οποία κατήγγειλε τον Josè ως «εργαλείο αντίδρασης», εκδιώχθηκε από τη Φάλαγγα. Με τη σύλληψή του στη Μαδρίτη μετά το εθνικιστικό πραξικόπημα, εκτελέστηκε με πυροβολισμό στην Aravaca από τη δημοκρατική κυβέρνηση στις 29 Οκτωβρίου 1936.

«Δεν σκότωσαν άνθρωπο, σκότωσαν μια νοημοσύνη». Με αυτά τα λόγια ο Ισπανός φιλόσοφος Ortega y Gasset χαιρέτησε τον πρώην μαθητή του. Η μελέτη της μορφής του Ledesma και η επανέναρξη της ιδεολογικής συζήτησης για την ιστορία της Φάλαγγας αναπτύχθηκε τη δεκαετία του 1950, στην οποία συμμετείχαν πολλοί νέοι με σκοπό να αναβιώσουν τον αυθεντικό Φασισμό της καταγωγής κατά τη γνώμη τους που πρόδωσε ο Φραγκίσκο Φράνκο.

Ο Φασισμός ως ρίζα και συνέπεια της Κουβανικής Επανάστασης

 


«Ο Fidel Castro ήταν ένα ιστορικό σύμβολο που η ζωή του υπήρξε φάρος για τους επαναστάτες όλου του κόσμου»

Sayyed Ammar Al-Moussawi υπεύθυνος εξωτερικών υποθέσεων της Hezbollah 27.11.2016

Zero Schizo - Δημοσιεύτηκε την 31η Δεκεμβρίου 2019 εδώ και εδώ

Γράφτηκε από τον Francisco de Lizardi, Μεξικάνο Φασιστή και τον Peter Sandinista, Φασιστή της Νικαράγουας.

Μετάφραση και επεξεργασία κειμένου για τον «Μαύρο Κρίνο»: Τίτος


Ισπανοί νεοφασίστες με το Σοβιετικό πλοίο Leonid Sobinov ταξιδεύουν στην Κούβα (1978) ...

Λαμβάνοντας υπόψη τις ιστορικές οργανώσεις όπως την Επαναστατική Εθνική Συνδικαλιστική Λεγεώνα, την Εθνική Εργατική Επιτροπή, την Εθνικοσυνδικαλιστική Εργατική Νεολαία, το Κουβανικό Εθνικό Φασιστικό Κόμμα ή την ίδια την Κουβανέζικη Φάλαγγα· το πλούσιο νησί της Κούβας είχε ήδη τις πρώτες επαφές του με αυτό που θα γινόταν γνωστό ως η πολιτική «Τρίτη Θέση».

Με τους πρώτους οπαδούς του να παρουσιάζονται με γκρίζα πουκάμισα και να συντονίζονται με τον ρυθμό του ηγέτη τους JesusMarines, ο οποίος παρουσίασε με υπερηφάνεια την διαχείριση ενός οργανικού Φασισμού ο οποίος φάνηκε να βρήκε τη μοναδική δυνατότητα να μεταφέρει αυτό το δόγμα στον Κουβανικό λαό, στους μοντέρνους δρόμους της Νέας Αβάνας του 1938 και στους αγροτικούς κάμπους του επαρχιακού τοπίου. Τέτοια ήταν η πρωτοβουλία που θα ερχόταν να σφυρηλατήσει τους πρώτους καμβάδες του επαναστατικού πνεύματος, ενός κινήματος που προέκυπτε από την πρώιμη καταιγίδα ως ένας αγνός ταυτοτιστικός Εθνικισμός του Λαϊκού χαρακτήρα.

Υπάρχουν τρεις γενικές ρίζες για την εμφάνιση της «Τρίτης Θέσης» στη Λατινική Αμερική. H«πέμπτη φάλαγγα» που κοιτούσε να παρέχει υποστήριξη για τις δυνάμεις του Άξονα κατά τη διάρκεια της σύγκρουσης, την άγνωστη επομένως διαχείριση του όρου υπέρ ενός ποικίλου σκοπού και την αυθεντική συμπτωματική ανάγκη μιας εναλλακτικής πάνω στις ήδη κουραστικές παραδοσιακές πολιτικές. Ήταν όντως η περίπτωση της Κούβας, μια σχεδόν αποκλειστική περίπτωση σε σύγκριση με την ηπειρωτική προσέγγιση. Το ακόλουθο κείμενο ξεθάβει μια χαμένη έννοια που περιστρέφεται γύρω από το φάντασμα ενός νέου θέματος, το οποίο εκθέτω σε μια συνεργατική εργασία με τον Sandinista, Peter.

Ο Φασισμός του Κάστρο

Η πρωτοβάθμια μόρφωση του Κάστρο διαδραματίζει έναν θεμελιώδη ρόλο ως προηγούμενο στη ζωή και το έργο του μέχρι και για τα επαναστατικά του ιδανικά. Ο Φιντέλ φοίτησε στο Σχολείο του Belen, έχοντας ως δάσκαλο και επόπτη τον Ισπανό Ιησουίτη Jesuit Armando Llorente S.J μια φιγούρα κοντά στον τον Φιντέλ, όπως είχε ο ίδιος επιβεβαιώσει. Ο Armando επιβεβαίωσε σε μια από τις πιο πρόσφατες συνεντεύξεις του στην πόλη του Μαϊάμι ότι ο Κάστρο είχε μεγάλο ενδιαφέρον για τους Φασίστες ηγέτες, επισημαίνοντας τους Μουσολίνι, Χίτλερ και Χοσέ Αντόνιο Πρίμο ντε Ρίβερα. Αυτό το ενδιαφέρον δεν ήταν αποκλειστικό, δεδομένου ότι το περιβάλλον του ονομαστού σχολείου είχε προσθέσει την προώθηση του Φαλαγγιτικού δόγματος. Με τα λόγια του Llorente: «Τραγουδούσε το Cara Al Sol είκοσι χιλιάδες φορές και με το χέρι του υψωμένο.»

Χρόνια αργότερα, όταν ο Κάστρο επισκέφθηκε την Sierra Maestra με τον Llorente τον Δεκέμβριο του 1958, ρωτήθηκε για τη συμμετοχή του σε επαναστατικά κινήματα φαινομενικά σοσιαλιστικής περικοπής, στο οποία απάντησε με χιούμορ:

«Πατέρα, από πού υποτίθεται ότι θα συμφωνούσα προς τον Κομμουνισμό αν ο πατέρας μου είναι περισσότερο Φρανκιστής και από σένα;», ο πατέρας του Κάστρο, ο Angel Castro, ήταν μέλος του τμήματος Καραϊβικής της «Εθνικής Ισπανικής Επιτροπής». Παρά το γεγονός ότι το δεδομένο θέμα δεν αναφέρθηκε ποτέ στη βιογραφία του, ο Κάστρο δεν αρνήθηκε τα γεγονότα που επισήμαναν και έδωσαν οι δημοσιογράφοι Frei Betto και Ignacio Ramonet.

Από την άλλη πλευρά, το έργο που γράφτηκε από τον Κάστρο επιβεβαιώνει έμμεσα τα γεγονότα, δεδομένου ότι αναφέρει ένα συνεχές ενδιαφέρον για τα ιστορικά γεγονότα του περασμένου αιώνα. Κατά την παραμονή του στη Σχολή του Belen και σχετικά με τους Ιησουίτες, ο Fidel ανέφερε:

«Εκείνη την εποχή, οι Ισπανοί δάσκαλοι του σχολείου μου, στο Σαντιάγο, μιλούσαν για αυτόν τον πόλεμο. Από πολιτική άποψη, ήταν Εθνικιστές, για να το πω πιο καθαρά ότι ήταν Φρανκιστές, όλοι χωρίς εξαίρεση.»

«Ξέρουν πως να διαμορφώνουν τον χαρακτήρα των μαθητών (…) Ο Ισπανός Ιησουίτης ξέρει πώς να ενσταλάξει μια μεγάλη αίσθηση προσωπικής αξιοπρέπειας, την αίσθηση της προσωπικής τιμής, ξέρει να εκτιμά τον χαρακτήρα, την ειλικρίνεια, την ορθότητα, το θάρρος του ατόμου, την ικανότητα υπομονής μιας θυσίας (…). Και πιστεύω ότι η ιδιοσυγκρασία μου, η οποία εν μέρει είναι από τη γέννηση, σφυρηλατήθηκε επίσης εκεί με τους Ιησουίτες ».

Τέλος, ο Llorente πρόσθεσε:

«Σπούδασε και διάβασε πολλά, με ιδιαίτερη προτίμηση για τους Ισπανούς κονκισταδόρες και γραπτά των ηγετών του Εθνικοσοσιαλισμού και του Φασισμού, όπως ο Χίτλερ, ο Μουσολίνι και ο Χοσέ Αντόνιο Πρίμο ντε Ρίβερα.»

Σύμφωνα με τις διευκρινίσεις του Jose Ignacio Rasco, στενού φίλου του Fidel κατά τη διάρκεια των χρόνων του στη Σχολή του Belen και στο Πανεπιστήμιο της La Habana, κατά την άφιξη του στη Νομική Σχολή, ο Castro γνωρίζει μέσα από την καρδιά του το βιβλίο «Ο Αγών Μου» (σ.μ. το Mein Kampf του Αδόλφου Χίτλερ). Δεδομένου επίσης ότι συνήθιζε να χρησιμοποιεί αποσπάσματα των ομιλιών του Μουσολίνι, του Χίτλερ και του Πρίμο ντε Ρίβερα στη λογοτεχνική του ρητορική. Επισημαίνεται ότι από τον Jose Antonio Primo de Rivera, ο Fidel είχε πολλά άρθρα και δοκίμια του στην εμβληματική Διοίκηση της Sierra Maestra, από τον οποίο είχε και τα «Άπαντα» του πάντα στο σακίδιο πλάτης του.

Επιβεβαιώνεται επίσης ότι οι Ταξιαρχίες Ταχείας Ανταπόκρισης (BRP) (σ.μ. πολιτοφυλακές εργατών και επιτροπών κατοίκων γειτονιάς που στήριξαν την Κουβανική επανάσταση και μέσα από τις τάξεις τους προήλθαν οι μάχιμοι σχηματισμοί που πολέμησαν στην Αφρική αλλά και ενάντια στο κράτος του Ισραήλ) σχηματίστηκαν από τον Κάστρο και φορούσαν τα ίδια μπλε πουκάμισα της Φάλαγγας, εμπνευσμένα άμεσα από τις ήδη κλασικές "Μπριγκάντες" παραστρατιωτικών πολιτοφυλακών των πρώτων Tριτοθεσίτικων κινημάτων. Ταυτόχρονα, είναι γνωστό ότι η σημαία της Φάλαγγας χρησιμοποιήθηκε ως πρότυπο για την δημιουργία της σημαίας του Κινήματος της 26ης Ιουλίου (M-26-7).


Η Φαλαγγίτικη αντίληψη

Η Ισπανία είχε γίνει θύλακας όπως κανένας άλλος μετά τον Β 'Παγκόσμιο Πόλεμο, αν και περιγράφουμε τα Φρανκικά ελαττώματα, αλλά είναι επίσης αδύνατο να αγνοήσουμε την σαφή λειτουργία που το καθεστώς πήρε ως τόπος εξορίας για μορφές όπως ο Leon Degrelle, ο Ante Pavelic ή ο Horia Sima , σημείο αιχμής τόσο για βετεράνους όσο και για νεοφασίστες που ήθελαν να αναστήσουν την εμπειρία ενός υποτιθέμενου Φασισμού στην εξουσία.

Στο εσωτερικό της, μεγάλωσε μια τεράστια νεανική αντισυμβατικότητα, προϊόν της μη εκπλήρωσης συγκεκριμένων πολιτικών από το καθεστώς που επιδίωξε να θάψει τον αυθεντικό πυρήνα του δόγματος που ισχυριζόταν ότι φιλοξενούσε, μια ποιοτική ομάδα νέων σήκωναν τα χέρια τους ψηλά σε χαιρετισμό, αλλά ποτέ σε χαιρετισμό προς τον Φράνκο. Αυτή η νεολαία ήταν εκείνη που εκτίμησε τις πιο ριζοσπαστικές πινελιές της επαναστατικής πτυχής της Κούβας, δεδομένου ότι η εν λόγω επαναστατική φράξια έδειξε μια στρατηγική αντίθεση εναντίον των Ηνωμένων Πολιτειών και εκείνου που εκπροσωπούσε - τον οικονομικό ιμπεριαλισμό - και επίσης ότι το 1960, δεν θα ήταν δυνατό να προσδιοριστεί η μελλοντική εγγύτητα που θα μπορούσε να επιτευχθεί με το Σοβιετικό Μπλοκ.


Έκδοση της τοπικής οργάνωσης Καλαμάτας της "Χρυσής Αυγής" - 07/2001 - η οποία κυκλοφόρησε συνολικά τέσσερα τεύχη

Αυτό εξηγεί την συμπάθεια στις δηλώσεις υπέρ του αντι-αποικιακού αγώνα για λογαριασμό του φοιτητικού σώματος του καθεστώτος, του Ισπανικού Πανεπιστημιακού Συνδικάτου (SUE), τονίζοντας τον Κουβανικό επαναστατικό αγώνα ως μάχη για την απελευθέρωση της Αλγερίας επίσης. Ο MartinVilla, τότε Εθνικός Αρχηγός του SUE, ήρθε να συγκρίνει τους Λατινοαμερικανούς αντάρτες με τους πρώτους μαχητές του Φαλαγγιτικού κινήματος. Οι ευρωπαϊκές συμπάθειες για την Κουβανική επανάσταση και τους συμμετέχοντες ήταν αποκλειστικές από τους Φασίστες, γιατί για τους Κομμουνιστές αντιπροσώπευε τα πάντα εκτός από τον προοδευτικό διεθνισμό τον οποίο υποστήριζαν.

Σε ένα τέτοιο πολιτιστικό πλαίσιο, δεν προκαλεί έκπληξη το γεγονός ότι ο Ερνέστο Γκεβάρα έλαβε τόσο εξαιρετική υποδοχή κατά την σύντομη στάση του στη Μαδρίτη το 1959 με σκοπό να επισκεφτεί άλλα έθνη της Ευρώπης και της Μέσης Ανατολής, με μόνη προϋπόθεση να μην συναντηθεί με την αντιπολίτευση (σ.μ. πλουραλιστική στην δομή της αλλά άκρως αντιφασιστική στο σύνολο της) του καθεστώτος. 

Προσγειώθηκε στην πρωτεύουσα στις 13 Ιουλίου της ίδιας χρονιάς, καθώς θα πετούσε την επόμενη μέρα, συναντώντας τον δημοσιογράφο Antonio Dominguez  Olano και έναν νεαρό άντρα στο ίδιο επάγγελμα, τον Cesar Lucas. Ήταν σε αυτήν την περίπτωση στην οποία ο Olano έδωσε στον Γκεβάρα ένα αντίγραφο των «Επιλεγμένων Έργων» του Φαλαγγίτη διανοούμενου Χοσέ Αντόνιο Πρίμο ντε Ρίβερα, αντίγραφο τόσο αφιερωμένο σε αυτόν όσο και στον Φιντέλ, το οποίο βρίσκεται σήμερα στο μουσείο που ιδρύθηκε στο σπίτι του Τσε στην πόλη της Αβάνας.

Η δεύτερη επίσκεψη του θα γίνει στις 28 Αυγούστου, μετά από ένα ταξίδι στη Ρώμη που θα συνεχίσει μετά από μια σύντομη εμφάνιση στο Μαρόκο για να επιστρέψει αργότερα στη νέα πατρίδα του στις 8 Σεπτεμβρίου λόγω τεχνικών ζητημάτων με τη μεταφορά του. Ήταν κατά τη διάρκεια αυτής της επίσκεψης που θα περνούσε τις νύχτες του στο Hotel Suecia (Ξενοδοχείο Σουηδία) ως φιλοξενούμενος επισκέπτης από το «Εθνικό Κίνημα» (Movimiento Nacional) - που τώρα δυσφημείται από εκείνους που ήταν στην υπηρεσία του Φρανκικού καθεστώτος - καθώς και από τις νεοσυσταθείσες σχέσεις μεταξύ του Εθνικού Σοσιαλισμού και του Ριζοσπαστικού Συνδικαλισμού που θα οδηγούσε σε μια πιθανή συμμαχία με τη Σοβιετική Ένωση, όπως επεσήμανε ο περιθωριοποιημένος Blas Piñar.

Ωστόσο, οι ευνοϊκές αναφορές σχετικά με την επιτυχία της Κούβας ήταν σε επικαιρότητα τα επόμενα χρόνια για λογαριασμό των καθεστωτικών μέσων ενημέρωσης, όπως συνέβη με την εφημερίδα «Diario SP», που ήταν η τακτική Φαλαγγίτικη ανεξάρτητη από το καθεστώς και η πιο δημοφιλής του έθνους. Ένας από τους συγγραφείς του, ο Jose Miguel Orti Bordas, ο οποίος ήταν ο Εθνικός Αρχηγός του SUE κατά την περίοδο 1964-1965 και στη συνέχεια Αντιπρόεδρος του Εθνικού Κινήματος το 1969-1971, σκέφτηκε και πρότεινε να δημιουργήσουν σχέσεις με την Κούβα ως μιας επανάστασης που δεν ήταν του αριστερού και δεξιού διαχωρισμού.

Μετά το θάνατο του Φράνκο, μια αντιπροσωπεία της Ισπανικής Αυθεντικής Φάλαγγας (FEA) θα έστελνε στο XI Παγκόσμιο Φεστιβάλ Νεολαίας και Φοιτητών του 1978 μια φοιτητική αντιπροσωπεία απαρτιζόμενη από τον Salazar και Gustavo Morales. Κατά την διάρκεια της απουσίας των οργανώσεων νέων και για την διαθεσιμότητα του ταξιδιού, προστέθηκαν τρεις μαχητές από τη Βαρκελώνη.

Η επιβίβαση των απεσταλμένων αντιπροσώπων στο Σοβιετικό κρουαζιερόπλοιο Leonid Sobinovσυμφωνήθηκε να γίνει από το κεντρικό λιμάνι της Λισαβόνας (πρωτεύουσα της Πορτογαλίας) για την εξοικονόμηση χρόνου της καθιερωμένης απευθείας θαλάσσιας γραμμής μεταξύ Ισπανίας και Κούβας. Στη Λισαβόνα, ο Φαλαγγίτης σχεδιαστής Javier Gonzalez Alberdi από την Murcia μπαίνει ως λαθρεπιβάτης, ο  οποίος θα ανακαλυφθεί από την καθημερινή καταμέτρηση πρωινού για το οποίο υπήρχε ζήτηση για κατανάλωση τριακόσιων ανδρών, αυξάνοντας τις υποψίες των Σοβιετικών ναυτικών λόγω της κλοπής ενός πρωινού καθημερινά.

Φορούσαν στολές με το Μπλε Πουκάμισο και το σύμβολο της Φάλαγγας στο στήθος, τραγουδώντας το εμβληματικό «Cara al Sol» και σηκώνοντας το αριστερό τους χέρι σε ένα υβρίδιο Ρωμαϊκού και κομμουνιστικού χαιρετισμού. Ο νεαρός ηγέτης τους, ο Gustavo Morales, ο οποίος ήταν μόλις 19 ετών, μας λέει για τη συνάντησή του με τον Fidel στην επόμενη παράγραφο:

«Ο Comandante (σ.μ. ο Fidel Castroήρθε για να μας χαιρετήσει και στάθηκε έκπληκτος βλέποντας μισή ντουζίνα με μπλε πουκάμισα. Τον χαιρέτησα με το χέρι μου ψηλά και άπλωσε το χέρι του εγκάρδια: «Ξέρω τι είσαι». 

Ο Φιντέλ Κάστρο είχε ήδη εξοικειωθεί με την Φαλαγγίτικη αισθητική και το δόγμα, ακόμη και όντας οπαδός του ιδεώδους της από την πιο πρώιμη νιότη του υπό την καθοδήγηση του Ισπανού Ιησουίτη Armando Llorente. Σε αυτό το ίδιο ταξίδι ήρθαν εβδομήντα μαχητές του PSOE (Ισπανικό Σοσιαλιστικό Εργατικό Κόμμα) και του PCE (Ισπανικό Κομμουνιστικό Κόμμα) μαζί με πολλές άλλες οργανώσεις, καθώς η πρόσκληση ήταν ανοιχτή σε συμπαθούντες πέραν από τον ήδη κατακερματισμένο κόσμο της αριστεράς.

Ευρωπαϊκός νεοφασισμός και ο Τσε

Η μορφή του Ερνέστο Γκεβάρα επεκτάθηκε πάνω από την Ευρώπη σαν ένας μύθος. Με μεγάλο μυστήριο και λόγω της απουσίας ενός εκτεταμένου φορμαλισμού, κατέληξε ελκυστικός για μια Φασιστική νεολαία, η οποία βρέθηκε αναγεννημένη μπροστά στην εγκατάλειψη της στο πολιτικό περιθώριο και η οποία φάνηκε επίσης να διαχωρίζεται από το συντηρητικό μικρόβιο της ακροδεξιάς ανάσας που χαρακτήριζε δυστυχώς την «Τρίτη Θέση» μετά τον πόλεμο. Το πρώτο κίνημα έξω από την Κούβα που έθεσε τον Γκεβάρα ως «σύμβολο» ήταν η «Νέα Ευρώπη», που ιδρύθηκε το 1962 από τον ιδεολόγο και συγγραφέα Jean Thiriart. Εκτός του κοινού πλαισίου κάτω από την μεγάλη πλειοψηφία των Φασιστικών ομάδων, η «Jeune Europe», αντίθετα με τις αδελφικές οργανώσεις της, θα δημιουργούσε δεσμούς με ανυπάκουα έθνη στην σύγκρουση μεταξύ Δύσης και Ανατολής. Αυτό συνέβη με την Συρία, την Κίνα, το Ιράκ, την Οργάνωση για την Απελευθέρωση της Παλαιστίνης (σ.μ. PLO), την Γιουγκοσλαβία του Τίτο και πολλά άλλα.

Σύντομα, το φάντασμα του Τσε θα έφτανε στα περιθώρια διαφορετικών ξένων τμημάτων της «Jeune Europe», όπως συνέβη με το Ιταλικό τμήμα του κόμματος, έως ότου προχωρήσει σε άμεση ανάλυση από τον ίδιο τον Thiriart. Είναι γεγονός ότι το Αντάρτικο των Εστιών (Foquismo Guerrillero) του Thiriart που ομαδοποιήθηκε με τον λεγόμενο Ευρωπαϊκό «Εθνικό-Κομμουνισμό» είχε περισσότερα κοινά από ότι διαφορές με τον Αργεντινό επαναστάτη ηγέτη. Το 1961, το τμήμα της Φλωρεντίας του Ιταλικού Σοσιαλιστικού Κινήματος MSI (η μεγαλύτερη πολιτική φατρία της «Τρίτης Θέσης» μετά το θάνατο του Mussolini), υπεύθυνο για την υποδοχή της «Jeune Europe», θα απέδιδε τιμές στην μορφή του Τσε. Άλλες θετικές αναφορές θα προέρχονταν από την Φασιστική εφημερίδα "L' Orologio" και την Εθνική Ομοσπονδία Μάχης της «Ιταλικής Σοσιαλιστικής Δημοκρατίας» (FNC-RSI), αντάρτικη και υπόγεια οργάνωση που δραστηριοποιήθηκε κατά την περίοδο της μαύρης τρομοκρατίας.

Η γοητεία για τις μορφές της Κουβανικής επανάστασης έφτασε επίσης και σε κάποιο θαυμασμό για τον Φιντέλ, μέσα από τα λόγια του Ιταλού ιστορικού Franco Cardini, πρώην μαχητή του MSI και της «Νέας Ευρώπης» και δηλωμένου Καστρικού:

«Με τον ένα ή τον άλλο τρόπο όλοι τον αγαπούσαμε τον Φιντέλ. Μπορώ να καταθέσω εντελώς, προσωπικά, γιατί τότε ήμουν αγόρι που έπαιζε στις τάξεις της Τρίτης Θέσης: και, ενάντια στις συμβουλές των πατέρων και των αδελφών μας για  τους οποίους ήταν μόνο «κομμουνιστής», όλοι εμείς ήμασταν τρελοί για αυτόν. Ήταν ένας άνδρας της πολιτικής που μεταφέρθηκε στις διαστάσεις της γενναιοδωρίας και της περιπέτειας. Ήταν λίγο Robin Hood, λίγο Garibaldi, λίγο χαρακτήρας από τα βιβλία των Conrad και Melville. Ήταν ο αναζωογονητής της δικαιοσύνης και επιδιορθωτής των λαθών, κάποιος που έκλεβε τους πλούσιους για να το δώσει στους φτωχούς».

Και είναι αυτό που ο Φασιστής αγαπούσε περισσότερο, τον νεκρό επαναστάτη από τον ζωντανό δικτάτορα. Μετά το θάνατο του Guevara στη Βολιβία, ο Ιταλός συνθέτης Pier Francesco Pingitore συνέθεσε το τραγούδι «Addio Che», ενώ ο δημοσιογράφος Adriano Bolzoni έγραψε το βιβλίο «El Che Guevara», ένα έργο που μετατράπηκε σε ταινία σε σκηνοθεσία του Paul Heusch. Αυτή η γοητεία μέσα στους νεοφασιστικούς κύκλους στα φοιτητικά κινήματα της ίδιας εποχής, θα επιβιώσει μέχρι και τα «Χρόνια του Μολυβιού», φάση του Ψυχρού Πολέμου στην οποία πολλαπλοί παραστρατιωτικοί οργανισμοί της «Τρίτης Θέσης» θα περάσουν σε κοινωνική και πολιτική εξέγερση στην Ιταλία, ειδικά η ένοπλη ομάδα Terza Posizione, της οποίας ο ιδρυτής και ηγέτης Gabriele Adinolfi έγραψε πολλά άρθρα στα οποία επαινούσε τον Τσε. (σ.μ. στο έβδομο τεύχος της "Ανάκτησης" που κυκλοφορεί υπάρχει μια ενδιαφέρουσα συνέντευξη του Ιταλού φιλέλληνα συναγωνιστή την οποία αξίζει να διαβάσετε).

Το Λατινομερικανικό Φιούμε

Από την τυραννία του Machado έως την επανάσταση του Castro. 

Υπήρχαν πάντοτε σύνδεσμοι μεταξύ του Ευρωπαϊκού Φασισμού μέσω του τοπικού αμερικανικού εθνικισμού, αν και η Λατινική Αμερική είχε αστικοποιηθεί και απομονωθεί από την Ευρώπη, η Ευρώπη θα ήταν πάντα στα μάτια της Λατινικής Αμερικής η μητέρα, όπως και η Λατινική Αμερική στα μάτια της Ευρώπης θα είναι πάντα το παιδί. Σε περιόδους επανάστασης, με την έκρηξη των κοινωνικών κινημάτων, καθοδηγούμενοι από ιδεολογίες που ανέτρεψαν καθεστώτα που είχαν ηττηθεί από μόνα τους, έχοντας σκουριασμένες ιδεολογίες που βρίσκονταν στην εποχή του χαλκού ενώ αυτό-εξιδανικεύονταν πως ήταν ακόμη στη χρυσή εποχή τους. Ένα παράδειγμα αυτού θα ήταν η Κούβα, που σε περιόδους επανάστασης, ήταν το Fiume της Λατινικής Αμερικής.

Δεδομένου ότι η Φάλαγγα των JONS στην Ισπανία βρισκόταν στη μέση εμφυλίου πολέμου στην Ισπανία, όπως εξηγεί στη διδακτορική διατριβή του ο Andres Virga με τίτλο «Φασισμός και Εθνικισμός στην Κούβα»:

«Η περίοδος του Ισπανικού εμφύλιου πολέμου ήταν το σημείο της άλγης της ξένης φασιστικής επιρροής στην Κούβα, δεδομένης της επιρροής που ασκούσαν οι πλουσιότεροι τομείς της ισπανικής αποικίας, οργανωμένη στην Ισπανική εθνικιστική επιτροπή, υπέρ της εθνικιστικής φράξιας για να συγκεντρώσει χρήματα και να αποκτήσει διπλωματική αναγνώριση. Με αυτό, και όχι χωρίς κάποιες αντιθέσεις, η υπηρεσία εξωτερικών της «Ισπανικής Φάλαγγας» είχε ιδρύσει μια θυγατρική στην Κούβα, η οποία λειτούργησε μεταξύ των Ισπανών μεταναστών, με ένα τμήμα Κοινωνικής Βοήθειας, το οποίο συγκέντρωσε κεφάλαια για τη χρηματοδότηση βοηθητικών έργων για τους φτωχούς Ισπανούς στην Κούβα και στην πατρίδα. Από την άλλη πλευρά, η Ιταλία και η Γερμανία είχαν λιγότερη επιρροή, δεδομένου του μικρού μεγέθους των κοινοτήτων τους.»

Αυτή η διατριβή περιλαμβάνει ένα οριστικό χαρακτηριστικό της διαλεκτικής μεθόδου, που είναι να συνοψίσουμε, να εξάγουμε και να ολοκληρώσουμε μια προκαταρκτική υπόθεση με προκαταρκτικές ανακαλύψεις. Όπως εξηγεί, σύμφωνα με τον Virga: 

«Στην περίπτωση της ιστορίας, η πειραματική στιγμή συνίσταται στη συλλογή και ανάλυση και των δύο πηγών πρωτογενών και δευτερευόντων. Ενώ η σημασία του πρώτου δεν μπορεί να υποτιμηθεί, το δεύτερο ήταν πάντα σχεδόν εξίσου σημαντικό. Από τη μία πλευρά, η δευτερογενής βιβλιογραφία παρέχει στους αναγνώστες μια θεμελιωμένη ανακατασκευή των ιστορικών γεγονότων, από την άλλη πλευρά, αντιπροσωπεύει μια στιγμή συζήτησης μεταξύ ακαδημαϊκών. Στην πραγματικότητα, η ίδια η ύπαρξη μιας ιστορικής συζήτησης μας προειδοποιεί ενάντια στη θετική πεποίθηση ότι μόνο το γεγονός έχει σημασία, δεδομένου ότι η ιστοριογραφία έχει δείξει ότι οι υποκειμενικοί παράγοντες είναι σε δράση, τόσο όπως και στην προκαταρκτική εκλογή σχετικών πηγών, όπως και στις κριτικές της.»

Ο Virga επιβεβαιώνει στη συνέχεια ότι τα παραπάνω είναι αλήθεια, δεδομένου ότι το πρώτο βήμα της επιστημονικής έρευνας, είναι ο ορισμός του προβλήματος που πρέπει να λυθεί. Ότι, αντί να μειώνεται σε μια ερώτηση, αυτό μπορεί να επεκταθεί και να εμβαθύνει. Έχοντας αναδρομικές προοπτικές απέναντι στην αρχική ερώτηση.

Το δεύτερο βήμα θα ήταν να επανεκτιμηθεί και να εξεταστεί ποιες από όλες τις απαντήσεις έχουν επιλεχθεί από την ακαδημαϊκή κοινότητα. Όπου μέσω της ιστορικής φιλολογίας διαπιστώνεται τι είναι γνωστό και τι λείπει για την κατανόηση του προβλήματος. Προκειμένου να επεκταθούν οι ιστορικές πηγές και οι μέθοδοι που επιλέγονται να αιτιολογούνται με οργανωμένο τρόπο μπροστά στην ερώτηση.

Τέλος, το τρίτο βήμα θα ήταν να βρούμε νέο ιστορικό υλικό για να συμπληρώσουμε το ήδη ιστορικό υλικό που έχει ήδη παρουσιαστεί.

Η διατριβή επαναλαμβάνει όσα ειπώθηκαν προηγουμένως προκειμένου να αναρωτηθεί για την σύνδεση μεταξύ του Κουβανικού Εθνικισμού και του Ευρωπαϊκού Φασισμού. Και οι ρόλοι τους στην Κουβανική επανάσταση μετά την κρίση του φιλελευθερισμού στη Μεγάλη Ύφεση. Όταν η Λατινική Αμερική αμφισβητούσε τον Αμερικανικό παρεμβατισμό και τον δυτικό φιλελευθερισμό. Όταν και οι Σοσιαλιστές και οι Εθνικιστές αποκήρυτταν το φιλελεύθερο καθεστώς που ήθελαν να ανατρέψουν, αυτό που έκανε το ίδιο καθεστώς να απαντήσει με βίαιη καταστολή ή συγκεκριμένες δολοφονίες επαναστατών.

Ένας άλλος παράγοντας θα ήταν η Ισπανική μετανάστευση στην Κούβα μετά τον Ισπανικό εμφύλιο πόλεμο. Αυτή θα αποτελούσε το 7% των συνολικών δημογραφικών στοιχείων. Παρά το γεγονός ότι η λογοτεχνική παρουσία των ιδεολογιών κοντά στην Φάλαγγα των JONS ήταν γενικά πολύ σπάνια, στο βαθμό άλλωστε που ήταν και η τοπική και η ξένη ιστοριογραφία. Η συντηρητική λογοτεχνία που παρουσιάστηκε ως μια απάντηση μπροστά στην «επικίνδυνη, σοβαρή και ανησυχητική» μαχητική - αντιφρονούντα λογοτεχνία χάρη στη φύση και την εγγύτητα με την ιδεολογία του Σοσιαλιστικού Εθνικισμού. Κάτι που ακόμη και σήμερα, αυτό το αντιφασιστικό θέμα, δεν έχει προχωρήσει πέρα από τις συγχύσεις και τις ιστορικές μειώσεις.

Μπορεί οι Ισπανοί να είχαν εξέλθει από τον πόλεμο με την Κούβα, αλλά η Κούβα θα κατέληγε σε αυτόν τον πόλεμο εξαιτίας αυτών των ίδιων των Ισπανών. Εκεί όπου αυτοί οι αντιδραστικοί με τα «παλιά πουκάμισα» κυριαρχούνταν από την ήπια στάση του εθνικού-μπολσεβικισμού ή του εθνικού-κομμουνισμού. Επειδή ήταν άνδρες πεπεισμένοι, ακόμη και αν τους αποκαλούσαν Ναζί επειδή αγαπούν τον Φασισμό ως έναν τρόπο ζωής, δεν σκότωσαν την παθιασμένη αγάπη τους για τον Φασισμό. Αυτό μόνο τους έκανε να αγκαλιάσουν αυτές τις ορολογίες για να ωθήσουν την υπερηφάνεια τους που έχει χίλια ονόματα, αλλά μόνο μία καρδιά. 

Επειδή δεν ήταν από αυτούς που μίλησαν για μια μειονότητα, αφού δεν ήταν πλέον μειονότητα σε κανένα μέρος. Επειδή η βιολογικοποίηση της φύσης τους ποτέ δεν θα μπορούσε να συμβεί λόγω της έλλειψης ιεραρχίας στον καθημερινό κοινωνικό Δαρβινισμό. Όπου η ελευθεριότητα είναι μια αδυναμία μέσα στην χαοτική καρδιά του αναρχισμού. Εξαιτίας αυτού πρέπει να ενωθούμε ενάντια σε κάθε κίνδυνο, όχι μόνο να εστιάσουμε σε ένα μόνο πρόβλημα. Όχι για όλους να σκέφτονται στα ρωσικά και να μιλούν μόνο στα αγγλικά. Ήρθε η ώρα να τραγουδήσουμε σε αυτόν τον πόλεμο ενάντια στους πιθήκους χωρίς Θεό που αντιμετωπίζουμε. Όντας καθολικοί χωρίς τον Ιησού, σοσιαλιστές χωρίς σοσιαλισμό, μοναρχικοί χωρίς βασιλιά, αστοί χωρίς αστική τάξη ή καπιταλιστές χωρίς χρήματα.

Οι «πολιτικές ελευθερίες» δεν σημαίνουν τίποτα χωρίς τις ελευθερίες ή την οικονομική αυτονομία, είτε στην ατομική αρένα είτε στη συλλογική. Σε αυτό το τελευταίο, επειδή σε ένα δημοκρατικό καθεστώς είναι αυτές οι ομάδες της πλουτοκρατίας που ελέγχουν τον Τύπο και όλα τα άλλα μέσα για τη διαμόρφωση της «κοινής γνώμης» και της προπαγάνδας.

Να φιλάς τον θάνατο στα υγρά χείλη για να ξέρεις τι σημαίνει να ζεις. Όχι να έχεις εμπειρίες στη ζωή, αλλά ότι η ζωή είναι μια εκτεταμένη και βαθύτερη εμπειρία. Να επιβάλλουμε την ψυχή μας σε όλους τους άλλους, σε κάθε ώρα και σε κάθε είδους κατάσταση. Να ξεπεράσουμε όσους θέλουμε μέσω της θέλησης μας και να σπάσουμε τους κοινωνικούς περιορισμούς που επιβάλλονται μπροστά μας. Ασταμάτητοι στη μάχη και γενναιόδωροι στη νίκη. Θα τραγουδήσουμε μόνο στον Λαό μας, γιατί μόνο από τον Λαό μας έρχεται η φωνή μας.

Αν και τα δείγματα του Ευρωπαϊκού Φασισμού (πρέπει να προσδιοριστεί ως του Ισπανικού Φαλαγγισμού) κατά τη διάρκεια της κυβέρνησης του Fulgencio Batista ήταν ήδη σπάνια, δεδομένου ότι στο κόμμα ABC από τα δεξιά, καθώς και το Ορθόδοξο Κόμμα από την αριστερά δεν είχαν κάτι σχετικό, και το οποίο είναι η επαναστατική απόρριψη όλων των εκδηλώσεων του δημοκρατικού αστικού φιλελευθερισμού και η αναζήτηση της ταυτότητας της αναγέννησης του έθνους. 

Ακόμα και το Κουβανικό Σύνταγμα του 1940 δεν θα άλλαζε τα θεμέλια του, διατηρώντας ακόμη την εξάρτηση των Ηνωμένων Πολιτειών. Ούτε η επανάσταση του 1933 έψαχνε για μια Σοβιετική Δημοκρατία, έναν Σοσιαλοφασισμό ή ένα Εθνικό - Συνδικαλιστικό κράτος, όπως είπε ο Gustavo Morales (σ.μ. στρατευμένος νεοφασιστής διανοητής και ακτιβιστής, ιδρυτής των οργανισμών διατήρησης της μνήμης για τον Εθνικοσυνδικαλιστή φιλόσοφο RamiroLedesmaRamosκαι τον ηρωϊκό Εθνομάρτυρα της Ισπανίας Jose Antonio Primo de Rivera) προς υποστήριξη του Κάστρο απευθυνόμενος στην Φάλαγγα των JONS (σ.μ. η ενωτική κίνηση Juntas de Ofensiva Nacional-Sindicalista)

«Comandante, μοιραζόμαστε όνειρα, εχθρούς και αφετηρίες. Όχι κόμμα, ούτε σύστημα, ούτε φίλους»  

link: Όταν ο Fidel Castro συνάντησε τα Waffen - SS

link: Όταν ο Fidel Castro διάβαζε Jose Antonio Primo de Rivera και ο Guevara ήταν λαϊ(κι)στής*

Η περίπτωση του Κωνσταντίνου Σπέρα. Από τον διεθνιστικό αναρχισμό στον εθνικό συνδικαλισμό

 


Τις περιόδους που δεν διαβάζω κάποιο βιβλίο της λογοτεχνίας του φανταστικού μου αρέσει να καταπιάνομαι με βιβλία ιστορίας και πολιτικής θεωρίας. Πρόσφατα, μια τέτοια βιβλιογραφική αναζήτηση με οδήγησε στην περίπτωση του Έλληνα συνδικαλιστή Κώστα Σπέρα (1893-1943). Ο ταραχώδης βίος και η επαφή του Σπέρα, από ένα σημείο της ζωής του κι έπειτα, με ιδέες του πολιτικού Ρομαντισμού μου κέντρισαν το ενδιαφέρον. Έτσι, αποφάσισα να ασχοληθώ περαιτέρω μαζί του και τελικά να γράψω ένα άρθρο για την ζωή και τις ιδέες του.

Ο Κώστας Σπέρας, γεννήθηκε το 1893 στο χωριό Λότζια, στο δυτικό μέρος της Χώρας της Σερίφου. Ο Κώστας υιοθετήθηκε από τον ναυτικό Θεόφιλο Σπέρα, ο οποίος ήταν γόνος της φαναριώτικης οικογένειας Σπεράτζα. Από μικρή ηλικία ακολουθούσε τον, θετό, πατέρα του στα ταξίδια του. Το 1907 εγκαταστάθηκε στην Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου όπου και φοίτησε στο Λεόντιο Λύκειο και στη συνέχεια μετακόμισε και εγκαταστάθηκε στο Κάιρο, φοιτώντας στο γαλλικό «Brothers College». Από μικρός ήταν αντιδραστικός και ατίθασος, ειδικά με τους καθηγητές του, που όταν κατηγορήθηκε για απάτη στις μαθητικές εξετάσεις, πέταξε ένα μελανοδοχείο στο κεφάλι του διευθυντή του, τραυματίζοντάς τον. Οι δύο τους είχαν προηγούμενα, όταν λίγο καιρό πριν, ενώ είχε νικήσει σε διαγωνισμό κολύμβησης, ο διευθυντής βράβευσε έναν γιό μιας πλούσιας και επιφανούς οικογένειας της Ελληνικής Κοινότητας του Κάιρο, γεγονός που τον σημάδεψε.

 Παράλληλα με τη διαμονή του στο Κάιρο, ο Σπέρας, εργαζόταν ως καπνεργάτης. Έχοντας έρθει σε επαφή με Έλληνες και Ιταλούς αναρχικούς και συνδικαλιστές συναδέλφους του, μυήθηκε στις ιδέες του επαναστατικού συνδικαλισμού και ειδικά του αναρχικού συνδικαλισμού. Από μικρός είχε σαφείς ενδείξεις ότι ήταν πιθανό να ριζοσπαστικοποιηθεί, καθώς ήταν αντιδραστικός, καλλιεργημένος και μεγαλωμένος σε ένα κλίμα ελευθερίας. Ο Σπέρας, πριν επιστρέψει στη Σέριφο το 1910, ταξίδεψε σε διάφορες χώρες του εξωτερικού και μιλούσε διάφορες γλώσσες και ιδιαίτερα τα Γαλλικά και τα Αραβικά.

 Με την εγκατάστασή του, μόνιμα πλέον, στην Ελλάδα, ασχολήθηκε με την πολιτική και τον συνδικαλισμό, όπου τότε στην Ελλάδα ξεκινούσε με αργά βήματα, σε αντίθεση με τον Σπέρα, όπου ταχύρρυθμα οργάνωσε σωματεία. Σύντομα εξελέγη μέλος της διοικήσεως του Εργατικού Κέντρου Πειραιώς. Λίγο αργότερα, μετοίκησε στην Αθήνα και συνέβαλε στη δημιουργία του Εργατικού Κέντρου Αθηνών. Λόγω του επαγγέλματός του, βρέθηκε στην Καβάλα και το 1914 συμμετείχε στην μεγάλη απεργία της Καβάλας, όπου συνελήφθη και καταδικάστηκε με φυλάκιση στην Τρίπολη, διότι εκείνη την εποχή οι απεργίες ήταν παράνομες.

Η εξέγερση της Σερίφου

 Τον Ιούνιο του 1916, όταν ο Σπέρας αποφυλακίστηκε, ο Πρώτος Παγκόσμιος Πόλεμος μαινόταν και η Ελλάδα διένυε την περίοδο του εθνικού διχασμού.  Οι συντηρητικοί βασιλόφρονες και οι λίγοι ριζοσπάστες εθνικιστές του Ίωνα Δραγούμη πρότειναν την μη ένταξη της Ελλάδας σε έναν πόλεμο που δεν την αφορούσε, δίχως να έχει λάβει από τις μεγάλες δυνάμεις μια συμφωνία που θα τις εξασφάλιζε μελλοντικά κέρδη. Η στάση αυτή θεωρήθηκε ως μια ουδετερότητα ευνοϊκή προς την Γερμανία. Αντιθέτως οι φιλελεύθεροι του Ελευθέριου Βενιζέλου απαιτούσαν την ένταξη της Ελλάδας στον πόλεμο, ακόμη και χωρίς κάποια γραπτή συμφωνία της Αντάντ. Η φιλειρηνική στάση είχε φέρει στην ίδια πλευρά τους συντηρητικούς, τους εθνικιστές και τους λίγους τότε Έλληνες σοσιαλιστές (κομμουνιστές και αναρχικούς).  Ωστόσο η «εξέγερση της Σερίφου» προξένησε τριγμούς στην τότε σύμπνοια των (αποκαλούμενων από τους φιλελεύθερους) «βασιλοκομμουνιστών».

 Ο Σπέρας γύρισε στη Σέριφο κι άρχισε να εργάζεται στα μεταλλεία της, που ανήκαν στον Γερμανό, Γρόμαν. Οι συνθήκες εργασίας ήταν αδιανόητες ακόμα και για τα τότε δεδομένα, καθώς δεν τηρούνταν καμία νομοθεσία, δεν υπήρχαν μέτρα ασφαλείας εντός και εκτός των στοών, οι ώρες εργασίας ήταν δώδεκα και ο μισθός ήταν τόσο πενιχρός που οριακά επέτρεπε στους εργάτες να επιβιώσουν . Ακόμα, ο Γρόμαν λόγω της απληστίας του, είχε εφεύρει αρκετούς τρόπους να κλέβει τους εργάτες του, μεταξύ των οποίων ήταν, η κράτηση του 2% του ημερομισθίου τους για λόγο που ποτέ δεν έμαθαν και η κράτηση μίας δραχμής, για την ανέγερση ναού που ποτέ δεν ξεκίνησε.

 Με την έλευση του Σπέρα στα μεταλλεία και λόγω της ενημέρωσης εκ μέρους των εργατών που δούλευαν παλαιότερα στο Λαύριο για την ισχύουσα νομοθεσία και τις συνθήκες εργασίας στο Λαύριο, οι εργάτες ζήτησαν από τον Γρόμαν να τηρήσει την νομοθεσία και να βελτιώσει τις εργασιακές συνθήκες, κάτι που εκείνος απέρριψε. Στη συνέχεια οι εργάτες με επικεφαλή τον Σπέρα, ίδρυσαν το Σωματείο Εργατών Μεταλλευτών και απέστειλαν διάβημα προς το Υπουργείο Εθνικής Οικονομίας, για την μη τήρηση των νόμων, τις άθλιες συνθήκες εργασίας και διαβίωσης των περίπου χιλίων εργατών και για το εξοντωτικό ωράριο εργασίας.

 Λόγω της παντελούς αδιαφορίας του υπουργείου, ο Σπέρας, ως πρόεδρος του σωματείου, στις 7 Αυγούστου, οργάνωσε γενική απεργία και οι εργάτες αρνήθηκαν να φορτώσουν το μετάλλευμα σε καράβι με προορισμό τη Γερμανία. Το φορτίο ήταν πολύτιμο για τις Γερμανικές ανάγκες του Ά Παγκοσμίου Πολέμου και οι εργάτες ήξεραν ότι θα υπάρξει άμεση και δυναμική απάντηση στον αγώνα τους.  Στις 21 Αυγούστου αποβιβάστηκε στο νησί δύναμη χωροφυλακής η οποία φυλάκισε τη διοίκηση του σωματείου και στη συνέχεια κινήθηκε εναντίων των υπόλοιπων εργαζομένων, ανοίγοντας πυρ και σκοτώνοντας τέσσερις εργάτες μπροστά στις οικογένειες τους. Η απάντηση των εργατών ήταν ένας καταιγιστικός πετροπόλεμος που έληξε με την νίκη των εργατών, καθώς ο διοικητής και υποδιοικητής της χωροφυλακής πέθαναν σχεδόν ακαριαία από τις πέτρες που τους βρήκαν στο κεφάλι. Οι εργάτες συνέχισαν μέχρι τα γραφεία της εταιρείας και ελευθέρωσαν τους κρατούμενους συναδέλφους τους. Απογοητευμένοι από την στάση της Ελληνικής Κυβέρνησης Ζαΐμη, προέβησαν σε μια ενέργεια που πυροδότησε αντιδράσεις, εν μέσω μάλιστα του Α’ παγκοσμίου Πολέμου. Ύψωσαν την Γαλλική σημαία και ζήτησαν την προσάρτηση του νησιού στη Γαλλία. Όταν οι Γάλλοι κατέφτασαν στο νησί, παρέλαβαν τους τραυματίες, υπέστειλαν τη Γαλλική σημαία, διαβεβαίωσαν τους εργάτες ότι κανένας τους δεν θα τιμωρηθεί και μετέφεραν τον Σπέρα στην Αθήνα για να συναντηθεί με μέλη της κυβέρνησης και τον Γρόμαν.

 Το σωματείο, πριν την απεργία, είχε καταφέρει να δημιουργήσει ταμείο αλληλοβοήθειας, ένα μικρό νοσοκομείο για τις οικογένειες των εργατών, σύνταξη και βοηθήματα για όποιον δεν μπορούσε να δουλέψει και ένα σχολείο για τις οικογένειες των εργατών και για όποιον είχε χρόνο και ήθελε να μορφωθεί, τα οποία λειτουργούσαν από τους μισθούς των εργατών. Στις 25 Αυγούστου, μία ημέρα μετά την αποχώρηση των Γάλλων από το νησί, δύναμη διακοσίων πενήντα  ανδρών και ενός ειδικού ανακριτή, έφτασε στο νησί και συνέλαβε τον Σπέρα και μερικά άλλα μέλη της απεργίας, για τον φόνο των δυο αξιωματικών της χωροφυλακής και την ύψωση της Γαλλικής σημαίας. Ο Σπέρας, για άλλη μια φορά βρέθηκε φυλακισμένος.  Τότε  ζήτησε την επέμβαση της Κυβέρνησης της Θεσσαλονίκης του Βενιζέλου, η οποία με τη σειρά της, δεν αντέδρασε.

 Ένα χρόνο μετά την απεργία ο Γρόμαν δέχτηκε όλα τα αιτήματα των εργατών, αποζημίωσε τις οικογένειες των νεκρών της απεργίας, απολύθηκαν  όλοι οι μη ντόπιοι εργάτες, καθιερώθηκαν τα οδοιπορικά και αυξήθηκαν οι μισθοί.

 Ίδρυση Γ.Σ.Ε.Ε. - Σ.Ε.Κ.Ε.

 Ο Σπέρας, μετά την αποφυλάκισή του και την δικαίωση των συναδέλφων του στη Σέριφο, μετακόμισε και πάλι στην Αθήνα. Τον Οκτώβρη του 1918 συμμετείχε στην ίδρυση της Γ.Σ.Ε.Ε. και υποστήριξε την θέση ότι η συνομοσπονδία θα έπρεπε να ασχολείται μόνο με εργατικά ζητήματα και όχι να εμπλακεί με κόμματα και την πολιτική. Επρόκειτο για μια θέση που εξέφραζε τους αναρχικούς εκείνης της εποχής.

 Ο λόγος του Σπέρα, καθώς και ο χρόνιος αγώνας του για τα εργατικά δικαιώματα, τον  βοήθησαν να κερδίσει μια θέση ως μέλους της Εποπτικής Επιτροπής της Συνομοσπονδίας καθώς και τον σεβασμό της πλειοψηφίας των συνδικαλιστών. Ένα μήνα μετά παραβρέθηκε στην ίδρυση του Σ.Ε.Κ.Ε. (μετέπειτα Κ.Κ.Ε.), διατηρώντας την αρχική του θέση και δημιουργώντας ξεχωριστή τάση εντός του κόμματος. Η τάση που εξέφρασε ο Σπέρας υποστήριζε ότι το κόμμα δεν θα έπρεπε να συμμετάσχει στις κοινοβουλευτικές διαδικασίες, αλλά από την άλλη τάχτηκε υπέρ της ένταξης του Σ.Ε.Κ.Ε. και της Γ.Σ.Ε.Ε. στην κομμουνιστική διεθνή.

 Σε αυτό το σημείο ο Σπέρας ακροβατούσε μεταξύ αναρχισμού και κομμουνισμού, όμως αυτό δεν κράτησε για πολύ. Την ίδια περίοδο, θα αρχίσει να διαφωνεί με τις πρακτικές και τις θέσεις των εγχώριων κομμουνιστών και ιδιαίτερα την στάση την οποία είχαν πάνω σε εδαφικά θέματα όπως η μικρασιατική εκστρατεία, η ανεξάρτητη Μακεδονία και Θράκη και οι ανοιχτές προσκλήσεις για σαμποτάζ του ελληνικού στρατού (οι Έλληνες κομμουνιστές είχαν ήδη αρχίσει να αντιγράφουν τις πρακτικές των Ρώσων ομοϊδεατών τους). Την σκληρή κριτική του, για τις στάσεις αυτές, τις εξέφραζε μέσω της εφημερίδας Άμυνα, που κυκλοφόρησαν βενιζελικοί και αντιβενιζελικοί συνδικαλιστές οι οποίοι αποτελούσαν τότε την πλειοψηφία της Γ.Σ.Ε.Ε., έπειτα από την πρώτη κόντρα και διάσπαση της οργάνωσης σε συντηρητικούς και αστούς συνδικαλιστές από την μια και κομμουνιστές συνδικαλιστές από την άλλη[1] .

 Ο Σπέρας, είχε αρχίσει τις αμφιταλαντεύσεις σχετικά με τον ιδεολογικό του προσανατολισμό. Προσπάθησε να οργανώσει συνέδριο στο οποίο δεν θα συμμετείχαν οι κομμουνιστές συνδικαλιστές, επιδιώκοντας να τους απομακρύνει από την Γ.Σ.Ε.Ε. καθώς θεωρούσε ότι ήθελαν να χρησιμοποιούν την Γ.Σ.Ε.Ε. ως ένα όργανο στρατολόγησης και διεύρυνσης της προπαγάνδας τους. Πιστός στις θέσεις του έκανε τα πάντα έτσι ώστε η Γ.Σ.Ε.Ε. να μην εξυπηρετήσει ποτέ κομματικά συμφέροντα, παρά μόνο τα συμφέροντα των Ελλήνων εργατών.

 Λίγους μήνες μετά, η κομματική επιτροπή του Σ.Ε.Κ.Ε. θα τον αποκλείσει και θα τον διαγράψει από το κόμμα, ως αντικομουνιστικό στοιχείο. Το ίδιο προσπάθησε να κάνει και από τη Γ.Σ.Ε.Ε. αλλά απέτυχε, καθώς ο Σπέρας εξέφραζε μεγάλη μερίδα των μελών της Συνομοσπονδίας και ήταν και εκλεγμένο μέλος επιτροπής. Άλλες κομμουνιστικές οργανώσεις, που δεν ήταν ελεγχόμενες από το Σ.Ε.Κ.Ε., δεν καταδίκασαν τον Σπέρα και αντίθετα τον υποστήριξαν όταν συνελήφθη, για ακόμα μια φορά από τις αστυνομικές αρχές, γράφοντας στις εφημερίδες τους ότι είναι περήφανοι για αυτόν.

 Στο Β’ συνέδριο της Γ.Σ.Ε.Ε. ο Σπέρας εκπροσώπησε τους αναρχοσυνδικαλιστές και το Σωματείο Τσιγαράδων-Καπνεργατών Αθήνας-Πειραιά και με δυναμική εμφάνιση συγκέντρωσε το 1/3 των συνέδρων. Από το 1921 μέχρι το 1922, δημιούργησε πολλές οργανώσεις, κόμματα και σωματεία, σε συνεργασία με προσωπικότητες όπως ο Γιάννης Φανουράκης (αναρχοσυνδικαλιστής, συνιδρυτής του Σ.Ε.Κ.Ε.), ο Νίκος Γιαννιός (πρώην μέλος του Σ.Ε.Κ.Ε. ρεφορμιστής σοσιαλιστής) και ο Αλέξανδρος Παπαναστασίου (δημοκρατικός αντιμοναρχικός) και άλλα πρώην και νυν μέλη του Σ.Ε.Κ.Ε. καθώς κι άλλων μικρότερων ομάδων διαφόρων ιδεολογικών φασμάτων.

 Ο Σπέρας σταδιακά άρχισε να αμφισβητεί τον κομμουνισμό και τον αναρχισμό χωρίς να απομακρύνεται από τις ιδές του συνδικαλισμού και τον αγώνα των εργατών για μια καλύτερη ζωή. Το 1925 φαίνεται ότι ήταν η χρονιά που προσέγγισε τον Εθνικό Συνδικαλισμό και μαζί με άλλους συντηρητικούς εργάτες, εισήλθαν στο συνέδριο της διοίκησης του Εργατικού Κέντρου Αθηνών, (του οποίου ακόμα αποτελούσε μέλος ο Σπέρας καθώς και ιδρυτικό στέλεχος) και απομάκρυναν βίαια την επιτροπή. Στην συνέχεια κατέλαβαν τα γραφεία και όρισαν δική τους επιτροπή. Σε προκήρυξή τους κατήγγειλαν την παλιά επιτροπή ως υποχείριο του Κ.Κ.Ε. (πρώην Σ.Ε.Κ.Ε.).

 Την ίδια περίοδο, ο Σπέρας επιλέγοντας να εντείνει τους αγώνες των σωματείων και των εργατών ενάντια στην πολιτικοποίησή τους στράφηκε σε ευθεία και μεγάλη σύγκρουση με τους κομμουνιστές συνδικαλιστές, κατηγορώντας τους ότι λάμβαναν «επίδομα από τη Μόσχα» για να εξυπηρετούν τα συμφέροντα της Ε.Σ.Δ.Δ. Η εφημερίδα Ριζοσπάστης ξεκίνησε να κατηγορεί τον Σπέρα ως χαφιέ του στρατού, λαθρέμπορο καπνού και ως κενό επαναστάτη που δεν εκπροσωπούσε τα συμφέροντα της εργατικής τάξης. Τον Φεβρουάριο του 1926, έπειτα από την ανατροπή της δικτατορίας του Πάγκαλου, ο Σπέρας κατέθεσε ως μάρτυρας κατηγορίας ενάντια στο Κ.Κ.Ε. στις δίκες που έγιναν με την κατηγορία της εσχάτης προδοσίας περί αυτονομίας Μακεδονίας-Θράκης. Λίγους μήνες μετά, διαγράφηκε από τη Γ.Σ.Ε.Ε. με την κατηγορία του εχθρού της εργατικής τάξης και ως όργανο του κράτους. Ο Σπέρας προσπάθησε να αμυνθεί στις κατηγορίες, όμως ο συνασπισμός κομμουνιστών, αρχειομαρξιστών και αστών υπερίσχυσε. Το αποτέλεσμα ήταν η απομάκρυνση του Σπέρα και άλλους υποστηρικτών του από την Συνομοσπονδία. Αυτό συνέβαλε και στο οριστικό του πέρασμα σε μια μορφή εθνικιστικού συνδικαλισμού.

για να διαβάσετε ολόκληρο το άρθρο εδώ ...