Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΦΑΣΙΣΜΟΣ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΦΑΣΙΣΜΟΣ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Η κριτική του Δημήτριου Βεζανή για τον Φασισμό και τον Εθνικοσοσιαλισμό

 

Ο Δημήτριος Βεζανής (1904-1968), ως διαπρεπής πολιτικός επιστήμονας, στάθηκε αληθινός φάρος της ελληνικής διανοήσεως αλλά και κορυφαίος θεωρητικός αυτού που αποκαλούμε Ελληνικό Εθνικισμό.

Διετέλεσε διδάκτωρ Πολιτικών Επιστημών στο Πανεπιστήμιο του Μονάχου, καθηγητής Γενικής Πολιτειολογίας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών και Συνταγματικού Δικαίου στην Πάντειο, νομάρχης Άρτας (1930-1) και διευθυντής του Ιδρύματος Κοινωνικών Ασφαλίσεων (1936-48).

Σφάλλει απολύτως όποιος υποθέσει πως επρόκειτο για άλλον έναν τυπικό τεχνοκράτη, εγκλωβισμένο μεταξύ 4 τοίχων και αρκετών στοιβών βιβλίων ενώ είναι συκοφάντες και γελοίοι όσοι προσπαθούν να μειώσουν την αξία του έργου του.

Με την πρακτική λογική του, πρωταγωνίστησε στα δημόσια δρώμενα και πραγμάτωσε ενεργητικά τις αρχές της Εθνικιστικής ιδεολογίας του.

Στον μεσοπόλεμο είχε συνεργαστεί με την «Οργάνωση Εθνικοφρόνων Σοσιαλιστών» του Ιάκωβου Διαμαντοπούλου και ήταν συνεργάτης της εφημερίδας «Ο Εθνικοσοσιαλιστής» που εξέδιδε από το 1934 το εν λόγω πολιτικό κόμμα καθώς και του περιοδικού «Αρχείον Οικονομικών και Κοινωνικών Επιστημών», που εξέδιδε ο καθηγητής Δημήτριος Καλιτσουνάκης.

Ο Δημήτριος Βεζανής όντως πίστευε ακράδαντα στην αναγκαιότητα συζεύξεως του εθνικισμού με την κοινωνική αλληλεγγύη.

Είχε τονίσει ότι η αγωγή της νεολαίας δεν πρέπει να αρκείται στη μετάδοση της πίστης σε ορισμένα ιδανικά ενώ έγραφε ότι «απαραίτητη είναι η σαφής διάκρισης από τας εχθρικάς και αντιπάλους ιδεολογίας. Χρειάζεται ακόμη το Μίσος».

Στη μελέτη του «Η Κρίσις του Δημοκρατισμού» αναφέρει ότι ο Φασισμός είναι:

«μια πνευματική κίνησις, μία επανάστασις ψυχών κατά της υφισταμένης τάξεως των πραγμάτων ...{...}... ο Φασισμός δεν προτιμά την δουλείαν από την ελευθερίαν. 

Αλλά βλέπων τον άμεσον, τον μέγα κίνδυνον όστις απειλεί όχι μόνον το παρόν αλλά και το μέλλον της φυλής θέλει να τη σώση πάσει δυνάμει, έστω και με θυσίαν των μεγαλυτέρων ανθρωπίνων αγαθών. 

Η διαφορά λοιπόν μεταξύ αντιδημοκρατών και δημοκρατών δεν είναι ότι οι πρώτοι τάσσονται υπέρ της δουλείας και οι δεύτεροι υπέρ της ελευθερίας. Αλλ’ ότι οι πρώτοι βλέπουν τον κίνδυνον ενώ οι δεύτεροι δεν θέλουν να ιδούν αυτόν».

Γνώριζε προσωπικά τον αντικομμουνιστή Στρατηγό Γεώργιο Γρίβα που δημιούργησε μέσω της «Χ» το πρώτο οργανωμένο αντάρτικο πόλης με έδρα το Θησείο, συνέδραμε στις μεταπολεμικές πολιτικές του κινήσεις του «Διγενή», ενώ συνήθιζε να περιπολεί ένοπλος οδηγώντας ένα τζιπ στις γειτονιές που κυριαρχούσαν οι κομμουνιστές σκορπώντας πανικό στους αιμοσταγείς οπαδούς του Πλουμπίδη και του Ζαχαριάδη.

Δημιούργησε τον «Εθνικιστικό Σύνδεσμο» μαζί με τους Ρουμάνη, Παμπούκη, Σούτζο κ.α. και προετοίμασε στην οικία του τον ένοπλο αγώνα της αντάρτικης ΕΟΚΑ κατά των Άγγλων (ανήκοντας στην δωδεκαμελή επιτροπή που υπέγραψε τον όρκο του αγώνα στις 7/3/1953).

Με την δράση του αυτή ο Βεζανής απέδειξε ότι ο ριζοσπαστικός εθνικισμός, σε αντίθεση με την «εθνικοφροσύνη», δεν είναι απλά ο ενστερνισμός κάποιων αξιών και ιδανικών αλλά η συνεχής δράση και προσπάθεια για την πραγματοποίηση τους.

Μιλώντας στις 9 Σεπτεμβρίου 1945 στον χώρο του τότε κινηματογράφου «Καπιτόλ» στον Πειραιά, με θέμα τον Ελληνικό εθνικισμό, ο Βεζανής είπε:

«Εθνικισμός είναι το σύμβολο μιας πίστεως, μιας ολοκληρωμένης κοσμοθεωρίας. Και οι εθνικιστές είναι οι πιστοί της θρησκείας αυτής. Εις τας τάξεις των εθνικιστών δεν γίνονται δεκτοί όσοι απλώς πιστεύουν και δέχονται την ιδέα του έθνους, αλλά μόνο εκείνοι που πιστεύουν εις αυτήν και είναι έτοιμοι να την πραγματοποιήσουν. Και εις αυτό ακριβώς το σημείο έγκειται η διαφορά μεταξύ του απλώς εθνικόφρονα και του εθνικιστή»

... Πιστεύουμε στο Σοσιαλισμό. Ο Εθνικισμός ο οποίος τόσο προέχουσαν θέση δίνει εις το σύνολο και του οποίου η κυριότερη ηθική επιταγή λέγει «θυσιάσου χάριν του συνόλου» δεν μπορεί παρά να θέλει να εξυψώσει όλους εκείνους οι οποίοι έχουν την τιμή να ανήκουν στο ελληνικό έθνος. 

Ο Σοσιαλισμός όμως των οποίον θέλουμε διαφέρει ριζικώς από τον Σοσιαλισμό του ΚΚΕ. Το ΚΚΕ λέγει «αρπάχτε και φάτε». Εμείς λέμε «δημιούργησε και ζήσε» ...

Σύμφωνα με τον καθηγητή Δημήτριο Κιτσίκη ήταν θαυμαστής και συνεχιστής των έργων των Περικλή Γιαννόπουλου και Ίωνος Δραγούμη καθώς και θεωρητικός ενός «καθαρά ελληνικού Φασισμού», ενώ πάντα κατά τον Κιτσίκη, το στρατιωτικό καθεστώς της 21ης Απριλίου είχε αποφασίσει να του αναθέσει υπουργικά καθήκοντα, όμως η απόφαση ματαιώθηκε την τελευταία στιγμή (…) μετά από παρασκηνιακές ενέργειες του ξένου παράγοντα προς το περιβάλλον της ηγετικής τριανδρίας.

Το 1968 υπέστη έμφραγμα του μυοκαρδίου και νοσηλεύτηκε στο νοσοκομείο Ευαγγελισμός. Πέθανε στο σπίτι του μετά από καρδιακή ανακοπή. 


γράφει ο Μυρμιδών

Ο ελληνικός εθνικισμός οφείλει πάρα πολλά στην λαμπρή προσωπικότητα του καθηγητή Πολιτικών Επιστημών και ταυτόχρονα νομικού Δημητρίου Βεζανή (1904-1968), καθώς ο τελευταίος ανέλυσε συστηματικά και ουσιαστικά την ελληνική έκφανση του εθνικισμού όχι μόνο φιλοσοφικά, αλλά και κοινωνιολογικά, προσαρμόζοντας την στα ελληνικά δεδομένα. 

Ναι μεν είχαν προηγηθεί και άλλοι θεωρητικοί Έλληνες εθνικιστές κατά το παρελθόν, αλλά ο βαθμός της συστηματοποίησης του εθνικιστικού ζητήματος κατέστη εφικτός μόνο από τον ίδιο τον Βεζανή, προτείνοντας παράλληλα στα κείμενά του και πολλές λύσεις για μία πληθώρα ζητημάτων, τα οποία εξακολουθούν να μαστίζουν μέχρι και σήμερα τον Ελληνισμό. Ευτυχώς για τον εθνικιστικό χώρο η προσωπικότητα του δεν έχει παραγκωνισθεί, όπως άλλες, και έτσι κατέστη εφικτή η ανάδειξητης εξαιρετικής ποιότητας λόγου, η οποία εντοπίζεται στα κείμενά του. 

Η συνεισφορά του όμως δεν περιορίζεται μόνο στην ενασχόλησή του με το φαινόμενο του ελληνικού εθνικισμού. Αντιθέτως, ο Δημήτριος Βεζανής προέβη και σε έναν καλοπροαίρετο σχολιασμό των ιδεολογιών του Φασισμού και του Εθνικοσοσιαλισμού αντίστοιχα, βάσει του βιβλίου Το δόγμα του Φασισμού από τους Μπενίτο Μουσολίνι & Τζιοβάνι Τζεντίλε, όπως επίσης και του βιβλίου Ο Αγών μου του Αδόλφου Χίτλερ. Πέραν της γενικής ανάλυσης, των εγκωμιαστικών σχολίων και τέλος των παρατηρήσεων του Βεζανή επί των προαναφερθέντων κειμένων, το παρόν άρθρο θα αναδείξει τα σημεία στα οποία ο Δημήτριος Βεζανής άσκησε κριτική τόσο στον Φασισμό, όσο και προς τον Εθνικοσοσιαλισμό.

Γενικά για τον φασισμό:

Ο Βεζανής ήδη από την εποχή του διαπίστωσε το συχνό και μάλλον σκόπιμο λάθος ταύτισης του φασισμού με την στρατιωτική δικτατορία. Η έλλειψη δημοκρατίας μέχρι και σήμερα συγχέεται αυθαιρέτως με την ιδεολογία του φασισμού, παρ’ όλο που πρόκειται για εντελώς διαφορετικές έννοιες, καθώς ο φασισμός αποτελεί μία ιδεολογία, ενώ η δικτατορία μία μορφή πολιτειακής οργάνωσης. Ο Βεζανής λοιπόν δήλωσε ευθέως ότι η αιφνιδιαστική κατάληψη της εξουσίας, δεν συνιστά βασική αρχή του φασισμού, πολλώ δε μάλλον καταστατική. 

Επίσης, ο φασισμός δεν αποτελεί μία ιδεολογία, η οποία προτιμά την δουλεία από την ελευθερία, όπως αναπαράγουν οι υλιστικές και υποκριτικές, πλην όμως κυρίαρχες ιδεολογίες μέχρι και σήμερα. Η φασιστική ιδεολογία απλώς αναγνωρίζει ότι πρέπει να υπάρξουν συχνά γενναίες και μεγάλες θυσίες, προκειμένου να αποτραπεί ένας μεγάλος και άμεσος κίνδυνος της φυλής. Για τον Βεζανή, ο φασισμός αποτελούσε μία πνευματική κίνηση, μία επανάσταση για την ακρίβεια των ψυχών κατά της υφιστάμενης τάξεως πραγμάτων και μία υπαγωγή των ατομικών δυνάμεων σε μία γενική κοσμοθεωρία. Ακόμη, ο φασισμός συνδέεται με άλλες πνευματικές διδασκαλίες και αποτελεί ένα σύστημα πολιτικών ιδεών στηριζόμενο σε μία μεταφυσική και σε μία φιλοσοφία γενικότερα από την οποία αντλεί το κύρος του. 

Για τον φασισμό όπισθεν της ύλης και του κόσμου των αισθήσεων υπάρχει πρωτίστως το πνεύμα. Συνεπώς, η φασιστική ιδεολογία είναι μία πνευματική θεωρία και δεν αποδέχεται επ’ ουδενί λόγω την παράδοση των ανθρώπων στον υλικό ηδονισμό. Το πνεύμα, κατά τον φασισμό, είναι αυτό, το οποίο συνενώνει τα άτομα σε χώρο και χρόνο, μέσω της παράδοσης και των κοινών πνευματικών δεσμών. Οι υλιστικές απολαύσεις δεν αποτελούν το παν, η απάρνησή των όμως οδηγεί στην απελευθέρωση του ανθρώπου από τα χωροχρονικά δεσμά, γιατί τον συνδέουν με το εθνικό του παρελθόν και μέλλον. Ο φασισμός είναι αντι-ατομικίστικος και αντιφιλελεύθερος, γι’ αυτό κι ο φασισμός θέλει τον άνθρωπο ενεργητικό και υπόχρεο σε δράση με όλες του τις δυνάμεις. Ως εκ τούτου, ο φασισμός δεν ταυτίζεται με τον Μεσαίωνα, όπως ήδη από τότε επιχειρούσαν να τον ταυτίσουν οι διεθνιστικές ιδεολογίες, αποσκοπώντας έτσι να έχουν το μονοπώλιο της κακής εννοούμενης «προόδου». 

Τουναντίον, ο φασισμός επιδιώκει το κράτος να στηρίζεται επί ευρείας λαϊκής βάσεως, θέλει δηλαδή μία ρουσωικής μορφής συμμετοχή του συνόλου στο κίνημά του. Αντίληψη δογματικά αντίθετη με τα όσα συνέβαιναν στον Μεσαίωνα. Γι’ αυτό και το άτομο δεν εξαφανίζεται εντός της φασιστικής ιδεολογίας, αλλά πολλαπλασιάζεται από την ενωμένη δύναμη των άλλων. Το δε κράτος δεν είναι απλώς ένα άθροισμα ατόμων ή μία πλειοψηφία, ούτε αποζητά απλά μία υλική ευδαιμονία έχοντας ως ιδεώδες το να καταστούν οι άνθρωποι απλά χορτασμένοι και παχυλοί, όπως επιδιώκει ο μαρξισμός, κατά συνέπεια. 

Η μαρξιστική αυτή αντίληψη εναντιώνεται με το πνεύμα της δράσεως του φασισμού, διότι ο τελευταίος θέλει την υπερένταση της ζωής, ούσα ένα καθήκον, μία ανάγκη για εξύψωση και κατάκτηση στόχων και ιδανικών. Γι’ αυτό η ζωή στον φασισμό πρέπει να είναι υψηλή και γεμάτη, απόλυτη εκδήλωση της οποίας είναι ο πόλεμος. Το φασιστικό δε κράτος είναι μία ομάδα ανθρώπων, ενοποιημένη από μία ιδέαν θελήσεως προς ύπαρξη και επικράτηση με την συνείδηση αυτής της ενοποιήσεως. Ο Δημήτριος Βεζανής αποτίμησε το έργο του Μπενίτο Μουσολίνι και Τζιοβάνι Τζεντίλε ως «πνευματικά βαθυστόχαστο» και θεώρησε αξιοσημείωτο το ότι το ιδεολογικό αυτό δόγμα συμπυκνώνεται σε λίγες μόνο σελίδες. 

Το παραπάνω κείμενο, όπως αναφέρει ο Βεζανής, χωρίζεται σε 2 μέρη. Το πρώτο αφορά τις θεμελιώδεις ιδέες του φασισμού και το δεύτερο την πολιτική και κοινωνική διδασκαλία. Ειδικότερα, το πρώτο σκέλος αφορά την θεωρητική δομή της φασιστικής ιδεολογίας, ενώ το έτερο σκέλος αφορά την ανάπτυξη και εφαρμογή των θεμελιωδών ιδεών του δόγματος του φασισμού.

Το λάθος του φασισμού:

Ίσως το σοβαρότερο, αλλά και πιο εξόφθαλμο σφάλμα της φασιστικής ιδεολογίας, αφορά την υπερβολική εξύμνηση προς το κράτος. Συγκεκριμένα, για τον Μουσολίνι το κράτος είναι ο δημιουργός του Έθνους και όχι το αντίστροφο, το οποίο ίσχυε κατά τον 19ο αιώνα. Για τον ιταλικό φασισμό, το κράτος δεν προκύπτει από το Έθνος, αλλά το Έθνος από το κράτος. Το δε Έθνος δεν στηρίζεται στην φυλή ή στην πατρίδα, αλλά μόνο στο κράτος αυτό καθεαυτό. Το Έθνος αποτελεί μία ασυνείδητη και παθητική κατάσταση εντός του λαού, όμως το κράτος εκφράζει την συνειδητή θέληση προς ύπαρξη και επικράτηση του Έθνους, άρα μόνο αυτό δίνει ζωή στο Έθνος, διότι μόνο το κράτος ζει, εφόσον μπορεί να εξελιχθεί. 

Εν ολίγοις, το κράτος υπερέχει, διότι μόνο αυτό μπορεί να εκφράσει την ενέργεια και μόνο αυτό δύναται να δημιουργήσει. Το κράτος επίσης δεν υποχρεούται να υπηρετήσει το Έθνος και τις αξίες του. Η θεμελιώδης αυτή ερμηνεία της σχέσεως κράτους-Έθνους, κατά την οποία, το κράτος προηγείται αξιακά του Έθνους, συχνά αποσιωπάται ή λησμονείται, κατά την παρουσίαση του εν λόγω ιταλικού ιδεολογήματος. 

Τόσο κατ’ εμέ, όσο και για τον Δημήτριο Βεζανή, η υπεροχή αυτή του κράτους έναντι του Έθνους είναι αρκετά προβληματική, διότι αγνοεί το γεγονός ότι το κράτος έχει ως βάση του το Έθνος και ότι το τελευταίο αποτελεί απλώς την τεχνητή, νομική και πολιτική έκφραση ενός Έθνους, το οποίο πάντοτε είναι κάτι το υπαρκτό και διαχρονικό. Η παραπάνω απόρροια σκέψεως προκύπτει, λόγω του ότι ο φασισμός υπερεκτιμά τόσο πολύ την ισχύ της κρατικής εξουσίας, ώστε να οδηγείται στο λανθασμένο συμπέρασμα ότι είναι ιεραρχικά ανώτερο το κράτος από το Έθνος. Ενδεχομένως η άποψη αυτή του Μουσολίνι εδράζεται και στην πεποίθηση ότι το Έθνος είναι κάτι το άυλο και ρευστό, ενώ το κράτος κάτι το απτό και οργανωμένο. 

Με άλλα λόγια, ο φασισμός αντιλαμβάνεται ότι η εθνική συνέχεια μέσω της επίκλησης των προγόνων, των αγέννητων νεκρών και της σύνδεσης των με τους τωρινούς γηγενείς κατοίκους, καθώς επίσης και με το σύνολο των πολιτισμικών στοιχείων, τα οποία συνδέονται με ένα Έθνος, καθίστανται δυνατά μόνο μέσω του κράτους και γι’ αυτό το τελευταίο οφείλει να προηγείται. 

Η άποψη αυτή όμως είναι αρκετά επιφανειακή, διότι αγνοεί την μεταφυσική διάσταση του Έθνους, την οποία ο ίδιος ο Βεζανής αναγνωρίζει ως συστατικό στοιχείο της ιδεολογίας του φασισμού. Ίσως η παραπάνω άποψη περί υπεροχής του κράτους έναντι του Έθνους, να αποτελεί και ένα ιδεολογικό κατάλοιπο της επιρροής του μαρξισμού στον Μουσολίνι, όσο αυτός ήταν ενταγμένος, ως γνωστόν, στο σοσιαλιστικό κόμμα και μάλιστα αρθρογραφούσε στο περιοδικό «Avanti».

Ο εθνικοσοσιαλισμός ως ανώτερος του φασισμού:

Ο Βεζανής φρονεί ότι ο εθνικοσοσιαλισμός, όπως εκφράζεται από το βιβλίο Ο Αγών μου, είναι ανώτερη ιδεολογία από την φασιστική, διότι το βιβλίο του Χίτλερ, αν και πλατειάζει με συχνές επαναλήψεις, εντούτοις υπερέχει διότι δεν δίδει μόνο την θεωρία πίσω από την εθνικοσοσιαλιστική ιδεολογία, αλλά αφηγείται και την γένεσή της. Ο Βεζανής παρατηρεί ότι ο Χίτλερ ήταν βαθιά επηρεασμένος από τον πανγερμανισμό, ένα πνεύμα, το οποίο υπήρχε διάχυτο στην Αυστρία, ακόμη και όταν αυτή τότε αποτελούσε τμήμα της Αυστροουγγαρίας και όχι της Γερμανίας. Αυτό ίσως ωφέλησε τον Χίτλερ κατά την ανάπτυξη της θεωρίας του, επειδή ακριβώς ο ίδιος δεν ήταν Γερμανός πολίτης ή υπήκοος, άρα αυτό τον οδήγησε στο συμπέρασμα ότι το κράτος δεν είναι απαραίτητο για την ύπαρξη ενός Έθνους, παρά μόνο για την έκφραση του τελευταίου. 

Ο εθνικοσοσιαλισμός σκοπεύει στην υλοποίηση μίας ιδέας της φυλής. Αυτό απαιτεί προγραμματισμό και γι’ αυτό το κράτος αποτελεί το μέσο, δηλαδή τον μηχανισμό εκείνο ικανοποίησης των επιδιώξεων της παραπάνω ιδέας. Ο εθνικοσοσιαλισμός δεν υπηρετεί τυφλά το κράτος ως εν είδη αυτοσκοπό, αντιθέτως αν χρειαστεί, καλείται να το ανατρέψει και εκεί ακριβώς έγκειται η ειδοποιός διαφορά μεταξύ φασισμού και εθνικοσοσιαλισμού, διότι στον τελευταίο το Έθνος, ως η ευσυνείδητος φυλή, υπερέχει συγκριτικά με το κράτος. Ο Χίτλερ, όπως αναγνωρίζει και ο Βεζανής, διέκρινε ότι η ανθρωπότητα χωρίζεται σε φυλές. Κυρίαρχη θέση έχει η Λευκή/Άρια φυλή, η οποία παράγει πολιτισμό, δυνάμει του ιδεαλιστικού της πνεύματος και της τάσης της το άτομο να θυσιάζεται υπέρ του συνόλου. Εντός της Λευκής φυλής υπάρχουν διάφορα είδη πολιτισμού, όπως προκύπτουν από τα διάφορα Έθνη, ορισμένα εκ των οποίων διακρίνονται για τις πνευματικές τους αρετές (π.χ. έφεση προς γνώση) και άλλα για τις ψυχικές τους (π.χ. έφεση προς ανδρεία). 

Η Κίτρινη φυλή δύναται κυρίως να συντηρήσει τον πολιτισμό και όχι να τον δημιουργήσει, ενώ η Νέγρικη φυλή δεν μπορεί ούτε να παράξει, ούτε να συντηρήσει πολιτισμό, παρά μόνο σε έναν βαθμό να τον αφομοιώσει. Ανώτερες από την Νέγρική φυλή, αλλά εξίσου κατώτερες από την Λευκή και την Κίτρινη φυλή είναι η Ερυθρά/Κόκκινη και η Πολυνησιακή.

Για τους Εβραίους:

Ένα πρώτο σημαντικό θέμα, το οποίο σχολιάζει ο Βεζανής κατά την ανάλυση της εθνικοσοσιαλιστικής κοσμοθεωρίας, αποτελεί το εβραϊκό έθνος. Ο Δημήτριος Βεζανής θεωρούσε σφάλμα την άποψη ότι οι Εβραίοι είναι κατώτεροι εξ απόψεως νοημοσύνης. Συγκεκριμένα, ο Βεζανής φρονούσε ότι οι Εβραίοι ήταν και νοήμονες και κατείχαν στοιχεία γενναιότητας. Απόδειξη της ευφυίας τους ήταν το ότι ήταν ικανοί στο εμπόριο, ενώ παράλληλα έδειξαν γενναιότητα πολλών αιώνων κατά τις διώξεις, τις οποίες υπέστησαν καθ’ όλη την διάρκεια της υπάρξεώς τους. 

Αυτό βέβαια δεν σημαίνει ότι ο Βεζανής κατέτασσε τους Εβραίους απαραιτήτως ως ισάξια μέλη της Λευκής Φυλής, ούτε ηρνείτο τις πράξεις των Εβραίων εις βάρος της ανθρωπότητας και δη εις βάρος των Λευκών. Αυτό, το οποίο κυρίως μάλλον ισχυριζόταν ήταν ότι δεν είναι κυριολεκτικά φρόνιμο, αλλά μάλλον αντιδραστικό και επιφανειακό να χαρακτηρίζεται συλλήβδην ο εβραϊκός λαός ως χαμηλής νοημοσύνης και όχι ως ηθικά κατακριτέος, επειδή ακριβώς ο λαός αυτός «μολύνει» την ανθρωπότητα με υλιστικές διαθέσεις επιδιώκοντας την καταστροφή της, προκειμένου να κυριαρχήσει ο ίδιος.

Τούτων λεχθέντων, ο Βεζανής θεωρεί ότι ο εβραϊσμός διέπεται από έλλειψη συγκεκριμένων ηθικοπνευματικών αρετών και μία τάση κυριαρχίας έναντι της ανθρωπότητας. Επειδή ακριβώς μάλιστα ο εβραϊκός λαός έχει επιτύχει στο σχέδιό του με συστηματικό τρόπο για τόσους αιώνες, δεν θα έπρεπε να θεωρείται ως λαός με χαμηλό δείκτη νοημοσύνης, όπως αποτελούν οι λαοί της νέγρικης κυρίως φυλής, διότι αυτό πιθανώς και να υποτιμά επικίνδυνα την δυνατότητα εκπλήρωσης των ύπουλων διαθέσεών του.

Τα λάθη του εθνικοσοσιαλισμού:

Εις ότι αφορά τον εθνικοσοσιαλισμό, ο Βεζανής άσκησε κριτική στην εν λόγω ιδεολογία, την οποία μελετούσε ήδη από το 1935, αναδεικνύοντας ορισμένες αδυναμίες της. Το πρώτο σημείο κριτικής του Δημητρίου Βεζανή προς τον εθνικοσοσιαλισμό ήταν η πανγερμανική του θεώρηση και κατ’ επέκταση ηαντίληψη της θεωρίας αυτής ότι το γερμανικό φύλο αποτελεί αποκλειστική πηγή δημιουργίας ολόκληρου του πολιτισμού της ανθρωπότητάς ή έστω του μεγαλύτερου μέρους του. 

Σύμφωνα με τον Βεζανή, δεν προκύπτει από πουθενά ότι το γερμανικό φύλο υπερισχύει των λοιπών φύλων της Λευκής Φυλής, πολλώ δε μάλλον ότι το γερμανικό φύλο αποτελεί την μοναδική αιτία γενέσεως πολιτισμού. Ο Βεζανής μάλιστα διακρίνει ότι στην εθνικοσοσιαλιστική θεώρηση η γερμανική εθνότητα, αποκτά μία τέτοια αξία, ώστε να καταλήγει και αυτοτελής, άρα παρουσιάζεται σαν μία ξεχωριστή γερμανική φυλή, η οποία διακρίνεται από τις λοιπές εθνότητες, οι οποίες απαρτίζουν την Λευκή φυλή. 

Η εθνικοσοσιαλιστική οπτική μάλιστα τείνει προς την άποψη ότι το αριανό αίμα ταυτίζεται, στην καλύτερη των περιπτώσεων, με το γερμανικό. Κάτι τέτοιο όμως, όπως σχολιάζει ο Βεζανής, είναι απολύτως αναπόδεικτο. Η σύγχρονη βιολογία, όπως συμπληρώνει, απορρίπτει την άποψη, η οποία αναφέρεται στο βιβλίο Ο Αγών μου ότι δηλαδή οι φυλές είναι απολύτως καθαρές και φρονεί ότι η ανάμειξη με μόνο κοινής καταγωγής άτομα, μιας ορισμένης δηλαδή εθνότητας εντός της Λευκής φυσικά φυλής (με άλλα λόγια η ιδέα ανάμιξης ατόμων εντός της γερμανικής εθνότητας και μόνο) ωθεί στον εκφυλισμό των υποκειμένων, διότι το κάθε άτομο καθίσταται ευάλωτο σε ασθένειες, ελλείψει αντλήσεως χρήσιμων βιολογικών στοιχείων από άλλους ανθρώπους, οι οποίοι ανήκουν πάντοτε στην Λευκή φυλή, αλλά είναι απλά διαφορετικής καταγωγής, δηλαδή εθνότητας μη γερμανικής. 

Η πρόσμιξη δηλαδή εθνοτήτων, οι οποίες φυσικά ανήκουν στην ανώτερη κοινή Λευκή φυλή, όχι μόνο επιτρέπεται, κατά τον Βεζανή, αλλά επιβάλλεται, προκειμένου να βελτιωθούν τα εκάστοτε άτομα μιας εθνότητας, διότι κατά αυτόν τον τρόπο αντλούνται τα καλύτερα στοιχεία από μία τέτοια μίξη με εξίσου ανώτερες εθνότητες, ούσες εντός της Λευκής φυλής. Επισημαίνεται δε από τον Βεζανή ότι ακόμη και αν ίσχυε αυστηρώς το δίκαιο της Νυρεμβέργης ως προς τους φυλετικούς κανόνες, τους οποίους έθετε για την απόκτηση της ιδιότητας του Γερμανού πολίτου, ο Βεζανής παρατηρεί ότι οι ίδιοι οι παραπάνω νόμοι επέτρεπαν την απόκτηση της παραπάνω ιδιότητας του πολίτου, εφόσον ο αιτών διέθετε έναν ανιόντα β’ βαθμού εβραϊκής καταγωγής ή μη Γερμανό γενικότερα. 

Αν πράγματι λοιπόν επιδιωκόταν η καθαρότητα της φυλής, όπως όριζαν οι εθνικοσοσιαλιστές, αυτό θα συνεπαγόταν αναγκαστικά την ανυπαρξία οιουδήποτε ξένου στοιχείου σε οποιονδήποτε βαθμό. 

Επιπροσθέτως, ο Βεζανής διαφωνούσε με την οπτική του εθνικοσοσιαλισμού ότι το άτομο από μόνο του είναι δημιουργός πολιτισμού. Κατά τον Βεζανή, δημιουργός πολιτισμού κάποιες φορές είναι και το σύνολο ως μάζα, ενίοτε δε το άτομο, αμφότεροι όμως μπορούν να είναι στοιχεία δημιουργικής ισχύος. Η μάζα συνήθως παράγει ως προς το σκέλος του πολιτισμού, το δίκαιο, τα ήθη και τα έθιμα, ενώ το άτομο την φιλοσοφία, την τέχνη και την επιστήμη. Ο Βεζανής ακόμη δεν θεωρούσε ότι η βιολογική καταγωγή και μόνο ήταν ο παράγων δημιουργίας του πολιτισμού. Ως αιτίες ανάπτυξης ενός πολιτισμού συμπεριέλαβε επίσης το κλίμα και την γεωγραφία μίας περιοχής, καθώς επίσης και τους κοινωνικούς και κρατικούς όρους επί μίας περιοχής. 

Δεν λησμόνησε όμως να επισημάνει ο ίδιος ότι η φυλή είναι οπωσδήποτε η πιο σταθερή και σημαντικότερη αιτία γένεσης του πολιτισμού, απλά δεν είναι η μόνη, ούτε κατά συνέπεια η διαίρεση των φυλών προκύπτει, βάσει μόνο του δέρματος, το οποίο είναι το πιο εμφανές σημείο διάκρισης των. Ο διαχωρισμός των φυλών είναι πολύ πιο βαθύς και θεμελιώδης από την απλή διαφορά εξωτερικής εμφάνισης. 

Τέλος, ο Βεζανής θεωρούσε ότι ο εθνικοσοσιαλισμός δεν ανέπτυξε τόσο το θέμα της θρησκείας, καθώς κρατούσε μία απόσταση σε θέματα θεϊκής πίστης και εκκλησιών. Για τον Βεζανή όμως ο Ελληνισμός και κατ’ επέκταση ο ελληνικός εθνικισμός έχει μία σχέση αρμονικής σύνδεσης με την Ορθοδοξία, η οποία διέπεται και από μία αλληλοϋποστήριξη. Ενδεχομένως ο Βεζανής εδώ να υπονοεί ότι η έλλειψη περαιτέρω ανάλυσης του θρησκευτικού ζητήματος  από τον εθνικοσοσιαλισμό, οφειλόταν σε ιστορικά και εμπειρικά αίτια και άρα αιτιολογείται. Αντιθέτως, στην Ελλάδα επί αιώνες ανεπτύχθη προαναφερθείσα αρμονική συνύπαρξη με την Ορθόδοξη πίστη κατά τρόπο φυσικό, γεγονός, το οποίο δεν συνέβη με κάποια αντίστοιχη θρησκεία στην Γερμανία. Η έλλειψη έντονης συσχέτισης του εθνικοσοσιαλισμού με κάποια θρησκεία κλονίζει, κατά την άποψη του Βεζανή, την πληρότητα της εθνικοσοσιαλιστικής ιδεολογίας.

Καταληκτικά σχόλια:

Ο Δημήτριος Βεζανής αναγνώρισε και στις 2 αυτές ιδεολογίες το εξαιρετικό τους περιεχόμενο, αλλά θεώρησε ότι αμφότερες ήταν συνδεδεμένες με την χώρα προέλευσής τους. Όπως χαρακτηριστικά σχολίασε ως προς τον φασισμό του Μουσολίνι, τόσο η φασιστική, όσο και η εθνικοσοσιαλιστικήιδεολογία είναι χωρικά και χρονικά προσδεμένες ή περιορισμένες. 

Με άλλα λόγια, αποτελούν εκφάνσεις του ιταλικού και γερμανικού εθνικισμού αντίστοιχα, άρα φέρουν και πολλά από τα στοιχεία των εθνικών ιδιαιτεροτήτων του χώρου προέλευσης των, κατά την έκφραση των, καθιστώντας τες διαφορετικές τόσο μεταξύ των, όσο και εν συγκρίσει με τον ελληνικό εθνικισμό. Άλλωστε είναι γνωστό ότι για πολλούς εκ των θεωρητικών του εθνικοσοσιαλισμού στην Γερμανία, η ιδεολογία τους δεν ήταν «προϊόν προς εξαγωγή», όπως έλεγαν χαρακτηριστικά. Αυτό βέβαια δεν σημαίνει ότι τα προαναφερθέντα δόγματα είναι πλήρως αντίθετα μεταξύ τους, καθώς όλα τους ανήκουν στην ίδια εθνικιστική ιδεολογία και συνεπώς μοιράζονται από κοινού βασικά στοιχεία της ιδεολογίας αυτής, όπως την αναγνώριση της εθνικής ταυτότητας, της κοινωνικής και βιολογικής ιεραρχίας, της ανάγκης σύστασης ενός ισχυρού κράτους και της πίστεως σε μία μορφή μεταφυσικής υπάρξεως, η οποία επιβάλλει την προτεραιότητα του πνεύματος έναντι της ύλης.

Το ενδιαφέρον, όπως ήδη ελέχθη, είναι ότι ο φασισμός νοεί ότι το κράτος σχηματίζει το Έθνος, εξαιτίας του ότι το πρώτο είναι απτό και το δεύτερο νοερό, δίχως βέβαια αυτό να ακυρώνει την αναγνώριση της μεταφυσικής διάστασης της εν λόγω ιδεολογίας, αλλά οπωσδήποτε η προαναφερθείσα ερμηνεία επί του κράτους και του Έθνους την πλήττει. Ο εθνικοσοσιαλισμός, κατά τον Βεζανή, κατανοεί και υπερβαίνει αυτό το τόσο σοβαρό λάθος του φασισμού, καθιστώντας τον έτσι όχι μόνο πληρέστερο, αλλά και πολύ πιο επαναστατικό έναντι του φασισμού. Ο εθνικοσοσιαλισμός όμως δεν παύει να είναι άρρηκτα συνδεδεμένος με την γερμανική θεώρηση του κόσμου, γεγονός, το οποίο τον οδηγεί σε ορισμένα λανθασμένα συμπεράσματα, καθώς φρονεί ότι αιτία προέλευσης των πάντων είναι μόνο το γερμανικό Έθνος αδιαφορώντας εν πολλοίς για την συμβολή των έτερων εθνοτήτων εντός της Λευκής φυλής και δη για την συμβολή της ελληνικής εθνότητας.

Η άποψη του Βεζανή όμως περί της ανάμειξης φύλων, έστω των ανηκόντων στην ίδια φυλή, δεν με βρίσκει σύμφωνο. Αφενός κατά αυτόν τον τρόπο αγνοούνται τα πολιτισμικά προϊόντα, όπως η γλώσσα και τα ήθη, τα οποία αποτελούν ιδιαίτερο γνώρισμα της κάθε εθνότητας και άρα δύσκολα θα μπορούσαν να αναμειχθούν μεταξύ προσώπων, τα οποία εντάσσονται σε διαφορετικές εθνότητες, αλλά εντός της ίδιας φυλής, αφετέρου δε δεν εξηγείται απολύτως τεκμηριωμένα από τον Βεζανή, το πως ακριβώς μπορεί ο πολίτης μίας ορισμένης εθνότητας να «εμπλουτιστεί» με βιολογικά στοιχεία μίας άλλης, η οποία ανήκει έστω στην ίδια φυλή. 

Το πρέπον για να αποφευχθεί η σύγχυση και για να εξασφαλιστεί η μοναδικότητα του κάθε Έθνους είναι η κάθε εθνότητα να διατηρεί τα στοιχεία της τόσο βιολογικά, όσο και πολιτισμικά εις το διηνεκές και όχι η δημιουργία ενός ευρωπαϊκού βιολογικού υβριδίου ή εθνοτικής «χίμαιρας» εντός της Ευρώπης. 

Η διαδοχική δε ανάπτυξη της κάθε εθνότητας με δικά της στοιχεία, θα οδηγήσει στην δημιουργία ακόμη καλύτερων ανθρώπων και γενικότερα στην διατήρηση και ανάδειξη των βιολογικών και πολιτισμικών χαρακτηριστικών του κάθε Έθνους. Φυσικά είναι άκρως προτιμότερο η σύζευξη 2 ανθρώπων διαφορετικής εθνότητας να αφορά τουλάχιστον πρόσωπα ανήκοντα εντός της ίδιας φυλής, λόγω της στενής των φυλετικής συγγενείας, αλλά αυτό θα έπρεπε να αποτελεί την εξαίρεση και όχι τον κανόνα για όλους τους παραπάνω λόγους. Εν κατακλείδι, κακώς ορισμένοι κακόβουλοι ερμηνεύουν τον Δημήτριο Βεζανή ως οπαδό των Εβραίων, διότι απώτερος σκοπός του δεν είναι η στηλίτευση των από μία στείρα οπτική τυφλής υποτίμησης.

Ο Βεζανής, κατά την γνώμη μου τουλάχιστον, δεν παύει να στρέφεται εναντίον των Εβραίων στα κείμενά του, αλλά απλώς αναγνωρίζει το μέγεθος της αποφασιστικότητας των, όπως επίσης και της πονηριάς των. Αυτό επαληθεύεται από την ιστορική τους πορεία, διότι τα παραπάνω φυλετικά τους στοιχεία τους επέτρεψαν να επικρατήσουν μετά από τόσους αιώνες εις βάρος των υπολοίπων λαών. Αυτό δηλαδή, το οποίο εννοεί επί της ουσίας ο Βεζανής είναι ότι δεν θα μπορούσαν ποτέ άτομα ανήκοντα σε κατώτερες φυλές, όπως είναι οι μαύροι, να επιτύχουν την κυριαρχία του κόσμου, την οποία καταφέρνουν οι Ιουδαίοι και γι’ αυτό ακριβώς δεν θα πρέπει να υποτιμώνται αυθαιρέτως οι προαναφερθέντες, επειδή ακριβώς είναι ικανοί να δράσουν υπούλως.

Mussolini

 «Η δημοκρατία είναι μια μορφή διακυβέρνησης που δίνει ή προσπαθεί να δώσει στον λαό την ψευδαίσθηση ότι είναι κυρίαρχος.»

– Μπενίτο Μουσολίνι


Τσεζάρε Φόρνι: Ο αιρετικός του ιταλικού φασισμού Β' Μέρος (https://theostyghskompania.blogspot.com/)

 

 Στις 28 Οκτωβρίου 1922, την ημέρα της Πορείας προς τη Ρώμη, 4.000 Μαυροχίτωνες κατέλαβαν την Παβία υπό τις διαταγές του Τσέζαρε Φόρνι. 

Ο ίδιος, ωστόσο, βρισκόταν στο Μιλάνο. Ο Μουσολίνι τον είχε τοποθετήσει εκεί, υπεύθυνο για την κατάληψη της βόρειας Ιταλίας. 

Όταν ο Ντούτσε αναχώρησε για τη Ρώμη με την ηγεσία του κινήματος, ο Φόρνι παρέμεινε στο πόστο του. Αδιάφορος για τίτλους και εξουσία, απέφευγε κάθε εμπλοκή στα «παλατιανά παιχνίδια» και σύντομα αποκλείστηκε από τις ηγετικές δομές του νέου καθεστώτος.

Μετά το Συνέδριο του Νοεμβρίου 1922, το Εθνικό Φασιστικό Κόμμα άρχισε να προσελκύει καριερίστες, μέλη των αστικών ελίτ και μεγαλογαιοκτήμονες. Ο Φόρνι, σταθερός στις επαναστατικές αρχές του πρώιμου φασισμού, αρνήθηκε να προσαρμοστεί

για να διαβάσετε ολόκληρο το άρθρο εδώ ...

Τσεζάρε Φόρνι. Αγροτοφασίστας και αντιφρονούντας Μέρος Α' - (https://theostyghskompania.blogspot.com/)

 



Ο Cesare Forni αποτελούσε μια από τις σημαντικότερες προσωπικότητες των αρχών του φασιστικού κινήματος καθώς και πρωτεργάτης του επονομαζόμενου «αγροτοφασιστικού» κινήματος μέσα στο Fasci italiani di Combattimento και μετέπειτα, με στενούς δεσμούς με την περιοχή της Lomellina.

 Ιστορικός σύμμαχος δηλαδή, όλων όσων αισθανόμαστε περήφανοι για τα πατρογονικά μας μέρη και για τις ρίζες μας.

Προερχόταν από αγροτική οικογένεια, όχι από μια μεγάλη ελίτ γαιοκτημόνων, όπως αρέσκονται οι κριτές του να διατυπανίζουν. 

Δεν ήταν τοκογλύφος που εκμεταλλευόταν τους αγρότες, όπως, για παράδειγμα, φέρεται να έκανε η οικογένεια του Τζιάκομο Ματτεότι. 

Ο Φόρνι ήταν συνδικαλιστής, μια προσωπικότητα από την πρώιμη φάση του φασισμού που θα μπορούσαμε να ονομάσουμε «κόκκινο φασισμό» ή ακόμα και αριστερό φασισμό, αφιερωμένος στην υπεράσπιση των αγροτών και των εργατών από την ασυδοσία των παλαιών ελίτ της γης του ιταλικού βορρά

 για να διαβάσετε ολόκληρο το άρθρο εδώ ...

Marcello Veneziani

 

«Δεν έχω την επιθυμία να αυτοαποκαλούμαι αντιφασίστας μπροστά σε έναν μεγάλο Φασίστα φιλόσοφο όπως ο Gentile, που σκοτώθηκε ενώ αναζητούσε αρμονία ανάμεσα στους Ιταλούς. 

Δεν έχω την επιθυμία να αυτοαποκαλούμαι αντιφασίστας μπροστά στη θυσία ενός νεαρού Φασίστα, σαφούς, ελεύθερου και συνεκτικού, όπως ο Berto Ricci, που έχασε τη ζωή του, χωρίς να την πάρει από κανέναν, στο όνομα της επανάστασης του. 

Δεν έχω την επιθυμία να αυτοαποκαλούμαι αντιφασίστας ενθυμούμενος τον Araldo di Crollalanza, έναν υπουργό που πραγματοποίησε σπουδαία έργα και είχε μόνο την εποικοδομητική εκδοχή του Φασισμού. 

Αναφέρω συγκεκριμένα αυτούς τους τρεις για να θυμηθώ μαζί τους, τους γίγαντες που εντάχθηκαν πληρώνοντας αυτοπροσώπως· τους νέους που θυσιάστηκαν για μια ιδέα ή απλώς για να σεβαστούν μια δέσμευση τιμής, και τους πολλούς έντιμους και αποτελεσματικούς ηγέτες που έχτισαν την Ιταλία. 

Κανέναν κακό ή διώκτη ανάμεσα τους.

 Δεν θα είχα καμία διάθεση να διαδηλώσω στο όνομα του αντιφασισμού ανάμεσα στα θύματα του σεισμού στο Abruzzo, όπου τα σπίτια που έχτισε ο Φασισμός έχουν αντισταθεί άθικτα, και αυτά που ήρθαν μετά, στην αντιφασιστική εποχή, έσφαξαν τους κατοίκους τους. 

Δεν θα τολμούσα να αυτοαποκαλεστώ αντιφασίστας ακόμη και ανάμεσα στους αντιφασίστες που κατέφυγαν στη Ρωσία για να ξεφύγουν από το Φασιστικό καθεστώς και σφαγιάστηκαν εκεί, με την έγκριση του Τολιάτι. 

Περισσότεροι αντιφασίστες σκοτώθηκαν από τον κόκκινο αντιφασισμό παρά από την εικοσαετή φασιστική περίοδο»

M.V.

Το τελευταίο τσιγάρο πριν τον πυροβολήσουν, Απρίλιος 1944.

 

Μετάφραση: Wolverine

Τον Απρίλιο του 1944, στην S. Maria Capua Vetere κοντά στη Νάπολη, ο Italo Palesse και δώδεκα άλλοι σύντροφοι από την Ειδική Υπηρεσία της RSI αντιμετώπιζαν την εκτέλεση από την Στρατιωτική Αστυνομία των ΗΠΑ για φερόμενη συμμετοχή τους σε δολιοφθορά. 

Τα τελευταία λόγια του Palesse ήταν «Ζήτω η Ιταλία! Ζήτω ο Μουσολίνι!». Να πώς πεθαίνει ένας αληθινός στρατιώτης που ζητάει ένα τσιγάρο ως τελευταία του επιθυμία, αντιμετωπίζει τον θάνατο φωνάζοντας Ζήτω η Ιταλία, αρνείται τον ιερέα για την θρησκευτική παρηγοριά και περιμένει το εκτελεστικό απόσπασμα ενώ φωνάζει «ΦΩΤΙΑ». 

Σε αντίθεση με τον Κομμουνισμό ο Φασισμός ηττήθηκε στρατιωτικά σίγουρα όχι από τους παρτιζάνους της επόμενης μέρας, αλλά από τους Αγγλοαμερικανούς.

Φασιστοφοβία: το τελευταίο στάδιο της «δημοκρατίας» (https://mavreslegeones.blogspot.com/)

 

 Δεν έχει πλέον να κάνει με πολιτικό καθεστώς: σήμερα αρκεί να εκφράσουμε απλώς μια αδέσμευτη άποψη για να κατηγορηθούμε για «φασισμό». 

Ένας όρος που χρησιμοποιείται ως μότο, αδειασμένος από νόημα, αλλά γεμάτος μίσος, που κραδαίνεται από μια διανοούμενη και πολιτική τάξη που, ενώ κηρύττει την ανεκτικότητα, καλλιεργεί την πιο άγρια ​​μισαλλοδοξία απέναντι σε αυτούς που διαφωνούν. 

Αυτό που κάποτε ονομαζόταν συζήτηση έχει γίνει πλέον ανθρωποκυνηγητό. Η μονοπώληση της σκέψης δεν περιορίζεται στην λογοκρισία των πανεπιστημίων, των μέσων ενημέρωσης και της ποπ κουλτούρας: δημιουργεί ένα πολιτικό άγχος. 

Και έτσι γεννήθηκε η φασιστοφοβία: όχι απλώς ένας όρος, αλλά ένα πραγματικό σύνδρομο.

για να διαβάσετε ολόκληρο το άρθρο εδώ ...

Μάης του ΄68, μια χαμένη ευκαιρία για τον ριζοσπαστικό εθνικισμό στην Ιταλία! (https://samuraithsdyshs.wordpress.com/)

 

 Με το παρακάτω άρθρο, θα κάνω μια ιστορική βουτιά στο παρελθόν, σε μια κρίσιμη περίοδο, όπου το εθνικοεπαναστατικό κίνημα στην Ιταλία, έχασε ένα πολύ σημαντικό «ραντεβού» με την ιστορία, που θα επηρέαζε και τα υπόλοιπα εθνικιστικά κινήματα στην Ευρώπη. 

Και δυστυχώς όλα αυτά δεν έγιναν μάθημα στους εθνικιστές, που ακολούθησαν και αυτοί, οι περισσότεροι ίσως, μια κλασικά πατριωτική ακροδεξιά γραμμή, συμπλέοντας σε διάφορες μορφές με το Καθεστώς και τις παραφυάδες του, παίζοντας πάντα ύποπτους ρόλους ... το βλέπουμε άλλωστε και και σήμερα. 

Μια προσπάθεια που αν τότε είχε επιτυχία, κανείς δεν ξέρει τι θα γινόταν μετά. 

Ας βάλουμε όμως τα πράγματα με την σειρά.

Το 1970, ένας από τους λαμπρότερους διανοούμενους νεοφασίστες της εποχής, ο Adriano Romualdi, προσπάθησε να προτείνει μια εις βάθος ανάλυση της φοιτητικής διαμαρτυρίας του Μάη του΄68 και την μεγάλη ευκαιρία να πάρουν στις φοιτητικές εξεγέρσεις τα ηνία, οι εθνικοεπαναστάτες. 

Μέσα από τους προβληματισμούς του προσπάθησε να ξεκαθαρίσει τις αιτίες για τις οποίες η εξέγερση της νεολαίας είχε στραφεί οριστικά προς τα αριστερά. 

Ο Ιταλός διανοούμενος, πρώτα απ’ όλα υποστήριξε ότι η φοιτητική διαμαρτυρία, εκτός από το αποτέλεσμα της ζημιάς που προκάλεσε ο καταναλωτισμός και ο αμερικανισμός, αντιπροσώπευε την «εξέγερση των μακρυμάλληδων, των βρόμικων ανδρών, των μπολσεβίκων του σαλονιού, μιας νεολαίας που αντί για καμένη, θα μπορούσε να οριστεί ως κοιμισμένη»

για να διαβάσετε ολόκληρο το άρθρο εδώ ...

Για τη γέννηση του Φασισμού (https://logxi.com/)

 

 Η γέννηση και η επικράτηση του φασισμού στην Ιταλία, γεγονότα που σημάδεψαν την ιστορία του «σύντομου» 20ού αιώνα, προξένησαν εξαρχής έντονο ενδιαφέρον και αναβρασμό σε όλο τον κόσμο. Οι εξελίξεις αυτές προκάλεσαν εύλογα έντονη ανησυχία στο νεοσύστατο και πολυσύνθετο γιουγκοσλαβικό κράτος, τη συνοχή και ακεραιότητα του οποίου απειλούσε ευθέως ο ιταλικός ιμπεριαλισμός ήδη πριν από την άνοδο του Μουσσολίνι στην εξουσία.

Προερχόμενος από αυτό τον απειλούμενο από τη φασιστική Ιταλία γιουγκοσλαβικό χώρο, ένας από τους σπουδαιότερους συγγραφείς του 20ού αιώνα, ο Ίβο Άντριτς, είχε στην αρχή της διπλωματικής του σταδιοδρομίας την ευκαιρία να γνωρίσει από κοντά τον φασισμό στα πρώτα του κινηματικά βήματα και να παρακολουθήσει εν συνεχεία την εξέλιξή του σε καθεστώς και κράτος. 

Τη γέννηση του φασισμού θα αναλύσει ο Ίβο Άντριτς με εκπληκτική οξυδέρκεια και ευγλωττία στα ελάχιστα πολιτικά κείμενα που έγραψε ποτέ. Τα σημαντικά αυτά κείμενα, μαζί με σχετικά άρθρα λογοτεχνικής κριτικής του Βόσνιου συγγραφέα, περιλαμβάνονται στο βιβλίο που κρατάτε στα χέρια σας.

για περισσότερα εδώ ...

Maurice Bardèche: Υπάρχει Αραβικός φασισμός; (https://samuraithsdyshs.wordpress.com/)

 

Περνάμε σε ένα ακόμη απόσπασμα από το ενδιαφέρον βιβλίο «Οι άγνωστοι φασισμοί», του Γάλλου διανοούμενου και συγγραφέα Maurice Bardèche. Ένα έργο με στοιχεία και περιγραφές για το φαινόμενο του φασισμού στην Ευρώπη τον 20ο αιώνα. 

Καλή ανάγνωση.

Για πολλά χρόνια, όποτε συζητείται η αραβο-ισραηλινή σύγκρουση ή ο παναραβισμός, η λέξη φασισμός ανθίζει κάτω από τα στυλό ή στα χείλη των φιλοϊσραηλινών δημοσιογράφων. Ο Nasser φασίστας; Το Μπάαθ είναι φασιστικό; 

Πριν απαντήσουμε σε αυτό το ερώτημα, πρέπει να εξετάσουμε γρήγορα τους αναγνωρισμένους αραβικούς φασισμούς. Όταν η φασιστική μετάδοση εξαπλώθηκε σε όλο τον κόσμο τη δεκαετία του 1930, επηρεάστηκαν και οι Άραβες. 

Αλλά ήταν κάτω από την εθνικοσοσιαλιστική μορφή του όρου, καθώς η φασιστική Ιταλία - μη αντιεβραϊκή στις αρχές - που είχε εξολοθρεύσει τους Senussi της Λιβύης (ΣτΜ, είναι ένα μουσουλμανικό πολιτικο-θρησκευτικό τάγμα στη Λιβύη και τις γύρω περιοχές, που ιδρύθηκε στη Μέκκα το 1837 από τους Grand Sanussi), δεν μπορούσε να γίνει δεκτή ως παράδειγμα προς μίμηση, παρά τις αραβόφιλες φιλοδοξίες του Duce και του «Σπαθιού του Ισλάμ» του. 

Τα Εθνικοσοσιαλιστικά κινήματα εμφανίστηκαν σχεδόν παντού στις αραβικές χώρες.

για να διαβάσετε ολόκληρο το άρθρο εδώ ...

Αυτόνομη επιθεώρηση της συντακτικής ομάδας «Μαύρος Κρίνος» και των εκδόσεων «Τρίτη Θέση»: ¡Patria o muerte! - Μάϊος 2022 - τόμος Β’- για ένα εκδοτικό εγχείρημα ιδεολογικής ενίσχυσης της «Τρίτης Θέσης» στην Ελλάδα (.pdf)

 





Αυτόνομη επιθεώρηση της συντακτικής ομάδας «Μαύρος Κρίνος» και των εκδόσεων «Τρίτη Θέση»: ¡Patria o muerte! - Μάϊος 2022 - τόμος Β’- για ένα εκδοτικό εγχείρημα ιδεολογικής ενίσχυσης της «Τρίτης Θέσης» στην Ελλάδα (.pdf) 

Για να κατεβάσετε το .pdf στον σύνδεσμο εδώ ...

Μια σημαντική στιγμή για την συντακτική ομάδα του «Μαύρου Κρίνου» & τις εκδόσεις «Τρίτη Θέση». 

Μια έκδοση 120 σελίδων με ένα αφιέρωμα μοναδικό για τα ελληνικά δεδομένα στον «αιρετικό» φιλόσοφο, πολιτικό, δημοσιογράφο και ιδρυτή του «εθνικοσυνδικαλισμού» Ramiro Ledesma Ramos

Η ύλη σε σχέση με τον πρώτο τόμο - τον οποίο κατέβασαν σε .pdf εκατοντάδες αναγνώστες και συναγωνιστές - σχεδόν διπλάσια, τεχνικά είναι μια άκρως βελτιωμένη προσπάθεια και τα άρθρα αποκλειστικά, ενδιαφέροντα και δείγμα γραφής της αντικαπιταλιστικής τάσης του κινήματος:

Niccolo Giani «Ο Φασιστικός Πολιτισμός είναι ο Πολιτισμός του Πνεύματος»

Kurt Suckert «Η ιδέα της Κατάκτησης του Κράτους: Στο μονοπάτι του Ραμίρο Λεντέσμα Ράμος υπό το φως του Ιουλίου Έβολα»

 Αφιέρωμα στον Ramiro Ledesma Ramos

Ramiro Ledesma Ramos: «Ο Φασισμός ως γεγονός & παγκόσμιο φαινόμενο»

 «Ο Μαρξιστικός Εκτοπισμός»

 «Το Πολιτικό Μανιφέστο των JONS»

Juan Antonio Llopart «Ramiro Ledesma Ramos: Ένας Εθνικομπολσεβίκος;»

David Sotto Carasco «Ολοκληρωτικό Κράτος, Εθνικός Μύθος και Λαϊκισμός: Ο Ramiro Ledesma Ramos και η εμπειρία της επιθεώρησης Le Patria Libre»

 Zeev Sternhell «Ο Φασιστικός Τρίτος Δρόμος ή η Αναζήτηση για μια Εναλλακτική Πολιτική Κουλτούρα»

Κατεβάστε και διαβάστε ελεύθερα σε υπολογιστή και κινητό τις εκδόσεις «Τρίτη Θέση», μοιράστε το .pdf μας σε φίλους, γνωστούς και αγνώστους. 

Διαδώστε ακόμα και αν δεν συμφωνείτε σε όλα με το ¡Patria o muerte!

Αυτόνομη συντακτική ομάδα «Μαύρος Κρίνος» & εκδόσεις «Τρίτη Θέση»


Pino Rauti - Έβολα, ένας οδηγός για το αύριο: περιοδικό Civilta, αριθμός 8 - 9 (Σεπτέμβριος - Δεκέμβριος 1974)


Μετάφραση: Ιάσονας Δράγος

Εισαγωγή της συντακτικής επιτροπής του Rigenerazione Evola: 

Το άρθρο που δημοσιεύεται παρακάτω είναι το πρώτο άρθρο, υπογεγραμμένο από τον διευθυντή Pino Rauti, του αρ. 8 - 9 (Σεπτ. - Δεκ. 1974) του περιοδικού Civiltà, ενός τεύχος εξ ολοκλήρου αφιερωμένο στον Julius Evola, ο οποίος πέθανε τον Ιούνιο του ίδιου έτους. 

Αυτό το άρθρο, το οποίο είναι σημαντικό για την κατανόηση της επιρροής του Evola στην λεγόμενη «ριζοσπαστική δεξιά» της μεταπολεμικής περιόδου, θα ακολουθήσει η πλήρης αναδημοσίευση όλων των υπόλοιπων κειμένων, απόψεων, συνεντεύξεων, αναμνήσεων των ανθρώπων που εμφανίστηκαν στο τεύχος εκείνο. 

Μια πρωτοβουλία που, ως RegenerAzione Evola, θεωρούμε απαραίτητη, για να αποτίσουμε φόρο τιμής τόσο στο περιοδικό Civiltà, φορέα του μηνύματος της Παράδοσης, σε συνέχεια της «Ordine Nuovo», όσο και στον Julius Evola, φέρνοντας στην ζωή και προτείνοντας ως αποχαιρετισμό να είναι η μνήμη και η σημασία του σήμερα όσο ποτέ άλλοτε , ως σημαία, ως οδηγός για το αύριο.

Pino Rauti

Έχουν περάσει σχεδόν έξι μήνες από τον θάνατο του Evola και σε όλο αυτό το διάστημα αυτό που δεν έπαψε να μας παρηγορεί ήταν ο απόηχος του θανάτου του. Θα μπορούσαμε να γεμίσουμε όλο αυτό το τεύχος του περιοδικού μας, το οποίο είναι εξ ολοκλήρου αφιερωμένο στον Evola, μια πρωτοβουλία που θέλει να είναι κάτι περισσότερο από ένας φόρος τιμής, μόνο αποσπάσματα από όσα έχουν γραφτεί για τον Evola εδώ και μήνες. Από το παρελθόν, από τις πιο ποικίλες εκφράσεις του ανθρώπινου, πολιτιστικού και πολιτικού μας κόσμου, τόσο στην Ιταλία όσο και στο εξωτερικό. Για τους αντιπάλους, εδώ και σε αυτήν την περίπτωση, δεν χρειάζεται να μιλήσουμε: ήταν περισσότερο από ποτέ ενθουσιασμένοι όπως το έθεσε ο Bossuet μέχρι την ανοησία τους», την έμφυτη ηθική και πνευματική τους μιζέρια, τον φυσιολογικό κρετινισμό τους. Αλλά για το τι συνέβη στο «περιβάλλον» μας, από την άλλη, το λαμβάνουμε υπόψη καθημερινά και επίμονα, γιατί ήταν αιτιώδης, γιατί είναι σημαντικό, γιατί παρείχε όλο το μέτρο μιας «ιδανικής διείσδυσης» που μπορεί επίσης να εξυπηρετήσει - ενώ οι καιροί μιας ολοένα και πιο σκληρής, πικρής, αντικειμενικά προεπαναστατικής πολιτικής πάλης δυναμώνουν - δίνοντας προσανατολισμό για το μέλλον. 

Πολλοί μίλησαν και έγραψαν για τον Evola, και μέσα σε αυτούς τους λίγους μήνες λάβαμε μια εντυπωσιακή ύλη κειμένων στην συντακτική μας επιτροπή: από ορισμένα γαλλικά περιοδικά με μεγάλη κυκλοφορία έως ορισμένα αφιερώματα που ακόμη και στην Ελβετία παραπέμπουν σε διατριβές του Έβολα. Και αυτό χωρίς να αναφερθώ σε όλα τα περιοδικά και τις εφημερίδες μας στις διάφορες γλώσσες. Στην Ιταλία το ίδιο συνέβη: εκτός από τις εφημερίδες και τα «δεξιά»περιοδικά, το όνομα, τη διδασκαλία του Evola, θυμήθηκαν με σεβασμό και στοργή στις περισσότερες τοπικές εκδόσεις, μέχρι εκείνα τα θαρραλέα τοπικά ενημερωτικά έντυπα  που κρατούν γενναία στην πρώτη γραμμή των ιδεών μας. Διαβάσαμε για τον Evola σε ένα φύλλο του CISNAL της Καμπανίας και σε μια εξαιρετική προς μίμηση δημοσίευση των νεαρών Misini της Πίζας, για να αναφέρουμε μόνο δύο παραδείγματα.

Ας κάνουμε τον απολογισμό ευσυνείδητα και τίμια, αν και σε μια τέτοια «συνθήκη» είναι φυσικό λόγω του γεγονότος του θανάτου, στο απλό επεισόδιο της φυσικής εξαφάνισης ενός στοχαστή και ενός συγγραφέα που τα τελευταία χρόνια, στα «δεξιά», που έχει διαδώσει ιδέες  με πολλά βιβλία, δοκίμια και άρθρα απομένουν ακόμη πολλά για στοχασμό και για διαλογισμό. Παρά οποιαδήποτε προσπάθεια, για πολλά χρόνια της μεταπολεμικής περιόδου, ο Julius Evola φαινόταν πάντα ένας «απομονωμένος». Φαινόταν ότι το «σημάδι» της αφαιρετικότητας και του σοφιστικέ διανοουμενισμού που τον συνόδευε σε όλη τη φασιστική περίοδο εξακολουθούσε να τον βαραίνει. Φαινόταν  ότι γύρω του ανέπνεε η ίδια ανυπέρβλητη «αύρα ακοινωνησίας» που τον είχε υποβιβάσει, τότε, στο περιθώριο και μάλιστα έξω από τη λεγόμενη «επίσημη» κουλτούρα.

Ας το παραδεχτούμε, και ας λέμε τα πράγματα ως έχουν. Δεν λείπουν οι ηλίθιοι στις τάξεις μας. Πράγματι, μπορεί να ειπωθεί ότι μερικές φορές είναι οι πιο θορυβώδεις ανάμεσά μας, και οι πιο φαινομενικά δυναμικοί και ομιλητικοί. Και αν, πριν, ο εξοστρακισμός του Evola κράτησε είκοσι χρόνια, τώρα δοκιμάστηκε, εφαρμόστηκε και συνεχίστηκε εδώ και τριάντα χρόνια, με την τρομερή σταθερότητα που έχουν οι διανοούμενοι της μισής σπιθαμής όταν πρέπει να «ροκανίσουν» κάποιον, πολύ μεγαλύτερο από αυτούς. Φυσικά, το λάθος που έγινε από αυτή την άποψη στα είκοσι χρόνια ήταν μεγάλο, ήταν πραγματικά συγκλονιστικό. Δεν θα διστάσουμε να το επισημάνουμε, ως ένα από τα σημαντικότερα που έλαβαν χώρα τότε, και από αυτά που εγκυμονούσαν ακόμη πολύ βαθύτερες αρνητικές συνέπειες - αλλά μόνο με την πρώτη ματιά, μόνο στη συνηθισμένη μυωπική και μέτρια άποψη, που ποτέ δεν ξέρει πώς να συλλάβει τους αδιάσπαστους δεσμούς μεταξύ των γεγονότων και των ιδεών - από εκείνο το καθαρά πολιτισμικό επίπεδο στο οποίο σήμερα είναι εύκολο για εμάς να το γράψουμε. Μας κάνουν να γελάμε ή να χαμογελάμε, οι αντίπαλοι που μιλούν για «λάθη» του φασισμού. Δεν ξέρουν καν τι λένε, από τη δική μας, πραγματικά δική μας, σκοπιά. 

Με τίμημα να τους σκανδαλίσουμε για άλλη μια φορά (και να αυξήσουμε ποιος ξέρει άραγε για πόσες σελίδες τον ήδη βαρύ «φάκελο» που μας αφορά και που οι ζηλωτές δημοκρατικοί και αντιφασίστες δικαστές συνεχίζουν να διατηρούν με πλήρη στοιχεία), ορίστε εδώ είναι ο γράφοντας. Επειδή στις θέσεις του Έβολα - προφανώς κλαδεμένες από τον καθαρά εκδοτικό ρεαλισμό των άρθρων που συνδέονται περισσότερο με την συγκυρία - υπήρχε στην ουσία της σκέψης του, στο ισχυρό ιδεολογικό - δογματικό σώμα της, στην εκπαιδευτική και συναρπαστική δύναμη της αναφοράς της στις υψηλότερες και ευγενέστερες Παραδόσεις όλης της Ηπείρου μας, υπήρξε η πολύ σταθερή - και άθραυστη - υποστήριξη για τις μεταπολιτικές, ακόμη και μεταφυσικές διαστάσεις εκείνης της σύγκρουσης. Τι σήμαινε στην πράξη; Ήταν πραγματικά σημαντικό αυτό; Εδώ, με τίμημα το ότι εξακολουθεί να σκανδαλίζω, είμαι πεπεισμένος ότι θα ήταν εξαιρετικά σημαντικό ίσως και καθοριστικό. 

Μια μεγαλύτερη διάχυση της σκέψης του Έβολα (δεν λέμε ηγεμονική, δεν λέμε καν εξέχουσα, αλλά μόνο επαρκής με το εγγενές ειδικό βάρος της απέναντι σε άλλα πολιτιστικά σκέλη του φασισμού που, χωρίς να το άξιζαν, εντούτοις ξεχώριζαν περισσότερο) θα είχε δώσει πολύ περισσότερη σταθερότητα στο κράτος, μια πολύ διαφορετική οξύτητα και διαύγεια στη μάχη αυτού του Καθεστώτος, και φυσικά θα είχε μεταγγιστεί και στα πολεμικά γεγονότα. Κανείς δεν έχει καταφέρει ακόμη να βγάλει από το μυαλό μου ότι ακριβώς αυτά τα λάθη του πολιτισμικού σκηνικού, ακριβώς εκείνα τα ελαττώματα που με την ευκολία έκφρασης και διάδοσης  δημιούργησαν οι αντιδραστικές, σκοτεινές και ανατρεπτικές δυνάμεις - μας οδήγησαν σε ένα σε μεγάλο βαθμό να είμαστε ένα ανεπαρκές πολεμικό όργανο, όταν ήρθε η ώρα για την απελπισμένη πολεμική ένταση, για τις υπέρτατες προσπάθειες και για  βασικές επιλογές.

Για παράδειγμα, για να καταλάβουμε: για τον πόλεμό μας, τον πόλεμο στη Μεσόγειο, στη Μέση Ανατολή, στους μεγάλους χώρους της Βόρειας Αφρικής και της Κεντρικής Αφρικής, χρειαζόμασταν ένα πολεμικό όργανο βασισμένο στην αεροπορία και το Πολεμικό Ναυτικό, με ένα «συντονισμό» οι δύο πρώτοι παράγοντες και να αποτελούνται ουσιαστικά από αλεξιπτωτιστές, τμήματα προσγείωσης, ολοκληρωμένες δυνάμεις μοτοσικλετιστών, και αντ' αυτού, αυτή η κουλτούρα μας έδωσε αυτό το Γενικό Επιτελείο: το Γενικό Επιτελείο Badogliano, τύπου "Πιεμόντε", ακόμα δεμένο με τα πρότυπα των ανθρώπινων μαζών και τον πόλεμο των χαρακωμάτων του 1915 - 18. Δηλαδή: ένα «μασονικό» Γενικό Επιτελείο που πάντα σκεφτόταν τον φασισμό και το καθεστώς του με όρους πιθανής εναλλακτικής εξουσίας, όπως είδαμε στις 25 Ιουλίου και στις 8 Σεπτεμβρίου 1943. Και πάλι είχαμε μόνο μια ευκαιρία να κερδίσουμε αυτόν τον πόλεμο: να τον μετατρέψουμε αμέσως σε πόλεμο της Ευρώπης και να κινητοποιήσουμε όλες τις δυνάμεις της Γηραιάς Ηπείρου ενάντια στα σοβιετικά και αμερικανικά «μπλοκ» που μας πλησίαζαν, πριν από τη βάναυση υπεροχή τους σε πρώτες ύλες που σήμαινε ότι τα υλικά χρειάζονταν να έχουν χρόνο να οργανωθούν, να συγκεντρωθούν. Επίσης, για το σκοπό αυτό, από τα μικρά μόνο «πατριωτικά» σχέδια που οδήγησαν στη συνέχεια αυτοκτονική προσέγγιση των «παράλληλων πολέμων» ακόμη και μεταξύ Ιταλίας και Γερμανίας, και κατέστρεψαν τις «ιδιαιτερότητες» κάθε άλλου ευρωπαϊκού έθνους - επίσης για αυτό σκοπός, μια πιο αποφασιστική υπόθεση της εξελικτικής σκέψης θα ήταν πολύ χρήσιμη ακριβώς σε ότι υποδηλώνει ιδιαίτερα την οργανική και ενιαία παράδοση της Ευρώπης: αυτοκρατορική και ιεραρχική, πνευματική και γιβελίνικη, ηρωική, ασκητική και αριστοκρατική, όλα επικεντρωμένα στις αξίες του μεταφυσικού και του υπέρ - αισθητού  .

Συνοπτικά: αν υπήρχαν, λοιπόν, περισσότεροι νέοι «Εβολιάνι», στην Ιταλία και έξω από την Ιταλία, θα τους είχαμε όλους, σίγουρα και μέχρι το τέλος, στις ευρωπαϊκές μονάδες εφόδου. Δεν θα τους είχαμε δει πραγματικά, όπως συνέβη σε τόσους πολλούς, να σηκώνουν τα χέρια τους στις πρώτες υποχωρήσεις, να καταρρέουν στις πρώτες διακυμάνσεις του μετώπου, να παραδίδονται λίγο - πολύ άδοξα και μετά ίσως να καταλήγουν, όπως συνέβη επίσης μαζικά, στις τάξεις των διαφόρων δημοφιλελεύθερων διανοούμενων ή των μαρξιστών. Και μην πιστεύετε ότι, κατά κάποιο τρόπο, περιπλανιόμαστε. Όχι βρισκόμαστε ακριβώς στο σημείο, στη θεμελιώδη, ουσιαστική, πάντα έγκυρη ανάγκη να προλογίζουμε κάθε μάχη, σύγχρονη - με πολιτική στολή, πολιτική ή στρατιωτική - με τις πιο στέρεες, σαφείς, ξεκάθαρες αναφορές μιας ηθικής-δογματικής τάξης. Διαφορετικά, είναι όλα χτισμένα στην άμμο ή, όσο ανθεκτικά κι αν είναι, σύμφωνα με τις τοπικές μας κακίες της ρητορικής, χειρονομώντας και επιδεικνύοντας δεν είναι καθόλου χτισμένο.

Αλλά αν ο εξοστρακισμός που δόθηκε στη συνέχεια στον Evola - ως «ουσιαστική » σκέψη για το κράτος, για μια ορισμένη σειρά συνταγματικών υποθέσεων που θα συζητηθούν και θα εφαρμοστούν για τις τυπολογίες των ευρωπαϊκών καθεστώτων της δεκαετίας του 1930, στα «υπερεθνικά» σημεία αναφοράς που πρέπει να τα αντιλαμβανόμαστε μυθικά, a la Sorel, για ολόκληρη τη Γηραιά Ήπειρο - εξάλλου γίνεται κατανοητό (ακόμα και αν δεν δικαιολογείται) λαμβάνοντας υπόψη το μέσο πολιτιστικό επίπεδο εκείνης της εποχής στον τομέα μας και τα βαριά δάνεια του δέκατου ένατου αιώνα που, ήταν ακόμα τόσο κοντά, και κυριάρχησε με όρους δογματικούς. Τι έγινε με τα επόμενα τριάντα χρόνια; Πολλοί από το περιβάλλον μας έπρεπε να φτάσουν στο 1969, στην «παγκόσμια διαμαρτυρία», στην αχαλίνωτη κριτική του καταναλωτισμού, στα μαυρισμένα τετράγωνα των νέων, ιδιαίτερα των φοιτητών, για να επιστρέψουν για να κατανοήσουν στο ακριβές περίγραμμά του πώς και πόσο ένας μύθος μάχης μπορεί να αξίζει;Μια πικρή παρατήρηση που πρέπει να γίνει, δεδομένου ότι αυτό ήταν ακριβώς το πιο επικερδές ψυχολογικό κίνητρο που απέκτησε, μεταξύ του 20 και του 30, σε όλη την Ευρώπη, η επαναστατική «δεξιά».

Εκπληκτικό να σημειωθεί, ακόμη και σκανδαλώδες - αλλά μόνο για τους «πρακτικούς», για τους «γραφειοκράτες» επαγγελματίες της πολιτικής, καθώς και για τους ωραίους και καλούς αδαείς που δεν είχαν διαβάσει πριν ή μετά το 1945 - ήταν έκπληξη και σκανδαλώδης, επομένως: τα πανεπιστήμια, πλατείες, ολόκληρες πόλεις μπήκαν σε πυρετώδεις σπασμούς επειδή, για χρόνια και χρόνια, αυτές οι ανατρεπτικές τοξίνες είχαν διαδοθεί προσεκτικά παντού από εκατοντάδες περιοδικά, από χιλιάδες, δεκάδες χιλιάδες εφημερίδες , φυλλάδια, φυλλάδια, φυλλάδια και βιβλία. Τι γίνεται με τα ονόματα που υπήρχαν πίσω από όλα αυτά; Ανήκαν σε φιλοσόφους και στοχαστές, όπως ο Adorno και ο Horckeimer, και ιδιαίτερα ο Marcuse.

Ναι, γνωρίζουμε πολύ καλά ότι πίσω από τη «διαμαρτυρία» υπήρχαν και άπειρα άλλα πράγματα, τα αναρίθμητα «εργαλεία» του σοβιετικού ιμπεριαλισμού, η πολύμορφη επεκτατική του ώθηση, τα τεράστια μέσα που εξαρτώνται και εκτοξεύονται από αυτή τη συνεχή πίεση και εκτοξεύονται ακατάπαυστα για να μετατρέψει κάθε ρωγμή που ανοίγεται στον δυτικό κόσμο σε ρήγμα στον «ιστό» της κοινωνικής, πολιτικής και πολιτιστικής ζωής του. Και γνωρίζουμε επίσης ότι, πάντα στα παρασκήνια, συμβαδίζοντας με τον εξτρεμισμό του δρόμου και τα οδοφράγματα, αρθρώθηκαν τα απειλητικά πλοκάμια της νεοαναρχικής και μαοϊκής τρομοκρατίας που, ειδικά στην Ιταλία - αλλά και στη Γαλλία, τη Γερμανία, το Βέλγιο - έχουν αιματοκυλίσει τον πολιτικό αγώνα των τελευταίων ετών, με ιδιαίτερη φροντίδα - αυτή είναι η γνώμη μας - από ειδικές ρωσικές και γερμανοανατολικές ειδικές υπηρεσίες. Αλλά παρ' όλα αυτά, δεν υποτιμούμε καθόλου το πολιτιστικό δεδομένο, την αυστηρά πολιτισμική διάσταση αυτού που συνέβη.

Στη σύγχρονη εποχή, έντονα ιδεολογοποιημένη, ισχύει περισσότερο από ποτέ η έκφραση του Ναπολέοντα, σύμφωνα με την οποία οι επαναστάσεις είναι οι ιδέες που βρίσκουν ξιφολόγχες. Όποια και αν είναι τα «τεχνικά» μέσα που μπήκαν στο προσκήνιο και στη δράση ή παρέμειναν παρασκηνιακά για να παρέχουν την απαραίτητη οργανωτική υποστήριξη, εξακολουθεί να υπάρχει ανάγκη, στην εποχή μας, για ένα ιδανικό στήριγμα, μια πολιτιστική βάση. Λοιπόν, στα «δεξιά», για μια «δεξιά» που ήθελε και ήξερε πώς να ξεφύγει από τις ρουτίνες του πολιτικού αγώνα όπως είχε καθοριστεί σε όλη τη Δύση κατά τη δεκαετία του 1950 και για ένα μεγάλο μέρος της δεκαετίας - των «οικονομικών θαυμάτων», του καταναλωτισμού ως αυτοσκοπού, των ψευδαισθήσεων για αόριστη ανάπτυξη να στο βαμβάκι του νεοκαπιταλισμού - στα «δεξιά», λοιπόν, υπήρχε ένας στοχαστής, ένας συγγραφέας, ένας ιδεολόγος, ο οποίος θα μπορούσε να παρέχει όλα τα απαραίτητα ιδανικά όπλα, όλη τη δογματική αρχιτεκτονική που ήταν απαραίτητη, τουλάχιστον ως αφετηρία ή σημείο αναφοράς.

Ο Evola, στην πραγματικότητα καρφωμένος στο κρεβάτι του από το 1945 αλλά ακόμα απίστευτα «ζωτικός» και δραστήριος πέρα ​​από τη μερική παράλυση του πληγωμένου σώματος του  και για πάντα λυγισμένου από μια σοβιετική βόμβα στη Βιέννη. Μοναδικός τύπος «φιλόσοφου», στοχαστή, ιδεολόγου, που ήρθε σε μας κατευθείαν από τα χαρακώματα του Β' Παγκοσμίου Πολέμου και που θα μπορούσε κάλλιστα να έχει γίνει ακόμα ζωντανός. ένας «μύθος», έστω και μόνο για τη δέσμευσή του στη σύγκρουση. Γιατί οι «μύθοι» των άλλων, άλλωστε, κοιτάζοντας τους από κοντά, τι ήταν, τι ήταν, από πού είχαν έρθει; Διανοούμενοι του πιο βιβλιογραφικού είδους και «δεσμευμένοι», στην καλύτερη περίπτωση, σε απόστροφους και επιτροπές , είχαν αυτοαποταχθεί άνετα στις βιβλιοθήκες των σηπτικών ιδρυμάτων, νεοκαπιταλιστικών, στη σκιά της ίδιας κοινωνίας που επρόκειτο να αμφισβητήσουν και έχουν αμφισβητήσει, πράγματι, στις πιο άνετες και καλοπληρωμένες «πτυχές» της, που πήδηξαν στο κόκκινο κύμα, αλλά όλοι ειλικρινείς με μισθούς και μεροκάματα, αμοιβές παρακολούθησης και δικαιώματα, που καλύπτονται σε μεγάλο βαθμό από τα έσοδα από συνεντεύξεις σε εφημερίδες , ραδιόφωνο και την τηλεόραση της μισητής Δύσης. Παράξενοι «προφήτες» του επαναστατικού εξτρεμισμού, που όταν ταξιδεύουν μόνο με αεροπλάνα πρώτης κατηγορίας, κατεβαίνουν μόνο στα πιο πολυτελή ξενοδοχεία, σε στενή επαφή με βιομήχανους και χρηματοδότες, επίσης «VIP», όπως αυτοί που συνευρίσκονται περισσότερο, που φυσικά τους αμφισβητούν.

Αυτός που θα μπορούσε να γίνει «ο δικός μας» Προφήτης ήρθε σε μας απευθείας από τα ερείπια της Βιέννης που δέχτηκε επίθεση από τον Κόκκινο Στρατό. Αλλά σχεδόν κανένας στις τάξεις μας δεν γνώριζε καν ότι ο Έβολα ήταν από τους πρώτους και από τους λίγους που υποδέχτηκαν τον Μουσολίνι όταν έφτασε στη Γερμανία, μετά τη θεαματική απελευθέρωση του Skorzeny στο Γκραν Σάσο, ότι ζούσε στη Γερμανία μετά τις 25 Ιουλίου με σκοπό ένα βαθύ πολιτιστικό έργο που τον είχε φέρει σε επαφή με τους πιο αντιπροσωπευτικούς εκπροσώπους του παραδοσιακού πολιτισμού από όλη την Ευρώπη μας, ένα έργο που ξεκίνησε εδώ και χρόνια και δεν έχει ακόμη αποκαλυφθεί και ούτε ενισχύθηκε ξανά. Ήταν μια «διαδρομή του πνεύματος» (πριν και ακόμη περισσότερο από την απλή «κουλτούρα») που τον είχε φέρει σε επαφή με ανθρώπους και περιβάλλοντα που αργότερα θα είχαν αφήσει συνεπή και σημαντικά ίχνη στο δράμα της Ευρώπης. Ένα συναρπαστικό δρομολόγιο, για το οποίο γνωρίζουμε ελάχιστα, γιατί ακόμη και με όσους τον έχουν πλησιάσει τα τελευταία χρόνια, ο Έβολα δεν μίλησε σχεδόν ποτέ για αυτές τις «εμπειρίες» του. 

Ωστόσο, έγινε γνωστό, σταδιακά έγινε γνωστό, ότι ελάχιστοι σαν αυτόν είχαν καταφέρει - για παράδειγμα - να διεισδύσουν στους πιο «μυστικούς» κύκλους των Ανωτάτων Διοικήσεων των SS, όπου επιχειρήθηκε ο «εξευρωπαϊσμός» του ναζισμού και άλλαζαν οι γραμμές των «στρατηγικών» πολιτικών σχεδίων σε ηπειρωτικό επίπεδο, το φαινομενικό, αναδυόμενο μέρος των οποίων αντιπροσωπεύονταν από τις δεκάδες και δεκάδες Ευρωπαίων «Μεραρχιών Εφόδου» που στρατολογήθηκαν και που άρχισαν να δίνουν μια διαφορετική «διάσταση» στον πόλεμο από το 1943 και μετά, ο Έβολα που βρισκόταν για πολύ καιρό, σε μια διακριτική επίσκεψη, όχι απλώς ως θεατής, στα περίφημα - και ακόμα και σήμερα εντελώς άγνωστα - «Κάστρα του Τάγματος», τα «Ordensburgers» των Waffen SS, όπου τα ανώτερα στελέχη από αυτά τα «ευρωπαϊκά» τμήματα έλαβαν μια πολύ διαφορετική πολιτιστική και δογματική παιδεία - θα μπορούσε κανείς να πει «εσωτερική», με την έννοια του ανώτερου και του αφιερωμένου - από τον ίδιο αξιωματούχο του ναζισμού που είχε γνωρίσει καλά όλους τους ηγέτες και τους εκπροσώπους του λεγόμενου «ευρωπαϊκού φασισμού», από τον Κουίσλινγκ μέχρι τον Κοντρεάνου και τον Μαγιόλ ντε Λουπέ.

Ο Codreanu, στο Πράσινο Σπίτι που είχαν φτιάξει μόνοι τους οι «Λεγεωνάριοι» του, στο τέλος της επίσκεψης του Έβολα είχαν προσφέρει - σπάνιο δώρο από τον «Διοικητή» - ένα χρυσό σήμα της Σιδηράς Φρουράς, αυτό που έφερε τις ράβδους μιας φυλακής. Σύντομα εκεί, κατά εκατοντάδες, κατά χιλιάδες, τα «Πράσινα Πουκάμισα»κατέληξαν στη φυλακή, βασανίστηκαν και σφαγιάστηκαν από τον Βασιλιά Κάρολο - τον έμπιστο άνδρα των Τεκτονικών Στοών του Παρισιού - ενώ ο ίδιος ο Codreanu οδηγήθηκε από το κελί του μόνο για να στραγγαλιστεί στο δάσος και να πεταχτεί σε  έναν λάκκο με ασβέστη. Ο Mayel de Lupé ήταν επίσης ένας από τους αγαπημένους του συνομιλητές και από τον ίδιο τον Έβολα μάθαμε κάποια ιδιαίτερα στοιχεία  - ακόμα και πριν το διαβάσουμε σε μερικά γαλλικά βιβλία - γι' αυτόν τον μοναδικό «χαρακτήρα», έναν Καρδινάλιο της Αγίας Ρωμαϊκής Εκκλησίας, που ενισχύθηκε από μια προσωπική «αναγραφή» του Πίου XII. Ήταν ο στρατιωτικός ιερέας της «Λεγεώνας των Γάλλων Εθελοντών» πρώτα και της Μεραρχίας Εφόδου «Καρλομάγνος» στη συνέχεια, στο ανατολικό μέτωπο: χωρίς πουκάμισο, στο στήθος, τη μίτρα και τον χρυσό και διαμαντένιο Σταυρό, διακριτικά του υψηλού θρησκευτικού του βαθμού, κληρονόμος μιας από τις πιο επιφανείς οικογένειες της «Βανδέας» στη Γαλλία, των οποίων οι εκφραστές είχαν πέσει πολεμώντας εναντίον των Ιακωβίνων, ο Mayol de Lupé ακολούθησε τη μοίρα των τμημάτων του μέχρι το τέλος, που ήταν τότε από τους τελευταίους υπερασπιστές - μαζί με Νορβηγούς και Δανούς - της Καγκελαρίας του Βερολίνου. 

Ακόμα τον Μάιο του 1945 - ένα άλλο επεισόδιο που αγνοήθηκε - ένα Tάγμα από αυτούς τους Γάλλους έφτασε σε μια απομονωμένη ορεινή περιοχή του Alto Adige, στο στόμιο του περάσματος Ρέσια, και εκεί διαλύθηκε με τάξη, περνώντας μέσα από το «πλέγμα» της Συμμαχικής κατοχής, βοηθούμενο με κάθε τρόπο από τον ντόπιο πληθυσμό. Ο καρδινάλιος ντε Λουπέ, έχοντας σώσει τους άντρες, πήγε να χτυπήσει την πόρτα ενός μοναστηριού κρυμμένου στο δάσος, κοντά στο Glorenza - το οποίο, πολλά χρόνια αργότερα, βρήκαμε και επισκεφθήκαμε μόνο από τυχαία τουριστική περιήγηση - ακόμα μαχητικός και αμφιλεγόμενος, όπως ήταν πάντα μπροστά στους συνομιλητές του στη Ρωμαϊκή Κουρία και μπροστά στον Χίμλερ. Στον ηγούμενο που, μη μπορώντας να αρνηθεί το άσυλο σε έναν τόσο υψηλό ιεράρχη, ήθελε τουλάχιστον να ηρεμήσει τη συνείδησητου και, προμηνύοντας ήδη τους «διαλόγους» που θα ερχόντουσαν, τον κατηγόρησε για την ήττα: «μας τσάκισαν - απάντησε ξερά - τα όπλα των άλλων, όχι οι ιδέες τους!». Έπειτα, κλείστηκε στην προσευχή, δεν ήθελε πια να μιλήσει με κανέναν και επέστρεψε στη Γαλλία, όπου, σιωπηλός ακόμη, πέθανε λίγα χρόνια αργότερα.

Από εκεί «προήλθε» ο Evola, από ένα περιβάλλον «γιγάντων», αυθεντικών πρωταθλητών του ευρωπαϊκού πνεύματος και της κουλτούρας, από έναν κόσμο δραματικό και βασανιστικό, με κορυφές και αβύσσους που προκαλούν ίλιγγο. Άλλο κόσμο από αυτόν του Αντόρνο, άλλο από τον Μαρκούζε, άλλο από την «κοινωνιολογική σχολή» της Φρανκφούρτης! Αλλά δεν τον ξέραμε έτσι, δεν τον «γνωρίσαμε» έτσι. Όλα αυτά τα μάθαμε τότε, καθώς πήγαμε χέρι - χέρι στη μελέτη των βιβλίων του και στην ανάλυση ορισμένων «διαστάσεων» άγνωστων ακόμα και σήμερα του Β' Παγκοσμίου Πολέμου. Υπήρχαν - αυτό είναι επίσης σημαντικό να θυμόμαστε, είναι σημαντικό με μια έννοια που σίγουρα δεν είναι κοινότοπη και απλώς θυμίζει - υπήρχαν, επομένως, δεκάδες νέοι «δεξιοί»Ρωμαίοι, κυρίως φοιτητές, κυρίως βετεράνοι της ΕΚΕ, που «συνάντησαν» τον Έβολα μέσα από τα βιβλία του, και εκείνα τα βιβλία που διάβασαν στα κελιά της ρωμαϊκής φυλακής της Regina Coeli. Μάλιστα, ποιος ξέρει ποια άμπωτη και ροή του πολιτικού αγώνα, στα χρόνια μεταξύ 1946 και 1950, στη βιβλιοθήκη Regina Coeli, έφερε μερικά βιβλία του Evola. 

Εκεί ήταν που πολλοί από εμάς τον συναντήσαμε για πρώτη φορά, μεταξύ της μιας κράτησης και της άλλης. Εκείνη την εποχή, στις φυλακές δεν μαινόταν η ανατρεπτική διαμαρτυρία που θέλει τους «πολιτικούς» να βυθίζονται, όπως τόσοι πολλοί Μαοϊκοί «ψαρεύουν στο νερό», στο περιβάλλον των κοινών εγκληματιών, μεταξύ των οποίων κλέφτες, ληστές, εκμεταλλευτές γυναικών που προσλαμβάνονται και θεωρούνται ως «θύματα της κοινωνίας». Τότε, οι πολιτικοί κρατούμενοι ήταν μόνο από τα «δεξιά»- όπως περίπου συμβαίνει τώρα - και κρατούνταν χωριστά από τους άλλους κρατούμενους, σε ειδικά «κλουβιά». Και στο περίφημο και διαβόητο «τέταρτο χέρι» της Regina Coeli, όπου πέρασαν εκατοντάδες νέοι μας, εκ περιτροπής, εκείνα τα χρόνια, κάποιοι από εμάς ανακαλύψαμε τυχαία ότι κάποια βιβλία που δεν ήταν γνωστά πριν μπορούσαν να ληφθούν από τη βιβλιοθήκη. (Τότε, το 1950, ήρθε και ο Evola στη Regina Coeli, ήρθε προσωπικά· ως κρατούμενος, εννοώ· συνελήφθη - μαζί με περίπου σαράντα από εμάς, μεταξύ ηλικιωμένων και νέων - για μια από τις πρώτες εφαρμογές εκείνων των «μαύρων συνομωσιών» που αργότερα το καθεστώς, περνώντας από τη βιοτεχνική φάση της εποχής εκείνης στην πιο βιομηχανική του σήμερα, δεν θα έπαυε ποτέ να σκηνοθετεί εναντίον μας).

Ωστόσο, πολύ καιρό μετά την ανάγνωση των βιβλίων του εμείς - που νομίζαμε ότι ήταν νεκρός στον πόλεμο! - μπορέσαμε, τυχαία, να μάθουμε ότι, αντ' αυτού, ήταν ζωντανός. Παράλυτος αλλά ζωντανός, και μάλιστα στη Ρώμη, στο κέντρο της Ρώμης, σε ένα παλιό σπίτι του οποίου το ενοίκιο μπορούσε να πληρώσει μόνο επειδή ένας γενναιόδωρος φίλος του το είχε καλύψει και μόνο μετά από πολύμηνη κράτηση μπορέσαμε να τον ξαναδούμε, οδηγημένο στην αίθουσα του δικαστηρίου του κακουργιοδικείου όπου διεξήχθησαν οι ακροάσεις της κοινής μας δίκης, επειδή, δεδομένων των συνθηκών του, κρατούνταν πάντα στο ιατρείο Regina Coeli. Δεν μπήκε στην αίθουσα του δικαστηρίου, ο Evola μεταφέρθηκε εκεί στα χέρια. Και αφού ήταν δυνατό να βρεθεί αναπηρικό καροτσάκι ή κάποια παρόμοια συσκευή σε όλη τη φυλακή και ούτε καν στο Μέγαρο της Δικαιοσύνης, τέσσερις κοινοί κρατούμενοι μεταμορφωμένοι σε νοσηλευτές  τον «έβαλαν» στην αίθουσα, τον μετέφεραν ξαπλωμένο σε ένα μουσαμά. Στη συνέχεια, βοηθούμενος, ο Evola σηκώθηκε σε μια καρέκλα, φόρεσε το μονόκλ του και κοίταξε τριγύρω, με αυτά τα εκπληκτικά, πολύ ζωηρά, πολύ διαυγή μάτια, τα ίδια που είχαν δει τα "Ordensburgers", τα Κάστρα του Τάγματος και τα ερείπια της Βιέννης, τον Codreanu και πολλά, πολλά πράγματα ακόμα και που τώρα επιθεωρούσαν με διασκεδαστική περιέργεια την τάξη του 1ουΤμήματος του Δικαστηρίου, των Assizes της Ρώμης. 

Θυμάμαι ότι είχε προσφερθεί να τον υπερασπιστεί - δωρεάν, γιατί ο Έβολα δεν είχε δεκάρα, όπως όλοι μας - ο Καρνελούτι που, ακολουθούμενος από ένα πλήθος βοηθών, θαυμαστών, νεαρών μαθητών (στο κοινό, για τον υποσχόμενο Καρνελούτι μια ντουζίνα, δεκάδες κυρίες με πηγαδάκια της καθημερινής και εγκόσμιας Ρώμης που, τότε εκτιμούσαν αυτού του είδους τις διαδικασίες), έδωσε μια από τις πιο όμορφες, πιο συναρπαστικές ομιλίες του για τον πελάτη του. Αλλά και η πιο δύσκολη - ομολόγησε αργότερα - γιατί, για να υπερασπιστεί καλά τον Evola, εκείνος ο έντιμος δεξιός φιλελεύθερος που ήταν, δεν μπορούσε να μην μιλήσει και για εμάς, για τα μικρά και άγρια ​​"περιοδικά" μας"  εκείνης της εποχής κι εμείς από το κουτί που μας είχαν βγάλει τις χειροπέδες (μας έλεγε σκάστε! κάποια στιγμή «διαμαρτύρεστε  κι εσείς εναντίον μου, όταν προσπαθώ να σας σώσω!) τον διακόπταμε, όποτε ήταν λογικό ότι μας «ζωγράφισε», έστω και από καθήκον και συλλογισμό και από τεχνοτροπία παθιασμένου υπερασπιστή, λιγότερο «ορθόδοξου», από δογματικής απόψεως, αυτού που είχε σημασία για μας , παρά τα όσα συνέβαιναν, ήταν να φανούμε, να ακουστούμε.

Έκτοτε, από εκείνα τα χρόνια, από εκείνες τις μοναδικές εμπειρίες, ένα διόλου αδιάφορο κομμάτι - ούτε σε αριθμό ούτε σε ποιότητα - της «δεξιάς»νεολαίας έγινε «Εβολιάνη» με την έννοια ότι αναφέρεται στις πολιτισμικές και δογματικές θέσεις του Έβολα. Δεν το έκανε πάντα καλά, φυσικά, όπως συμβαίνει πάντα μεταξύ των εικοσάχρονων. Υπήρχε ανοησία και αφέλεια, άχρηστη ωμότητα και λανθασμένες αναφορές, καθώς και εντελώς παιδικοί ή απλώς «νεανικοί» εξτρεμισμοί που στην ουσία ήταν το πολικό αντίθετο μιας σωστής ερμηνείας αυτών των θέσεων. Αλλά όποιος θέλει να γράψει μια μέρα την αληθινή πολιτιστική ιστορία της ιταλικής «δεξιάς» σε αυτή τη μεταπολεμική περίοδο, θα πρέπει να λάβει πλήρως υπόψη αυτή τη μοναδική «συμμαχία»: μεταξύ της πιο σκληρής «δεξιάς»νεολαίας και ενός στοχαστή που, από την άλλη, για είκοσι χρόνια, δεν είχε ποτέ τους νέους δίπλα του.

Στη συνέχεια - κατά τη διάρκεια και μετά τη "διαμαρτυρία", οι διάφοροι "Μάγοι" του '68 και του '69 στη Γαλλία, τη Γερμανία, την Ιταλία - ο Evola άρχισε να γίνεται το σημείο αναφοράς για όλο και ευρύτερους κύκλους, όχι μόνο της νεολαίας και των «ακτιβιστών». Συνέβη, ένα άλλο μοναδικό φαινόμενο, τα ίδια έργα που κατά τη διάρκεια της εικοσαετίας είχαν ελάχιστα διαβαστεί και πράγματι είχαν παραμείνει σχεδόν εντελώς άγνωστα ως προς τη διάχυση τους γνώρισαν αξιοσημείωτες και αυξανόμενες εκδόσεις χιλιάδων αντιτύπων. Υπήρξε, πράγματι, σε κάποιο σημείο, μια πραγματική «έκρηξη» του Evola, με την επανέκδοση όλων, ή σχεδόν όλων, των βιβλίων του. Άλλες από μεγάλους εκδοτικούς οίκους, άλλες ανελήφθησαν και τυπώθηκαν εν αγνοία του ίδιου του συγγραφέα, με εντελώς «αυθόρμητες» πρωτοβουλίες, από ομάδες νεολαίας βάσης και από την πολιτική μας περιφέρεια, που έτσι θέλησαν να τα κάνουν πιο προσιτά σαν έργα.

Όλα αυτά δεν άρεσαν και πολύ στον Έβολα, αριστοκράτη σε όλα. Ήξερε λίγα από  το «σούπερ μάρκετ», το «αδιάκριτο» μάρκετινγκ της μαζικής κατανάλωσης. Πολλές φορές μας ζήτησε να παρέμβουμε, και το κάναμε αλλά, προς το τέλος, όταν παρατήρησε ότι το φαινόμενο εξαπλώθηκε αστραπιαία, δεν μας ξαναμίλησε ποτέ. Ίσως, τελικά, χάρηκε που ανακάλυψε ότι, για πρώτη φορά και ακριβώς όταν ένιωσε ότι είχε φτάσει στο τέλος της επίγειας εμπειρίας του, συνέβη ανάμεσα στις «ιδέες» του και σε έναν τόσο τεράστιο, τόσο ενθουσιώδη, κυρίως νέο και φλογερό και μαχητικό δυναμικό , εκείνη η συνάντηση που, πριν, δεν είχε γίνει ποτέ. Έτσι, άθελά του, χωρίς να κάνω κάτι για το σκοπό αυτό, ίσως χωρίς να το καταλάβω με τη «σταθερότητά» του καρφωμένο ανάμεσα σε τέσσερις τοίχους, πάντα σε εκείνα τα δωμάτια, χωρισμένα μόνο ανάμεσα στο κρεβάτι και το γραφείο - ο Evola έχει γίνει ένα λάβαρο «Για την εξουσία με τηννεανική και επαναστατική ‘’δεξιά’’» για να το θέσω με μια από τις εκφράσεις του- με κεφαλαία γράμματα.

Αλλά και για τον άνθρωπο Evola, πρέπει να μιλήσουμε και να τον θυμηθούμε εδώ, με την ευκαιρία αυτή. Με διακριτικότητα και μέτρο, έστω, για να μην ξεφεύγω από το «στυλ» του, που υποβίβαζε  σοβαρά στο περιθώριο ότι είχε να κάνει με το «ανθρώπινο, πολύ ανθρώπινο». Απλώς να σημειώσω ότι αυτός ο άνθρωπος, παράλυτος για τριάντα χρόνια, κατακτώντας την αδιάκοπη σωματική του ταλαιπωρία με μια πραγματικά ανώτερη θέληση, συνέχισε για τριάντα χρόνια να γράφει και να σκέφτεται, να διατηρεί ένθερμη και διαυγή αλληλογραφία, να δέχεται επισκέψεις  και να μιλά. Να «διδάσκει», με λίγα λόγια. Τα τελευταία χρόνια, η κατάσταση του είχε επιδεινωθεί, επώδυνες, μη αναστρέψιμες πληγές είχαν εμφανιστεί στο παράλυτο μέρος του σώματός του. Αλλά η διαύγεια των ιδεών και η θέληση να «κάνει» κάτι παραπάνω, να συνεχίσει την ίδια μάχη, δεν αποδυναμώθηκε μέσα του. Και έτσι έφυγε: ζητώντας μόνο, στο τέλος, να τον ανασηκώσουν για άλλη μια φορά, μια τελευταία φορά, να μπορεί ακόμα να φτάσει σε εκείνο το θρανίο που είχε γίνει το ιδανικό του όρυγμα για τρεις δεκαετίες, να μπορεί να πεθάνει δίπλα του, αλλά όρθιος.

Γιατί τελικά ο Evola έχει γίνει τόσο «διαδεδομένος» σήμερα; Γιατί διαβάζεται και παρατίθεται τόσο πολύ, μετά από τόσο μεγάλες περιόδους εξοστρακισμού, περιθωριοποίησης, παρεξήγησης ή και κοροϊδίας; Δεν μπορούμε να μην αναρωτηθούμε κι εμείς για αυτό, δημοσιεύοντας ένα τεύχος του περιοδικού μας εξ ολοκλήρου αφιερωμένο σε αυτόν. Και εδώ πρέπει να μιλήσουμε καθαρά. Γιατί ο Evola δίνει στα «δεξιά», κάνει διαθέσιμο στην πολιτική μάχη της «δεξιάς», αυτό που δεν είχε ποτέ με δογματική έννοια, δηλαδή εντελώς οργανική: μια αντίληψη του ανθρώπου και του κόσμου, ένα παγκόσμιο «όραμα» που μπορεί να γίνει, που έχει από μόνο του όλες τις προϋποθέσεις να γίνει, «μύθος» και σημαία. Ας το ξεκαθαρίσουμε: ο Evola είχε μια τεράστια «παραγωγή»: τριάντα βιβλία, τριακόσια δοκίμια, μερικές χιλιάδες άρθρα. Προσθέτοντας επίσης την αλληλογραφία και άλλα γραπτά που εμφανίστηκαν στο εξωτερικό, αδημοσίευτα στην Ιταλία αλλά ακόμα διαθέσιμα, ένα πιθανό «πλήρες έργο» του θα αποτελείται από τουλάχιστον εξήντα - εβδομήντα τόμους: και σίγουρα, σε αυτή την τεράστια συντροφιά θα είναι απαραίτητο να διακρίνουμε πώς πολύ συνδέθηκε με διάφορες συγκυρίες και τις ίδιες «φάσεις» της πνευματικής και πολιτιστικής διαδικασίας του. Αλλά, απ' όσο γνωρίζουμε από μακροχρόνιες αναγνώσεις, είμαστε ήδη σε θέση να δηλώσουμε ότι λίγα, πολύ λίγα, μπορούν να κατηγοριοποιηθούν κάτω από την ετικέτα του τι τυχαίνει να γράφει κάθε στοχαστής με καθαρά «δημοσιογραφικούς» όρους, δηλαδή παροδικά. 

Ακόμα κι αν έχει γίνει παρόμοια αφαίρεση, παραμένει ένα αυθεντικό και κολοσσιαίο «ορυχείο» ιδεών, διατριβών, ερμηνειών της ιστορίας, αναφορών στις μεταφυσικές και υπεραισθητές, «κοινωνιολογικές» ιδέες και προσανατολισμούς για τον σύγχρονο πολιτισμό, τον Μεσαίωνα, για τα θρησκευτικά δόγματα, για τα προβλήματα του σύγχρονου σεξ και των εθίμων, για τον Ινδοάριο κόσμο ή άλλα πράγματα που κάνουν τον Evola, κατά τη γνώμη μας, έναν από τους μεγαλύτερους Ευρωπαίους στοχαστές, και όχι μόνο της εποχής μας αλλά όλων των εποχών. Και αρκεί να παρατηρήσουμε εδώ - ακόμα κι αν το θέμα θα απαιτούσε πολύ περισσότερο χώρο - ότι, για παράδειγμα, ο Evola έγραψε για τις αρχαίες θρησκείες και την ανατολίτικη θρησκευτικότητα, για τον Βουδισμό και τον Ινδουισμό, για "τεχνικές μύησης" και για τη μαγεία, για την αλχημεία και για αρχαία φιλοσοφία, χιλιάδες σελίδες στις οποίες δεν υπήρχε κανένας "ειδικός" και "κλαδικός" ακαδημαϊκός, που θα μπορούσε να βρει μια ενιαία ανακρίβεια, ένα μόνο λάθος, μια μόνο επιπολαιότητα, επιδεικνύοντας την απόλυτη κυριαρχία ακόμη και σε αυτά τα συγκεκριμένα θέματα, τα οποία είναι πραγματικά εκπληκτικά, και που σίγουρα μια μέρα θα βρουν κριτικούς και αναλυτές πιο αυστηρούς και πιο προικισμένους από εμάς για να πουν πώς του αξίζει.

Όσον αφορά το πεδίο, ας πούμε αυτό - με μια εικόνα που μας φαίνεται όμως ήδη αρκετά αναγωγική - του «πολιτικού πολιτισμού», η εξελιγμένη σκέψη δεν μπορεί να μην οριστεί ως η πιο συνεκτική, η πιο οργανική, η πιο ολοκληρωμένη που έχει εμφανιστεί ποτέ στη «δεξιά»σκηνή. Και εδώ, ένα μόνο παράδειγμα ανάμεσα σε πολλά, τα πολλά που θα μπορούσαν να αναφερθούν κοιτάζοντας τις σελίδες του με έντονο μάτι την ημερομηνία κυκλοφορίας των έργων του και αναλαμβάνοντας, για να το ολοκληρώσω, τον συλλογισμό που είχε ήδη προωθηθεί στην αρχή, σχετικά με το μοναδικό «κενό» που προκάλεσαν τα είκοσι χρόνια που αγνόησαν τον Evola και τις μελέτες του. Το πιο ολοκληρωμένο βιβλίο του Evola, από την άποψη της πολιτικής κουλτούρας, είναι: Η «Εξέγερση ενάντια στον σύγχρονο κόσμο». Λοιπόν, είναι απλά εκπληκτικό να διαβάζεις αυτές τις σελίδες σήμερα και να σκέφτεσαι, να διαλογίζεσαι, στο γεγονός ότι εμφανίστηκαν το 1934, σε ένα χρόνο, δηλαδή, που τίποτα απολύτως δεν μας επέτρεπε να προβλέψουμε τι θα συμβεί αργότερα. Ο Φασισμός, εκείνη την εποχή, ήταν ακόμη σχεδόν εξ ολοκλήρου συνδεδεμένος με την «πατριωτική» και αναγωγική μήτρα του. Ο Χίτλερ και οι Εθνικοσοσιαλιστές μόλις είχαν έρθει στην εξουσία στη Γερμανία. 

Ο δυτικός κόσμος πάλευε να ανακάμψει από τον καταστροφικό «κυκλώνα» που εξαπέλυσε η Μεγάλη Αμερικανική Κρίση του 1929, και όλη η διεθνής πολιτική κυριαρχούνταν από τον κεντρικό - παραδουνάβιο «κόμπο», που είδε την Ιταλία, τη Γαλλία και την Αγγλία να περιστρέφονται γύρω από τα προβλήματα που υπήρχαν σε Αυστρία, Ουγγαρία, Γιουγκοσλαβία. Βρισκόμασταν, εν ολίγοις, στην πλήρη μετά τις Βερσαλλίες εποχή, με πρωτοβουλίες, μεθόδους και νοητικά σχήματα που, αναθεωρημένα τώρα, γνωρίζουν τόσα πολλά για τον δέκατο ένατο αιώνα. Μέσα σε ένα χρόνο, με την Αιθιοπική εκστρατεία, ολόκληρη η ευρωπαϊκή, άρα και η παγκόσμια ιστορία, θα είχε υποστεί όχι μόνο μια ξαφνική επιτάχυνση αλλά ένα πραγματικό κύμα. Και όμως, λίγοι - αν και από τους μεγάλους πρωταγωνιστές - φαίνεται να γνώριζαν επακριβώς τις ανατρεπτικές δυνάμεις που θα είχαν εξαπολυθεί σε πολύ σύντομο χρονικό διάστημα, σε σημείο να εξαπολύσουν τη δίνη του Β' Παγκοσμίου Πολέμου.

Ωστόσο, στο βιβλίο του Evola - και πραγματικά πιστεύουμε ότι μπορούμε να προσθέσουμε ότι αυτό συμβαίνει μόνο σε εκείνο το βιβλίο, ανάμεσα στα εκατοντάδες βιβλία για τον πολιτικό πολιτισμό που κυκλοφόρησαν σε όλη την Ευρώπη εκείνη την εποχή - υπάρχει η ακριβής, πολύ ξεκάθαρη προαίσθηση του τι θα συνέβαινε . Όπως, πάλι ως παράδειγμα, στο κεφάλαιο για τον αμερικανισμό και τον μπολσεβικισμό, που μπορεί να οριστεί ακόμη και ως προφητικό. Ο Evola, επομένως, προέβλεψε με απόλυτη ακρίβεια ότι μια συμμαχία μεταξύ των Ηνωμένων Πολιτειών και της Σοβιετικής Ρωσίας θα επιτευχθεί μοιραία, πράγματι πρόσθεσε ότι αυτή η συμμαχία ήταν «στη φύση των πραγμάτων» δεδομένων των «ενιαίων»υποθέσεων που ενέπνευσαν τόσο τον δημοκρατικό φιλελευθερισμό όσο και τον καπιταλισμό, τόσο τον σοβιετικό όσο και τον κολεκτιβιστικό κομμουνισμό. Ένα άλλο scbieramento, ένα άλλο «μέτωπο» αναδυόταν στην Ευρώπη και στον κόσμο, μεταξύ Ιταλίας, Γερμανίας και Ιαπωνίας και ανάμεσα στα δύο «μπλοκ» η άβυσσος ήταν ιδανική και δογματική, της σύλληψης του ανθρώπου και του κόσμου μάλιστα. Η Ρωσία και οι Ηνωμένες Πολιτείες, αν δεν ηττηθούν, θα σχηματίσουν τα δύο βράγχια της ίδιας λαβίδας, προορισμένα να συντρίψουν την Ευρώπη, να την εξαφανίσουν όχι μόνο ως πολιτική δύναμη αλλά ως «φορέα» ενός συγκεκριμένου μοντέλου κοινωνίας και πολιτισμού, ως «πυρήνας» ικανός να επαναλάβει με νέες μορφές κατάλληλες για την εποχή, ενότητες ύπαρξης και κοινωνικοπολιτικής οργάνωσης που συνδέονται με τις Παραδόσεις της, τις πνευματικές και ιεραρχικές.

Υπήρχαν όμως κι άλλα, τα οποία παραδόξως πέρασαν απαρατήρητα, και τα οποία - αντίθετα - αν αξιολογούνταν σωστά θα μπορούσαν να είχαν προστεθεί, να διορθωθούν, να προσανατολιστούν καλύτερα, να γίνουν οι επιλογές του καθεστώτος πιο ξεκάθαρες και λειτουργικές, τόσο στην εσωτερική πολιτική όσο και στο εξωτερική πολιτική, με τους απαραίτητους «στοχασμούς» για τη δική μας στρατιωτική δομή: η «αναβίωση» ορισμένων παραδοσιακών και πνευματικών αξιών βρισκόταν σε σαφή αντίθεση με τον όλο προσανατολισμό του σύγχρονου κόσμου, όπως είχε «χτιστεί» για αιώνες, κυρίως από την εποχή της Γαλλικής Επανάστασης. Ο αγώνας θα ήταν πικρός, σκληρός, ολοκληρωτικός. Δεν υπήρχε χώρος για συμβιβασμούς ή τακτικές συμφωνίες, αν όχι προσωρινές. Διακυβεύονταν τα πεπρωμένα του κόσμου και της ανθρωπότητας. Μόνο εμείς θα μπορούσαμε να δώσουμε μια «επαναστατική στροφή» στη σύγχρονη εποχή, γιατί διαφορετικά, ωθώντας τον εαυτό της στις ακραίες αλλά λογικές συνέπειές της, ο Evola επιβεβαίωσε «όλο αυτόν τον πολιτισμό των τιτάνων, των μητροπόλεων από χάλυβα και σκυρόδεμα, των πολυαρθρικών και εκτεταμένων μαζών με άλγεβρες και μηχανές που αλλοιώνουν τις δυνάμεις της ύλης, κυβερνήτες ουρανών και ωκεανών, θα εμφανιστούν ως ένας κόσμος που ταλαντεύεται στην τροχιά του και γυρίζει να διαλυθεί από αυτόν για να απομακρυνθεί και να χαθεί οριστικά στους χώρους όπου δεν υπάρχει πια φως, εκτός από ότι απομένει να φωτίζεται από την επιτάχυνση της δικής του πτώσης».

Πέρασαν τα χρόνια, πέρασαν οι δεκαετίες. Και τώρα βλέπουμε αυτή την «λαβίδα». Τώρα, τώρα μόλις αρχίζουμε να αντιλαμβανόμαστε την άπειρη σειρά «αξιών» που συνθλίβονται στην σύλληψη του. Τώρα και μόνο τώρα συνειδητοποιούμε τι και πόσος «πολιτισμός» - με την έννοια της ικανότητας του πνεύματος να κυριαρχεί, να εξευγενίζει τη ζωή των ανθρώπων και των λαών - έχει χαθεί. Προς τι άκρα είμαστε, όλοι στην Δύση, ταξιδευτές και ναυαγοί. Τώρα ανακαλύπτουμε τις οικολογικές τραγωδίες, ως μια πολύ σοβαρή ρήξη που προκαλείται στην ισορροπία από την παραληρηματική βιομηχανική ανάπτυξη, ανακαλύπτουμε την παραφροσύνη που ενυπάρχει στην ακαθόριστη κούρσα της επιστημονικής και τεχνολογικής «προόδου». Γιατί εκτοξεύονται συνθήματα: όπως «μητρόπολη - μεγαλόπολη - νεκρόπολη». Τα βιβλιοπωλεία γεμίζουν με δεκάδες έργα για την κρίση που απειλεί να κατακλύσει τα σύγχρονα «μεγάλα συστήματα».

Ήταν όλα γραμμένα, όλα προβλεπόμενα στις βασικές γραμμές τους, όλα είχαν «συλληφθεί» και όλα αυτά έγιναν δεκαετίες νωρίτερα στο μέτωπο του «δεξιού»πολιτισμού. Για το λόγο αυτό δεν «μνημονεύουμε»επιπόλαια. Πιο απλά και αληθινά επιβεβαιώνουμε τη δέσμευση στον αγώνα, αναδεικνύοντας τον Evola και την ουσία του έργου του ως μια σημαία που δεν είναι του χθες αλλά του σήμερα και του αύριο.